Μετά τα εξεγερσιόμετρα, το οργιόμετρο - Παραεπιστήμη και μνημόνιο
(Εφημερίδα των
συντακτών 15 Φεβρ. 2014)
Μετά τα εξεγερσιόμετρα,
το οργιόμετρο
Μπορεί να μην τα
προσδιόριζαν πάντοτε επακριβώς, ξέραμε τουλάχιστον πως υπάρχουν. Τα
εξεγερσιόμετρα. Που εφευρέθηκαν τον Δεκέμβρη του 2008, και έκτοτε όλο και
τελειοποιούνται, ώς τα χρόνια του μνημονίου πια, όπου βγαίνουν σ’ όλα τα μίντια
αδιαλείπτως τα εξεγερσιόμετρα, μάλλον οι εξεγερσιομέτρες, και μετρούν: όχι δεν
είναι εξέγερση αυτό, ούτε κείνο, ούτε τ’ άλλο… Τι είναι; Πάντα και μόνο ανομία! (Που, κατά σύμπτωση, καλύπτει
όλα τα εις -ία: απεργία, διαμαρτυρία
κ.τ.τ.)
Και τώρα το
οργιόμετρο –όχι το μέτρο των οργίων, αλλά της οργής:
Ο Νίκος
Ευαγγελάτος απευθύνεται στον δήμαρχο Ωρωπού, που προαναγγέλλει κινητοποιήσεις
για τα αυξημένα διόδια:
«Εγώ λοιπόν θα
σας πω εδώ [...], αν κλείσετε δρόμους, θα ’μαι απέναντι. Γιατί αυτό το
πανηγύρι, με το όποιος έχει ένα πρόβλημα, να ταλαιπωρεί την κοινωνία, κάποτε
πρέπει να το ξεχάσουμε. [...] Το κομμάτι “κλείνω δρόμο και η κοινωνία απέναντι”
έχει, εμένα τουλάχιστον, απολύτως απέναντι! Φτάνει πια!» υψώνει τώρα τη φωνή ο
Εισαγγελάτος.
«Η οργή, όταν
έχεις οργή για το δίκαιό σου, δεν ξέρετε, κ. Ευαγγελάτε, πού φτάνει καμιά
φορά...» αποτολμά ο δήμαρχος.
«Α όχι, τότε,
δήμαρχέ μου, επειδή φαντάζομαι πως θες να κάνεις κινητοποιήσεις για να
επανεκλεγείς κιόλας» τον πετάει στο καναβάτσο ο Ευαγγελάτος, «τότε, δήμαρχέ
μου, αν η οργή δεν ξέρουμε πού φτάνει, να ’ρθούμε κι εμείς, που μπορεί να
έχουμε ένα άλλο πρόβλημα σε μια πόλη, να δημιουργήσουμε σαματά ή ό,τι άλλο.
Όχι, η οργή για ανθρώπους υπεύθυνους φτάνει όχι μέχρι όπου να ’ναι, φτάνει
μέχρι ένα σημείο».
Ποιο σημείο;
Ούτε αυτό μας το ’πε. Αρκεί όμως που ξέρουμε, και πάλι, πως υπάρχει. Όσο
υπάρχει, ευτυχώς, Ευαγγελάτος. Ευαγγελάτοι.
Παραεπιστήμη και μνημόνιο
«Γάιδαρος εκ
του αεί δαίρω, ερμάρι εκ
του Ερμής» καυτηρίαζε τους
παρετυμολόγους ο Ροΐδης, και ιδίως αυτούς που «ανίχνευαν» ελληνικές ρίζες και
στις ξένες γλώσσες: «το γερμανικόν Gasterey (εστιατόριον) εκ του γαστήρ, “διότι
χάριν αυτής παρασκευάζονται τα συμπόσια”»! Δεν είναι καινούριο δηλαδή το σπορ,
συχνά άλλωστε, πέρα από τα προφανή φαιδρά, δίνει και γοητευτικούς καρπούς: νά,
αυτός ο άνθρωπος που βγαίνει, λέει, από το άνω θρώσκων, που όλο κοιτάει παναπεί ψηλά, ζει και βασιλεύει,
ανίκητος από την επιστήμη, ακόμα και τον Μπαμπινιώτη («αβέβαιου ετύμου» γράφει),
γιατί, αν δεν ήταν άνω θρώσκων, τι άνθρωπος στην ευχή θα
ήταν!
Τα προφανή, είπαμε, ο ήλιος
που «κινείται» μπρος στα μάτια μας, από ανατολή έως δύση… Κάποτε, εννοείται, όντως
επιστήμες τα έλεγαν κι αυτά, προχώρησαν όμως στο μεταξύ, και έτσι, μας άρεσε δεν
μας άρεσε, δεχτήκαμε ότι ο ήλιος δεν κινείται! Γιατί εκεί, πώς να τα βάλεις με
τη φυσική επιστήμη. Όμως την επιστήμη της γλώσσας, αυτήν ο καθένας μπορεί να τη
γράφει στα παλιά του τα παπούτσια, αφού ο καθένας τα της γλώσσας τα κατέχει γονιδιακώς.
Πρώτος εδώ ο Άδωνης, με
ντοκτορά στην παρετυμολογία, πλ-πλ κάνει, έλεγε, το κύμα, και νά
το πέλαγος.
Ε, θα ’χανε την ευκαιρία, αν
έβρισκε και στήριγμα στους αρχαίους μας προγόνους; Είδε λοιπόν πως γράφει κάπου
ο Στοβαίος πως γράφει κάπου ο Θεμίστιος, ρήτορας και φιλόσοφος του 4ου αιώνα
μ.Χ., απ’ τους μινόρες, όπως και να το κάνουμε, ότι γενέθλιος είναι
η μέρα που γεννά τους άθλους. Και η χαρά του Άδωνη: Πήρε αγκαζέ Θεμίστιο, και
πού τον πήγε; Στο μνημόνιο. Διαβάστε τώρα και φανταστείτε: πρόσωπο, φωνή,
ηχόχρωμα, τα ξέρετε, προσθέστε παύσεις, αυξομειώσεις της φωνής, κρεσέντα, και
ιδού, επιθεωρησιακό νούμερο πρώτης:
«Τι στ’ αλήθεια σημαίνει η γενέθλιος ημέρα; Την
ονομάζουμε γενέθλιο ημέρα, γενέθλια ημέρα, γιατί; διότι είναι η μέρα που γεννά
τους άθλους, ο άθλος είναι κόπος: οι άθλοι του Ηρακλέους· ο άθλος είναι ο κόπος.
Η μέρα που γεννά τους άθλους, λέει ο Θεμίστιος, είναι η γενέθλιος ημέρα.
Δηλαδή, ότι απ’ την ημέρα εκείνη και μετά, αδελφέ, κοπιάζεις· μην περιμένεις να
σου ’ρθουνε τα πράγματα εύκολα, μην γκρινιάζεις όλη την ημέρα γιατί είναι
δύσκολα, μην καταριέσαι την άθλια τη μοίρα σου για το μνημόνιο, μην αναπαράγεις
συνέχεια τη μιζέρια, διότι, αφού γεννήθηκες, και ήρθε η ημέρα η γενέθλιος των
κόπων, από δω και μπρος θα κοπιάζεις. Στη λήξη αυτής της διαδρομής, από τη
γενέθλιο ημέρα μέχρι την αναπόφευκτο ημέρα, για εμάς τους βροτούς, του θανάτου,
η τελευταία ημέρα είναι η μέρα –προσέξτε, προσέξτε, και δένει το ένα με το
άλλο– της αναπαύσεως. Ωραία. Εκόπιασες που εκόπιασες, πήγαινε τώρα για
ξεκούραση: οδός αναπαύσεως».
Άδωνης, η γέφυρα η μετάγουσα
τους εκ γης προς ουρανόν… Τους εκ μνημονίου προς ανάπαυσιν.