Ιστορίες άσκοπου μυστηρίου
Τα Νέα, 2 Απριλίου 2010 [εδώ με ελάχιστες προσθήκες,
αλλά μ' ένα υπερτροφικό Υστερόγραφο]
Ο νομπελίστας V. S. Naipaul έχει ευτυχώς πολυμεταφραστεί στα ελληνικά. Ευτυχώς; Αντιγράφω από τον κατάλογο της Εθνικής Βιβλιοθήκης: 2 φορές Νάιπουλ, 2 Ναϊπόλ και 2 Νάιπολ. Δεν είναι κανένα φοβερό θέμα ασυνέπειας, η έρευνα προχωρεί, το θέμα είναι πώς βγάζει άκρη κανείς, πού καταλήγει
Σας δωρίζουν ένα βιβλίο, ανοίγετε το περιτύλιγμα, στο εξώφυλλο ο άγνωστός σας συγγραφέας είναι με λατινικά στοιχεία –απλούστατα δεν είστε σε θέση να πείτε ποιανού βιβλίο σας δώρισαν!
Τις προάλλες ο φίλος Παναγιώτης μού έφερε δώρο, φρέσκια φρέσκια, μια καινούρια έκδοση: ένα κομψότατο τομίδιο, το γνωστό καλό γούστο των εκδόσεων Πόλις, μετάφραση εγγυημένη από τον μάστορα Αχιλλέα Κυριακίδη, Δρόμος αντοχής ο τίτλος, μακάρι να ’ξερα και πώς προφέρεται το όνομα του συγγραφέα: Jean Echenoz, που λυπάμαι αλλά δεν τον ήξερα. Γυρίζω στο οπισθόφυλλο: «Ο συγγραφέας αφηγείται τη ζωή του τσέχου δρομέα μεγάλων αποστάσεων Εμίλ Ζάτοπεκ…»: α ωραία, βιβλίο για τον Ζάτοπεκ, θρυλική μορφή της γενιάς μου, αυτός, πάλι καλά, ελληνικά γραμμένος, μα ο συγγραφέας και εδώ, σ’ όλο το κείμενο στο οπισθόφυλλο, πάντα στα λατινικά. Ξανά μπροστά, στο αφτί του εξωφύλλου, βιογραφικό σημείωμα, πάντα λατινικά. Είναι όμως Γάλλος, διαβάζω, όπως έδειχνε και το μικρό του, το Jean, άρα αποτολμώ: Εσενόζ ή Εσνόζ, εκεί που πάντως ένας μη γαλλομαθής θα εξακολουθούσε να παραμένει αμήχανος, ένας γερμανομαθής θα διάβαζε «Έχενοτς» κ.ο.κ.
διαβάστε τη συνέχεια...
Ο λόγος, όπως ξεκίνησα στην περασμένη επιφυλλίδα, για την εμμονή στη λατινική γραφή των κυρίων ονομάτων, που αποκλείει από τη στοιχειώδη γνώση, από την απλή πληροφορία, όχι μόνο τον μέσο αναγνώστη αλλά και τον ειδικό.
Το θέμα εγείρει κάθε τόσο συζητήσεις, κι όσο κι αν είναι σκόπιμο να επανερχόμαστε συχνά, ετούτη τη φορά σκέφτηκα να περιοριστώ αποκλειστικά σε προσωπικές μου εμπειρίες ή παθήματα, που δείχνουν ακριβώς τα καθημερινά αδιέξοδα, σε πείσμα του όποιου και όσο σοβαρού θεωρητικού αντίλογου.
Θα ’ναι κάπου δεκαπέντε χρόνια, επιμελούμαι ένα πρόγραμμα του Μεγάρου Μουσικής, ρωτάω τον υπεύθυνο της ύλης, φίλο πανεπιστημιακό, πώς προφέρεται το αρκετά περίεργο όνομα του συγγραφέα ενός άρθρου που το είχε επιλέξει για την έκδοση. «Δεν ξέρω» μου απάντησε, «βρήκα το κείμενο στο ίντερνετ, είναι πολύ ενδιαφέρον, το μοιράζω και στους φοιτητές μου, αλλά δεν έβγαλα άκρη πώς προφέρεται»! Ακούγεται παράδοξο, έως εξωφρενικό, κι όμως δεν είναι.
Την ίδια εποχή, λίγο πιο πριν, μεταφράζω τις Προδομένες διαθήκες του Κούντερα, δοκίμιο, πλήθος τα ξένα ονόματα. Στέκομαι σκόπιμα στα πιο απλά, και για το πιο απλό θέμα, τη θέση του τόνου: Hannah Arendt, γερμανικό το όνομα, άρα ούτε λόγος: Άρεντ. Τυχαία κουβεντιάζω το ίδιο καλοκαίρι μ’ ένα φίλο, καθηγητή φιλοσοφίας τότε στο Βερμόντ. «Άρεντ;» κάνει κατάπληκτος· «Αρέντ τη λέμε». Απορώ εγώ, επιμένει εκείνος, την είχε γνωρίσει, περαστική απ’ το πανεπιστήμιό του· «θα το ξαναδώ και θα σου πω» κράτησε μια επιφύλαξη. «Αρέντ» ήρθε αργότερα η οριστική απάντηση απ’ την Αμερική. Εδώ δεν ήταν πολύ γνωστή τότε ακόμα, ένα μόνο βιβλίο της είχε μεταφραστεί, το έψαξα μπρος πίσω, μέσα έξω, παντού λατινικά το όνομα. Αρέντ έγραψα τότε εγώ, όμως Άρεντ επικρατεί σιγά σιγά, Άρεντ βγαίνουν έκτοτε όλα της τα βιβλία, τελευταία και η μελέτη της Κρίστεβα γι’ αυτήν, Άρεντ σε άλλα διαδικτυακά λεξικά, Αρέντ σε άλλα, μου ’χει γίνει έμμονη ιδέα, ώσπου πέφτω στη λύση του μυστηρίου: «Άρεντ στα αγγλικά, Αρέντ στα αμερικανικά»! Νά επιτέλους μια εξήγηση· παραταύτα δεν έχει νόημα να επιμείνω: Άρεντ τώρα πια κι εγώ.
Στο ίδιο βιβλίο ο περίφημος Σάλμαν Ράσντι, όπως τον έγραφαν πολλοί τότε, και όπως με διαβεβαίωσαν κι εμένα και στην αγγλική πρεσβεία και στην ινδική πρεσβεία. Στο μεταξύ, Ρούσντι καθιερώθηκε, έτσι κυκλοφόρησαν όλα τα βιβλία του, δύσκολο μου ’ρχεται, όμως ακολούθησα: Ρούσντι τώρα κι εγώ.
Άλλη μετάφραση Κούντερα, Ο πέπλος, αναφορά στους Αϊτινούς υπερρεαλιστές συγγραφείς και ακτιβιστές Jacques Stephen Alexis και René Depestre, ιδρυτές του αϊτινού ΚΚ σε νεαρότατη ηλικία, τον Alexis τον δολοφόνησαν στα 39 του, ο Depestre ακούστηκε και τελευταία με τον καταστροφικό σεισμό στην πατρίδα του. Και πώς προφέρονται αυτά τα απλά ονόματα; Αϊτινοί, άρα γαλλικά: Ζακ Στεφέν Αλεξίς; Ζακ σίγουρα· όμως Στεφέν ή Στήβεν, αφού είχαν και αγγλικά ονόματα, και το Stephen είναι αγγλικό; Αλεξίς ή Αλεξί; Προφέρεται αυτό το ρημάδι το -s, που κανονικά σαν τελευταίο γράμμα παραλείπεται στα γαλλικά, ή είναι σαν τον Régis Debray (Ντεμπραί) που ούτε οι Γάλλοι ξέρουν με σιγουριά αν είναι Ρεζί ή Ρεζίς, ή σαν τον Philippe Sollers, που επίσης οι μισοί θα τον πουν Σολλέρ κι οι άλλοι μισοί Σολλέρς. Ψάχνεις μανιωδώς, ελάχιστα έως καθόλου στοιχεία, το συζητάς με συναδέλφους εμπειρότερους, και καταλήγεις: Ζακ Στήβεν Αλεξίς.
Και ο Depestre; Πάλι παίρνεις σβάρνα και ρωτάς: άλλοι Ντεπέτρ, άλλοι Ντεπέστρ. Υπάρχει όμως εδώ ένα ισχυρό χαρτί: έχει μεταφραστεί ένα βιβλίο του στα ελληνικά: Ντεπέτρ στο εξώφυλλο, φαρδύ πλατύ. Μεταφράστρια η Τασσώ Καββαδία, με γαλλική παιδεία, θυμάσαι, είχε και σύζυγο τον πολύγλωσσο, μακαρίτη προ πολλού, Βασίλη Καζαντζή, ε, δεν μπορεί κάτι θα ήξερε και τον έβαλε έτσι.
Καινούρια μετάφραση τώρα Κούντερα. Ξανά μπροστά μου ο Alexis και ο Depestre. Ξαναψάχνεις, φτου κι απ’ την αρχή, κυκεώνας πάντα. Ώσπου ανακαλύπτεις σε σάιτ της εταιρείας γαλλόφωνων συγγραφέων ηχητική συνέντευξη του Depestre, εξόχως ενδιαφέρουσα απροπό. Εκεί η παρουσιάστρια του γαλλικού ραδιοφωνικού σταθμού τον προσφωνεί: Ντεπέστρ. Κι ο ίδιος στην αφήγησή του αναφέρεται κάποια στιγμή στον Ζακ Στεφέν Αλεξί. Άντε, διόρθωνε τώρα.
Αξίζει, νομίζω, να συνεχίσουμε.
Υστερόγραφο
Μέρες που ’ναι, ούτε αυτό το παναδέξιο «άσκοπο [μυστήριο]» του τίτλου δεν έχω τη διάθεση να κάτσω να σκεφτώ να το διορθώσω: αλλά και τι στο καλό θέλω ακριβώς να πω; ίσως κάτι σαν μυστήριο τζάμπα και βερεσέ; κερατιάτικο; ή «σιγά το μυστήριο!», ή κάτι τέτοιο, που κανονικά δε γράφεται σε εφημερίδα; Η οποία εφημερίδα ανασχεδιάζεται και μας έχει τρελάνει σε αιφνίδιες αλλαγές της ημέρας παράδοσης, στο κόψε κι άλλο κόψε και ξαναματακόψε κτλ. (Δε βαριέσαι, αυτό τουλάχιστον, το σύντομο κείμενο εννοώ, σε καλό θα βγει, αλλά στο μεταξύ χρειάζεται να βρεις και τη μαγκιά του: ίδωμεν.)
Κι αν τα της εφημερίδας δεν είναι επαρκής δικαιολογία, τα πάσχατα είναι, νομίζω. Έτσι, ακόμα περισσότερο απ’ ό,τι για τον τίτλο, πού όρεξη να στρώσω μερικές σημειώσεις, σκέψεις στο περιθώριο του κομματιού αυτού: τις ρίχνω πρόχειρα εδώ, καθώς μάλιστα δεν ξέρω αν θα μου χρησιμέψουν στη συνέχεια.
Ήθελα λοιπόν να προσθέσω για τον Ντεπέ[σ]τρ και τον Αλεξί[ς], εμφανίζοντας ακόμα πιο χαοτικό το θέμα (βούτυρο εντέλει στο ψωμί όσων επιμένουν να γράφονται τα ξένα ονόματα με λατινικά στοιχεία, στη γλώσσα τους), πως ούτε η ηχητική συνέντευξη αποτελεί σώνει και καλά ασφαλές κριτήριο –απροπό, ακούστε την, είναι συναρπαστική! Η Γαλλίδα παρουσιάστρια και ο Γάλλος δημοσιογράφος είναι φυσικό να προφέρουν Ντεπέστρ, όπως λ.χ. θα παρουσίαζαν και θα προσφωνούσαν «Σαμπρέν» τον Σεμπρούν, έστω όπως οι Γάλλοι, ακόμα και αυτοί που δεν προφέρουν τον Φρόυντ «Φρεντ», θα τον πουν οπωσδήποτε «Φροΰντ» (και με τη μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο καμπανιστό γερμανικό ρο και το σχεδόν γο της γαλλικής γλώσσας). Αναλόγως, ο Ντεπέστρ, σε ακραιφνώς γαλλικό κλίμα, θα προφέρει: Ζακ Στεφέν Αλεξί.
Προσοχή, κάθε άλλο παρά πως έμαθα εντέλει τη σωστή προφορά αυτών των ονομάτων! Είμαι υποχρεωμένος να δεχτώ το εξαρχής προφανές, στο κάτω κάτω, πως ο Depestre είναι Ντεπέστρ και ο Jacques Stephen Alexis Ζακ Στεφέν Αλεξί: μακρηγορώ για να πως απλώς ότι, ακόμα κι αν δεν ήταν έτσι, δύσκολα θα το μάθαινε κανείς, δύσκολα θα ’βγαζε άκρη. (Ακόμα: υπέρ του Στεφέν θα μπορούσε να συνηγορεί το γεγονός ότι πολλές αναγραφές στο ίντερνετ το δίνουν «γαλλικά»: Stéphen, με οξεία δηλαδή.)
Άλλο, που μπήκε στην εφημερίδα σαν «πλάγιος», όπως τον λέμε, αυτό που ξεχωρίζει με μεγάλα μαύρα γράμματα, και που κανονικά είναι απόσπασμα του κειμένου. Τώρα έβαλα παράδειγμα, από αυτά που δε μου χώρεσαν: «Ο Κούντερα μάς συστήνει τον Ισλανδό μυθιστοριογράφο Guðbergur Bergsson και τον Κύκνο του· τώρα πώς θα τον ζητήσετε στο βιβλιοπωλείο, άγνωστο».
Άγνωστος ο συγγραφέας, το βιβλίο έχει πάντως κυκλοφορήσει στα ελληνικά στις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, πολύ ωραία φαίνεται η μετάφραση της Άρτεμης Λόη, το διάβασα αναγκαστικά, επειδή μου χρειαζόταν στη μετάφραση του Κούντερα, και είναι όντως υπέροχο. Αλλά: στο εξώφυλλο, στο βιογραφικό στο μπροστινό αφτί, στην 3η σελίδα όπου ο ψευδότιτλος, στην 4η σελίδα όπου η «ταυτότητα» [εδώ λογικό], στην 5η σελίδα, τη σελίδα τίτλων, και στο οπισθόφυλλο, όπου δημοσιεύεται η σχετική παράγραφος Κούντερα, το όνομα παντού με λατινικά στοιχεία. Έτσι, όλο αυτό το διάστημα μιλάω σε φίλους για το ωραίο βιβλίο που διάβασα, βλαστημώντας όταν φτάνω στο όνομα. Ωραία, μοιάζει εύκολο, μάλλον θα 'ναι: Γκούντμπεργκουρ Μπέργκσον, δεν το έψαξα ακόμα, να τηλεφωνήσω στην ισλανδική πρεσβεία (α, άλλο ανέκδοτο οι συνεννοήσεις με τις πρεσβείες, ακόμα κι όταν πετύχεις μορφωτικό ακόλουθο αστέρι, όπως εγώ παλιά στην τσέχικη πρεσβεία!), να βρω κάναν ισλανδομαθή, να ρωτήσω σε τελική ανάλυση τον ίδιο τον Κούντερα, που ’χει φιλίες με τον Ισλανδό μεταφραστή του.
Κι όλα αυτά για ονόματα απλά! ίσως άλλη φορά ένα μίνι σίριαλ για ένα τόσο δα τοπωνύμιο σε απόσπασμα από Σελίν (Από τον έναν πύργο ο άλλος) που χρησιμοποιεί ο Κούντερα, το δανικό Korsør…
Καλή ανάσταση, χρόνια μας πολλά!