23/2/19

Όλα Θέμος

(Εφημερίδα των συντακτών 23 Φεβρ. 2019)


(αράχνη, γιατί δεν θα μπορούσα να βάλω για εικονογράφηση σκουλήκια)

* Δεδικαίωται ο νεκρός; Ή δεν δεδικαίωται; Ούτε το ’να ούτε τ’ άλλο. Αφού το δεδικαίωται άλλο σημαίνει, και όχι «δικαιώνεται», όπως θέλει μια γενικευμένη παρανόηση.

Επειδή με τον θάνατο του Θέμου Αναστασιάδη τα ξαναδιαβάσαμε αυτά, πως ο νεκρός δεδικαίωται κτλ., άρα σιωπή, μεταφέρω όσα έγραφα, και όχι για πρώτη φορά, εδώ:

«Ο γαρ αποθανών δεδικαίωται από της αμαρτίας, λέει ο Παύλος στην Προς Ρωμαίους επιστολή. Και εννοεί, όπως ομονοούν οι Πατέρες της εκκλησίας, και όπως λέει τώρα η επίσημη μετάφραση της Βιβλικής Εταιρείας: “Γιατί σ’ έναν που πέθανε, η αμαρτία δεν έχει πια καμιά εξουσία” [...]. Με άλλα λόγια, αυτός που πέθανε, γλίτωσε πια, δεν μπορεί πια να αμαρτήσει. [...]

»Και μάλιστα δεν αναφέρεται καν στον βιολογικά αποθανόντα ο Παύλος, παρά στον παλιό άνθρωπο, που πεθαίνει με το βάπτισμα, και ξαναγεννιέται καθαρός για τον Θεό. Αλλά ας πούμε πως αυτά πια είναι λεπτομέρειες και σχολαστικισμοί. Η φράση, όπως και τόσες άλλες, θα παραμείνει με τη σημασία που της έδωσε η χρήση, έτσι όπως λέμε [...] πως η γλώσσα προχωράει με τα λάθη της. 

»Ας ξέρουμε μονάχα πως καμία χριστιανική επιταγή δεν δίνει απαλλακτήριο αυτομάτως με τον θάνατο…»

* Τι μένει; Ο σεβασμός, λέει, στον νεκρό, σύμφωνα με τον πολιτισμό των αρχαίων μας προγόνων κτλ. Μπερδεύεται εδώ και η Αντιγόνη και ο σεβασμός στον άταφο νεκρό, δηλαδή η ιερή επιταγή να μην αφήνουμε νεκρό άταφο, κάτι εντελώς διαφορετικό με τα περί δικαίωσης του νεκρού.

Που δεν τον πιάνουμε στο στόμα μας, μάλλον από τον τρόμο μας μπροστά στον θάνατο τον οποίο αντιπροσωπεύει απειλητικά, πιστεύω εγώ.

Και αυτό, ο τρόμος του θανάτου δηλαδή, είναι το μόνο ίσως που αξίζει τον σεβασμό μας.

* Πρώτα ο θάνατος του Καρυπίδη, έπειτα της Αναστασέα, δεν ήθελα να λερώσω την ελάχιστη αναφορά μου σ’ αυτούς με οποιαδήποτε αναφορά στον Αναστασιάδη.

Άρνηση που εξακολουθώ να έχω, και γράφω αυτές τις λίγες γραμμές με εξαιρετική δυσθυμία, μόνο και μόνο σαν αντίδραση, τρόπον τινά, στη φιλολογία τού «δεδικαίωται».

Γιατί επικράτησε γενικά ο «σεβασμός» που είπα, μπορεί και άρνηση και δυσθυμία ίδια με τη δική μου, και απουσίασε γενικότερα ο απολογισμός που επιβάλλεται να γίνεται, ιδίως για δημόσιο πρόσωπο. Ιδιαίτατα για τον Θέμο Αναστασιάδη.

«Όταν ήταν στη ζωή και σε δράση, του τα ψέλναμε συχνά. Όμως μπροστά στον θάνατο, σωπαίνεις», έγραψε λόγου χάρη ο έγκυρος Β. Πάικος (Αυγή 27/1).

Έμεινε λοιπόν λειψός ο απολογισμός. Λειψός και άρα άκυρος, λανθασμένος.

Ή μάλλον έμεινε μόνο η αγιολογία των φίλων. Που βέβαια, από μιαν άποψη, επικυρώνει αυτά που θα λέγαμε με άλλα λόγια εμείς. Όπως όταν ο Άδωνης αποχαιρέτησε δύο μεγάλους αγωνιστές για τη μία και ξακουστή Μακεδονία, τον Σαράντο Καργάκο (για τον οποίο συμπτωματικά επισήμαινα τη λειψή ακριβώς νεκρολογία του, 19/1) και τον Θέμο Αναστασιάδη.

Το ίδιο ισχύει και για τον ύμνο στην «αριστεία» του και το απαράμιλλο ήθος του από την Εύα Καϊλή, αυτήν που «κομμουνιστές εγκληματίες» της σκότωσαν τον ανύπαρκτο παππού, συμφοιτήτρια του Θέμου δηλαδή σε κάποια Ανωτέρα Σχολή Ήθους.

* Εμείς, λίγα άνθη απ’ τα δικά του: για το «Α» που θα ’πρεπε να βάζουμε στο πέτο των Αλβανών, να ξέρουμε ποιους δέρνουμε· για τους «τραβεστί φωταδιστές του Ρήγα», που «κάααποτε είχαν στους κόλπους τους τις πιο ωραίες αγωνίστριες! [ενώ] εκείνες... άλλους είχαν στους... κόλπους τους!!!»· για την «πληκτική» ταινία Λίστα του Σίντλερ, την ταινία για το ολοκαύτωμα, όπου «τα ελάχιστα γυμνά που έχει είναι φούρνου».

Ήταν από τα πρώτα του βήματα, δεκαετία του ’90 στην Ελευθεροτυπία, στον στίβο του αμοραλισμού και του κυνισμού, όταν άρχιζε να διαμορφώνει την ιδεολογία του χαβαλέ, τον οποίο ανέδειξε σε επιστήμη.

«Πολέμαγε γι’ αυτά που πίστευε» έγραψε ο φίλος του Γιώργος Παπαχρήστος των Νέων.

Ναι, για λάιφστάιλ του ξέκωλου και μαζί Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια. Για σεξισμό, ομοφοβία, ξενοφοβία, ρατσισμό, κάποτε και φιλοχρυσαυγιτισμό.

Δεδικαίωται;

buzz it!

16/2/19

Οι γηγενείς και το πακέτο της Παναγίας

(Εφημερίδα των συντακτών 16 Φεβρ. 2019)


Νίκη Αναστασέα, 1947-2019
* Όψεις σκατοψυχιάς. Έχει τύχει στον καθένα, σε κάθε κοινωνική συναναστροφή. Το τραγικότερο, εκεί που είσαι εγκλωβισμένος. Σε ταξί, περιμένοντας στον οδοντογιατρό, σε θάλαμο νοσοκομείου, ασθενής ή συνοδός, και να τρέμεις πάντα τη συζήτηση –έστω ανάμεσα σε τρίτους. Για τα χάλια του Τσίπρα. Ή συλλήβδην των πολιτικών. Το χειρότερο, για τους μετανάστες.

Κάνεις πως δεν ακούς, κάποια στιγμή δεν πάει άλλο. Κάτι αποφασίζεις να πεις, νομίζεις αποτελεσματικό: «Στο κάτω κάτω, τα λεφτά είναι από την Ευρώπη, όχι δικά μας!»

Σιγά μην τα βγάλεις πέρα! «Να έμεναν να πολεμήσουν! Για την πατρίδα τους!» έρχεται η χαριστική βολή.

* Πόσο διαφέρουν όμως οι μη ρατσιστές; Αυτοί που παίρνουν όρκο, και όντως το εννοούν, ότι δεν είναι ρατσιστές. Όπως πρόσφατα ο Ζουγανέλης, που σύγκρινε καλό Έλληνα μετανάστη με κακό ξένο μετανάστη. Αφαιρώντας από τη ζυγαριά της ανιστόρητης σύγκρισής του τις συνθήκες που έστειλαν μετανάστη τον καθένα.

Τώρα άλλος καλλιτέχνης, ο Γιάννης Σαββιδάκης, με μιαν ανάλογη αφαίρεση: τι σημαίνει να ζεις στον τόπο σου, με όποιες δυσκολίες, και τι σε ξένον τόπο, έχοντας χάσει ή αφήσει πίσω σου έμψυχα και άψυχα, κι όμως ψυχή σου· με μια τέτοια αδιανόητη λοιπόν αφαίρεση, εξανίσταται:

«Δεν μπορεί ένας Έλληνας να έχει λιγότερα δικαιώματα στα σχολεία, τα ελληνόπουλα να έχουν λιγότερα δικαιώματα όσον αφορά το ποιον θα πάρουν σε έναν δημοτικό σταθμό ή νηπιαγωγείο, από έναν ο οποίος είναι μη Έλληνας και έχει έρθει επειδή εδώ θέλει να βρει μια καλύτερη ζωή. [...]

»Εγώ που είμαι γηγενής πρέπει να έχω κάτι παραπάνω. [...] Δεν μπορεί μια οικογένεια ελληνική να είναι ούτε καν στο ίδιο σημείο με μια [ξένη] οικογένεια, κάτι παραπάνω πρέπει να έχουμε εμείς σαν Έλληνες»!
 
(«Όποιος κάνει ότι δεν καταλαβαίνει αυτό που λέω εγώ, είναι ύποπτος, υποκριτής και επικίνδυνος για τη χώρα μου» επανήλθε, μαζί με πιστοποιητικά μη ρατσισμού, ο εν λόγω. –Αλήθεια, γιατί έχω τέτοια άγρια ανακλαστικά, όταν ακούω αυτό το «η χώρα μου;»)


* Παναγία, «Έχεις πακέτο»: «Έχω συνηθίσει στην ταπεινή μου ζωή, όταν έχω σοβαρά προβλήματα, να τα κάνω ένα… πακετάκι και να τα εναποθέτω στα πόδια της Παναγίας μας, παρακαλώντας Την να μου δώσει λύσεις» δήλωσε στο ποίμνιό του, έπειτα από ειδική «ιερά παράκληση υπέρ μισούντων και αδικούντων», ο Αμβρόσιος. 

Που δεύτερη φορά μέσα σε δύο χρόνια είπε να παραιτηθεί. Και δεν ξέρουμε ποιος τον μετάπεισε την πρώτη φορά, τώρα όμως ρώτησε με πακετάκι την Παναγία. Και η Παναγία τού είπε να μην παραιτηθεί.

Να μείνει να πανηγυρίσει τον νέο θρίαμβο, καταπώς φαίνεται, της εκκλησίας επί της πολιτείας…

(Είχα κρατήσει τη σχετική είδηση, έλεγα θα το γλεντήσω με τον άγιο. Πάλι μας γλέντησε όμως ο άγιος, κι η εκκλησία του…)

* Όντως δεν έχει κολυμβητήριο κατάλληλο κοτζάμ Πειραιάς, κοτζάμ Ολυμπιακός, να προπονούνται οι παίκτες του. Γράφει έτσι νεαρός δημοσιογράφος σε αθλητική εφημερίδα:

«Έχω δει με τα μάτια μου πρωταθλήτριες Ευρώπης, [...] αλλά και τους άντρες του Ολυμπιακού, να πηγαίνουν κάποιες μέρες στην πισίνα στα Βοτσαλάκια, όπου όχι μόνο είναι ανοιχτή, αλλά και κολυμπάνε ανάμεσα σε λουόμενους, γιαγιάδες με σκουφάκια, γκόμενες με πλαστικά βυζιά, μαλλιαρούς με τρίχες στην πλάτη, παππούδες και τέτοια!»

Στη δημοτική πισίνα στα Βοτσαλάκια πηγαίνω κάμποσα χρόνια τώρα. Δεν έτυχε να τον προσέξω τον νεαρό δημοσιογράφο, προφανώς ξυρισμένο σε στήθος και πλάτη, όλο τρίχες όμως σε εγκέφαλο και στόμα.

* Και η Νίκη Αναστασέα! Έφυγε και η Νίκη Αναστασέα! Εκατόμβη σχεδόν! 

Έφυγε η οικοδέσποινα, παλιά, του βιβλιοπωλείου Πολιτεία, το ζεστό καλωσόρισμα και η πιο ζεστή έπειτα βοήθεια ή συμβουλή. Τα μαύρα κάρβουνο μάτια, λαμπερά κι ωστόσο αδιόρατα θλιμμένα. Το πλατύ, αφειδώλευτο χαμόγελο, όμως με μιαν αδιόρατη πίκρα. Τη βαθιά φωνή, βραχνή, μπορεί κι από το κολλημένο στο χέρι τσιγάρο, βραχνή αλλά σαν χάδι.

Και ξαφνικά, στα 50 της, Αυτή η αργή μέρα προχωρούσε. Το πρώτο της μυθιστόρημα, αξεπέραστο, λένε πολλοί, τις τελευταίες δεκαετίες. Και συνέχισε πια αυτόν της τον δρόμο, πάντα χαμηλόφωνα και διακριτικά, έξω από αγορές.

Ακολούθησε το Πολύ χιόνι μπροστά στο σπίτι, κι έπειτα κι άλλα.

Τώρα, πολύ χιόνι στο σπίτι…

Στο καλό, Νίκη.




buzz it!

10/2/19

Παθήσεις και θαύματα

(Εφημερίδα των συντακτών 9 Φεβρ. 2019)


(φωτ. photoleke.ning.com)
* «Εμείς κυράτσες δεν είμαστε» δήλωσε, ποιος, ο Γρηγόρης Ψαριανός.

«Δεν θα γίνω μπουγαδοπνίχτρα στη ρούγα» δήλωσε σε άλλη φάση, πάλι ο Γρηγόρης Ψαριανός.

Μιλάει δηλαδή, για να καταλάβουμε, κάποιος π.χ. κόσμιος, που δεν είναι, ας πούμε, κυράτσα κτλ. ο ίδιος, για κάποιον άλλο;

Το λες και διχασμό προσωπικότητας, νομίζω, έναν άλλο ορισμό της διπολικής διαταραχής.

* Απ’ την τσιρίδα στην υλακή. Όλοι, φαντάζομαι, κάπου είδαν σκηνές από το κόψιμο της πίτας του Άδωνη, σε γήπεδο παρακαλώ. Με Πορτοσάλτε και Μπογδάνο. Και πρώτη σειρά, όμως άκρη γωνία στη φωτογραφία, Τατσόπουλο.

Και άκουσαν όχι πια τη γνώριμη τσιρίδα, σε παροξυσμό και κρίση υστερίας, αλλά γάβγισμα. Ένα συνεχές, απειλητικό γάβγισμα.

Και όλοι, φαντάζομαι, θυμόμαστε τον τελευταίο στη νεοελληνική ιστορία που γάβγιζε. Και με το ίδιο τρελό μάτι.

Κι εκείνος μεν ανέβηκε με βία. Αυτός με σάλιο μόνο.

Η Ιστορία που επαναλαμβάνεται σαν φάρσα. Κωμική δηλαδή, όμως εξίσου επικίνδυνη και τραγική.

* «Ο Θερβάντες γιορτάζει των Ταξιαρχώνε;» ήταν το σχόλιο του φίλου που μου έστειλε ένα άρθρο για το θεατρικό ανέβασμα του «Δον Κιχώτη του Μιχαήλ Θερβάντες»!

Ο Μιγκέλ, τώρα πίσω πίσω, Μιχαήλ; Τακτική που έχει εγκαταλειφθεί προ πολλού –αν ήταν καν συστηματική, και δεν αναφέρομαι στην εποχή του Σαίξπηρ-Σακεσπήρου και του Άμστερνταμ-Αμστελοδάμου.

Έτσι, δεν λέμε Ιωάννη τον Γκαίτε ή Λουδοβίκο τον Μπετόβεν. Ενώ Ιωσήφ ήταν και παραμένει ο Στάλιν και Αβραάμ ο Λίνκολν, περιέργως όμως Άιζακ ο Ισαάκ Στερν –παραβιάζοντας τον άγραφο κανόνα να μένουν ως έχουν τα ονόματα εβραϊκής, εν προκειμένω, καταγωγής.

Το θέμα έχει πολλές παραμέτρους, και δεν επιδέχεται ομοιόμορφη και συνεπή λύση, όμως η τάση ήταν από καιρό μία: τα ονόματα στη γλώσσα τους: Γιόζεφ ο Ροτ, Λουί ο Σελίν.

Τώρα, συχνά, η τάση μοιάζει να είναι το ανάποδο: ο Μιγκέλ να (ξανα)γίνει Μιχαήλ.

Ο νεοκαθαρισμός, που λέγαμε; ο γενικότερος γλωσσικός ευπρεπισμός;

* Όπως Γρηγόρης-Γρηγόριος; Το θυμήθηκα όταν έγραφα για τον συνθέτη Θόδωρο-Θεόδωρο Αντωνίου και τον γλύπτη Θόδωρο-Θεόδωρο, όπως τους ευπρέπιζαν, από πρόθεση ή απλούστατα από άγνοια, διάφορα, έγκυρα κατά τα άλλα, μίντια.

Και τις προάλλες, έναν μόλις μήνα από τον θάνατο του Αντωνίου, παίχτηκε κάποιο έργο του στο Μέγαρο. Για να τον τιμήσουν, φυσικά, κάνοντας όμως πάλι το όνομά του «Θεόδωρο»! «Θεόδωρο» άλλωστε είδα πως τον έχει και η Βικιπαίδεια!

Ανάλογα τραβάει και ο Ξενάκης, που τ’ όνομά του το ’θελε Ιάνης. «Γιάννη» τον έγραψαν συχνά το καλοκαίρι, όταν η Λυρική Σκηνή ανέβασε τις Βάκχες του. «Γιάννη» τον έχει και το μάλλον προσεχτικό «Παπυράκι»!

Ξεκίνησα όμως με τον Γρηγόρη-Γρηγόριο. Κι αναφερόμουν στον Γρηγόρη Λαμπράκη. Στον οποίο είναι αφιερωμένος ένας κεντρικός δρόμος στον Πειραιά. Κι όμως, Γρηγόριος έχει καθιερωθεί στην κοινή συνείδηση (παρασυρμένος από τη λογιοπρέπεια των δρόμων: Πατριάρχου Ιωακείμ, Γρηγορίου του Ε’), στη «Γρηγορίου Λαμπράκη» πάνε όλοι, «Γρηγορίου Λαμπράκη» αναγράφεται παντού, ακόμα και σε επίσημα έγγραφα.

Επίσημα έγγραφα, επίσημες παραποιήσεις.

* Είναι όμως και ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, τι σου είναι αυτοί οι συνειρμοί, ασεβείς μάλιστα.

«Κορυφαίος επιστήμονας ομολογεί: Με χειρούργησε ο Αρχάγγελος Μιχαήλ» διάβασα στο διαδίκτυο. Αρχιμανδρίτης λοιπόν και γιατρός, με διάφορους τίτλους, μπήκε για βαρύτατη εγχείρηση, με ποσοστό θνητότητας 95-98%!

Πάνω στο χειρουργικό τραπέζι, έβλεπε και άκουγε «μέσα από ένα σύννεφο» τα πάντα. Και προσευχήθηκε στον προστάτη του, τον Ταξιάρχη, να μην τον εγκαταλείψει.

Μεταλλικός θόρυβος διέκοψε ξαφνικά την προσευχή του. Ήταν από την πανοπλία του Αρχαγγέλου, που εμφανίστηκε και του υποσχέθηκε πως δεν θα τον εγκαταλείψει: «Εγώ θα σε χειρουργήσω, και θα γίνεις καλά» του είπε, και τον ακούμπησε με το ξίφος του στο στήθος.

Η συνέχεια, ευνόητη. Η εγχείρηση πέτυχε, γιατί το χέρι του χειρούργου το οδηγούσε ο Αρχάγγελος: «είμαι βέβαιος γι’ αυτό» δήλωσε ο αρχιμανδρίτης και γιατρός.

Ένας συνάνθρωπός του, δημιούργημα στο κάτω κάτω του θεού του, μόχθησε και τον έσωσε. Αλλά αυτός τον Ταξιάρχη του.

Πόση ασέβεια εντέλει μπορεί να κρύβει η ευσέβεια!

buzz it!

3/2/19

Το ΝΑΤΟ, ο Σόρος και η προσευχή

(Εφημερίδα των συντακτών 2 Φεβρ. 2019)


Γιώργος Καρυπίδης, 1946-2019



* Η κωμικοτραγικότερη κωλοτούμπα στο Μακεδονικό είναι του ΚΚΕ.

Να ξεπουλάς τους παλιούς σου συναγωνιστές και να ντοπάρεις με πούρα αριστεροσύνη τους καινούριους, τα μέλη σου εν πάση περιπτώσει.

Προσπαθεί έτσι, μέρες τώρα, να τα βολέψει π.χ. η «Ελληνοφρένεια», από τη μια να στηλιτεύσει, γλεντώντας το, τους ακροδεξιούς Μακεδονομάχους, από την άλλη να ορθοτομήσει τον λόγο της κομματικής αληθείας:

«Το Νατοϊκό το στρατηγείο είπε οι Μακεδονίες είναι δύο» τραγουδάει ο χιουμορίστας της εκπομπής, παρωδώντας το χιτάκι της εποχής «Μην παραχαράζετε την Ιστορία, η Μακεδονία είναι μία».

(Που σε κάποια παραλλαγή του το άκουσα γλωσσικά ευπρεπισμένο: «Μην παραχαράσσετε την Ιστορία…»)

Το ΝΑΤΟ λοιπόν να ’ναι καλά κι ο ιμπεριαλισμός, σανίδα σωτηρίας, μην πω και λόγος ύπαρξης του κόμματος.

* Αμβροσίου αμβροσία: «Αν μιλήσω για τη φυματίωση, θίγω πρόσωπα;» ρωτάει, ρητορικά προφανώς, ο καταδικασμένος πλέον ιεράρχης. Και εννοεί: θα με σέρναν τότε στα δικαστήρια; «Οι ομοφυλόφιλοι είναι αρρώστια» πρόσθεσε.

Αν έχει καταλογισμό ο άγιος, ρωτάμε τώρα εμείς: θα χαρακτήριζε τότε «αποβράσματα της κοινωνίας» τους φυματικούς; Και θα παρότρυνε, όπου τους βρουν, να τους φτύνουν και να τους εξευτελίζουν;

Όμως έχει και παραέχει καταλογισμό, δεν είναι βλακεία δηλαδή, είναι άλλη μία κουτοπονηρία, απ’ τις πολλές του αγίου.

* Αλλού όμως η αγιοσύνη. Νά, ο άγιος Πειραιώς, μάρτυρας υπεράσπισης στη δίκη του Αμβρόσιου, ο παραγωγικότερος, νομίζω, σε φιλιππικούς κατά των ομοφυλόφιλων.

Όταν όμως ρωτήθηκε πώς θα αντιμετώπιζε αυτός ένα ομόφυλο ζευγάρι που φιλιέται, σε αντίθεση με την αμβροσιανή προτροπή «Φτύστε τους!», απάντησε: «Με προσευχή»!

Θυμάμαι που πετούσε έξαλλος τα μικρόφωνα κι έφευγε μουρμουρίζοντας από ένα μεσημεριανάδικο (σιγά που θ’ αρνιόταν την πρόσκληση, προκειμένου να πει τα δικά του!).

Τώρα πια μόνο «με προσευχή».

* Ο Σόρος κι εδώ! «Κάπως έτσι στην Ελλάδα του 2019, φτάσαμε να συζητάμε στις αίθουσες των δικαστηρίων για το αν η ομοφυλοφιλία έγινε “έννομο αγαθό” μετά από τη δεκαετία του ’80 με πρωτοβουλία του Τζορτζ Σόρος.

»Ο μητροπολίτης Πειραιώς το είπε αυτό, όταν του τελείωσαν τα επιχειρήματα για το πόσο βλάπτουν οι ομοφυλοφιλικές τάσεις την ανθρώπινη υγεία» (Χρ. Ξανθάκης, αναδημοσ. zoornalistas, 25/1).

Διαβάζω και δεν το πιστεύω. Αμέσως προσευχή.

* Ζουράρις, καιρό είχαμε: «Μου μάθαινε κι ο πατέρας μου και η Γερμανίδα μου δασκάλα γερμανικά, και άρχισα να μαθαίνω στα 16 τον Μαρξ απ’ το πρωτότυπο, αλλά είχα την ατυχία να διαβάσω ταυτοχρόνως και Θουκυδίδη.

»Και ανάμεσα στον Μαρξ και τον Θουκυδίδη η διαφορά είναι, πώς να σου πω, ανάμεσα στον Χρήστο τον Γιανναρά και σ’ ένα Βίπερ Νόρα».

Νομίζω, πάλι προσευχή.

* Σπάραξε το διαδίκτυο: «Για να κάνει ο Μάρκος το όνειρό του, που ήταν το Δελφινάριο, μετρούσα το γάλα του παιδιού».

Μιλάει η γυναίκα του Σεφερλή για τα δύσκολα που έζησαν. Και οφείλεται σίγουρα σεβασμός εδώ.

Αν και συχνότερα έχω ακούσει να μετράνε οι γονείς το φαγητό τους, να το στερούνται κιόλας, πάντα για το παιδί τους.

* Πάει κι ο Γιώργος Καρυπίδης. Η τέχνη που φτωχαίνει…, εμείς που λιγοστεύουμε..., όπως και να τα πεις, κοινοτοπίες θ’ ακουστούν. Όμως η παγωνιά, παγωνιά.

buzz it!