31/12/08

Θρησκευτικές ελευθερίες και δημοψηφίσματα

Τα Νέα, 31 Δεκεμβρίου 2008

Μακαριότατε,

μαζί με τις ολόθερμες ευχαριστίες μας για όσα ελπιδοφόρα γευτήκαμε το σύντομο διάστημα μετά την εκλογή σας, νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες, θρησκευόμενοι και μη, δηλαδή, μαζί με τις ευχαριστίες μας για τη νηνεμία, αν μη τι άλλο, μετά την τρικυμία της μισαλλοδοξίας των τελευταίων χρόνων, επιτρέψτε μας μια ένσταση.

διαβάστε τη συνέχεια...

Είχα την ευκαιρία να εκδηλώσω την εκτίμησή μου προς το πρόσωπό σας, π.χ. στην τελευταία επιφυλλίδα μου για την παρέμβασή σας στα γεγονότα των ημερών· έτσι, δεν θα παρεξηγηθούν, ελπίζω, οι προθέσεις μου:

Σε συνέντευξή σας στην Καθημερινή 28/12 διατυπώσατε, δεύτερη φορά το τελευταίο διάστημα, τον απολύτως εύλογο σκεπτικισμό σας για τον χωρισμό Εκκλησίας και κράτους. Η θέση σας όμως αυτή συνοδεύτηκε από την παρατήρηση ότι: «εάν [η Πολιτεία] επιθυμεί έναν τέτοιου είδους χωρισμό είναι στη διακριτική της ευχέρεια –αν όχι υποχρέωσή της– να το θέσει στην κρίση του ελληνικού λαού και εκείνος ας αποφασίσει ό,τι θέλει».

Μας ξένισε η πρότασή σας αυτή, κυρίως έπειτα από τη διαφωνία σας με τον προηγούμενο αρχιεπίσκοπο, ο οποίος ζητούσε δημοψήφισμα για την αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες.

Ας μην περάσουμε σε εικασίες, Μακαριότατε, για την απάντηση που θα έδινε πιθανότατα ο ελληνικός (και όχι μόνο) λαός σε δημοψήφισμα λ.χ. για επαναφορά της θανατικής ποινής, ή για την απέλαση των ξένων και το κλείσιμο των συνόρων.

Εδώ πρόκειται για θρησκευτικές ελευθερίες και ανθρώπινα δικαιώματα. Που δεν αντιμετωπίζονται με όρους πλειοψηφίας και μειοψηφίας. Αν ξεκινούμε από τον στοιχειώδη κώδικα κοινωνικής συμπεριφοράς που λέει ότι κλείνουμε το τζάμι στο λεωφορείο όταν έστω και ένας κρυώνει, δεν νοείται σε θέμα όπως η προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων να προσφεύγουμε και να επαφιέμεθα στην κρίση της οσοδήποτε συντριπτικής, ενδεχομένως, πλειοψηφίας.

Αναμφίβολα ο χωρισμός Εκκλησίας και κράτους είναι μείζων αλλαγή, με δεδομένη μάλιστα την ελληνική ιδιομορφία, με τη μακραίωνη συμπόρευση Εκκλησίας και κράτους, που έχει διαμορφώσει ήθη και παραδόσεις.

Εδώ όμως παραβλέπουμε, φοβούμαι, μιαν άλλη μείζονα αλλαγή, που έχει ήδη συντελεστεί, σιγά σιγά, αν και όχι αθόρυβα. Τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς από τις υπό ανάπτυξη χώρες περάσαμε στη χορεία των αναπτυγμένων, και γίναμε πλέον χώρα υποδοχής μεταναστών, έχουν μεταβληθεί οι πληθυσμιακές σταθερές. Ένα σεβαστό ποσοστό της τάξεως του 10% αποτελείται από ξένους, από ποικίλους τόπους καταγωγής, με ποικίλα θρησκεύματα, και σε ποικίλα στάδια ενταξιακής διαδικασίας.

Αυτή τώρα η αλλαγή έχει, πιστεύω, μεταβάλει άρδην ή και ακυρώσει τους όρους του προβλήματος που συζητούμε.

Όμως και πάλι, πάντα, ο σεβασμός εθνοτικών, θρησκευτικών κτλ. μειονοτήτων και η προστασία των δικαιωμάτων τους δεν συναρτάται με αριθμητικά κριτήρια.

Και αν η Πολιτεία είναι εντεταλμένη και υποχρεωμένη νομικά να τα προστατεύει, έχω την αίσθηση ότι πολύ περισσότερο θα έπρεπε να είναι δεσμευμένη ηθικά να τα προστατεύει μια Εκκλησία. Και πάντως μια Εκκλησία όπως την επαγγέλλεστε εσείς.

buzz it!

27/12/08

«Παθητικοί δέκτες της αυτοϋπονόμευσής μας»

Τα Νέα, 27 Δεκεμβρίου 2008

«Η νεολαία [...] καταγγέλλει την υποθήκευση, αν όχι την κλοπή, και την καταστροφή του μέλλοντός της»





«Η εύκολη λύση είναι να περιοριστούμε σε καταδικαστικά και επικριτικά σχόλια, επιρρίπτοντας όλη την ευθύνη σε όσους υπερέβησαν τα όρια της εύλογης διαμαρτυρίας. Δεν δικαιούμαστε όμως να ομιλούμε, αν δεν αναλάβουμε πρώτα τις ευθύνες που αναλογούν στον καθένα μας…»

διαβάστε τη συνέχεια...

Δύο βδομάδες από τη δολοφονία του Αλέξη, είδαμε πολλά, ακούσαμε και διαβάσαμε ακόμα περισσότερα. Και δεν ξέρω τι άλλο μπορεί να δούμε, να ακούσουμε και να διαβάσουμε ώς τη στιγμή που θα έχει ο αναγνώστης μπροστά του την εφημερίδα, τρεις πια βδομάδες από τη ματωμένη 6η Δεκεμβρίου. Εδώ πρέπει να διευκρινίσω πως τα κείμενα του «Βιβλιοδρομίου» γράφονται αρκετές μέρες πριν. Έτσι, μπαγιάτικο πράμα διαβάζει ο αναγνώστης, και ο συντάκτης μοιάζει βαρκούλα που αρμενίζει, όταν καράβια χάνονται.

Κι από κοντά, χάνεται ο έλεγχος και το μέτρο. Στις αντιδράσεις όλων. Στις αντιδράσεις των εξεγερμένων, πιο εύλογα πάντως εδώ, και παράλληλα στις αντιδράσεις των θεσμικών φορέων, των πολιτικών κομμάτων, των ΜΜΕ κτλ., απέναντι στο «συμβάν» αφενός, απέναντι στους εξεγερμένους αφετέρου. Η ανατροφοδότηση είναι έτσι εξασφαλισμένη, ο φαύλος κύκλος δεδομένος. Και κυρίως η πόλωση. Και επειδή πρώτα μας ενδιαφέρει η στάση η δική μας, των από δω: δύσκολο έως αδύνατο να διακρίνεις μέση οδό ανάμεσα σ’ έναν φιλονεϊσμό λαϊκίστικο ή απλώς γραφικό, όταν δεν είναι ιδιοτελής, και σ’ έναν μισονεϊσμό, ανεξάρτητα δυστυχώς από ιδεολογικοπολιτική τοποθέτηση, σε μια εν γένει αντιδραστική στάση. Που είναι απουσία ή και άρνηση κατανόησης, αλλά και τρομοκρατία απέναντι σε κάθε προσπάθεια κατανόησης –η οποία χαρακτηρίζεται αυτομάτως αποδοχή, συμπόρευση και, έμμεση έστω, υποδαύλιση.

Δύο βδομάδες μετά, θα μπορούσε να θεωρηθεί πολυτέλεια η απόσταση και προνομιακή η θέση αυτού που κάθεται τώρα να γράψει. Αλλά μόνο πολυτέλεια δεν είναι· είναι σχεδόν εφιάλτης, που μεγάλωνε όσο ακριβώς μεγάλωνε το διάστημα και πλήθαιναν οι εκρηκτικές αντιδράσεις στους δρόμους και αντίστοιχα οι σπασμωδικές αντιδράσεις φορέων και επιτελείων. Και όσο πλήθαιναν, εννοείται, και τα πάσης φύσεως δημοσιεύματα.

Μεμονωμένες καθαρές φωνές υπήρξαν· από θεσμικούς φορείς, κόμματα κτλ., συγκροτημένη, συνολική τοποθέτηση, μάλλον όχι –και λέγοντας «συγκροτημένη» είμαι αναγκασμένος να συναριθμήσω και τον Σύριζα, παρόλο που ήταν από τους πρώτους που είδε την εξεγερτική διάσταση των αντιδράσεων. Από τις μεμονωμένες τώρα φωνές θα περιοριστώ στον φίλο Παντελή Μπουκάλα, που μας άπλωνε καθημερινά, από τη στήλη του στην Καθημερινή, ένα σταθερό χέρι μέσα στη δίνη των ημερών. Αναμενόμενο όμως αυτό, για τους πολλούς που τον ξέρουν και τον παρακολουθούν.

Θα σταθώ έτσι κυρίως σε ό,τι μας ξάφνιασε, καθώς, γενικότερα, θα επιχειρήσω να προσεγγίσω τα όσα διαδραματίζονται μέσα από ξένο λόγο. Έτσι κι αλλιώς, άρχισα με παράθεμα. Συνεχίζω από την ίδια πηγή:

«Τα παιδιά μας δεν είναι εξαγριωμένα χωρίς λόγο. Η προσωπική επαφή μου με τους νέους μού δίνει το δικαίωμα να δηλώσω μετά λόγου γνώσεως ότι το σύνολο σχεδόν της νέας γενιάς δεν είναι εναντίον των αρχών, των αξιών και των ιδανικών που ενέπνευσαν και έθρεψαν το γένος μας, αλλά εναντίον όλων ημών που τους τα διδάσκουμε και συγχρόνως τα προδίδουμε ανερυθρίαστα και ασύστολα…»

Τώρα θα το καταλάβατε, είναι από την παρέμβαση του αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου (Κόσμος του Επενδυτή, 13/12). Και θα το καταλάβατε, γιατί το απόσπασμα αυτό ακούστηκε από τα τηλεοπτικά κανάλια και αναδημοσιεύτηκε σε όλες τις εφημερίδες, κατά κανόνα πάντως –και διόλου τυχαία, πιστεύω– μόνο αυτό, ή μαζί με ελάχιστα άλλα. Ακόμα και σε επίσημο τρόπον τινά ιστότοπο της Εκκλησίας της Ελλάδος δόθηκαν δύο όλα κι όλα αποσπάσματα, λογόκριναν δηλαδή την παρέμβαση του προϊσταμένου τους στο κάτω κάτω, ενώ π.χ. δημοσίευσαν ολόκληρο το μήνυμά του για τον ετήσιο «έρανο της αγάπης». Έτσι, θα δώσω εγώ μερικά παραθέματα ακόμα, καθώς το εν λόγω κείμενο, μία από τις πλέον ουσιαστικές και σφαιρικές τοποθετήσεις των ημερών, συγκεντρώνει όσα έπρεπε να είναι αυτονόητα για πολιτικούς και λοιπούς ταγούς, που τα ψελλίζουν όμως αποσπασματικά και με μισή φωνή, σαν ένα μίζερο «ναι μεν» που το συνθλίβει αμέσως ο πολιτικαντισμός τού «αλλά».

Η υποθήκευση του μέλλοντος

Και νά, διατυπωμένο απερίφραστα, ένα «αυτονόητο», που όμως αρνούμαστε να σκεφτούμε καν τις λογικές συνέπειές του:

«Η νεολαία νιώθει όχι μόνο το ασφυκτικό παρόν που φτιάξαμε εμείς οι φυσικοί ή θεσμικοί γονείς τους, αλλά, κυρίως, καταγγέλλει την υποθήκευση, αν όχι την κλοπή, και την καταστροφή του μέλλοντός της».

«Βέβαια» συνεχίζει ο αρχιεπίσκοπος, «οι βανδαλισμοί, η καταστροφή των περιουσιών, η πυρπόληση του μόχθου εργοδοτών και εργαζομένων, χωρίς συναίσθηση των κοινωνικών συνεπειών, και η εξάντληση των δυνάμεων της νεολαίας μόνο για την εκτόνωση της οργής απλώς ανοίγουν περισσότερες πληγές και θρέφουν τον φαύλο κύκλο της παρακμής.

»Όμως, πώς να καταδικάσεις τον αδικημένο για τα λάθη του, αν δεν αναζητήσεις πρώτα τρόπους και λύσεις που να δίνουν ελπίδα [...];

»Για πόσο ακόμα μπορούμε να στεκόμαστε [...] αδιάφοροι ή αυτοκαταστροφικά βολεμένοι απέναντι σε φαινόμενα τα οποία όλοι γνωρίζουμε, όλοι συμφωνούμε ότι δεν είναι δυνατόν να συνεχίζονται, όλοι δηλώνουμε ευκαίρως-ακαίρως τη δυσφορία μας και συγχρόνως τα συντηρούμε ή τα ανεχόμαστε ως παθητικοί δέκτες της ίδιας μας της αυτο-υπονόμευσης;»

Αυτονόητα; Ναι, αφού όλοι τα «δηλώνουμε ευκαίρως-ακαίρως», κατά κόρον, όχι όμως και σε μια κρίσιμη στιγμή, οπότε είναι ασύμφορο πολιτικά. Τότε τα αυτονόητα βαφτίζονται λόγος υποδαυλιστικός βανδαλισμών και τρομοκρατίας.

Πολιτική τυφλότητα ή πολιτικάντικη δολιότητα;

Θα συνεχίσω.

buzz it!

26/12/08

το Μανιφέστο των Τριών

Επιτέλους, κάποιοι το κατάλαβαν ότι δεν βρέχει, αλλά μας φτύνουν!

Κι έσπευσαν έτσι ν’ αφήσουν το ομπρελίνο και να φορέσουν —επιδεικτικά πλέον, αλλά δε γινόταν κι αλλιώς— τα πιο βαριά τους ρούχα, όσα έκρυβαν —όχι και με μεγάλη επιμέλεια ή επιτυχία, οφείλω να πω— στα ιδεολογικά μπαούλα τους

διαβάστε τη συνέχεια...

Επιτέλους κατάλαβαν ότι σειρά μας πια: είμαστε η γενιά της εξουσίας, είμαστε οι γονείς, οι μεγάλοι. Έσπευσαν έτσι και εδώ να αποδείξουν ότι το χάσμα των γενεών είναι νομοτέλεια αδήριτη, ένας προαιώνιος κύκλος απ’ όπου δύσκολα βγαίνει κανείς —αν τάχα θέλει καν να βγει…

Αμνήμονες; Όχι· λυσσασμένοι που μας αμφισβητείται η εξουσία. Ή που μας πήρανε χαμπάρι

Ή, να το πω αλλιώς: Ανίκανοι να καταλάβουμε; Και τότε ηλίθιοι; Μπορεί. Ή μήπως καταλαβαίνουμε αλλά δε μας συμφέρει, δε μας παίρνει να το δείξουμε; Κι αυτό μπορεί. Μα τότε απατεώνες. Που όμως, είπαμε, μας πήρανε χαμπάρι

Και ιδού ο λόγος της γενιάς μου, της γενιάς της εξουσίας, μαζί κι ενός πρεσβύτερου, λόγος κατεξοχήν εξουσιαστικός, όταν δεν είναι αφόρητα κοινότοπος στην πιο αγοραία εκδοχή τής θεατρινίστικα ιερής οργής του

Όπου μίλησε ο κοινότοπος λοιπόν για κοινοτοπία των κούφιων συνθημάτων και της ξύλινης γλώσσας, για εκ του ασφαλούς αντιεξουσιαστές, το ’παν αυτό αυτοί που παίζουν τάχα πού και τι απ’ το κεφάλι τους; και κατακεραύνωσαν, οϊμέ, τους ενοχικούς μεσήλικους που προτρέπουν να «αφουγκραστούμε τα μηνύματα» της ανομίας [δικά τους τα —ειρωνικά— εισαγωγικά]

κι είπαν για την αμφισβήτηση της ίδιας της δημοκρατίας, με την επίθεση στην καρδιά της, που είναι η ελευθερία της σκέψης, του λόγου και της έκφρασης, που αντιπροσωπεύει η τέχνη, γιατί ο λόγος είναι, ντε, η διακοπή των παραστάσεων σε ορισμένα θέατρα

από τους «επαναστατημένους» [πάλι δικά τους τα εισαγωγικά] νεαρούς που μαγάρισαν [ναι, μ’ αυτή τη λέξη το ’παν] ανενόχλητα την Ακρόπολη, οι απολίτιστοι, που μόνο ότι βρομάν τα πόδια τους δε μας είπαν οι Μαριαντουανέτες…

Κι όπως ξεμπρόστιασαν τους «ενοχικούς μεσήλικους», μας έδειξαν με το δάχτυλο, οι ιδεολογικοί κουκουλοφόροι, τους καλλιτέχνες που αποφάσισαν να υποκύψουν στη βία και να διακόψουν τις παραστάσεις τους, κι αυτό από τον φόβο του όχλου, οπότε, την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούντες, υποκρίθηκαν ότι «συμπαρίστανται» [ξανά τα εισαγωγικά δικά τους]

Τέτοια φτηνά και ιταμά και άλλα διάφορα,

που τηρουμένων των αναλογιών ξεπερνούν σε βία τη βία του πιο έξαλλου κουκουλοφόρου!

Αυτά, και υπογράφω

Ένας όντως ενοχικός μεσήλικος, γεμάτος ενοχές και ντροπή, γιατί για τα παιδιά μας —αναπόφευκτα ώς έναν μεγάλο βαθμό— είμαστε όλοι ίδιοι, μία κοψιά με τους γυρολόγους εμποράκους της διανόησης...


ΥΓ 1. το κείμενο των τριών δημοσιεύτηκε και στα Νέα, 24/12, με υπέρτιτλο: «Κείμενο οργής για τις καταλήψεις (sic) στα θέατρα», τίτλο παρμένον από το κείμενο: «Πού μπαίνει το όριο στην κωμικοτραγική “πολιτιστική επανάσταση” των απολίτιστων;» και με σχετική αναγγελία στην πρώτη σελίδα.

ΥΓ 2. ψύλλοι στ' άχυρα, αλλά έχουμε κι εμείς τα γνωστά κολλήματά μας: αν το εν λόγω κείμενο δεν το 'γραψε, όπως συνηθίζεται, ένας και το υπέγραψαν έπειτα οι άλλοι, ο ένας πάντως από τους τρεις είναι δηλωμένος αρχαιολάγνος —αρχαιομαθής κατά δήλωσή του, εσχάτως και μεταφραστής από τα αρχαία· θα περίμενε λοιπόν κανείς να μην έχει ξεφύγει αυτό το "φιλοτιμίαν ποιούντες" αντί "ποιούμενοι": άτιμο πράμα όμως τ' αρχαία, κι ας τα έχουμε στο DNA μας. Δείτε και άλλη ελληνικούρα, που τη σχολίασε έγκαιρα και εύστοχα ο Νίκος Σαραντάκος.



βλ. και [με χρονολογική σειρά]:
όλντ μπόι
ροΐδη εμμονές
άνεμο
τιπούκειτο
φωτ. τσαλίκογλου
γιάννη καλαϊτζή
γ. βέλτσο
εύα κοταμανίδου
ν. ζαρταμόπουλος
κωστής παπαϊωάννου

buzz it!

20/12/08

στις επάλξεις [15], αμπελοφιλογλωσσίες (ή αμπελογλωσσοσοφίες)

«Ποτέ δεν θα χαθούν τα Ελληνικά, παρά τα πολλά, ως λαού, αρνητικά μας…», Βασίλης Αλεξάκης

«Η γλώσσα μας είναι σαν διαστημικός σταθμός, που τον διαχειρίζονται νήπια», Γιώργος Πανουσόπουλος

με αυτά τα δύο αποφθέγματα, σε διαφορετική σελίδα το καθένα κάτω από τη φωτογραφία του κάθε δημιουργού, επιγράφονται οι «διάλογοι» με την επιμέλεια του Σωτήρη Κακίση στο «Κ» της κυριακάτικης Καθημερινής 14/12/08, σ. 79-82.

διαβάστε τη συνέχεια...

αντιγράφω ελάχιστα και σκόρπια:

από το εισαγωγικό του Σ. Κακίση: «[...] ο Βασίλης Αλεξάκης [...] κι ο Γιώργος Πανουσόπουλος [...] διαφωνούν εδώ συμφωνώντας για τις αξίες και τον τρόπο αυτής της επίμονης και πληγωμένης, ποιητικότατης όμως πάντα γλώσσας»

Γ.Π. «Η ελληνική γλώσσα, κι ας μην το ξέρει ο κάθε υπουργός αυτό αλλά το ξέρω εγώ, θεωρείται ονοματοποιός γλώσσα. Δεν είναι η μοναδική, αλλά τα Αγγλικά και τα Γαλλικά π.χ. ονοματοποιοί γλώσσες δεν είναι.» [...]

«Η λέξη ενέργεια, θέλω να πω, για έναν Άγγλο είναι σημειολογική και τίποτα παραπάνω. Ένα σύμβολο, που να το εξηγήσει γλωσσικά, αν δεν καταφύγει στα Ελληνικά, του είναι αδύνατο.»

Β.Α. «Πάντως, η έπαρση για οποιαδήποτε γλώσσα κατ’ εμέ δεν δικαιολογείται, γιατί καμία γλώσσα δεν είναι προϊόν ενός και μόνο λαού. Άρα δεν δικαιούται ο υπουργός να βγαίνει και να λέει διάφορα, κομπάζοντας για τα Ελληνικά.»

Γ.Π. «Δεν δικαιούται γιατί δεν τα ξέρει τα Ελληνικά, αυτό να το δεχτώ. Αλλά όλη αυτή η θεωρία περί ινδοευρωπαϊκής γλώσσας ένα παραμύθι φιλολογικό είναι [...]»

Γ.Π. «[...] πες μου μιαν άλλη λέξη για τη λέξη δημοκρατία, μπορείς; Εγώ θυμάμαι ένα σίριαλ που κορόιδευε ο Άγγλος πρωθυπουργός τον Ιρλανδό πρωθυπουργό, που ζητούσε δημοκρατία για την Ιρλανδία, λέγοντάς του “Εσείς δεν έχετε καν λέξη για τη δημοκρατία, κύριε!” Ο Άγγλος την έβγαινε, δηλαδή, στον Ιρλανδό με ξένα κόλλυβα. Δεν σ’ αρέσει, λοιπόν, σ’ ενοχλεί, που η Ελληνική έχει δώσει όνομα σε τόσο πολλά πράγματα;»

Κακίσης: «Πριν από αρκετά χρόνια σ’ ένα συνέδριο για τη γλώσσα στον Μίλωνα στη Νέα Σμύρνη, ο Διονύσης Σαββόπουλος είχε την ιδέα να ηχογραφήσουμε τυχαίες ομιλίες από το δρόμο και να τις αναπαράγουμε σε πολύ αργή ταχύτητα μετά: συνειδητοποιήσαμε τότε πως οι άνθρωποι έλεγαν υποδειγματικά ακόμα τις βαρείες και τις μακρές συλλαβές! [...]»

Β.Α. «[...] Οι γλώσσες είναι αθώες, οι πολιτικές και οι άνθρωποι τις εχθρεύονται και τις βιάζουν συχνά. Κι αν σήμερα π.χ. οικονομικοί και εμπορικοί και λόγοι παγκοσμιοποίησης επιβάλλουν παντού τα Αγγλικά, τα ίδια τα Αγγλικά σε τίποτα δεν φταίει. Θύμα είναι και η Αγγλική αυτής της πολιτικής. Γιατί να γράφει κανείς π.χ. σε μια γλώσσα η οποία από την υπερβολική της χρήση έχει καταντήσει υποτυπώδης; Δεν θα ήθελα να ήμουν τώρα Άγγλος συγγραφέας. Τι ποίηση να βγει πια μέσα απ’ όλη αυτή τη φθορά;»

Σ.Κ. «Μεγάλη, ξαφνικά, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, λέω εγώ!»

Γ.Π. «Το ίδιο πρόβλημα δεν είχαν και τα Ελληνικά την Ελληνιστική Εποχή, που ήταν γλώσσα παγκόσμια; Δεν ξέπεσε σε βαρβαρική σχεδόν, λόγω της ανάγκης να μιλιέται από τόσους ξένους λαούς; Και τώρα το ίδιο γίνεται με τα Αγγλικά περίπου: μιλάμε για μια γλώσσα με διακόσιες όλες κι όλες λέξεις ευρείας χρήσης.»

Και το κλείσιμο:

Γ.Π. «Εγώ αισθάνομαι πως τα Ελληνικά παραμένουν ένα τεράστιο μηχάνημα, σαν δορυφόρος πολύπλοκος, σαν διαστημικός σταθμός, που τον διαχειρίζονται όμως κάτι παιδιά νηπιαγωγείου. Που δεν καταλαβαίνουν σχεδόν τίποτα. Εμείς μπροστά στη γλώσσα μας είμαστε πάρα, μα πάρα πολύ μικροί. Και δεν μπορούμε, δυστυχώς, ούτε να τη φτιάξουμε, αλλά δεν μπορούμε, ευτυχώς, ούτε να την καταστρέψουμε».

Το θλιβερό συμπέρασμα:

Πολύ Άδωνη, πολλή «Ελληνική Αγωγή» και πολλή Τζιροπούλου-Ευσταθίου παρακολουθεί ο Γιώργος Πανουσόπουλος.

Το αισιόδοξο συμπέρασμα:

Αν η «υποτυπώδης» πλέον Αγγλική απαρτίζεται από «διακόσιες όλες κι όλες λέξεις», κι εδώ σ’ εμάς χαρακτηρίζονται λεξιπένητες οι νέοι που χρησιμοποιούν κι αυτοί 200 όλες κι όλες λέξεις, σημαίνει πως της σημερινής Ελληνικής, υπό κανονικές συνθήκες μη λεξιπενίας, οι λέξεις τής τρέχουν απ’ τα μπατζάκια.

Κι ένα κατινίστικο ΥΓ:

Αν το πρώτο πληθυντικό που χρησιμοποιεί ο Σ. Κακίσης, όταν αναφέρεται στην περιβόητη «έρευνα» του Σαββόπουλου, σημαίνει πως ήταν κι αυτός στην "ερευνητική ομάδα", οπότε του ανήκει κατιτίς από τη δόξα του αρχιερευνητή, διόλου δεν τη στηρίζει την υπόθεσή του(ς) με την "αργή ταχύτητα": πού πήγανε, ορέ, τα σούπερ μηχανήματα και κοτζαμάν παλμογράφοι;

buzz it!

στις επάλξεις [14], εκωλοκάθισεν και έγραψεν ο ποιητής

"Tο έγκλημα έχει γίνει το 1981, για να είμαστε ψυχροί, και επειδή πρέπει να σεβαστούμε τα παιδιά, όσα παιδιά αυτή τη στιγμή μας βλέπουνε, το 1981, δεν μας νοιάζει ποιοι, μία κυβέρνηση το πρότεινε και η αμέσως επόμενη το εφήρμοσε, φύγαμε από το πολυτονικό και περάσαμε στο μονοτονικό"

έτσι έγραψε ο ποιητής, "της αμφισβήτησης" κάποτε, Δημήτρης Ιατρόπουλος, γραφικός μαϊντανός των καναλιών από καιρό πια

σχετικό βιντεάκι από συζήτηση του "ποιητή" με σταθερώς συναινούσα κυρία προβλήθηκε στην εκπομπή της 16/12 του Αναστασιάδη --με το συμπάθιο--, σε προφανή συσχετισμό με τα γεγονότα των ημερών

[για τη χρονική σύμπτωση όρκο δεν παίρνω, αν δεν ήταν δηλαδή έτσι σερβιρισμένο από τον Αναστασιάδη, αλλά, όπως και να 'ναι, καλοφάγωτο]

buzz it!

13/12/08

Μετανάστες, ρατσισμός και προτεραιότητες

το κομμάτι αυτό, που αποτελεί και συνέχεια σε προηγούμενο, γράφτηκε την περασμένη Κυριακή, με τα πρώτα δακρυγόνα, γιατί το Βιβλιοδρόμιο με τα "βιβλία για τις γιορτές" θα τυπωνόταν πολύ νωρίτερα από άλλες φορές. Έτσι εμφανίζεται τώρα, σαν μ...ί που χτενίζεται. Με ντροπή αφιερώνεται καθυστερημένα στον μικρό Αλέξη πρώτα, κι έπειτα σ' όλα τα παιδιά στους δρόμους

Τα Νέα, 13 Δεκεμβρίου 2008


Όχι στην γκετοποίηση, οπωσδήποτε. Όχι όμως και στην "αμιγοποίηση": "Να φύγουν όλοι οι ξένοι, δεν τους θέλουμε, δεν τους χρειαζόμαστε", ακούμε συχνά από πολλούς, το φώναζε αλλόφρων στην κάμερα και ένας ηλικιωμένος στη συγκέντρωση στον Άγιο Παντελεήμονα: φαντάζομαι ότι δεν έβαλε ποτέ Αλβανό να του βάψει το σπίτι, ούτε και θα δεχτεί Βουλγάρα εσωτερική να τον γηροκομήσει

Τους μετανάστες βρόμικους δεν τους θέλουμε, γιατρούς στα νοσοκομεία δεν τους θέλουμε· πεινασμένους στα παγκάκια δεν τους θέλουμε, αριστούχους στα σχολεία δεν τους θέλουμε. Τι τάχα θέλουμε, οι Αμιγείς και Άριοι εμείς;

το πλήρες κείμενο:

Δεν νοείται να μαζεύεις πορτοκάλια σε ξένη χώρα και να ξεσκατίζεις κατάκοιτους γέρους χωρίς να ξέρεις το έργο του βυζαντινού ιστορικού Προκόπιου.

Κάπως έτσι σχολίασα στην προηγούμενη επιφυλλίδα τα θέματα των εξετάσεων και έμμεσα τις ίδιες τις εξετάσεις στις οποίες υποβλήθηκαν οι μετανάστες, για να τους δοθεί όχι υπηκοότητα αλλά άδεια «επί μακρόν διαμένοντος». Και κατέληγα ότι στις εξετάσεις αυτές ουσιαστικά κοπήκαμε εμείς, σαν κοινωνία.

Έτσι κι αλλιώς πρόκειται για «στιγμιότυπο» απλώς στον αμέθοδο έως απάνθρωπο τρόπο αντιμετώπισης των μεταναστών και των προβλημάτων τους, μία μόνο πτυχή, τριτεύουσας σημασίας, της επίσημης πολιτικής απέναντί τους.

Η οποία πολιτική εμφανίζεται σαν έλλειψη πολιτικής, μα δυστυχώς συνιστά μελετημένη, μπορεί πρόχειρα και τσαπατσούλικα, πάντως σχεδιασμένη πολιτική. Γιατί είναι πολιτική η μη χορήγηση ασύλου, ή ακριβέστερα το μηδέν κόμμα κάτι ποσοστό χορήγησης ασύλου, ο αριθμός των απελάσεων αλλά και ο τρόπος της απέλασης, οι συνθήκες κράτησης των υπό απέλαση, ο εξευτελισμός και τα βασανιστήρια –πολύ πριν φτάσουμε στη γενικότερη αντιμετώπιση, ακόμα και οικονομική εκμετάλλευσή τους, από εμάς, ατομικά πλέον.

«Είστε χώρα κολαστήριο» ήταν ο κόλαφος στο αναίσθητο μάγουλό μας από το διεθνές Παρατηρητήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, που τον χρησιμοποίησε σαν τίτλο εδώ τις προάλλες (Νέα, 27/11) η Νατάσα Μπαστέα, με συντριπτικά στοιχεία από την έκθεση της διεθνούς οργάνωσης. Και δεν ήταν η πρώτη έκθεση αυτή, ούτε το πρώτο σχετικό άρθρο.

Έτσι, μάλλον με εξέπληξε ένα γράμμα που έλαβα, έπειτα από την προηγούμενη επιφυλλίδα μου, από καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Αιγαίου, τον κ. Γ. Φλέσσα. Θα το παραθέσω ολόκληρο, χωρίς περικοπές που θα μπορούσαν να αλλοιώσουν τις θέσεις του:

«(α) Το μεταναστευτικό πρόβλημα στην Ελλάδα έχει πάρει ήδη απίστευτα εκρηκτικές διαστάσεις, όπως ακόμα και το ΤΙΜΕ, 1.12.2008, σελ. 38, σε σχετικό άρθρο του επισημαίνει. Εμείς εδώ τηρούμε πλήρη σιωπή για την ουσία του θέματος και αναλισκόμεθα σε άρθρα ενδιαφέροντα μεν αλλά παντελώς άσχετα με την ουσία, όπως π.χ. το δικό σας ή άλλα σχετικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εκατοντάδες χιλιάδες παράνομοι μετανάστες και οι κάτοικοι των περιοχών που ζούνε μαζί τους (π.χ. στον Α. Παντελεήμονα). Αυτά τα προβλήματα είναι απότοκα της ανικανότητάς μας να χειρισθούμε το θέμα.

»(β) Στην ΕΕ όλες οι σοβαρές χώρες (π.χ. Η. Βασίλειο, Ιταλία, Γαλλία κλπ. ) ήδη ορίζουν ποσόστωση επί του πληθυσμού τους. Επιπλέον δε καθορίζουν σε ποιες ειδικότητες και πόσους μετανάστες χρειάζονται. Εδώ φυσικά απολύτως τίποτα, όλα στην τύχη τους...

»(γ) Η πολιτεία είναι, λόγω του όγκου των μεταναστών, τελείως ανίκανη να τους περιθάλψει και έτσι βλέπουμε τις γνωστές εικόνες ντροπής.

»(δ) Η παραπληροφόρηση του κοινού για τον Ξένιο Δία είναι απαράδεκτη. Η φιλοξενία στην αρχαία Ελλάδα αφορούσε αποκλειστικά τους Έλληνες από όπου και αν προήρχοντο και σε αυτούς αναφέρεται η λέξη “ξένος”. Όλοι οι άλλοι ήταν “αλλοδαποί” (από άλλο τόπο μη ελληνικό). Πληροφορηθείτε την συμπεριφορά του Σόλωνα στον φίλο του φιλόσοφο Ανάχαρσι από την Σκυθία, ο οποίος μάλιστα ήταν και μισός Αθηναίος!

»(ε) Ας σοβαρευτούμε όμως τώρα και ας ακολουθήσουμε την ΕΕ πραγματικά και όχι μόνο στα λόγια. Αλλιώς πολύ γρήγορα θα δούμε να εκκολάπτεται και εδώ το αυγό του φιδιού. Πρώτα δείγματα ήδη εμφανίζονται. Και τότε θα είναι μάλλον αργά...»

Δεν θα σταθώ στο κάπως απαξιωτικό (δ)· ήταν, νομίζω, προφανής η ειρωνική χρήση του στερεότυπου περί απογόνων του Ξένιου Δία, αυτών που γενικότερα θέλουν να αγνοούν ότι δεν έλειψε από τον αρχαίο κόσμο καμία απ’ τις σημερινές μας «αρετές»: απ’ τον χρηματισμό, απ’ τη ρεμούλα, τη μηχανορραφία, έως αυτό που θα λέγαμε σήμερα εθνοπροδοσία.

Θα συμφωνήσω όμως στα περισσότερα από τ’ άλλα που συσχετίζονται με την έλλειψη κεντρικού σχεδιασμού.

Άχρηστα ή και άτοπα διλήμματα

Ότι υπάρχει πρόβλημα με τον αριθμό των μεταναστών είναι σίγουρο. Ότι δεν υπάρχει σοβαρά σχεδιασμένη επίσημη πολιτική για την αντιμετώπιση του προβλήματος είναι κι αυτό σίγουρο. Μαζί όμως μ’ αυτά, ή μάλλον πριν από αυτά, είναι εξίσου σίγουρο ότι υπάρχει ξενοφοβία, ότι υπάρχει ρατσισμός, έστω λανθάνων, ρατσισμός που αφυπνίζεται, που ενεργοποιείται, από τις υπαρκτές δυσάρεστες πλευρές του υπαρκτού προβλήματος. Είναι ενδιάθετος λοιπόν ο ρατσισμός. Κι η αντιμετώπισή του πρέπει να είναι πάντοτε προτεραιότητά μας. Γιατί, αν κάποτε, ενδεχομένως και για πολύ, υπνώττει, δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει· κι όταν λοιπόν ξυπνάει, δεν φταίει, οπωσδήποτε δεν φταίει μόνο, το ότι αφοδεύει δίπλα μας ο εξαθλιωμένος μετανάστης. Κι αν αύριο υπάρξει τάχα σωστά και σοφά σχεδιασμένη πολιτική, και πάλι τάχα ξαναπέσει σε λήθαργο ο ρατσισμός, πάλι αυτό δεν σημαίνει πως δεν θα υπάρχει.

Ούτως ή άλλως φοβάμαι ότι υποβαθμίζουμε το πρόβλημα αν το δούμε με όρους μηχανιστικούς, οπότε και αφυδατωμένο ιδεολογικά, αν δηλαδή η τρέχουσα πραγματικότητα γέννησε τον ρατσισμό και τη βία απέναντι στον ξένο ή είναι ενδιάθετος ο ρατσισμός, και έρχεται να τον ξεγεννήσει η τρέχουσα πραγματικότητα. Όμως αυτό, η πραγματικότητα και η αντίδραση σ’ αυτήν, είναι πια κάτι σαν επιφαινόμενο· το φαινόμενο είναι ο ρατσισμός, έστω λανθάνων και ασύνειδος –για να μην πω, κυρίως τότε. Εκεί λοιπόν είναι η πολλή δουλειά. Αυτή είναι η προτεραιότητα.

Ή, άντε, πιο απλά και ρεαλιστικά: Ώσπου να υπάρξει σχεδιασμένη κτλ. πολιτική, ας κοιτάξουμε πώς δεν θα είμαστε «χώρα κολαστήριο», κόλαση για τον ξένο δηλαδή. Σε συλλογικό, κοινωνικό επίπεδο, αλλά και σε ατομικό –που είναι τελικά το ίδιο.

buzz it!

11/12/08

Ιταμός και προβοκάτορας

σκίτσο του πάντοτε εμπνευσμένου Αντρέα Πετρουλάκη, από την Καθημερινή, 11.12.08


Ένας περήφανος για το παρατσούκλι του Ράμπο, νταής με τη σιγουριά που του παρέχει ένα όπλο, το οποίο και χρησιμοποιεί πυροβολώντας στον αέρα ή κατευθείαν στο στόχο –παντελώς αδιάφορο ως προς την ουσία–, αυτός λοιπόν ο Ράμπο, διά χειρός του συνηγόρου του προφανώς, υβρίζει τη μνήμη του νεκρού εφήβου και θύματός του, μιλώντας για την «αποκλίνουσα συμπεριφορά» του, και παραδίδει μαθήματα κοινωνιολογίας, μιλώντας για τους γόνους πλουσίων οικογενειών από το Ψυχικό που συχνάζουν στα Εξάρχεια κτλ.

Και έστω ότι αυτός είναι κατηγορούμενος και προσπαθεί να ελαφρύνει τη θέση του.

Έρχεται όμως και ο κατ’ εξακολούθηση παραβατικός συνήγορός του, που χρόνια τώρα διασύρει κάθε έννοια κοινωνικής συμπεριφοράς σε γήπεδα και σε τηλεοπτικά κανάλια, και πέρα απ’ όλα τα παραπάνω, που αν τάχα δεν τα γράφει ο ίδιος, σίγουρα τα προσυπογράφει, εμφανίζεται τιμητής των πολιτικών: κατηγορεί με ιταμό ύφος τους πολιτικούς αρχηγούς και μάλιστα τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ότι για πολιτικά οφέλη και «για να σώσουν το τομάρι τους» εκμεταλλεύτηκαν την υπόθεση, πριν ακόμη αποφανθεί η δικαιοσύνη «αν θα έπρεπε να πυροβολήσει ο αστυνομικός και αν θα έπρεπε να χαθεί αυτό το παιδί»!

Λέει δηλαδή έμμεσα στους νέους ο εν λόγω, μάλλον δίνει έμμεσα το σύνθημα, την επόμενη φορά να μην κάψουν απλώς καταστήματα αλλά και ζωντανούς ανθρώπους!

Τέτοια απροκάλυπτη προβοκάτσια δεν διώκεται άραγε αυτεπάγγελτα;

Ή μήπως όλα πια είναι «θέλημα Θεού»;

buzz it!

9/12/08

Παντελής Μπουκάλας: "Το Σύνταγμα και το αίμα"

Καθημερινή, 9 Δεκεμβρίου 2008

Νοέμβριος 1980. Κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας. Μαζική διαδήλωση. Η εργάτρια Σταματίνα Κανελλοπούλου, 21 ετών, πέφτει νεκρή, χτυπημένη από τα κλομπ των αστυνομικών, ενώ ο Κύπριος φοιτητής Ιάκωβος Κουμής, 26 ετών, σκοτώνεται από πυροβόλο όπλο. Η υπεσχημένη «εξονυχιστική έρευνα» και η «παραδειγματική τιμωρία των ενόχων» έμειναν λόγος κενός. Κανένας ένοχος δεν βρέθηκε, για να δοθεί έτσι το σήμα ατιμωρησίας προς τις δυνάμεις ασφαλείας. Εκτοτε, κάποιοι, φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί ζουν με το βάρος δύο αδικοχαμένων ψυχών· αλλά στη δική τους ψυχή δεν πρέπει να ήταν ιδιαίτερα μεγάλο το βάρος αυτό.

διαβάστε τη συνέχεια...

Νοέμβριος 1985. Κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ. Εξάρχεια. Ο αστυνομικός Αθανάσιος Μελίστας σκοτώνει τον μαθητή Μιχάλη Καλτεζά· η σφαίρα βρίσκει τον δεκαπεντάχρονο στο πίσω μέρος του κεφαλιού του. Ο υπερυπουργός Μένιος Κουτσόγιωργας παραιτείται «για λόγους ευθιξίας», αλλά η παραίτησή του δεν γίνεται αποδεκτή από τον πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου· η ευθιξία πάντως ή υπάρχει ή δεν υπάρχει, δεν υπακούει σε κανένα νόμο σχετικότητας, δεν εξαρτάται από τη βούληση κανενός ανωτέρου. Ο Μελίστας καταδικάζεται πρωτοδίκως σε δυόμισι χρόνια φυλάκιση με αναστολή και στο εφετείο αθωώνεται. Το σήμα ατιμωρησίας ξαναδίνεται.

Δεκέμβριος 2008. Εξάρχεια. Ενας ειδικός φρουρός, που οι συνάδελφοί του τον αποκαλούν «Ράμπο», σκοτώνει τον μαθητή Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο· η σφαίρα βρίσκει τον δεκαπεντάχρονο στο στήθος. Οι δεκάδες αυθόρμητες μαρτυρίες, στην τηλεόραση και στο Διαδίκτυο δεν επιτρέπουν στις δυνάμεις ασφαλείας να προωθήσουν το απαλλακτικό σενάριο του «αστυνομικού εν αμύνη» και του «βρασμού ψυχής». Οι αυτόπτες βεβαιώνουν ότι ο αστυνομικός εκτέλεσε εν ψυχρώ το παλικαράκι ύστερα από ασήμαντο φραστικό επεισόδιο και αμέσως έπειτα αποχώρησε μαζί με τον συνάδελφό του, αφήνοντάς το να ξεψυχάει. Ο υπερυπουργός Π. Παυλόπουλος και ο υφυπουργός Π. Χηνοφώτης υποβάλλουν την παραίτησή τους «για λόγους ευθιξίας». Ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής δεν αποδέχεται την παραίτησή τους· η ευθιξία ωστόσο υπάρχει ή δεν υπάρχει, δεν υπακούει σε κανέναν νόμο σχετικότητας.

Συγκλονισμένοι οι μαθητές από τον φόνο του αδελφού τους διαδηλώνουν την οργή τους. Με την πικρή γνώση ότι η φωνή τους δεν θα ακουστεί, καταθέτουν στον Αγνωστο Στρατιώτη λουλούδια και βιβλία, Αρχαία, Λογοτεχνία, Μαθηματικά, όσα διαβάζει ένα παιδί. Ανάμεσα στα βιβλία ίσως διακρίνουμε κι ένα αντίτυπο του Συντάγματος, με υπογραμμισμένα δύο σημεία: Αρθρο 2.1: «Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας». Αρθρο 5.2. «Ολοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους». Αυτό το «όλοι» το έχουν διπλά υπογραμμίσει οι μαθητές. Με αίμα.

buzz it!

1/12/08

15,48-3=12,48:2=6,24, ή Και μετρώντας τα να κλαις

Παγκόσμιοι πρωταθλητές του σεξ οι Έλληνες, μέρα παρά μέρα κάνουμε έρωτα οι γαμίκουλες! Πάντως έτσι δηλώσαμε σε έρευνα της Durex πριν από 3-4 χρόνια.

Και πρωταθλητές παραμένουμε και το 2008, πάλι σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της Durex, τώρα όμως κάνοντας έρωτα μία φορά τη βδομάδα: λεπτομέρειες.

Αν τώρα πει καμιά κακιά γλώσσα πως πάντα τα φουσκώνουμε, πως η αλήθεια είναι στα μισά, τότε η αριθμητική είναι αμείλικτη:

15,48 εκατ. – 3 εκατ. = 12,48 εκατ. : 2 = 6,24 εκατ.

Ιδού:

http://news.yahoo.com/s/nm/20081128/od_uk_nm/oukoe_uk_germany_condoms

buzz it!

"Λυπάμαι, κοπήκατε!" ή Οι «πανελλαδικές» των μεταναστών

Τα Νέα, 29 Νοεμβρίου 2008 [αναπτυγμένη μορφή παλαιότερου ποστ εδώ]

Είναι αδιανόητο να μαζεύεις σε ξένη χώρα πορτοκάλια ή να ξεσκατίζεις κατάκοιτους γέρους και να μην ξέρεις «τι περιέγραψε ο ιστορικός Προκόπιος»!


Μετανάστες μαθητές, στην αυλή του κολεγίου τους, ώρα διαλείμματος, συζητούν ενθουσιασμένοι για τις νεοαποκτηθείσες γνώσεις τους, για τον Μαξέντιο, τον Προκόπιο, και τη μεταφορά του διοικητικού κέντρου από τη Ρώμη στο Βυζάντιο

το πλήρες κείμενο:


«Λυπάμαι, κοπήκατε! Το όνειρο του X-Factor (ή πιο παλιά του Fame Story κτλ.) για σας τελειώνει εδώ!»

Νά η φράση-εφιάλτης, η φράση-καταπέλτης, πολύ περισσότερο αν σ’ την έχει εκσφενδονίσει ο Μουρατίδης, ετυμηγορία που ισοδυναμεί με θανατική ποινή για τα χιλιάδες παιδιά που συνωστίζονται στα διάφορα ταλεντοπροωθητικά ή ταλεντοκατασκευαστικά προγράμματα, παιδιά πάντως όχι όλα ψώνια και όχι όλα ατάλαντα, όπως εύκολα γράφουμε οι μπουλντόζες, οι οδοστρωτήρες εμείς.

Τώρα όμως δεν έχουμε να κάνουμε με ταλεντοκατασκευαστικά προγράμματα, αλλά με μύλους που αλέθουν άλλου είδους όνειρα. Και δεν έχουμε να κάνουμε με παιδιά, ψώνια και μη, που ονειρεύονται μια φωταγωγημένη μαρκίζα και μια ντιζαϊνάτη πίστα με φωτορυθμικά, άντε κι ένα σιντί, μπας και παραταθεί λιγάκι η εφήμερη φήμη.

Τώρα είναι οι μετανάστες, με το όνειρο να νιώσουν ένα μόλις σκαλί παραπάνω προς το «άνθρωποι» –και πάλι περίπου, όχι ακόμα «κανονικοί». Και πολύ πιο πρακτικά, μπας και παραταθεί λιγάκι κι εδώ η εφήμερη πια ζωή. Μπας και γίνει ζωή δηλαδή.

Και αυτό το σκαλί παραπάνω, που είπα, είναι η άδεια τού «επί μακρόν διαμένοντος» –όχι καμιά υπηκοότητα και άλλα τέτοια μεγαλεπήβολα και άπιαστα.

Και γι’ αυτήν και μόνο την άδεια προϋποθέσεις είναι πράγματα που κι αυτά λίγο απέχουν απ’ το «άπιαστα»:

(α) να μένουν ήδη πέντε χρόνια στη χώρα, πάντα «φιλοξενούμενοι», όπως τους αποκαλούν από τα ανεξίθρησκα κανάλια μας οι ανθοί του κοινοβουλευτικού πλέον κόμματος του Καρατζαφέρη,

(β) να έχουν ετήσιο εισόδημα τουλάχιστον ανειδίκευτου εργάτη (άρα, όχι μαύρα!)

(γ) να είναι ασφαλισμένοι

(δ) να διαθέτουν κατοικία, να μένουν δηλαδή σε σπίτι κανονικό κι όχι σε εγκαταλειμμένο ερείπιο ή σε παγκάκι στα πάρκα, και

(ε) να πληρώσουν 900 (ολογράφως: εννιακόσια!) ευρώ παράβολο.

Αλλά προπάντων χρειάζεται

(στ) απόδειξη ότι παίζουν στα δάχτυλα την ελληνική γλώσσα, την ελληνική ιστορία και τον ελληνικό πολιτισμό, όπως ακριβώς και εμείς οι γηγενείς και ντιενεϊνάτοι, με το ευλογημένο απ’ τον Θεό DNA δηλαδή, όπως μας έλεγαν, πρόσφατα ακόμα, χείλη αρχιεπισκοπικά.

Και πώς θα την έχουμε αυτή την απόδειξη, ότι ξέρουν δηλαδή οι φιλοξενούμενοι σε τι κοιτίδα του πολιτισμού φιλοξενούνται, και αφού έχουν ήδη δοκιμάσει με τον πλέον απάνθρωπο τρόπο τις συνθήκες φιλοξενίας των κατ’ ευθεία γραμμή απογόνων του Ξένιου Δία; Περνώντας από τα θρανία κι έπειτα από εξετάσεις, όπως διαβάσαμε πρόσφατα στο εκτενές και σπαραχτικό στην ουσία του ρεπορτάζ του Νικόλα Ζώη στον Ταχυδρόμο, 18/10, με τίτλο: «–Ομιλείτε ελληνικά; –Απόδειξη!»

Έπειτα από 150 ώρες διδασκαλία ελληνικής γλώσσας και 25 με στοιχεία ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού σε ειδικά Κέντρα Εκπαίδευσης Ενηλίκων, ήρθε η ώρα των εξετάσεων.

Και τον περασμένο μήνα, στις 4 Οκτωβρίου, είχαν τις «πανελλαδικές» τους όσοι μετανάστες ανταποκρίνονταν στις προδιαγραφές και διέθεταν και τα 900 ευρώ, συν αεροπορικά εισιτήρια κάποιοι: «Ο φίλος μου» λέει ο Χρίστος από την Αλβανία που ζει και δουλεύει στη Σάμο κι ήρθε από κει με το αεροπλάνο για τις εξετάσεις «δεν προλάβαινε να έρθει με το καράβι λόγω της δουλειάς και δεν είχε λεφτά για αεροπορικά εισιτήρια», διαβάζω στο ρεπορτάζ.

Υπήρξαν διάφοροι τύποι εξετάσεων, ακουστικής και αναγνωστικής ευχέρειας, έπειτα κάτι σαν έκθεση, ή γραπτή δοκιμασία: «ένα επίσημο κι ένα ανεπίσημο γράμμα» –εδώ δυστυχώς δεν μας λέει το ρεπορτάζ σαν τι λογής να ήταν αυτό το «επίσημο», αν δηλαδή ήταν ένα είδος αίτησης, από αυτές που δεν σταθήκαμε ποτέ ικανοί να συντάξουμε εμείς, και όχι μόνο επί επαράτου καθαρευούσης, όταν υπήρχαν ειδικοί αιτησιογράφοι έξω από κάθε δημόσια υπηρεσία.

Απαντήστε, παρακαλώ, και χωρίς σκονάκια

Και στο τέλος, η πεμπτουσία των εξετάσεων, γνώσεις ελληνικής ιστορίας και ελληνικού πολιτισμού, μέσα από 40 ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής (multiple choice). Αντιγράφω ενδεικτικά μερικές:

Ποιος ήταν ο μεγαλύτερος νομοθέτης της Αθήνας;
(α) ο Περικλής, (β) ο Σόλων, (γ) ο Αριστοτέλης


Πώς ονομάζονταν οι δούλοι στη Σπάρτη;
(α) μέτοικοι, (β) περίοικοι, (γ) είλωτες


Διότι, άντε να ζήσεις σε μια καινούρια χώρα αν δεν ξέρεις, όχι μόνο πώς ονομάζονται σήμερα σ’ αυτήν τη χώρα οι δούλοι σαν και του λόγου σου, αλλά και πώς ονομάζονταν οι δούλοι στην αρχαία Σπάρτη…

Τα παίζουμε στα δάχτυλα ωστόσο αυτά εμείς. Πάμε γι’ άλλα λοιπόν:

Ποιος Βυζαντινός αυτοκράτορας προσπάθησε να επαναφέρει τη λατρεία των δώδεκα θεών του Ολύμπου;
(α) ο Ιουλιανός, (β) ο Θεοδόσιος, (γ) ο Κωνσταντίνος

Ποιος μεγάλος Ρωμαίος αυτοκράτορας μετέφερε το διοικητικό κέντρο από τη Ρώμη στο Βυζάντιο;
(α) ο Διοκλητιανός, (β) ο Κωνσταντίνος, (γ) ο Μαξέντιος


Αλλά και κάτι τέτοια τα μασάμε; Παρακάτω λοιπόν:

Τι περιέγραψε ο ιστορικός Προκόπιος;
(α) τους αθλητικούς αγώνες των αρχαίων Ελλήνων, (β) τις χριστιανικές αιρέσεις, (γ) τους πολέμους και τα κτίσματα του Ιουστινιανού


Γιατί είναι αδιανόητο να μαζεύεις σε ξένη χώρα πορτοκάλια ή να ξεσκατίζεις κατάκοιτους γέρους και να μην ξέρεις «τι περιέγραψε ο ιστορικός Προκόπιος»!

Δεν ξέρω εσείς· εγώ κόπηκα. Τρέχω κάθιδρος στον καθρέφτη: ίδιος ωστόσο είμαι ακόμα. Όμως, Θεέ μου, μήπως αρχίσω τότε, σιγά σιγά, να κιτρινίζω και να γίνονται και τα μάτια μου σκιστά; Ή μήπως αρχίσω και σκουραίνω και πάρω στο τέλος μαύρο κατράμι χρώμα;

Μα η φωνή με ξεκουφαίνει: «Λυπάμαι, κοπήκαΜε!» Σαν κοινωνία δηλαδή.

buzz it!