30/3/10

ουφ, ανακούφισις!

χμμμ, μια ιδέα θα 'ταν να του τηλεφωνάει κανείς, να τον συγχαίρει για την ιδέα και τη χειρονομία, αλλά να τον παζαρεύει, γιατί ένας γνωστός του Αλβανός κτλ. παίρνει ακόμα λιγότερα

και αμάν και τι, να 'βλεπα Αλβανό κτλ. που θα του αναθέσει τη δουλειά...


[διαφημιστικό σε εισόδους πολυκατοικιών στη Νεάπολη Εξαρχείων, δώρο από την Ο.Σ.]

buzz it!

20/3/10

Stage, στέιτζ και σταζ

Τα Νέα, 20 Μαρτίου 2010

Στέιτζ ή σταζ; πόσο χρόνο, φαιά ουσία και μελάνι θα είχαμε γλιτώσει αν το περίφημο stage το γράφαμε εξαρχής στα ελληνικά, σταζ!

Ομπάμα, Τζεφ Μπρίτζες, Τεόντοσιτς, Κούντερα, Σισσέ, όλες οι εφημερίδες βρίθουν από ξένα ονόματα ελληνικά γραμμένα· γιατί τάχα αλλάζει η κατάσταση μόλις περνάμε σε περιοδικά και βιβλία;

το πλήρες κείμενο:

Σκεφτήκατε ποτέ τι θα ’χαμε γλιτώσει από χρόνο και φαιά ουσία, από μελάνι και χαρτί, αν είχε γραφτεί από μιας αρχής στα ελληνικά, ή και στα ελληνικά, αυτό το άτιμο το stage;

Όλοι θυμόμαστε το θέμα, μόλις χτες ήταν η συζήτηση αν η σωστή προφορά είναι στέιτζ ή σταζ. Θεωρητικά το πρόβλημα λύθηκε, αφού υπήρξαν, έστω καθυστερημένα, εξηγήσεις: πως γαλλική είναι η λέξη stage, για το «πρόγραμμα απόκτησης επαγγελματικής εμπειρίας», κι απλώς έχει την ίδια όψη με το αγγλικό stage, που είναι απλούστατα η σκηνή του θεάτρου. Σταζ λοιπόν η λέξη της εποχής, για κάτι παλαιότατο, που ήταν η γνωστή πρακτική εξάσκηση, των δικηγόρων λ.χ., ή φοιτητών σε θερινά κυρίως προγράμματα σε γραφεία και εταιρείες κτλ.

Όμως η καινούρια πραγματικότητα της προσωρινής εργασίας σε ευρύτερη κλίμακα έβγαλε παραέξω τον ξενικό όρο, που διαβάστηκε με τη γλώσσα της εποχής, δηλαδή τα αγγλικά, άρα στέιτζ. Και αυτό το ψευδοαγγλικό στέιτζ έφτασε και να δώσει παράγωγο: τους «στέιτζερς», αφού δεν πρόλαβε καν να εμφανιστεί το ορθό γαλλικό σταζιέρ (stagiaire). Κάποια στιγμή ακούστηκε, όπως είπα, το σωστό, όμως πιο συχνά σημειώθηκε ειρωνική αντίδραση για τη γαλλομάθεια των λιγοστών που πρόφεραν το σωστό, παρά που μπήκανε τα πράγματα στη θέση τους· και τόνισα το πρόφεραν, αφού στον πάντα κυρίαρχο γραπτό λόγο πάντα κυρίαρχο, αποκλειστικό, έστεκε το stage.

Έφυγε απ’ την επικαιρότητα το θέμα και είναι αμφίβολο αν έμεινε τίποτα παραπάνω από σύγχυση και αβεβαιότητα: δεν είναι παράδοξο αυτό, έτσι γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις, στο τέλος συχνά ακούγεται η «ξανθιά» ερώτηση του ανεκδότου, ποιο είναι εντέλει το σωστό, Ιράκ ή Ιράν;

Όσο λοιπόν γινόταν η συζήτηση αυτή, εμένα ο νους μου κολλημένος στα δικά μου, πόσο αποτελεσματικό θα ήταν το ιδεώδες, να γράφαμε δηλαδή με ελληνικά στοιχεία τις ξένες λέξεις που υποδεχόμαστε στη γλώσσα μας. Βέβαια το σταζ είναι από μιαν άποψη ακραία περίπτωση, είναι σχετικά καινούρια λέξη, που δεν έχει ακόμα τριφτεί με τη χρήση κτλ. Όμως ξέρουμε κι απ’ τις άλλες περιπτώσεις, με λέξεις προ πολλού εγκλιματισμένες, και επιπλέον σε ευρύτατη χρήση, λέξεις που προ πολλού γράφονταν στα ελληνικά και τώρα ξαναφορούν το αρχικό, ξένο τους ρούχο: stress, mini, goal! Παραπέρα: λέξεις επίσης υιοθετημένες, όπως το χτεσινό ίντερνετ, που σχημάτισε όμως ήδη παράγωγο το ιντερνετικός, και τώρα μέσα απ’ τη νωπή ούτως ή άλλως ξενική γραφή του: internet, εμφανίζει το ήδη νόμιμο παράγωγο σαν internet-ικός!

Και καλά, έστω ότι εξασφαλίζεται απολύτως το ιντερνετικός· αλλά σταζ; Ναι, δεν μπορώ να πω πως δεν με ξενίζει κι εμένα που το γράφω, καθώς το γράφω, και πολύ περισσότερο όταν το βλέπω πια γραμμένο, κι ας είναι απ’ το ίδιο μου το χέρι. Ας τ’ αφήσουμε για την ώρα, και το σταζ και τα ίντερνετ-ιντερνετικός, αφού εξάλλου γι’ αυτά έχουμε ήδη δοκιμασμένη την ελληνική απόδοση διαδίκτυο-διαδικτυακός.

Πάμε στο παλιό, γνώριμό μας και από εδώ, θέμα της γραφής των ξένων κυρίων ονομάτων, όπου το τοπίο θα έπρεπε να είναι πιο ξεκαθαρισμένο. Εδώ είτε ευρείας χρήσης είτε όχι, το όνομα δεν αλλάζει, δεν μεταφράζεται, δεν εξελληνίζεται, όπως π.χ. κάναμε παλιά Σακεσπήρο τον Σαίξπηρ, ή απλώς Ρακίνα τον Ρασίν, είμαστε υποχρεωμένοι να ζήσουμε με πάμπολλα ονόματα, με άπειρους ξένους, πολιτικούς, ηθοποιούς, ποδοσφαιριστές, συγγραφείς, μπασκετμπολίστες.

Ξεφυλλίστε μια εφημερίδα, Ομπάμα, Μάρκες, Τεόντοσιτς, Σαρκοζί, Γιούσενκο, Σισσέ, Τζεφ Μπρίτζες, Μπέκαμ, Νικόλ Κίντμαν, Κούντερα, όλες οι ειδησεογραφικές σελίδες, από εξωτερική πολιτική έως –ιδιαίτατα– τα αθλητικά, βρίθουν από ξένα ονόματα ελληνικά γραμμένα. Τα πράγματα αλλάζουν ελαφρώς σε ειδικές στήλες, επιφυλλίδες, δοκιμιακού τύπου άρθρα και αναλύσεις, και πάλι όχι στα πολιτικά και τα αθλητικά όσο στα καλλιτεχνικά, λογοτεχνικά, επιστημονικά. Κακά τα ψέματα, όσο περνάμε σε στενότερους χώρους, κλείνει το πεδίο, το ακροατήριο, η γλώσσα. Έτσι, όταν πια βγούμε απ’ τις εφημερίδες και πάμε σε περιοδικά, ακόμα και στα περιοδικά που συνοδεύουν τις κυριακάτικες εφημερίδες, βιβλία, μελέτες, ανθεί ο λατινόγραπτος λόγος. Τώρα ο Ομπάμα θα γίνει Obama, και ο Μάρκες, Marquez.

Αλλά αν ο Obama είναι αυτομάτως αναγνωρίσιμος, τι γίνεται με λιγότερο γνωστά ονόματα, ή με καινούρια ονόματα; Πώς μεταδίδεται δηλαδή η γνώση, η απλή πληροφορία;

Je me mouille

Έχω ξαναγράψει εδώ για το θέμα αυτό εκτενώς, πάνε έντεκα χρόνια τώρα, έχω επανέλθει περιστασιακά, αναγνωρίζω πάντως ότι ο αντίλογος είναι ισχυρός, ο διανοούμενος κυρίως, ο επιστήμονας, ο μελετητής θα ’θελε να ταυτίζει αμέσως και άμεσα το γνωστό του πρόσωπο, ή να μάθει και να πάει να βρει το καινούριο και άγνωστό του, να αναγνωρίσει αμέσως και άμεσα τον Durkheim, και να μην περιπλανηθεί ανάμεσα στον Ντυρκέμ και τον Ντιρκέμ, και κυρίως να αναζητήσει βιβλιογραφία κτλ., ξέροντας ακριβώς το όνομα-εικόνα Durkheim. Όμως εγώ θεωρώ ότι προέχει το στοιχειώδες δικαίωμα του μέσου αναγνώστη να μπορεί καταρχήν να διαβάσει το καινούριο όνομα, και να διαβάσει Ντυρκέμ ή Ντιρκέμ, και όχι να αρχίσει τα μαντέματα: «Ντέρκχημ», «Ντουρκέμ», «Ντουρκχάιμ» κτλ.

Δεν είναι από τα ευκολότερα το όνομα του Durkheim, υπάρχουν όμως και δυσκολότερα, του Huyssmans, του Maugham, του Hue. Απ’ την άλλη, υπάρχουν και άλλα, πολλά, εύκολα, ευκολότατα. Όπου παραταύτα τα βρίσκει σκούρα όχι μόνο ο μέσος αναγνώστης, αλλά και ο ειδικός.

Και πάντως το «Ντουρκχάιμ» δεν είναι κατασκευή για τη συζήτησή μας: έχει υπάρξει σαν λάθος, μεμονωμένο ίσως, εύγλωττο όμως για το θέμα που μας απασχολεί. Και δεν παύω να συναντώ σαν «Νταριούς Μιλώ» τον Γάλλο συνθέτη του 20ού αιώνα Νταριούς Μιγιώ (Milhaud), σε σοβαρές συχνά πηγές. Το ’χω ξαναχρησιμοποιήσει το παράδειγμα αυτό, κοιτάζω τώρα στο ίντερνετ, στο Google, πλήθος τα «Μιλώ» ή «Μιλό».

Εμ, ούτε το Milhaud είναι εύκολο όνομα· ίσα ίσα, σπανιότατο είναι, και το ίδιο το όνομα και αυτό το -ilh-. Χαρακτηριστικά, κατά μαρτυρία του μουσικολόγου Γιώργου Λεωτσάκου, ο συνθέτης Γιώργος Σισιλιάνος συνάντησε κάποτε τον Μιγιώ και τον ρώτησε πώς προφέρεται το όνομά του· κι εκείνος απάντησε εμφατικά: «Je me mouille», που σημαίνει βρέχομαι, μουσκεύομαι, από το ρήμα mouiller (μουγιέ), προφανώς για να υποδείξει την προφορά με -γ.

Ώστε «Ντουρκχάιμ», «Μιλώ», αλλά και «Ντεσκάρτ» για τον πασίγνωστο Ντεκάρτ, τον Καρτέσιο –πόσο εύκολο λοιπόν να τα κάνει κανείς μούσκεμα. Και όχι μόνο, επαναλαμβάνω, ο μέσος αναγνώστης. Και διόλου πια με τον Ντυρκέμ και τον Μιγιώ. Αλλά με απλά, και πολλές φορές ήδη γνωστά ονόματα.

Θα συνεχίσουμε.

buzz it!

18/3/10

Εμείς αγαπάμε… [5], εμπυρεύματα και θάλπη

Εμείς αγαπάμε…

...Σαράντο Καργάκο

που παρουσιάζει στην Ελευθεροτυπία 11/3 ένα βιβλίο για τον Σολωμό, που, «όπως κάθε σοβαρό επιστημονικό έργο, είναι τυπωμένο στο πολυτονικό»,

και διακρίνεται από «άρτια αισθητική εκτύπωση, χάρη στο ειδικό επιτελείο των εκδόσεων [τάδε], που έχει εκπαιδευτεί στην παραγωγή του ποιοτικού βιβλίου, έτσι που το βιβλίο να μην είναι ένα απλό εμπόρευμα αλλά εμπύρευμα·

»να προσφέρει ένα οπτικό θάλπος,

»ώστε να ελκύει τον ευαίσθητο αναγνώστη σε μελέτη, κατά πλάτος και κατά βάθος».

Και μπορεί ο εκδότης του κρινόμενου έργου να είναι ο εκδότης των εμπυρευμάτων του Καργάκου, αλλά τον συγγραφέα ο Καργάκος, «λόγω του μονήρους βίου που διάγ[ει], δεν έτυχε να τον γνωρίσ[ει]».

Άτιμο πράμα η τηλοψία. Εσύ να διάγεις μονήρη βίο, κι αυτή να σε τραβολογάει κάθε τρεις και λίγο από πάνελο σε πάνελο.



[το ποστάκι χρωστάει στον Δ.Α., που έστειλε το υλικό, μασημένο φαΐ]

buzz it!

13/3/10

καλύτερα Notis, ούτε λόγος, ή Ανθολόγιον θαυμαστικών

Κι αν γράφτηκαν και δε γράφτηκαν, τούτες τις μέρες, για τον ρατσισμό και τη συμπλεγματική στάση, τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, που έδωσαν τον τόνο στις αντιδράσεις για το δημοσίευμα του γερμανικού περιοδικού Focus… Κι εκεί που είπαμε πως, νισάφι πια, θα σταματήσει το μέτρημα των πολιτισμών μας και των νόμπελ, αφότου μάλιστα είδαμε πως δε μας βγαίνουν οι αριθμοί, με τη σαραντατεσσάρα που μας ρίχνουν οι «μετά εξανθρωπισμένοι» Γερμανοί, νά τη, νά τη πετιέται η Εταιρεία Συγγραφέων, πάντως το εγκυρότερο σωματείο του χώρου, και με ημερομηνία 11 Μαρτίου 2010 παίρνει θέση (όπως πόσες άλλες φορές, σε πόσα άλλα κρίσιμα θέματα άραγε;) μ’ ένα κείμενο που θα... μας αδικούσε ο όποιος χαρακτηρισμός του. Το μεταφέρω με τη μέθοδο κόπι-πέιστ, μην πειραχτεί ούτε ένα ορθογραφικό του λόγου χάρη:

διαβάστε τη συνέχεια...

«ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ FOCUS

»Μια απάντηση στο focus.

»Τι είναι αυτό που διαπερνά, από την πρώτη ως την τελευταία φράση, το άρθρο του γερμανικού περιοδικού; Μήπως, η ειρωνία για τα αναμφισβήτητα οικονομικά παθήματα της Ελλάδας και τις ευθύνες της; Μήπως, ο φόβος ότι η κρίση γίνεται μόνιμος γείτονας στην Ευρώπη; Μήπως, πάλι, ο καϋμός για τον δυτικό πολιτισμό που από χρόνια δεν έχει το πάλαι ποτέ σφρίγος , πλην εξαιρέσεων; Mήπως, τέλος, η αγωνία για την σύγχρονη γερμανική λογοτεχνία και το μέλλον της;

»Τίποτε από όλα αυτά! Από την πρώτη ως την τελευταία φράση, το άρθρο του focus είναι εστιασμένο στην λυσσαλέα υπεράσπιση ενός κύκλου εννοιών που λες και είναι ζυμωμένοι με το DNA της κεντροευρωπαϊκής αλαζονίας : της φυλετικής καθαρότητας, του αμόλυντου αίματος, του αναλλοίωτου μέσα στους αιώνες έθνους. Αν είναι δυνατόν ! Να μας απασχολεί ως οντολογικό πρόβλημα ότι δεν έχουμε το ίδιο αίμα με τους αρχαίους `Ελληνες! Δηλαδή ένας από τους πιο επικίνδυνους παραλογισμούς που υπήρξαν αιτίες για τους γερμανικούς ολοκληρωτισμούς του α’ μισού του 20ού αιώνα. Αιτίες για τα ολοκαυτώματα, τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και την καταστροφή του λογικού !

»Τι λοιπόν καίει τόσο πολύ τον συντάκτη αυτού του “περισπούδαστου” άρθρου; Μήπως η συγκριτικά λιγότερο τιμημένη γερμανική λογοτεχνία από την ελληνική; Τα δυο Νόμπελ, του Σεφέρη και του Ελύτη, η διεθνής αναγνώριση του Ρίτσου, η αναγνώριση του Καβάφη ως ενός από τους σημαντικότερους ποιητές του 20ού αιώνα; Ούτε αυτό. `Ο,τι τον καίει είναι ότι μπασταρδεύτηκε η σύγχρονη Ελλάδα από λογής λογής επιμειξίες ( ενώ η Γερμανία έμεινε αμόλυντη!) και ταπεινώθηκε από κατακτητές- ξεχνώντας ότι ο πιο πρόσφατος είναι αυτή η ίδια η Γερμανία του φιλελληνικού ρομαντισμού !

»Μα, τελικά, δεν είναι η ίδια νοοτροπία και η ίδια συλλογιστική που συνδέει τον Γιάκομπ Φαλμεράγιερ του 1830, με τους ναζί και τον σημερινό ψευτορομαντισμό του focus; H ίδια μυθολογική ουτοπία του καθαρού αίματος και της αμετάβλητης φυλετικής ταυτότητας!

»Ε, όχι και να πάρουμε στα σοβαρά ένα τόσο γελοίο και ανιστόρητο άρθρο !

»Το να απαντάς σε κατηγορίες που δημοσιεύονται σε έντυπα ήσσοντος σημασίας και τριτεύoντος βαθμού ποιότητας, όπως το γερμανικό focus, ασφαλώς είναι σα να τους δίνεις αξία. `Ενα περιοδικό που, από όσο φαίνεται, έχει σκοπό του να νανουρίζει και να θρέφει τα στερεότυπα της γερμανικής “χαμηλής κουλτούρας”, με τη γνωστή τουριστική λογική, μάλλον δεν είναι ο καλύτερος συνομιλητής που θα επιθυμούσαμε. Αλλά, τι να γίνει, πολλές φορές δε διαλέγουμε εμείς τους συνομιλητές μας, αλλά οι συγκυρίες.

»Καλά καλά δεν καταλαβαίνουμε, γιατί ένα άρθρο για τα “2000 χρόνια παρακμής” της Ελλάδας, ένα κείμενο γεμάτο κοινοτοπίες και διανθισμένο, λόγω απουσίας επιχειρημάτων, με φράσεις διασήμων προσώπων, ανακατεμένες, σαν βαυαρική σαλάτα, με μικρονοϊκές εξυπνάδες, απασχολεί τα ελληνικά media, έντυπα και ηλεκτρονικά τον τελευταίο καιρό. Εκτός και αν μας απασχολεί, όχι ως κείμενο αλλά ως φαινόμενο που δείχνει τη νοοτροπία, τον ρηχό τρόπο σκέψης, μιας κατηγορίας εντύπων της “φωτισμένης Δύσης” –ανάμεσα στα οποία και το focus.

»Εταιρεία Συγγραφέων»


ΥΓ 1. Είμαι σίγουρος ότι ο Notis Σφακιανάκης με το μαύρο γυαλί, σε χτεσινή συνέντευξή του σε πρωινάδικο που μ’ όλη μου τη νοσηρή περιέργεια αρνήθηκα να τη δω κι έκλεισα την τηλεόραση έπειτα απ’ τις πρώτες λέξεις του, καλύτερα θα τα ’πε.

ΥΓ 2. Βλ. συζήτηση και αναδημοσιευμένα διάφορα ενδιαφέροντα σχετικά άρθρα στο φόρουμ της Λεξιλογίας.

buzz it!

9/3/10

Μα θαρρώ πως θα τα μπλέξω

Ο Έλτον Τζον είπε τα δικά του: «I think Jesus was a compassionate, super-intelligent gay man who understood human problems. On the cross, he forgave the people who crucified him. Jesus wanted us to be loving and forgiving…»

Ο Άγιος Πειραιώς είπε τα δικά του: «ο αρρενοθήλης κέκτηται “τον δυναμισμό του άρρενος και την μοχθηρία του θήλεος, δεν έχει ουδεμία ηθική αναστολή και ουδέν μεταφυσικό ιδεώδες”», τσιτάροντας Λομπρόζο·

και έπραξε τα δικά του: με επιστολή του ζήτησε «από την εξαίρετη και ευαίσθητη Μεγαλειότητά» Της, τη «Μεγαλειοτάτη Βασίλισσα της Μ. Βρετανίας και της Β. Ιρλανδίας ΕΛΙΣΑΒΕΤ», «να εκφράση την σαφή αποδοκιμασία της» για «τις απαράδεκτες και ανιστόρητες ιταμές παράλογες και αποκρουστικές δηλώσεις του πολύ γνωστού υπηκόου» Της και «να τον αποστερήση από τον ιδιαίτερο τίτλο τιμής που αναξίως πλέον φέρει…» –να του αφαιρέσει δηλαδή τον τίτλο του Sir.

Ο Στέφανος Κασιμάτης, πρώην Πανδώρα του Βήματος, νυν Φαληρεύς της Καθημερινής, είπε κι αυτός τα δικά του (7/3): «Θα μπορούσε ο μητροπολίτης Πειραιώς, σύμφωνα με το πνεύμα της χριστιανικής αγάπης που τον διέπει, να είχε εισηγηθεί επιεικέστερη τιμωρία. Να αντικατασταθεί, λόγου χάριν, το “sir” του Έλτον Τζον με το “dame”. Θα άρεσε και στον ίδιο τον καλλιτέχνη…»

Μα θαρρώ πως θα τα μπλέξω, από τον Σεραφείμ και τον Στέφανο ποιον να διαλέξω…

Καλός Θέμος, Στέφανε!

buzz it!

6/3/10

Σταθερότης στο Χρηματιστήριο Αξιών

Τα Νέα, 6 Φεβρουαρίου 2010





Με «διαυλοεπιλογές», με γενικές σε -εως, και με γραφές όπως «κουττός» και «τραύηγμα» θα τσακίσουμε το ασεβές χέρι που έβαλε χέρι στην Αφροδίτη μας


Οικονομική κρίση, ύφεση, χρεοκοπία ή σχεδόν, έκπτωση αξιών, έμεινε τίποτα όρθιο στον τόπο αυτόν, εκτός από το χέρι με το υψωμένο δάχτυλο της Αφροδίτης, κι αυτό από photoshop και όχι αληθινό;

διαβάστε τη συνέχεια...

Στο Χρηματιστήριο Αξιών, Ηθικών Αξιών εννοείται, πώς τα καλοπερνάμε; Α, δόξα να ’χει, σταθερότης, θα έλεγα. Η αντίσταση λόγου χάρη στο μονοτονικό καλά κρατεί, διάβαζα μάλιστα τούτες τις μέρες σχόλιο για εκδοτικό οίκο ότι εξακολουθεί να εκδίδει «βιβλία στο πολυτονικό, με οξείες και περισπωμένες, κάτι σαν τα ολόκληρα αληθινά φουντούκια μέσα στα σοκολατάκια». Αλλά τι, μονάχα πολυτονιζόμεθα ακόμη;

1. Σαν να μην πέρασε μια μέρα

Στην κυριακάτικη Καθημερινή (28/2) είδα ένα άρθρο του Στέλιου Ράμφου, όπου κατ’ απαίτησή του νά υποτακτικές με -η: να μας σώση, να παραπλανήση· και παραθετικά με -ω: γενικώτερη, ωριμώτερος· και κατέβασμα του τόνου σε σύνθετο μάλιστα επίθετο: κοινωνία αργοσχόλων καταναλωτών· και παλιά τριτόκλιτα με -ι: ύφεσι, ψυχική έξι· και γενικές σε -ότητος: παραγωγικότητος και ανταγωνιστικότητος· και γενικές σε -εως: της κοινωνητικής σχέσεως, ελλείψει δημιουργού εκφράσεως (όχι «ο δημιουργός εκφράσεως», αλλά «η δημιουργός έκφραση» –έκφρασι, με συγχωρείτε) και όλα τα καλά.

Και δώρο μέσα στο σακουλάκι, ο «συνεκτικός συμβολισμός [της Ενωμένης Ευρώπης], η σταθερότης του οποίου συνυφαίνεται με διαρκές βάθαιμα της συνυπάρξεως των μελών της»: Ώστε, παλιό αυτό και γνωστό, το θέμα δεν είναι τα -ι τα -ω και -εως, και η όντως ή τάχαμου καθαρεύουσα, όπως θα δούμε παρακάτω. (Εξάλλου, και απροπό: «βάθαιμα»; εμείς οι μαλλιαροί το λέμε εμβάθυνση· αλλ’ ίσως το «βάθαιμα της συνυπάρξεως» να είναι άλλο βάθος.)

Εν πάση περιπτώσει, στο θέμα μας: σταθερότης στο Χρηματιστήριο Αξιών.

Σταθερότης, ου μη μόνον, αλλά και άνοδος:

2. Τραυϊέμαι - τραυϊέσαι - τραυϊέται - τραυϊόμαστε

Στο τέλος του 2009 κυκλοφόρησε το Ετυμολογικό λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη, το πέμπτο σε 11 χρόνια λεξικό του, πολύ πιο προσεγμένο από τ’ άλλα στην εμφάνιση, διαφορετικό ούτως ή άλλως, αφού τα προηγούμενα ήταν ερμηνευτικά-ορθογραφικά ή σκέτα ορθογραφικά, και το ένα επιτομή ή παραλλαγή του άλλου, με μεγάλο όγκο πληροφοριών κι αυτό, που θα απασχολήσει σίγουρα τους ειδικούς.

Εμείς ας σταθούμε ελάχιστα στο ορθογραφικό σκέλος, όπου μεγάλη μάχη έδωσε εξαρχής ο Γ. Μπαμπινιώτης, με τα γνωστά «αγώρια», «τσηρώτα» κτλ., με καινοφανείς δηλαδή ορθογραφήσεις που πολύ συζητήθηκαν, αμφισβητήθηκαν, ανατράπηκαν, συχνά, όπως και τώρα, από τον ίδιο, και ευτυχώς σε μικρό μόνο μέρος τους υιοθετήθηκαν, άκριτα κατά κανόνα και χωρίς κάποια προφανή λογική, με αποτέλεσμα μια γενικότερη πλέον σύγχυση.

Σύγχυση που μάλλον επιτείνεται από τις αναθεωρήσεις του ίδιου: π.χ. το νινί που το έκανε «νηνί» και τώρα πάλι νινί, σημειώνοντας αορίστως πως «είχε προταθεί» και η γραφή με -η, όμως μόνο δική του ήταν η πρόταση, που πάντως σύντομα την πήρε πίσω.

Ωστόσο, ένα αποσύρει απ’ την κυκλοφορία, άλλο ρίχνει στην αγορά: κουττός, λέει τώρα, με δύο -τ! Και η κορωνίς: τραυώ, με τη φαμίλια τoυ: τραύηγμα, τραυηξιά, τραυηχτικός, τραυηχτός, τραυολογώ, τραυολόγημα!

Έχω γράψει επανειλημμένα πως μοιάζει αντιεπιστημονικό να δέχεται ένας γλωσσολόγος το μείζον, τη ριζική συχνά αλλαγή της σημασίας μιας λέξης, και να απορρίπτει το έλασσον, την αλλαγή στη γραφή της· και να επαναφέρει έτσι παμπάλαιες γραφές, ή ακόμα χειρότερα να κατασκευάζει νέες, πετώντας στο καλάθι των αχρήστων το βασικό στην επιστήμη του κριτήριο, το κριτήριο της χρήσης. Και επανειλημμένα έφερνα παράδειγμα της αδιέξοδης αυτής «λογικής» το γεγονός ότι, παρά τις αρχές του, δεχόταν μεταξύ άλλων την καθιερωμένη γραφή τραβώ, αντί για την «ορθή» ετυμολογικά τραυώ (από το ταυρώ).

Ήρθε η ώρα να επιδείξει άκρα συνέπεια προς εαυτόν ο κ. Μπαμπινιώτης, και ιδού τα ανατριχιαστικά αποτελέσματα, ιδίως στο τραύηγμα, όπου έχουμε συν τοις άλλοις τον τόνο πάνω σε φωνηεντικό γράμμα που δηλώνει σύμφωνο, κατά τις δουλείες της ιστορικής ορθογραφίας μας, εκεί που η διάσταση γραφής και παλιάς προφοράς σαν να μας περιπαίζει πια, εμάς και τις σχετικές αγκυλώσεις μας.

Καλά έστω το τραυάω· το μεσοπαθητικό του, το δικό μας τραβιέμαι, που δεν υπάρχει τώρα στο λεξικό του (τυχαία;), πώς θα γράφεται μπαμπινιωτιστί, ρώτησε κάποιος φίλος; Προφανώς: τραυ+ιέμαι, έτσι δεν είναι; δηλαδή: τραυιέμαι; Τσου! Διότι το ι πλάι στο υ δίνει το δίψηφο υι, ήτοι το φθόγγο [i], όπως στη λ. υιοθεσία· άρα χρειαζόμαστε διαλυτικά, να ξεχωρίσουμε το άτοπο σύμπλεγμα: τραυϊέμαι λοιπόν, που θα οδηγήσει ορισμένους και σε ασυνίζητη προφορά: τρα-βι-έ-μαι (traviéme) αντί τρα-βιέ-μαι (travjéme).

Αλλά έχουμε κι άλλα να δούμε, δεν ξέρω αν με τον ίδιο ή άλλο ρυθμό, πάντως θα ’πρεπε να κοντοζυγώνει η ώρα, με λίγη συνέπεια ακόμα, όπου θα ανταμώσουμε την καθαυτό ετυμολογική ορθογραφία: στο βάθος υπάρχει όντως κολοσσός, ο Γ. Ν. Χατζιδάκις, και τότε, κύριε Μπαμπινιώτη, τα ξέρετε φυσικά καλύτερα από μας: Βασίλεις απ’ το Βασίλειος, Αντώνις απ’ το Αντώνιος, ’υρίσκω απ’ το ευρίσκω, και ’μμάτι απ’ το ομμάτιον.

Με το συμπάθιο, χίλιες φορές, αλλά αυτό όχι συνέπεια, ούτε καθήλωση· επιστημονικός αυτισμός μού μοιάζει.

3. Τηλε-τηλεοπτικοδιαυλοεπιλογή ή τηλετηλοψιοδιαυλοεπιλογή

Γράφω Τρίτη βράδυ, στην τηλεόραση ο Λάκης Λαζόπουλος δηλώνει πόσο τους λυπάται τους Γερμανούς που δεν έχουν παγκόσμιο σύμβολο αναγνώρισης σαν τη δικιά μας Αφροδίτη, και κατά τα άλλα κάθεται, λέει, στον καναπέ με τον «διαυλοεπιλογέα» του, σαρκάζοντας εδώ τον Βύρωνα Πολύδωρα που μας τον είχε δείξει την περασμένη βδομάδα η τηλεοπτική Ελληνοφρένεια, σ’ ένα από τα πολλά «ποιήματά» του.

Για το καινούριο «ποίημα» είχα γράψει σχετικά στο μπλογκ μου, στο διαδίκτυο· τώρα που το ’δα και στον Λαζόπουλο, πάει, είπα, να δεις για πότε θα την ξεσηκώσουν μερικοί τη «διαυλοεπιλογή», όπως τόσα και τόσα άλλα.

Ώς τότε, ας τη γλυκάνουμε προκαταβολικά την πίκρα μας, με μερικά του τέως υπουργού Πρετόρων, τώρα που μετράμε νόμπελ και πολιτισμούς με τους «μετά εξανθρωπισμένους» Γερμανούς, όπως τους κατατρόπωσε, παρακαλώ, το Ινστιτούτο Καταναλωτών. Έχει πει λοιπόν η συνέχεια του πολιτισμού:

– η μάχη κατά των ναρκωτικών «δίδεται όταν θωρακίσουμε τον θώρακα του παιδιού με αξίες»·

– «είμαστε αναπόσπαστο μέρος σε ένα ευλογημένο αμάλγαμα της ελληνικής κοινωνίας»·

– τα αστυνομικά τμήματα είναι «αμυντήρια αξιών»·

– «η λογική των γεγονότων μάς υποχρεώνει να δεχθούμε την άμυνα και τη solidarity ως συνολική ευρωπαϊκή υπόθεση. Συναγερμός τώρα διότι [...] η μουσική για το illegal immigration σε όλα τα fora είναι μουσική allegro. Μετέχω κι εγώ σε αυτή τη μουσική. Αλλά νομίζω ότι θα πρέπει να θυμηθούμε τις νότες της fuga και του crescendo για άμυνα…»: εδώ ο μουσικολόγος αυτοκτονεί!

– οι πολίτες «κρατούν κοινωνία με τις οικογένειές τους»·

– «θα γίνω επαναληπτικός της ανακοινώσεώς μου»…

Γιατί το θέμα δεν είναι, όπως είπα στην αρχή, μερικές αρχαϊκές καταλήξεις, η τύποις καθαρεύουσα· είναι η ουσία της καθαρεύουσας, ο κενός, βερμπαλιστικός λόγος, που ας αναγνωρίσω ότι ο Βύρων Πολύδωρας τον διατυπώνει ευθαρσώς και αμεσότερα, χωρίς τα «πώποτε» ή τα «πολυπραγμονήσαντος» άλλων.

Όμως, τι είπε ακριβώς ετούτη τη φορά «Ο λόγιος ΒΥΡΩΝ της ελληνικής γλώσσας», όπως τον γράφει μια εθνοπατριωτική ιστοσελίδα; Είπε πως, άμα χρειαστεί, έχει στο χέρι του «την διαυλοεπιλογή, το μηχάνημα της διαυλοεπιλογής», και έκανε και την κίνηση, το μεγάλο δάχτυλο να πατάει κουμπιά σ’ ένα φανταστικό τηλεκοντρόλ.

«Διαυλοεπιλογή» λοιπόν, όπως μια φορά μονάχα τη βρήκα στο διαδίκτυο, κι εκεί στο περιοδικό Ορόγραμμα, τχ. 21, Νοέμ.-Δεκ. 1996, της ΕΛΕΤΟ (Ελληνική Εταιρεία Ορολογίας), μεμονωμένη πρόταση για το ζάπινγκ, που ακόμα κι ο Μπαμπινιώτης το χαρακτηρίζει «εκφραστική ηχοποίητη λέξη», από το z(ip sl)ap.

Και τώρα; Τώρα, πριν ξεκινήσει την ενδεχόμενη καριέρα του το βυρώνειο νεόπλασμα, ας συνεισφέρουμε κι εμείς το κατιτίς μας:

Αφού «διαυλοεπιλογή» η επιλογή διαύλων, και αφού οι δίαυλοι είναι εν προκειμένω τηλεοπτικοί, τότε: τηλεοπτικοδιαυλοεπιλογή!

Ακόμα καλύτερα, αφού η τηλεόραση λέγεται επί το λογιότερον τηλοψία, τότε: «τηλοπτο-», «τηλοπτικο-», ή, να το ευχαριστηθεί η ψυχή μας: τηλοψιοδιαυλοεπιλογή.

Καλά πάμε, όμως μπορούμε και καλυτερότερα:

Αφού η τηλοψιοδιαυλοεπιλογή γίνεται από απόσταση (τηλε-), τότε: τηλετηλοψιοδιαυλοεπιλογή το βαρβαρικό ζάπινγκ, και μηχάνημα τηλετηλοψιοδιαυλοεπιλογής το πάνυ αηδές τηλεκοντρόλ, ή τηλεχειριστήριο.

Εν πάση περιπτώσει, στο θέμα μας ξανά: και με τον Βύρωνα, σταθερότης στο Χρηματιστήριο Αξιών. Και με τη νέα λέξη, άνοδος ελαφρά. Που αναμένεται μεγαλύτερη, με τους αρκετούς που, όπως σας βλέπω και με βλέπετε, θα ακολουθήσουν, όπως με τους ανθυποψήφιους και τις τηλεμαχίες, μ’ όλες αυτές τις χάντρες και τα καθρεφτάκια και τ’ άλλα φανταχτερά λιλιά.

buzz it!