Τα Νέα, 2 Οκτωβρίου 2010 [το κείμενο αυτό, στο μεγαλύτερο μέρος του, είχε μπει προσωρινά εδώ στο μπλογκ σαν υστερόγραφο στο "Με τα βυζιά απόξω"]
Η απόσταση από το ένστικτο, την παρόρμηση, την επιθυμία ώς τον έλεγχό τους –και την ακύρωσή τους– λέγεται εκκοινωνισμός, κοινωνικοποίηση, λέγεται πολιτισμός
Τελικά, αν θελήσω να κλέψω αλλά δεν κλέψω είναι το ίδιο σαν να έχω κλέψει; Αν θελήσω να απατήσω τη γυναίκα μου αλλά δεν την απατήσω είναι σαν να την απάτησα; Αν θελήσω να σκοτώσω, να βιάσω…
διαβάστε τη συνέχεια...
Για τον βιαστή που δεν είναι βιαστής αφού τον προκαλεί «το υποτιθέμενο θύμα» με «τα βυζιά της απόξω», σύμφωνα με την τρέχουσα, αγοραία «ηθική» την οποία αναπαρήγαγε ο Κ. Τσόκλης, γράφαμε στην περασμένη επιφυλλίδα. Περίσσεψαν όμως μερικές σκέψεις, που οφείλονται στην ίδια πάντοτε πηγή.
«Σήμερα το μόνο που μας απασχολεί είναι ότι ορισμένοι έκλεψαν. Και όλοι οι υπόλοιποι, που θα ήθελαν να κλέψουν αλλά δεν τα κατάφεραν ή δεν έπαιξαν σωστά ή δεν θέλησαν, κατηγορούν όσους έκλεψαν. Σε τι διαφέρει όμως ηθικά αυτός που σε κλέβει από εκείνον που θέλει να σε κλέψει;» Αυτήν τη ρητορική ερώτηση έκανε ο Κ. Τσόκλης σε πρόσφατη συνέντευξή του εδώ, στη Μαίρη Αδαμοπούλου (Νέα 3.7.10· υπογράμμισα εγώ).
Λέω να βγάλουμε προσωρινά το «ηθικά», με όλον το σχετικισμό του, γιατί διαφορετικά πολύ θα τον στενοχωρήσει το σχήμα του αυτό τον κ. Τσόκλη, εάν εφαρμοστεί σε άλλες του δηλώσεις, τις οποίες θα δούμε παρακάτω.
Και τότε στην ερώτηση: Σε τι διαφέρει αυτός που σε κλέβει από εκείνον που θέλει να σε κλέψει αλλά δεν σε κλέβει, θα έλεγα πως διαφέρει σε κάτι πολύ μεγάλο, απολύτως καθοριστικό: διαφέρει σ’ αυτό που λέγεται εκκοινωνισμός, κοινωνικοποίηση, σ’ αυτό που λέγεται πολιτισμός.
Γιατί όλοι κάποτε μπορεί να θέλουμε να κλέψουμε, να σκοτώσουμε, και μάλλον πολύ συχνά να σπάσουμε τα μούτρα κάποιου, ίσως και μόνο γιατί δε μας αρέσουν, αλλά δεν το κάνουμε.
Και αυτό εντέλει, αλλά και ουσιαστικά, έχει σημασία, για να είμαστε ακριβώς κοινωνία. Τα υπόλοιπα, οσοδήποτε σοβαρά κι αυτά, η αμαρτωλή επιθυμία και ο αμαρτωλός λογισμός, αφορούν τον εξομολόγο, τον παπά, τον ψυχοθεραπευτή. Ή αποτελούν κενή ηθικολογία.
Και η κενή ηθικολογία στην καλύτερη περίπτωση είναι απλώς αερολογία, ας πούμε αβλαβής. Στη χειρότερη, όμως, ανακυκλώνει κοινούς τόπους μιας αντιδραστικής ουσιαστικά ιδεολογίας. Δείτε εδώ: η εισαγωγική κιόλας φράση κουβαλάει πίσω της –αν δεν καταλήγει κιόλας εκεί– το περίφημο: «όλοι τους ίδιοι είναι», κάτι που δεν χρειάζεται πολύ για να φτάσει στο «μια χούντα μας χρειάζεται»!
Έτσι κι αλλιώς, η ηθικολογία την απεχθάνεται την ηθική· γιατί της βάζει δύσκολα, γιατί η ηθική θέλει δουλειά πολλή. Ενώ με την ηθικολογία, με δυο-τρία λόγια ηχηρά και εύληπτα, εύκολα ξεμπερδεύεις με οτιδήποτε, οσοδήποτε μεγάλο, σοβαρό και επικίνδυνο.
Και εδώ, αυτή η ισοπέδωση και μαζί η σχετικοποίηση των πάντων, που εκφράζεται με το «όλοι τους ίδιοι, κλέφτες είναι», στην πράξη επιτρέπει λ.χ. να εξακολουθήσεις να ψηφίζεις τους δικούς σου κλέφτες, ή να κλέψεις κι ο ίδιος. Αν δηλαδή πεις πως όλοι τους τα παίρνουν, θα μπορέσεις να πάρεις κι εσύ ό,τι μπορέσεις, το φακελάκι, το γρηγορόσημο κ.ο.κ., να κάνεις την όποια δική σου μικρολαμογιά.
Αλλά μήπως τον παρερμηνεύσαμε τον κ. Τσόκλη; Ωραία, ας επαναφέρουμε το επίρρημα «ηθικά».
Και ξαναδιαβάζω: «Σε τι διαφέρει ηθικά αυτός που σε κλέβει από εκείνον που θέλει να σε κλέψει;»
Και τώρα μπορώ, υποθέτω, ένα τέτοιο αξίωμα να το εφαρμόσω και σε όλες τις άλλες περιστάσεις, στο φόνο που είπα, στο σπάσιμο των μούτρων του άλλου κτλ. Στο θέμα μας φερειπείν, στο βιασμό: «Σε τι διαφέρει ηθικά αυτός που σε βιάζει από εκείνον που θέλει να σε βιάσει;»
Και διαβάζω από τις πρόσφατες, «ερμηνευτικές» δηλώσεις Τσόκλη, σε ραδιοφωνική συνέντευξή του στον Θανάση Λάλα και τον Κωνσταντίνο Μπογδάνο: «Πάντως, για να καθησυχάσω τους θορυβηθέντες, τους διαβεβαιώ ότι δε βίασα ποτέ κανέναν, αν και δε σας κρύβω ότι αισθάνθηκα κάποιες φορές έντονα την επιθυμία να το κάνω, σαν... πολιτισμένος άνθρωπος που είμαι, πήγα να πω ευνουχισμένος».
Α, αυτό που λέγαμε, περί πολιτισμού, που όμως ο κ. Τσόκλης το εννοεί εντελώς διαφορετικά, εν προκειμένω απολύτως απαξιωτικά. Θλίβεται ο κ. Τσόκλης που είναι πολιτισμένος, και ως εκ τούτου ευνουχισμένος, και δεν μπορεί να βιάσει, όταν του ’ρθει.
Ας διαφυλάξουμε ωστόσο κάτι από τη σοβαρότητά μας. Δεν έχει νόημα να παρακολουθήσουμε άλλο τον καλλιτέχνη. Μόνο τη συνέχεια του παραπάνω, του περί ευνουχισμού, θα δώσω: «Όταν καταλάβουμε ότι ζούμε σε μια κοινωνία ευνουχισμένη και αδιάφορη για τον έρωτα, ότι τα περισσότερα κορίτσια μας που είναι συχνά σαν τα κρύα νερά παραπονούνται ότι δεν βρίσκουν ερωτικό σύντροφο, τότε ίσως θα γίνουν κατανοητά αυτά που θέλω να πω».
Μπα, σαν πού μας έβγαλε η βάρκα τώρα; Φοβάμαι στον άλλο αφόρητα κοινό τόπο, στη λειψανδρία, για λόγους, ξέρετε τώρα. Και όχι μόνο έλειψαν σήμερα οι άντρες και παραπονιούνται τα κορίτσια, μας λέει και ο κ. Τσόκλης, μα έλειψαν κι οι βιαστές, αυτοί οι «ερωτικοί άνθρωποι», που «ρισκάροντας τη ζωή τους» κτλ. κτλ., με ορολογία Τσόκλη.
Αλλά τι θλιβερό εντέλει, να θες να προκαλέσεις με «αναρχικές», λέει, απόψεις, και ουσιαστικά να συναντιέσαι με την πιο μαζική ιδεολογία –και όχι μόνο του αντρικού πληθυσμού– για τη γυναίκα που τα θέλει, που πάει γυρεύοντας, και άρα καλά να πάθει…, για την έλλειψη αντρών ή το έλλειμμα ανδρισμού τώρα, απότοκο του ευνουχιστικού πολιτισμού…
Πολιτισμού, είπα. Αυτού τον οποίο υπηρετεί, να φανταστείτε, ο κύριος Τσόκλης.