21/9/07

"Τρεις" λεξικά για να Ομιλείτε ελληνικά μπαμπινιωτικά

«Ακούσαμε, στο πρόσφατο “ντιμπέιτ”, τον Πρωθυπουργό, όλους τους πολιτικούς αρχηγούς και όλους τους δημοσιογράφους να αναφέρονται στο τι έγινε η δεν έγινε στα τρεισήμισι χρόνια που πέρασαν...»

Αυτά μου έγραψε με ιμέιλ κάποιος αναγνώστης και του απάντησα πως προφανώς διαβάζουν Μπαμπινιώτη, που δίνει παράδειγμα "τρεισήμισι εκατομμύρια"!

Και δεν είχα άδικο εντέλει... Στη χτεσινή πρωινή εκπομπή των Λυριτζή-Οικονόμου έγινε θέμα ποιο είναι το σωστό και ο Λυριτζής είπε πως άνοιξε -τι άλλο, λέω εγώ- Μπαμπινιώτη, όπου είδε και τους δύο τύπους: τριάμισι και τρεισήμισι!

Είχα ξαναγράψει για το συγκεκριμένο, όπου σχολίαζα πως είναι «σύνηθες βέβαια το σφάλμα αυτό, όμως δεν επισημαίνεται σ’ ένα κατεξοχήν κανονιστικό λεξικό (που έχει λ.χ. σχόλιο γιατί χειρουργός κι όχι χειρούργος!), αλλά δίνεται σαν ισότιμος τύπος, άρα θα λέμε και “τρεις εκατομμύρια”, “τρεις ποτήρια” κ.ο.κ.»

Είχα ξεχάσει και τα "τρεις λεξικά". Ή τα "τρεις φάσκελα", στη μούρη μας βεβαίως, με όλα αυτά που καταπίνουμε...

buzz it!

15/9/07

Δικομματισμός, η μήτρα του απολιτικού

Τα Νέα, 15 Σεπτεμβρίου 2007

Άντε να μεγαλώσεις γρήγορα, μικρούλα, πριν γίνει η κάλπη... κληρωτίδα!

Το θέμα δεν είναι να ψηφιστούν οι μικροί για να τιμωρηθούν οι μεγάλοι, σύμφωνα με μια εξίσου απολιτική εντέλει άποψη· το θέμα είναι να ψηφίζουμε τον συγγενέστερό μας ιδεολογικά, για να υπάρξει ιδεολογία, ώστε να υπάρξει έπειτα πολιτική

το πλήρες κείμενο:

Ένα μήνα θέλησε να απουσιάσει η σελίδα αυτή, κι ούτε καν για διακοπές, και βρίσκεται να επανεμφανίζεται έπειτα από το κάψιμο της μισής χώρας, και επιπλέον παραμονή εκλογών.

Να καλύψεις το χαμένο χρόνο ούτε γίνεται ούτε και έχει νόημα· απλώς επιχειρείς να βάλεις σε κάποια σειρά ορισμένες σκέψεις, με την ελπίδα ότι όλο και με κάποιους κάπου θα συναντηθείς.

Σκέψη πρώτη, μάλλον διαπίστωση, πως οι κυνικά πρόωρες εκλογές ήρθαν να υπερκαλύψουν το θέμα της καταστροφής απ’ τις φωτιές, που κι αυτό ήρθε να υπερκαλύψει τι; το «εθνικό» θέμα της πορείας της υγείας του Χριστόδουλου. Ας μην παρεξηγηθώ, παρακαλώ: ούτε ασεβές χιούμορ κάνω ούτε να ειρωνευτώ έχω διάθεση εδώ: απλώς περιγράφω την πικρή πραγματικότητα της ισοπεδωτικής –κυρίως λόγω του πληθωριστικού χαρακτήρα της– κάλυψης της επικαιρότητας από τα ΜΜΕ.

Για τον Μακαριότατο και το «εθνικό» θέμα της πορείας της υγείας του θα είχε πολλά να πει κανείς, αφού ο ίδιος, απ’ το «κρεβάτι του πόνου» ακριβώς, φρόντισε να μας θυμίσει τον πλέον φτηνό και υπολογιστικά πολιτικάντικο εαυτό του. Άλλη φορά.

Για τις φωτιές πολλά ειπώθηκαν, όχι όμως τα ουσιώδη, κι εδώ «βοήθησαν» οι εκλογές. Για τον πιθανότατα μικρό αντίκτυπό τους στην πολιτική ζωή, μεταφέρω ένα απόσπασμα του Δ. Καστριώτη από το Βήμα της 1/9, που το αλίευσα στην επίσης πικρή και οργισμένη επιφυλλίδα του Δ. Ν. Μαρωνίτη «Φαλακρή Ολυμπία» (Βήμα 9/9):

«Όσοι εξεπλάγησαν με τις δημοσκοπήσεις [...] που εμφανίζουν τη ΝΔ να διατηρεί προβάδισμα, θα έπρεπε ίσως να είχαν παρατηρήσει τη συγκέντρωση στο Σύνταγμα. Πολλοί είδαν σ’ αυτήν μια “βουβή κραυγή”, “μια σιωπηλή διαμαρτυρία”. Η κραυγή όμως και η διαμαρτυρία προϋποθέτουν οργή. Και οργή δεν υπήρχε –ή πάντως δεν υπήρχε τόση, ώστε να δίνει τον τόνο. [...] Αν η συγκέντρωση παρέπεμπε σε κάτι, ήταν μάλλον σε επιμνημόσυνη εκδήλωση –όχι σε κοχλάζουσα απειλή για τους “επάνω”. Το έλλειμμα οργής το προδίκαζε άλλωστε η εκ προοιμίου διευκρίνιση ότι η διαμαρτυρία αυτή δεν έπρεπε να εμπλακεί στα “πολιτικά”. Ωστόσο διαμαρτυρία χωρίς κατεύθυνση και αποδέκτη είναι αυτοαναιρούμενη».

Εκλογές λοιπόν, όπου το τελευταίο που θα μετρήσει είναι οι πυρκαγιές. Αλλά μήπως θα μετρήσει η γενική ακυβερνησία, η διαφθορά, η ενίσχυση του θρησκευτικού φονταμενταλισμού και τόσα άλλα; Πιθανότατα όχι. Ή, στην καλύτερη περίπτωση, όχι όσο θα έπρεπε. Μια πρόχειρη εξήγηση, που θα δοθεί σε πιθανή νίκη της ΝΔ, είναι ότι σε μεγάλες συμφορές ο κόσμος έχει την τάση να συσπειρώνεται γύρω από την όποια υπάρχουσα κατάσταση, ότι ο τρόμος από την καταστροφή γίνεται τρόμος γενικότερος για το άδηλο μέλλον. Με άλλα λόγια, αν οι πρώτες πυρκαγιές, του Ιουλίου, με αποκορύφωμα τη φωτιά της Πάρνηθας, υπήρχε περίπτωση να οδηγούσαν τότε σε πτώση της ΝΔ, τα πράγματα ίσως άλλαξαν έπειτα από τις πυρκαγιές του Αυγούστου.

Αν λοιπόν ενδέχεται να μη μετρούν τέτοιες εκτεταμένες καταστροφές, γενικότερα η διαφθορά και η διάβρωση ή απορύθμιση του κρατικού μηχανισμού, τι μετρά τότε;

Ό,τι και στην αντίστροφη περίπτωση, στην άνοδο δηλαδή ή την πτώση του ΠΑΣΟΚ. Με άλλα λόγια, τίποτα. Μόνο η νομή της εξουσίας. Αυτό που κρατά πάντοτε συσπειρωμένο το σημαντικότερο ποσοστό της δύναμης ενός κόμματος, παρά τις διαφορετικές, κάποτε και ριζικά αντίθετες τάσεις, που αλληλοσυγκρούονται, συχνά μάλιστα λυσσαλέα! Και μένει πάντοτε ένα μικρό ποσοστό μετακινούμενων ψηφοφόρων, που κι αυτό επιλέγει με κριτήριο όχι την ιδεολογία αλλά τα όποια οφέλη από την εξουσία, και δίνει έτσι τη νίκη σε ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα.

Προφανή και κοινότοπα όλα αυτά, μας δίνουν όμως πάντα το κλειδί, που δεν είναι άλλο από τον δικομματισμό. Γιατί όταν το διακύβευμα είναι η εξουσία, κάθε κόμμα οφείλει να μαζεύει απ’ όπου μπορεί, καλυπτόμενο πίσω από το ιδεολόγημα της πολυσυλλεκτικότητας. Έτσι, το ΠΑΣΟΚ χρειαζόταν από τη μια τους σοσιαλιστές του, κι αυτούς πάλι σε μια γκάμα από τον Σημίτη ώς τον Κουτσόγιωργα και τον Γιαννόπουλο, και μαζί υπερπατριώτες ή θρησκόληπτους φονταμενταλιστές, από τον Βουνάτσο ώς τον Παπαθεμελή, για να εμπλουτιστεί αργότερα και με παραδοσιακούς, οσοδήποτε φωτισμένους αλλά κλασικούς δεξιούς, όπως ο Ανδριανόπουλος, ο Μάνος κτλ.: δημιουργείται έτσι ένα μόρφωμα που εκτείνεται από τα αριστερά και φτάνει ώς τα δεξιά, αγγίζει κάποτε και τα άκρα δεξιά, αγκαλιά και με την Εκκλησία, με βασικό συνεκτικό του στοιχείο το στόχο της εξουσίας, το γεγονός ότι είναι κόμμα εξουσίας.

Αντίστοιχα η επίσημη Δεξιά έπρεπε να κινηθεί κι αυτή από τον Γεώργιο Ράλλη ώς τον Γιακουμάτο και τον Ψωμιάδη, αλλά παράλληλα να κάνει ορισμένα ανοίγματα και προς το Κέντρο, εσχάτως και προς την άκρα Δεξιά, που ενώ ποτέ δεν έλειψε από τους κόλπους της, και μάλιστα αντιπροσωπεύτηκε και σε υψηλά επίπεδα, κάθισε δηλαδή σε υπουργικούς θώκους, τώρα κινείται και αυτόνομα, με ξεχωριστό κομματικό σχηματισμό, εν μέρει λόγω των κεντρώων ανοιγμάτων του μεγάλου κόμματος της Δεξιάς.

Φαύλος κύκλος. Αυτός είναι όμως ο κύκλος του δικομματισμού. Που προάγει την αποϊδεολογικοποίηση, ακόμα παραπέρα την απολιτικοποίηση, ταΐζει και ποτίζει το εντέλει αντιδραστικό (γιατί το απολιτικό είναι εξ αντικειμένου αντιδραστικό) «μωρέ όλοι ίδιοι είναι».

Εμείς ωστόσο ξέρουμε ότι δεν είναι όλοι ίδιοι, παρ’ όλες τις σκανδαλωδώς πολλές φορές κοινές τους θέσεις. Κι από αυτή την άποψη θα είναι δυστύχημα αν ξαναβγεί η Νέα Δημοκρατία, κι ας είναι να κερδίσει το επίσης διεφθαρμένο και φθαρμένο από τη μακρόχρονη παραμονή του στην εξουσία ΠΑΣΟΚ. Που επιπλέον υπήρξε πρωτοφανώς ανύπαρκτο σαν αντιπολίτευση, πεισματικά βουβό σε μείζονα θέματα, από τη διαχείριση του περιβάλλοντος ώς τελευταία στην υπόθεση του περίφημου βιβλίου της Ιστορίας ή γενικότερα στο θέμα της Εκκλησίας (αλλά τι να πει κανείς όταν, επί των ημερών του, μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού ήταν οι υπουργοί ή τα μεγαλοστελέχη που στήριξαν την πολιτική του κόμματός τους στο θέμα των ταυτοτήτων!).

Το θέμα είναι –και όχι μόνο τώρα, αλλά γενικά– πως, για να διεκδικήσουμε τη διαφορά που το ΠΑΣΟΚ αδυνατεί –για λόγους τακτικής– να προβάλει και να διαχειριστεί, για να στηρίξουμε δηλαδή ουσιαστικά ένα σοσιαλιστικό, όσο κάτι τέτοιο εξακολουθεί να είναι εφικτό, κόμμα απέναντι σε ένα οπωσδήποτε δεξιό, χρειάζεται ακριβώς να υπάρξουμε σαν Αριστερά, οι αριστεροί εννοώ, άρα να ενισχύσουμε την Αριστερά: δεν πρόκειται για κόντρα στη θεωρία της χαμένης ψήφου, αλλά ίσα ίσα για την προώθηση της ιδέας της αναγκαίας ψήφου.

Γιατί η αντιμετώπιση της Δεξιάς περνάει μέσα από τη στήριξη της εξ ορισμού πολυφωνικής δημοκρατίας, άρα από τη στήριξη και μικρών κομμάτων, αφού αυτά, αν μη τι άλλο, απαλλαγμένα από τους ελιγμούς που απαιτεί το κυνήγι της εξουσίας, μπορούν να ορίσουν καθαρότερα τα ιδεολογικά μέτωπα, δηλαδή την ιδεολογία καθαυτήν. Και η ιδεολογία απέναντι στη Δεξιά δεν μπορεί παρά να είναι αριστερή. Και η αριστερή ιδεολογία προέρχεται από την Αριστερά.

Και η Αριστερά, μετρημένα κουκιά πια, δεν μπορεί να είναι ένα σταθμευμένο σε άλλον αιώνα κόμμα, και ακόμη περισσότερο ένα κόμμα με θέσεις πια από θρησκόληπτες και πατριδοκαπηλικές έως εθνικιστικές.

Μένει ένας διόλου συμπαγής σχηματισμός, εκφυλιστική, θα έφτανα να πω, μετεξέλιξη του ΚΚΕ Εσωτερικού. Ο σχηματισμός αυτός παραμένει ωστόσο η μόνη εναλλακτική αριστερή πρόταση που θα άξιζε να στηριχτεί –έστω για λόγους τακτικής. Γιατί μόνο έτσι, με τη διεκδίκηση της ιδεολογικής ταυτότητας του καθενός, θα μπορούσε ίσως να σπάσει ο φαύλος κύκλος. Για να μπορέσει κάποτε να υπάρξει ουσιαστικά Aριστερά, και για την ώρα, το άμεσο και επείγον, να μη συνθλιβεί η έννοια της πολιτικοποίησης, του πολιτικού, κάτω από το βάρος του δικομματισμού.

buzz it!

11/9/07

Οι έφηβοι και οι δασκάλοι τους [β΄]

Τα Νέα, 29 Οκτωβρίου 2005


Το γενετικό στίγμα της Βουλής των εφήβων είναι η χειραγώγηση, ο πατερναλισμός, στοιχεία που το αντίκρισμά τους στην αγορά είναι αυστηρά και μόνο η ιδεολογική συντήρηση και αντίδραση

"Κλείσε στην ψυχή σου την Ελλάδα -ή ό,τι άλλο- και θα αισθανθείς κάθε είδους μεγαλείο» λέει, διόλου εθνοκεντρικά, ο Σολωμός

το πλήρες κείμενο:

Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια; Και τότε αλήθεια είναι άραγε ο αντιδραστικός και ξενοφοβικός λόγος των εφήβων βουλευτών, όπως είδαμε στην περασμένη επιφυλλίδα; Αλήθεια δηλαδή είναι αυτή που αποτυπώνεται και στις διάφορες μετρήσεις, του Ευρωπαϊκού Βαρόμετρου λόγου χάρη, ότι μία από τις πρωτιές μας σημειώνεται ακριβώς στην ξενοφοβία;

Ας βγούμε γρήγορα από την παγίδα. Όχι δηλαδή πως δεν μπορεί να είμαστε όντως πρώτοι στην ξενοφοβία, οπότε αναλόγως με εμάς θα είναι τάχα οπωσδήποτε και τα παιδιά μας. Αλλά είναι όντως έτσι; Ή: είναι αυτό ακριβώς το θέμα; Προσωπικά πιστεύω πως όχι. Και όχι μόνο επειδή η πραγματικότητα δεν είναι ποτέ, δεν είναι ποτέ ολόκληρη, αυτή την οποία εμφανίζουν οι δημοσκοπήσεις. Ούτε επειδή η πραγματικότητα δεν είναι ποτέ, δεν είναι κυρίως, αυτή που γυαλίζει, τενεκεδάκι στον ήλιο με όλα τα φώτα και τους προβολείς επάνω του, δεν είναι δηλαδή σώνει και καλά ό,τι προνομιακά ποζάρει και λαλεί από τα ραδιόφωνα, τις τηλεοράσεις και τις εφημερίδες μας. Χριστόδουλοι, Αβραμόπουλοι, Καρατζαφέρηδες και άλλοι. Άσε που στο προκείμενο, τη Βουλή των εφήβων, με τον τρόπο επιλογής των εφήβων βουλευτών, και μάλιστα μέσα από τον αυστηρά περιορισμένο χώρο του σχολείου, δεν υπάρχει εξαρχής ουσιαστική αντιπροσώπευση των εφήβων εν γένει.

Το θέμα όμως δεν είναι ότι υπάρχουν και ακούγονται φωνές γερασμένες και αντιδραστικές. Ούτε ότι έτσι αποσιωπώνται οι άλλες φωνές, ακόμα και μέσα στο περιορισμένο αυτό δείγμα νέων. Δεν είναι καν ο τρόπος επιλογής και σχηματισμού ενός σώματος αρίστων, με ό,τι συνεπάγεται αυτό, ιδεολογικά κυρίως. Το θέμα είναι ο θεσμός καθαυτόν, ένας θεσμός συντηρητικός και χειραγωγητικός από τη σύλληψή του, πολύ πριν γίνει στην πράξη και αντιδημοκρατικός, ένας θεσμός που εξ ορισμού αντιστρατεύεται ό,τι υποτίθεται πως θέλει να βοηθήσει να εκφραστεί: γιατί κανενός εφήβου δεν είναι φυσικός χώρος η βουλή, όποια βουλή, όπου τον πάνε κρατώντας απ’ το χέρι, όπως μικρόν στην εκκλησία για να κοινωνήσει.

Εδώ πρόκειται για το πλατό των πρωινάδικων, εκεί όπου περισσεύει η αγαλλίαση και το ξεφάντωμα πρωί πρωί, και πιο πολύ ο μέχρι σιελόρροιας θαυμασμός για τα νήπια που τα τρέχουν οι φιλόδοξες μαμάδες να μικρομεγαλίσουν, πρόωρα μοντέλα και αστεράκια που ανέλαβαν να εκφράσουν, άλλοτε μόνα τους, από ένστικτο, άλλοτε ψυχαναγκαστικά, τους ευσεβείς πόθους των μαμάδων, με όλη την επιδειξιομανία της ανωριμότητας –της φυσικής δικής τους αλλά της αφύσικης πια των γονιών τους.

Ένας τέτοιος θεσμός δεν υπάρχει περίπτωση να ξεφύγει από το γενετικό του στίγμα, που είναι ακριβώς η χειραγώγηση, ο πατερναλισμός, στοιχεία που το αντίκρισμά τους στην αγορά είναι αυστηρά και μόνο η ιδεολογική συντήρηση και αντίδραση. Έτσι, σ’ αυτή την κρεατομηχανή υψηλών προδιαγραφών, άρα υψηλής απόδοσης και αποτελεσματικότητας, μοιραία (διάβαζε: προγραμματικά, μέσα και από το μιντιακό παιχνίδι) εξουδετερώνονται και θα εξουδετερώνονται όλες οι υγιείς, οι κανονικές δηλαδή επιτέλους, φωνές, και πρώτα πρώτα εκείνες που ακριβώς αμφισβητούν συστατικά στοιχεία του θεσμού, όπως το γεγονός της επιλογής των εφήβων βουλευτών αντί της εκλογής κτλ. Ακόμα χειρότερα, οι υγιείς φωνές αποτελούν και θα αποτελούν πρώτης τάξεως υλικό για τη στήριξη και την προβολή των άλλων: για να πατούν δηλαδή επάνω τους, να παίρνουν μπόι και να κραυγάζουν οι άλλες, των κοράκων.

Χρειάζεται διά ταύτα; Αν μία φορά πρέπει να θέλουμε εμείς την κατάργηση της Βουλής των εφήβων, δέκα θα πρέπει να την απαιτούν οι ίδιοι οι έφηβοι.

Ώς τότε, ας διασκεδάσουμε τον πόνο μας, με δανεικά από ένα πυκνότατο άρθρο του Στρατή Μπουρνάζου στην Αυγή της 2/10 («Οι “παιδαριογέροντες” της Βουλής των Εφήβων: Ήταν δεκαοχτώ χρονώ, μα ’χαν γερόντου γνώση…»). Αντιγράφω: «Για να καταλάβει κανείς ότι η “Βουλή” δεν κατάγεται από το σύνθημα “Η φαντασία στην εξουσία” (που αναγράφεται στην ιστοσελίδα) αλλά από τις εκθέσεις περί αποταμιεύσεως που γράφαμε στο Δημοτικό, ένας περίπατος στο Διαδίκτυο είναι διαφωτιστικός. Σας παρουσιάζω μετά χαράς δύο από τα ευρήματά μου. Πρώτον, ομιλία του μητροπολίτη Δημητριάδος [του τότε Δημητριάδος, να διευκρινίσω εγώ, και νυν Πάσης Ελλάδος], όπου ο ιεράρχης εκφράζει την ικανοποίησή του επειδή “οι νέοι μας ξύπνησαν από τον λήθαργο της κομματικής κραιπάλης και των άλλων παρεκκλίσεων
» [για το γνωστό κουσούρι να λέει άραγε;], προσκομίζοντας ως τεκμήριο της “συντηρητικής στροφής” και τη Βουλή των εφήβων. Δεύτερον, καταχώρηση της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, όπου, δίπλα σε ολόσωμη φωτογραφία του Γ. Μπαμπινιώτη, πληροφορούμαστε ότι “η γλώσσα στα Αρσάκεια και Τοσίτσεια Σχολεία αντιμετωπίζεται ως αξία και όχι απλώς ως ένα εργαλείο για τη μεταβίβαση πληροφοριών, λόγω της ιδιαίτερης ευαισθησίας του Προέδρου της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, γνωστού γλωσσολόγου και πανεπιστημιακού δασκάλου”. Απόδειξη, “η επιτυχία των μαθητών μας σε Αγώνες Ρητορικής Τέχνης, στη Βουλή των εφήβων” κ.ά., καταλήγει το κείμενο».

Ας καταλήξουμε κι εμείς εδώ, φτάνει, με τόσα τρυγόνια που μας έφερε ένας μόνο σμπάρος του συνεργάτη της Αυγής.

Λογοκρισία= παραχάραξη= εξαπάτηση;

Αλλά ποιοι είναι θεσμικά οι δάσκαλοι των εφήβων; Κρατώ από καιρό ένα θέμα, που ερεθίζει την όρασή μου σε τακτικό δρομολόγιό μου. Η διαφήμιση που είδαμε πιο πάνω των Αρσακείων, και μια και βρισκόμαστε σε χωράφια εκπαιδευτικά, μου δίνει την κατάλληλη πάσα: πίσω από το Χίλτον, στο παρκάκι της Μιχαλακοπούλου, μια γλυπτική σύνθεση διαφημίζει, χρόνια τώρα, δωρεάν τους δωρητές. Κατά το γνωστό δηλαδή μηχάνευμα των δωρεών, των ευεργεσιών, που κάποτε όντως εκφράζουν γνήσια διάθεση δωρεάς, συχνότατα όμως αποτελούν εξασφάλιση φοροαπαλλαγών, ξέπλυμα χρημάτων, και πάντοτε διαφήμιση.

Πέρα τώρα από το γενικό θέμα, της επιχειρηματικής δραστηριότητας και διαφήμισης, πέρα και από το αισθητικό θέμα (δείτε όμως και μιαν ανεκδιήγητη κρήνη στον Εθνικό Κήπο, στον χώρο με τα λιγοστά πια ζώα, δωρεά κάποιου ελληνοαμερικανικού σωματείου), πέρα από όλα αυτά, στο γλυπτό της Μιχαλακοπούλου έχουμε: μια ακραιφνώς σοσιαλιστικού ρεαλισμού σύνθεση, ατυχώς από σημαντικό γλύπτη, που αναδέχτηκε όμως μια τέτοια κραυγαλέα ρητορική παραγγελία, έναν δάσκαλο που δείχνει σε κάτι αποσβολωμένα μαθητούδια πάνω σ’ έναν τοίχο Σολωμό λογοκριμένο: «Κλείσε μέσα στην ψυχή σου την Ελλάδα και θα αισθανθείς μέσα σου να λαχταρίζει κάθε είδους μεγαλείο». Όμως ο Σολωμός, πιστεύοντας πως θα γλιτώσει από εθνορήτορες, εθνοκάπηλους ή εθνικιστές, είχε προσθέσει (κι έχει σημασία αυτή η εκ των υστέρων, ακόμα πιο μελετημένη δηλαδή, κίνησή του) μετά τη λέξη
«Ελλάδα» το εξής: o altra cosa, δηλαδή: «ή ό,τι άλλο». Δηλαδή: «Κλείσε στην ψυχή σου την Ελλάδα –ή ό,τι άλλο– και θα αισθανθείς…»

Αυτό είναι το πνεύμα του Σολωμού, το εύρος της προοπτικής και των οριζόντων του, η καθολικότητα των αξιών του, μπροστά πολύ από την εποχή του –και την εποχή μας. Που σβήνονται μανιωδώς από τους σεβαστικούς τάχα απογόνους του και στύβονται να βγάλουν φτηνή ρητορεία και εθνοκεντρική ιδεολογία. Στα μέτρα των εκάστοτε λογοκριτών του. (Κάντε πάλι μια βόλτα στο διαδίκτυο, να δείτε εθνικιστικές και άλλες, ανάλογες σελίδες, που βάζουν στην προμετωπίδα τους αυτόν ακριβώς τον κατακρεουργημένο Σολωμό.) Όταν τώρα αυτό το κάνει εκπαιδευτήριο, το θέμα θα έπρεπε να μας απασχολήσει ιδιαίτερα. Γιατί είναι ιδιαίτερα σοβαρό, αν τέτοια γράμματα μαθαίνουν στα παιδιά μας, και προπαντός τέτοιο ήθος, εννοώ την πλαστογράφηση, την παραχάραξη, που αναρωτιέμαι πόσο τάχα να απέχει αντικειμενικά –πέρα και από τις αγαθότερες προθέσεις– από την εξαπάτηση.

Για τον «μάλλον οικουμενικό παρά εθνικό» Σολωμό, όπως αναδεικνύεται μέσα ακριβώς από την «κρισιμότατη παρένθεση»: o altra cosa, που μόνιμα λογοκρίνεται, είχε γράψει εκτενέστερα ο Παντ. Μπουκάλας (Καθημερινή 5.2.2002). Ειδικότερα για το γλυπτικά δοσμένο ανοσιούργημα είχε γράψει με σκληρότατη γλώσσα εδώ (2.6.2000) ο Κ. Γεωργουσόπουλος, με τίτλο «Αγράμματοι ή εθνικιστές “δάσκαλοι”». Και κατέληγε: «Αν σε σύντομο χρόνο δεν διορθωθεί το τέρας, θα ανακοινώσω το εθνικιστικό ή αγράμματο εκπαιδευτήριο». Τι σύντομο… πέρασαν πέντε χρόνια. Το εν λόγω εκπαιδευτήριο δεν θα διαβάζει εφημερίδες. Δεν έχει χρόνο. Μορφώνει τα παιδιά μας.

buzz it!

Βολή των εφήβων και χαριστική βολή [α΄]

Τα Νέα, 15 Οκτωβρίου 2005

Πίσω από θεσμούς κολακείας των νέων όπως η Βουλή των εφήβων υπάρχει μια ασυνείδητη ίσως τάση να εξουδετερώσουμε την αντίσταση της νέας γενιάς, βάζοντάς τη να μας κοπιάρει


«Είναι η σημαντικότερη στιγμή της ζωής σου;» «Της καριέρας μου ναι, όχι της ζωής μου» απάντησε αυθόρμητα ο Διαμαντίδης, τη βραδιά τού χρυσού. Ας μπουν τα λόγια αυτά πλάι σε διάφορα άλλα της Βουλής των εφήβων

το πλήρες κείμενο:

Δέκα χρόνια Βουλή των εφήβων, θα ’πρεπε να είναι φανερό ότι (τέτοιου είδους) βουλή ίσον βολή –της σκέψης, της δικής μας καταρχήν και όσων βιάστηκαν απ’ την εφηβική τους κιόλας ηλικία να μας μοιάσουν.

Μεγάλα λόγια; Όχι πάντως μεγαλύτερα από κοτζάμ «Βουλή των εφήβων»! Αλλά τι θέλουν να πουν αυτά τα σκοπίμως μεγάλα λόγια, στο μήκος κύματος ακριβώς του θέματός μου, αν δηλαδή αυτή είναι η γλώσσα που καταλαβαίνουν όσοι επιλέγουν να στεγάσουν τα πιο φρέσκα χρόνια και τις πιο φρέσκες ιδέες τους σ’ ένα θεσμό που αναδίδει την αποφορά της μεγαλορρημοσύνης και της συμβατικότητας του;

Μεγαλορρημοσύνη και συμβατικότητα; Μακάρι μόνο τόσο. Μα δυστυχώς, συντηρητισμός και αντίδραση. Κι έπειτα, φρέσκα χρόνια και φρέσκες ιδέες; Χρόνια, ναι· ιδέες, όχι.

Τι λένε όμως τα μεγάλα λόγια του σημερινού τίτλου; Ότι το βόλεμα των νέων, και μάλιστα των εφήβων, στα προκατασκευασμένα ιδεολογικά σχήματα που τους παρέχουμε αφειδώλευτα εμείς, αυτή η βολή τους, έτσι όπως εικονογραφείται στην περιώνυμη Βουλή των εφήβων, είναι αυτομάτως υποθήκευση του μέλλοντός τους, άρα του μέλλοντος νέτα σκέτα, είναι χαριστική βολή σε ό,τι ελπιδοφόρο σημαίνει εξ ορισμού η νεανική ηλικία.

Σπεύδω όμως να βγω από τον ζόφο και τον μελοδραματισμό, μια και η Βουλή των εφήβων, από τη σύλληψή της κιόλας, δεν είναι αντιπροσωπευτική, παρά μια λέσχη εκλεκτών, των εκλεκτών των δασκάλων τους και βαθμολογητών μιας βελτιωμένης τάχα εκδοχής της έκθεσης ιδεών, μιας γραπτής εργασίας, που ετοιμάζεται μάλιστα στο σπίτι.

Δεν είναι αντιπροσωπευτική η Βουλή των εφήβων, σε κανένα στάδιο της προετοιμασίας, της συγκρότησης και τέλος των εργασιών της, εφόσον οι έφηβοι βουλευτές δεν εκλέγονται από τους συνομηλίκους τους, παρά επιλέγονται άνωθεν, και εν συνεχεία, για τις διάφορες επιτροπές, κληρώνονται. Πόσο πιο αντιδημοκρατικό θα μπορούσε τάχα να είναι αυτό;

Αντιδημοκρατικό που φτάνει να γίνει ανατριχιαστικό, όταν αυτή η κατάφωρη μη αντιπροσωπευτικότητα έχει θεωρητική κάλυψη, μέσα από την οποία εμφανίζεται ακριβώς σαν εξασφάλιση της αντιπροσωπευτικότητας! Τον πρώτο χρόνο υλοποίησης του θεσμού, σε σφαιρική κριτική του Ιού της Ελευθεροτυπίας (7.7.1996· με χαρακτηριστικό τον τίτλο της πρώτης ενότητας: «Ο βαθμός μηδέν της δημοκρατίας»), ένα μέλος της οργανωτικής επιτροπής εξηγεί ότι οι μαθητές δεν έπρεπε να εκλεγούν ή να ψηφίσουν, για να αποφευχθεί «εμπλοκή παραταξιακών ανταγωνισμών, αποκλεισμών και συγκρούσεις γραμμών», μια και «ο παραταξιακός ανταγωνισμός έχει φθείρει την ίδια την ουσία του μαθητικού συνδικαλισμού». Διότι με την εκλογή «θα γινόταν ένα ξεσκαρτάρισμα από τα ίδια τα παιδιά που δεν θα μπορούσε να διασφαλίσει την αντιπροσωπευτικότητα, έτσι όπως εμείς την αντιλαμβανόμασταν»: Υπογραμμίζω εγώ, μολονότι και τη σύλληψη βρίσκω σωστή θεωρητικά και δεν αμφισβητώ και τις προθέσεις. Αυτό όμως σημαίνει πρακτικά ότι η όποια αντιπροσωπευτικότητα επιβάλλεται εκ των άνω: επιλέγουμε εμείς, επειδή δεν θεωρούμε ικανά τα παιδιά να επιλέξουν! Αλίμονο, μόνο η εγνωσμένη δημοκρατική ευαισθησία και πολιτεία τού συγκεκριμένου μέλους της επιτροπής αποδιώχνει κάπως τον συνειρμό με τον περί φθοράς και διαφθοράς τής πολιτικής και των πολιτικών λόγο όσων κατά καιρούς επιχείρησαν να μας σώσουν, εμάς κι ολόκληρη τη χώρα. Οπότε, μένω απλώς με την απορία, μπροστά στη μάλλον τρικυμία.

Αλλά τι χρεία έχουμε μαρτύρων άλλων, για τον πατερναλιστικό χαρακτήρα του «πειράματος», από τα λόγια του τότε προέδρου της Βουλής και φερόμενου ως εμπνευστή του θεσμού Απόστολου Κακλαμάνη, τον πρώτο χρόνο της Βουλής των εφήβων: «Εκπροσωπείτε [...] τους μαθητές που πήραν μέρος στο πρόγραμμα. Κατά κάποιον τρόπο εκπροσωπείτε, δεν σας εξέλεξαν γι’ αυτό. Σας επέλεξε η Επιτροπή με βάση την αξιολόγηση της εργασίας σας» (υπογραμμίσεις δικές μου).

Αν όμως ο λαός, τώρα, επιλέγει, άμεσα ή έμμεσα, «με βάση την αξιολόγηση της εργασίας τους» τον Ιωαννίδη, τον Καρατζαφέρη, τον Ψωμιάδη ή τον Αβραμόπουλο, γιατί να αποκτήσουμε και αντίγραφα αποπάνω, δοτά περίπου, με διορισμό;

Ιδού λοιπόν, νωρίς νωρίς, οι βλαστοί μας ζητούν να λογοκριθούν κάποια βιβλία του Χάρβαρντ, που τα θεωρούν «σκοπιανής προέλευσης», ζητούν να απαγορευτεί η λειτουργία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Μειονοτήτων, ζητούν να επιβληθεί στους Πομάκους εκπαιδευτικό πρόγραμμα ελληνικό, που αντιβαίνει στη Συνθήκη της Λωζάννης, ζητούν κυρίως να τους βάλουμε κάτω τους Πομάκους και να τους διαφωτίσουμε «για την ελληνική καταγωγή τους». Αυτά, από τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του "θεσμού" αυτού, όπως επισημαίνει το Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι και η Ελληνική Ομάδα για τα Δικαιώματα των Μειονοτήτων (19.6.1998).

Ενώ πέρσι σχολιάστηκε τουλάχιστον ευρύτερα το ψήφισμα των εφήβων βουλευτών, όπου ζητούσαν να μειωθεί ο αριθμός των μεταναστών στη χώρα μας στις 300.000, και άλλα, πιο «προχωρημένα» απ’ όσα (αποτολμούν και) εκφράζουν επίσημα πολλοί πατέρες βουλευτές. Είχε μάλιστα γραφτεί ότι στο πλήρες κείμενο του ψηφίσματος, που δεν δόθηκε ολόκληρο στη δημοσιότητα, οι μικροί μας Παπαθεμελήδες ζητούσαν να εφαρμοστεί σκληρότερη πολιτική στο θέμα της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη, όπου «οι Έλληνες κινδυνεύουν να βρεθούν στο περιθώριο».

Το πρόβλημα δεν είναι να μην τους ακούμε, ή στο κάτω κάτω να μην πληρώνουμε κιόλας για να τους ακούμε τώρα και αυτούς, μαζί με κάποιους, εκλεγμένους όμως, εθνοπατέρες –γιατί θα μπορούσε κάλλιστα να τεθεί και έτσι το ζήτημα.

Το πρόβλημα είναι οι απόψεις, το γεγονός ότι θάλλουν απόψεις σαν αυτές σε νέα μυαλά, ότι βρίσκεται ξαφνικά να ταυτίζεται η νέα γενιά με τη μεγαλύτερη, ότι το χάσμα των γενεών βρίσκεται ξαφνικά γεφυρωμένο με την ελεεινότερη γέφυρα του κομφορμισμού και της αντίδρασης: γιατί το χάσμα των γενεών υφίσταται νομοτελειακά· γιατί ακόμα και η ανωριμότητα είναι στάδιο αναγκαίο στην ομαλή πορεία του ανθρώπου, που για να είναι ακριβώς ομαλή προϋποθέτει όλα τα στάδια, και όλων των ειδών, βιολογικά, συναισθηματικά κτλ. Αλλιώς, μια γερασμένη κοινωνία, όπου τα παιδιά μαϊμουδίζουν τους μεγάλους, μοιάζει εντέλει ξοφλημένη, δεν έχει τίποτα να πει, και κυρίως να περιμένει.

Το πρόβλημα είναι επίσης, απ’ την άλλη, η στάση η δική μας απέναντι στο φαινόμενο, μια ασυνείδητη ίσως τάση να εξουδετερώσουμε, καλύτερα: να πνίξουμε στη γέννησή της την εύλογη και αυθόρμητη αντίσταση της νέας γενιάς, βάζοντάς την απλούστατα να μας κοπιάρει. Έτσι, «τα παιδιά διδάσκονται να παριστάνουν τους ενηλίκους σε ένα ιδιότυπο μάθημα ηλικιακής “προσομοίωσης”» γράφει ο προπέρσινος Ιός (20.9.2003).

Και τότε (γι’ αυτό) τα χειροκροτούμε. Όλες οι αρχές και εξουσίες, μαζί και ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ (πασοκικός εξάλλου είναι ο θεσμός) πέρσι, τη χρονιά ακριβώς του ξενοφοβικού ψηφίσματος που είδαμε πιο πάνω: «είναι ζωντανές και ρηξικέλευθες οι απόψεις σας» τους είπε. Φέτος, «μαθήματα στους πολιτικούς» είδε ο πρόεδρος του ΣΥΝ.

Όμως «η δημοκρατική πολιτεία δεν καλεί τους νέους να τη διδάξουν, αναλαμβάνει αντίθετα την ευθύνη να τους διδάξει εκείνη. Η κολακεία προς τους νέους συνδέεται με την τυραννία, όπως ξέρουμε από την εποχή του Πλάτωνα» γράφει ο Σταύρος Ζουμπουλάκης (Αυγή 2.7.99), επιμένοντας ακριβώς πως η Βουλή των εφήβων είναι «θεσμός κολακείας των νέων, [...] λαϊκισμού και δημαγωγίας, άρα θεσμός αντιπαιδαγωγικός και αντιδημοκρατικός», με πρώτα θύματά του τους εφήβους βουλευτές, που από το δρόμο αυτόν οδηγούνται «μόνο στη συμβατικότητα και τον πολιτικό κομφορμισμό».

Θα τελειώσω στο επόμενο.

Βίοι ευτυχώς μη παράλληλοι

«Είναι η σημαντικότερη στιγμή της ζωής σου;» κλήθηκε να απαντήσει στο δημοσιογραφικό μαρκούτσι ο βασικός αυτουργός του χρυσού Δημήτρης Διαμαντίδης, αμέσως μετά την κατάκτηση του Πανευρωπαϊκού στο μπάσκετ, σε στιγμές δηλαδή που θα ήταν απολύτως συγγνωστή κάποια δόση αμετροέπειας, μες στο μεθύσι μιας μεγάλης νίκης. «Της καριέρας μου ναι, όχι της ζωής μου» απάντησε εντελώς αυθόρμητα, κι έχει σημασία αυτό, ο διεθνής. Πρόσφατα πάλι, ο Άρης Γρηγοριάδης, το παγκόσμιο χρυσό της κολύμβησης, είπε, σε σχετική παρατήρηση, πως δεν πανηγυρίζει έξαλλα στο βάθρο, γιατί σέβεται τον αγώνα του αντιπάλου. Ας μπουν αυτές οι δηλώσεις πλάι στα γνωστά που μας σέρβιραν άλλη μια χρονιά ορισμένα μικρομέγαλα της Βουλής των εφήβων, αυτά τα αυτάρεσκα –κι αυτό είναι το θλιβερότερο– αντίγραφα του χειρότερου εαυτού μας, του βερμπαλιστή και του ξενόφοβου.

buzz it!

10/9/07

γιατί "επιχειρούν" τα αεροπλάνα

Μια και κάποιος ανώνυμος αναγνώστης ανάρτησε εδώ σε άλλο ποστ
σχόλιο με μια πειστική εκδοχή για την αγγλική καταγωγή της χρήσης του ρ. "επιχειρώ", μεταφέρω και ανάλογο σχόλιο που μου είχε στείλει στις 5/9 ιδιωτικά, με ιμέιλ, ο Δημήτριος Δαλαγιώργος:

Να προτείνω άλλη μια ερμηνεία; Παρατηρώ τα τελευταία χρόνια μια ολοένα και αυξανόμενη χρήση αγγλικών εκφράσεων κατά λέξη μεταφρασμένων στα ελληνικά. Χάρη στον Παπακαλιάτη για παράδειγμα, το "I have second thoughts" που σημαίνει έχω αμφιβολίες, έγινε "έχω δεύτερες σκέψεις". Ίσως, το αγγλικό "operate" να έγινε αβασάνιστα επιχειρώ, και το επιχειρω από εκεί που σήμαινε δοκιμάζω, προσπαθώ, να έγινε η προτιμώμενη μετάφραση του operate που είναι το συνηθισμένο ρήμα για τις περιπτώσεις που αναφέρετε. Ακόμα και το "diet", που σημαίνει διατροφή στα αγγλικά, φαίνεται ότι "διορθώθηκε" και από δίαιτα πλέον όλοι το μεταφράζουν διατροφή, με τις παρενέργειες που περιγράφετε. [...]

Ευχαριστώ και τους δύο αναγνώστες για το "επιχειρώ" (για τη "διατροφή" μάλλον θα επιμείνω στη δική μου "ερμηνεία"), αλλά βλέπω με τρόμο να ξανάρχονται τα σχόλια στα οποία, όπως έγραφα, αδυνατώ, τουλάχιστον για την ώρα, να αντεπεξέλθω: επιτρέψτε μου να μην επανέλθω :-)

buzz it!

9/9/07

Και βέβαια χτενίζεται...

Με τίτλο "Ένα 'ντιμπέιτ' που δεν θα γίνει ποτέ" ο γνωστός θεολόγος και παραταύτα καθηγητής φιλοσοφίας Χρήστος Γιανναράς στην Καθημερινή 9/9 θέτει "αμείλικτα" ερωτήματα στον "νηφάλιο και ανιδιοτελή οπαδό" πρώτα της ΝΔ και έπειτα του ΠΑΣΟΚ, που η απάντησή τους, εννοείται, αποκλείει την υπερψήφιση των δύο μεγάλων κομμάτων.

διαβάστε τη συνέχεια...

Πώς αρχίζει η επιφυλλίδα; Ερωτάται ο νηφάλιος κτλ. Νεοδημοκράτης:

«Παρουσίασε ποτέ η Ν.Δ. θέση, άποψη ή πρόταση διαφορετική από του ΠΑΣΟΚ για τη διδασκαλία της γλώσσας στα σχολεία; Εξέθεσε ποτέ τον παραμικρό προβληματισμό για πιθανή υποβάθμιση της γλώσσας στη σχολική εκπαίδευση, για τα γραμματικά, συντακτικά, νοηματικά λάθη, τη λεξιπενία, την αναπηρία της σκέψης, της κρίσης, της έκφρασης στον δημόσιο βίο;

»Εξήγησε ποτέ η Ν.Δ. γιατί συμπλέει με το ΠΑΣΟΚ στη στανική επιβολή του μονοτονικού συστήματος γραφής; Γιατί απέρριψε η νεοδημοκρατική κυβέρνηση την πρόταση βουλευτή της να επιτραπεί η ελεύθερη επιλογή και χρήση τόσο του μονοτονικού όσο και του πολυτονικού συστήματος στις δημόσιες υπηρεσίες;»

Ακολουθούν και άλλα κρίσιμα ερωτήματα:

αν λ.χ. η ΝΔ "εξέφρασε ποτέ αντίρρηση για την ασυδοσία της αμφίεσης και της εμφάνισης των μαθητών στα σχολεία...",

έπεται (χαμηλότερα δηλαδή στην ιεραρχική κλίμακα;) το ερώτημα αν ο Νεοδημοκράτης "Θα ξαναψηφίσει το κόμμα που συνέπαιξε στην απόπειρα να παρακαμφθεί και απαξιωθεί ο συνταγματικός καθορισμός των στόχων της εκπαίδευσης, να χλευαστεί η πιστότητα στην ιστορική μνήμη και η λαϊκή αίσθηση πατρίδας, έσχατα ερείσματα αυτοσεβασμού του σημερινού Ελληνα;" και άλλα διάφορα,

αλλά εμείς θα μείνουμε στα πρώτα, αφού ιεραρχούνται εξάλλου έτσι, αυτά που εκφράζουν τη βαθιά αγωνία του θεολόγου και παραταύτα καθηγητή της φιλοσοφίας Χρ. Γιανναρά, την αγωνία για τη γλώσσα!

Είκοσι τόσα χρόνια πριν ο κ. Γιανναράς είχε αποφανθεί στους μελοδραματικότερους τόνους πως Finis Graeciae, έθνος μαζί και γλώσσα, τρισαλί, πως όλα είχαν ήδη σβηστεί από προσώπου της γης. Και ήταν τόση η πίστη του γι' αυτό το finis, που το φερώνυμο δοκίμιό του το ανατύπωνε από συλλογής εις συλλογήν, έτσι όπως περιφέρει έκτοτε, θλιβερός γυρολόγος, τις κραυγαλέα ανεπιστημονικές θέσεις του, που έστω και μόνο το εικοσάχρονο διάστημα από τότε που χτύπησε πένθιμα την καμπάνα ώς τις σημερινές μέρες που αναπαράγει αυτιστικά τα ίδια και τα ίδια (άντε με την παρεμβολή κανενός νηφάλιου τάχα και μετριαστικού επιθέτου όπως "πιθανή" [υποβάθμιση]) θα έπρεπε να τον είχε πείσει αν όχι να ζητήσει μισή συγνώμη τουλάχιστον να σιωπήσει.

Αλλά η τσίπα, καθότι λέξη λαϊκή, δεν απαντάται σε υψηλόφρονα θεολογικά ή άκρως φιλοσοφικά κείμενα και πνεύματα...

buzz it!

5/9/07

Τα φαινόμενα που επιχειρούν και η διατροφή που αγνοείται, ή κάτι μικρούτσικες γλωσσικές αλλαγές

1. Οργίασαν αυτές τις μέρες με τις πυρκαγιές οι «επιχειρήσεις», για την ακρίβεια το ρήμα «επιχειρώ»: «τα αεροπλάνα δεν μπόρεσαν να επιχειρήσουν», «από τι ώρα επιχειρούν τα αεροπλάνα», «γιατί δεν επιχειρούσαν νωρίτερα τα αεροπλάνα;» κτλ.

διαβάστε τη συνέχεια...

Δεν μπορώ να είμαι σίγουρος, εννοείται, αλλά φαντάζομαι ότι η καινούρια αυτή χρήση δεν προήλθε από το ίδιο το ρήμα, π.χ. «τα αεροπλάνα επιχειρούν / θα επιχειρήσουν / επιχείρησαν … να σβήσουν τη φωτιά» αλλά από το οικείο ουσιαστικό, από τις «επιχειρήσεις», που προφανώς θα είναι σε χρήση, ιδίως στο ιδίωμα της πυροσβεστικής: «επιχειρήσεις κατάσβεσης του πυρός», λόγου χάρη, όπως ευρύτερα άλλωστε οι «πολεμικές επιχειρήσεις» κτλ.

Έτσι, φαντάζομαι, λέω και πάλι, ότι από την περίφραση «τα αεροπλάνα θα προβούν σε επιχειρήσεις κατάσβεσης του πυρός» και άλλες τέτοιες στερεότυπες εκφράσεις οδηγηθήκαμε στο «τα αεροπλάνα θα επιχειρήσουν», τελεία και παύλα. Θα μου πείτε, γιατί διάλεξα το δρόμο τον σκολιό, και γιατί να μη βγήκε απλούστατα από το «τα αεροπλάνα θα επιχειρήσουν να σβήσουν τη φωτιά».

Είπα, απάντηση σίγουρη δεν έχω, δεν ξέρω κι αν υπάρχει, απλώς μου φαίνεται απίθανο να σημειώθηκε, εδώ ειδικά, ομαλή πορεία, από την αφηρημένη, ονοματική σύνταξη («επιχειρήσεις κατάσβεσης του πυρός») στη ρηματική («θα επιχειρήσουν να κατασβέσουν / να σβήσουν…»), γιατί γενικά τέτοια ομαλή πορεία σπάνια απαντάται, στη μεταβατική ακόμα (ναι!) φάση, από την καθαρεύουσα στη δημοτική.

Γιατί αν είχαμε, κάθομαι και λέω τώρα, ομαλή σύνταξη, αβίαστη δηλαδή έκφραση, και όχι την περίφημη «ξύλινη» (την άλλη ξύλινη, εννοείται), με τις αφηρημένες συντάξεις και τα στερεότυπα, δε θα υπήρχε λόγος για τέτοιου τύπου «άλματα» και τέτοιου είδους πια χρήσεις.

2. Έχουν οπωσδήποτε ενδιαφέρον κάτι τέτοιες χρήσεις, όχι ίδιες αλλά ανάλογες, π.χ. τα «φαινόμενα». Τα τελευταία χρόνια, με τις γενικότερες κλιματικές αλλαγές, παρατηρούνται όλο και συχνότερα «έκτακτα καιρικά φαινόμενα». Το ακούσαμε μια, το ακούσαμε δυο, το ακούσαμε χίλιες δυο φορές, το συνηθίσαμε, είπαμε και να το κοντύνουμε λιγάκι, να χωράει και σε τιτλάκια σε μονόστηλα ή σ’ αυτά που μπαίνουν στην οθόνη της τηλεόρασης.

Έτσι, τα «έκτακτα καιρικά φαινόμενα» έγιναν σκέτα «καιρικά φαινόμενα»! Και ακούμε: «αναμένονται καιρικά φαινόμενα», «αυτό το σαββατοκύριακο θα έχουμε καιρικά φαινόμενα» κτλ. Ώσπου φτάσαμε (όχι πάντως σε ευρεία κλίμακα, τουλάχιστον ακόμα) και στα ολόσκετα, και πλέον ακατάληπτα, «φαινόμενα»: «σύμφωνα με την ΕΜΥ ο καιρός θα αλλάξει και θα παρουσιαστούν φαινόμενα»!

3. Κι άλλο: Όλο και πιο συχνά διαβάζουμε ότι «αγνοούνται ακόμη οι τάδε», έπειτα από ναυάγιο λ.χ., «αγνοείται ο τέταρτος μαθητής / επιβάτης» κτλ. Και τι πά’ να πει «αγνοούμαι» και «αγνοείται»; Απλή η ανίχνευση της ρίζας του… «κακού»: Από το «αγνοείται η τύχη τους» φτάσαμε στο σκέτο «αγνοούνται»!

Είπα απλή η ανίχνευση, κι όμως, ομολογώ ότι τη χρήση αυτή δεν την είχα προσέξει, μου την επισήμανε ο Αντρέας Παππάς, όταν ακριβώς ξεκινήσαμε από τα αεροπλάνα που «επιχειρούν»! Δεν είχαν λειτουργήσει δηλαδή τα όποια ανακλαστικά μου, δεν έτυχε να δω κανέναν σχετικό σχολιασμό, αμήχανοι στάθηκαν αρχικά και κάποιοι φίλοι όταν τους μετέφερα το παράδειγμα –και κάτι, διάολε, σημαίνει αυτό, για το πώς γίνονται οι αλλαγές στη γλώσσα εννοώ.

4. Άλλο; Η «διατροφή». Ακούστε συνέντευξη με μοντέλα, π.χ. στα πρωινάδικα: κάνουν «διατροφή». Κρυφακούστε και τις γεματούλες πλάι σας στην καφετέρια: συζητούν για την καινούρια «διατροφή» που διάβασαν κάπου, ή που την έκανε λέει η τάδε κι έχασε τόσα κιλά. Δηλαδή: διατροφή ίσον δίαιτα· διατροφή είναι πλέον η πολιτικώς ευπρεπής ονομασία της δίαιτας. Κι εδώ η καταγωγή είναι προφανέστατη: η «υγιεινή διατροφή», που έγινε σκέτα διατροφή, αφού παράλληλα υπάρχει σε κοινότατη χρήση η έκφραση «προσέχω τη διατροφή μου» κτλ. Προσέχω λοιπόν τη διατροφή μου, ίσον κάνω υγιεινή διατροφή, οπότε φτάσαμε στο κάνω –σκέτα– διατροφή. Και τα μεν μοντέλα, άντε, ας πάει στα κομμάτια, κι ας κάνουν «διατροφή», αφού αυτά και βέβαια δεν κάνουν δίαιτα για ν’ αδυνατίσουν, απλώς προσέχουν αυστηρά τη διατροφή τους (όπως κι οι αθλητές εξάλλου), για να διατηρηθούν, κάνουν δηλαδή υγιεινή διατροφή. Οι γεματούλες όμως; Αλλά γιατί να κάνουν δίαιτα αυτές, αφού κι η δίαιτα, κι αυτή, «υγιεινή διατροφή» είναι; Πάνε λοιπόν στο διαιτολόγο, εννοείται πια: στο διατροφολόγο, και κάνουν διατροφή!

Κουφό, που λένε, θεόκουφο, όταν το παρατηρείς στη γένεση και την εξέλιξή του το φαινόμενο. Αλλά, γλωσσολογώντας εκ του προχείρου, αναρωτιέται κανείς μήπως κάπως έτσι έγινε λόγου χάρη το «νηρόν ύδωρ» σκέτο «νερό».


ΥΓ. Έγραφα πρόσφατα για την επιμονή, με κεντρική καθοδήγηση μάλιστα, κοινώς εντολή, του "Βήματος" στον τύπο "πυρκαϊές". Και σκέφτομαι κάτι που είχα γράψει με άλλη ευκαιρία, για παρόμοιο φαινόμενο: τούτες τις μέρες, που έδωσαν και πήραν, δυστυχώς, οι πυρκαγιές, άρα και η αναφορά σ' αυτές, ακόμα κι αν ο μέχρι σήμερα παραδομένος και μόνος κοινός τύπος ήταν "πυρκαϊές" θα είχε πλέον γίνει "πυρκαγιές": στοιχειώδες για όποιον ξέρει τα στοιχειώδη, πώς γίνονται ανέκαθεν δηλαδή οι μικρές και μεγάλες εξομαλύνσεις ή αλλαγές στη γλώσσα, κρίμα που κοτζάμ εφημερίδα του προοδευτικού δα χώρου ούτε αυτά τα στοιχειώδη δεν ξέρει, δε θέλει μάλλον να τα ξέρει. Παιδιάστικα πείσματα μοιάζουν αυτά, φαιδρά δηλαδή από μιαν άποψη -όταν δεν είναι ίσως και λιγάκι επικίνδυνα.

buzz it!

4/9/07

νυν υπέρ πάντων Mουσείον

Μπορούμε άραγε ακόμα να εμποδίσουμε την απρόσκοπτη θέα από την Ακρόπολη προς το Μουσείο της;
http://www.areopagitou17.blogspot.com/

buzz it!