13/5/18

Πόσοι και πόσο ανύποπτοι πια;

(Εφημερίδα των συντακτών 12 Μαΐου 2018)


Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς, περ. 1628
Αθώα η Σώτη Τριανταφύλλου, που είχε κατηγορηθεί ότι με τον ρατσιστικό ισλαμοφοβικό λόγο της, π.χ. με τη ρήση: «φανατικός μουσουλμάνος είναι αυτός που σου κόβει το κεφάλι και μετριοπαθής αυτός που σε κρατάει για να σ’ το κόψουν», παραβιάζει τον αντιρατσιστικό νόμο.

Αλλά, όσο άτοπη κι αν μοιάζει η συναρίθμηση, αθώος τις προάλλες και ο Αμβρόσιος, που είχε κατηγορηθεί ότι με τον ρατσιστικό ομοφοβικό λόγο του, π.χ. με την προτροπή να φτύνουμε τα «εκτρώματα της φύσεως», τους ομοφυλόφιλους, παραβιάζει τον αντιρατσιστικό νόμο.

Όπως αθώος πριν από εννέα χρόνια και ο Κωνσταντίνος Πλεύρης, που είχε κατηγορηθεί ότι με τον ρατσιστικό αντισημιτικό λόγο του, π.χ. όταν γράφει πως οι Εβραίοι είναι «υπάνθρωποι» και το μόνο που καταλαβαίνουν είναι εκτελεστικό απόσπασμα, πως «η Λευκή Φυλή δεν θέλει σημίτες στην Ευρώπη» κ.ά., παραβιάζει τον αντιρατσιστικό νόμο.

Μοιάζει όντως άτοπη η συναρίθμηση, όμως αυτό που προβλήθηκε σαν υπέρτατο διακύβευμα σ’ όλες τις περιπτώσεις, από διαφορετική βεβαίως πλευρά, και ιδιαίτατα στης Σώτης Τριανταφύλλου (Σ.Τρ.), είναι η ελευθερία της έκφρασης. Εδώ εξάλλου είναι, μαζί ακριβώς με τις ομοιότητες, και μία από τις διαφορές: τα Νέα λόγου χάρη χαιρέτισαν στην πρώτη σελίδα τους την αθώωση της Σ.Τρ. σαν νίκη της ελευθερίας της έκφρασης –ενώ προφανώς ήταν κατά της αθώωσης του Αμβρόσιου, και πολύ περισσότερο του Πλεύρη.

Και μία χαρακτηριστική σύμπτωση: ο ένας από τους δύο συνηγόρους της Σώτης Τριανταφύλλου (Αθανάσιος Αναγνωστόπουλος), όταν σε κάποιο διαδικτυακό φόρουμ είχε ανακοινωθεί απλώς, σαν αυτονόητα εξωφρενική, η αθώωση του Πλεύρη, σχολίασε, μάλλον προκλητικά: «Μια σημαντική ημέρα για την ελευθερία του λόγου στην χώρα μας»!

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η ελευθερία του λόγου (προσπαθώ με κόπο να μην πω: καθαυτή) είναι το υπέρτατο διακύβευμα, η ελευθερία να εκφράζει κανείς τις απόψεις του, «όσο αποκρουστικές κι αν είναι», όπως διαβάζω κατά κόρον, και με ανατριχίλα, ομολογώ. Γιατί άλλο τόσο υπέρτατο είναι να μη μας καταπιεί ο ρατσισμός, η ξενοφοβία, ο νεοναζισμός, ο νεοφασισμός, όλα αυτά που διαχέονται στην κοινωνία, που υπηρετούνται, που υποστηρίζονται, που παγιώνονται και κάποτε επικρατούν μέσα και από την ελεύθερη έκφραση.

Να πολεμήσουμε λοιπόν μ’ όλες μας τις δυνάμεις την παρεμπόδιση της ελεύθερης έκφρασης, επισημαίνοντας ωστόσο κάθε φορά και πολεμώντας, πάλι μ’ όλες μας τις δυνάμεις, τις «αποκρουστικές απόψεις»: ούτε λόγος, όλοι συμφωνούμε, του Πλεύρη· ούτε λόγος, σχεδόν όλοι συμφωνούμε, του Αμβρόσιου· ελάχιστοι όμως φαίνεται πως συμφωνούμε ως προς τις απόψεις της Σώτης Τριανταφύλλου –που σχεδόν δεν συζητήθηκαν καν.

Για την οικονομία της συζήτησης, ας δεχτούμε πως ο αντιρατσιστικός νόμος, όπως επισήμαναν και πολλοί έγκυροι διανοούμενοι, είναι λάθος· ας δεχτούμε και πως η δίωξη της Σ.Τρ. είναι λάθος. Οι απόψεις της όμως; Το δεχόμαστε πως πάντως είναι ρατσιστικές, «αποκρουστικές» λοιπόν, ή όχι;

Εδώ πρέπει να απεγκλωβιστούμε από την παρανόηση που δημιουργήθηκε (ή καλλιεργήθηκε;) γύρω από την παραπομπή της Σ.Τρ. σε δίκη: όπως καυτηρίασαν πολλοί, άλλοτε απλώς χλευαστικά, άλλοτε έμπλεοι ιερής αγανάκτησης, η Σ.Τρ. κατηγορήθηκε μόνο και μόνο επειδή απέδωσε εσφαλμένα, ψευδώς, στον Μάρκο Πόλο την άποψη που παρέθεσα στην αρχή, πως «φανατικός μουσουλμάνος είναι αυτός που σου κόβει το κεφάλι και μετριοπαθής αυτός που σε κρατάει για να σ’ το κόψουν».

Όμως, το θέμα δεν είναι αν ανήκει στον Μάρκο Πόλο η άποψη αυτή ή όχι, αν είπε τάχα ψέματα και παραπλάνησε το κοινό η Σ.Τρ.· το θέμα είναι πως η άποψη αυτή, όποιου κι αν είναι, είναι αναντίλεκτα ρατσιστική· το θέμα λοιπόν είναι πως η Σ.Τρ. προσυπογράφει και διασαλπίζει μια ρατσιστική άποψη.

Άλλωστε δεν της χρειαζόταν η αυθεντία του όποιου Μάρκο Πόλο. Πάντα διατυμπάνιζε πως «το ισλάμ είναι ενδογενώς πολεμοχαρές», «ιδεολογία εκβαρβαρισμού»· πως «όσα υφιστάμεθα από τους ισλαμιστές (όχι μόνον την τρομοκρατία αλλά την καθημερινή πίεση, τη συμπεριφορά μίσους) δεν οφείλονται στις “επεμβάσεις” της Δύσης στις χώρες της Ανατολής, αλλά στην πολεμοχαρή και φθονερή φύση του ισλάμ»· μιλάει για τον «μουσουλμανικό πληθυσμό [της Γαλλίας] που τρώει και πίνει με κρατικές παροχές», για οργανωμένο σχέδιο εξισλαμισμού της Δύσης από τα κύματα μεταναστών και όλα τα συναφή.

Τα οποία συναφή όμως αποτελούν στερεότυπα που φύονται πλέον και στον ευρύτερα προοδευτικό χώρο. Και κυκλοφορούν με τα ιδεολογικά δεκανίκια τους, απ’ τη μια την καταγγελία της «εγκληματικής» πολυπολιτισμικότητας («χονδροειδές σφάλμα», που «κατακερματίζει και υπονομεύει την κοινωνία», κατά Σ.Τρ.), απ’ την άλλη το ανάθεμα στην πολιτική ορθότητα:

«ένα κέλυφος» όμως, έγραψε τις προάλλες εδώ ο ιστορικός Αντώνης Λιάκος, «μέσα στο οποίο φωλιάζουν κάθε είδους διακρίσεις, τοξικές αντιλήψεις και συμπεριφορές. Αυτός ο σαρκασμός του πολιτικά ορθού, διάχυτος σε ολόκληρο το πολιτικό σώμα, φιλοξενεί έναν σικ ρατσισμό» («Πολιτική ορθότητα και ρατσισμός», 30/4).

Δεν είναι διόλου απλά δηλαδή τα πράγματα, εξού και οι πολλές και σκόπιμες συγχύσεις.

Ας μείνουμε τότε στα ελάχιστα στα οποία συμφωνούμε, στον πιο χοντροκομμένο, επιμένω, ρατσισμό. Ή πάλι ούτε;

buzz it!