25/11/19

Πληρώνοντας τη Μιχαλού - Ψευδο-ακαδημαϊκοί, ερήμην τους

(Εφημερίδα των συντακτών 23 Νοεμ. 2019)


εμείς τα πληρώσαμε τα ολυμπιακά ακίνητα, αλλά τα στάδια δεν τα πληρώναμε [=γεμίζαμε!] πάντα: δύο σε ένα: μας αρέσει;


Πληρώνοντας τη Μιχαλού

«Άρχισε να πληρώνει…» τις δόσεις; όχι: «το σπίτι». Δηλαδή «άρχισε να πληρώνει το σπίτι»:  απορία και πάλι: τις δόσεις του σπιτιού; Όχι:

«Το νερό άρχισε να πληρώνει τον χώρο του σπιτιού» είναι η «σωστή» φράση: δηλαδή, να γεμίζει! Μιλούσε στον φακό θύμα της πλημμύρας του ’17 στη Μάντρα Αττικής. Που δεν έκανε κάποιο σαρδάμ ή λάθος κτλ., απ’ αυτά που ευνοεί ο προφορικός λόγος. Ίσα ίσα, είπε το πιο σιδερωμένο και λόγιο που ακούει και διαβάζει όλο και πιο συχνά.

Όχι, δεν είναι ακριβώς κατάλοιπο, δεν είναι κυρίως κατάλοιπο από παλιότερες εποχές, εποχές καθαρεύουσας. Κατά κανόνα είναι, στις πηγές του τουλάχιστον, επιχείρηση αναστήλωσης, αναπαλαίωσης, ευπρεπισμού. Εκεί ακριβώς που η γλώσσα είχε δημιουργήσει με τα χρόνια τη σχετική ποικιλία:

* Πληρώνω τον λογαριασμό, τον υπάλληλο κτλ., αλλά γεμίζω το θέατρο: το κοινό γεμίζει το θέατρο, δεν το πληρώνει· γέμισε την αίθουσα, δεν την πλήρωσε, δεν τη νοίκιασε π.χ. για μια δεξίωση· και γέμισε το ποτήρι, δεν το πλήρωσε, επειδή τάχα το ’σπασε· και προπάντων «γέμισα τις μπαταρίες μου στις διακοπές», δεν τις πλήρωσα, άκουσον άκουσον, όπως θα τις πλήρωνα στο ταμείο!

* Και καλύπτω τις θέσεις, ή τις συμπληρώνω τις θέσεις, και καλύπτω ή συμπληρώνω τα κενά.

* Και εκπληρώνονται οι προϋποθέσεις: μια χαρά λόγιο ρήμα είναι το εκπληρώνω, δεν χρειάζεται πιο πίσω, το πληρώ· και εκπληρώνονται και οι υποχρεώσεις: «Αν [...] εκδόθηκε απόφαση που [!] σας έχει απαγορευτεί η έξοδος λόγω μη πλήρωσης των στρατιωτικών υποχρεώσεων…» γράφουν τα διαβατήριά μας.

* Και δυσαναπλήρωτο το κενό που αφήνει ο θάνατος μιας σημαντικής προσωπικότητας· όχι «Το απλήρωτο κενό του Χ», λες κι είναι «απλήρωτο χρέος»· ή «το απλήρωτο κενό που μου αφήνει φεύγοντας ο δάσκαλός μου», όπως λέμε για τον απλήρωτο λογαριασμό της ΔΕΗ, που μας άφησε φεύγοντας ο νοικάρης.

Τα ’παμε, τα ξανάπαμε, θα τα ξαναλέμε. Επισημαίνοντας πως τον οδοστρωτήρα τού πληρώ/πληρώνω τον δουλεύουν κυρίως οι ιερείς της απόλυτης ελευθερίας στη γλώσσα «μας».

Ελευθερία να επιβάλουμε μονοτυπία και ομοιομορφία; Κωμικοτραγικό.


Ψευδο-ακαδημαϊκοί, ερήμην τους

Ψευδο-ακαδημαϊκοί, όπως λέμε Ψευδο-Πλάτων, για έργο που εσφαλμένα αποδίδεται στον Πλάτωνα, χωρίς ωστόσο να έχει ταυτιστεί ο πραγματικός συγγραφέας του. Όχι δηλαδή ψευτοακαδημαϊκοί, κάλπηδες που παριστάνουν οι ίδιοι τους ακαδημαϊκούς, αλλά κάποιοι που τους λέμε εμείς ακαδημαϊκούς, χωρίς να είναι.

Ήσσονος σημασίας θέμα, ένας δόκιμος όρος, που η γενικευμένη χρήση του γεννά ελαφρά μεν, όμως σύγχυση.

* «Για πείτε μας, εσείς που είστε ακαδημαϊκός και εκπαιδευτικός και συγγραφέας…» ρωτούσε πρόσφατα κάποιος σε συνεδρίαση κάποιας επιτροπής στο κανάλι της Βουλής, και προς στιγμήν αναρωτήθηκα αν είχε τάχα απέναντί του τη Δημουλά ή τη Γλύκατζη-Αρβελέρ («Γλυκατζή» που την έγραψε δις ο νέος εθνικός μαϊντανός Μπογδάνος).

Άνοιξε όμως το πλάνο, και είδα την ερωτώμενη, δεν συγκράτησα ποια ήταν, πάντως μόνο ακαδημαϊκός δεν ήταν.

* «48χρονος ακαδημαϊκός ο αρχηγός της νεοναζιστικής Κρυπτείας» έγραφαν το καλοκαίρι οι πρώτες ειδήσεις μετά τη σύλληψή του. Ακαδημαϊκός στα 48 του; είχα παραξενευτεί, γρήγορα όμως κατάλαβα: «πανεπιστημιακός» εννοούσαν, όπως και έγραφαν πια από ένα σημείο και πέρα.

«Ακαδημαϊκός δάσκαλος» λέμε συχνά αντί για «πανεπιστημιακός καθηγητής». Το λένε και οι ίδιοι οι πανεπιστημιακοί για τον εαυτό τους, έχει επικρατήσει ο όρος, έχουμε και το «ακαδημαϊκό τέταρτο» κτλ.

Σκέτα ακαδημαϊκός όμως για τον σκέτα πανεπιστημιακό δεν λέμε –ακόμα. Σκέτα ακαδημαϊκός, σαν ουσιαστικό δηλαδή, ήταν και είναι το μέλος της Ακαδημίας.

Στα αγγλογαλλικά οφείλεται η εκτεταμένη χρήση, που ίσως επειδή αφορά περιορισμένο και μαζί συγγενικό χώρο, δεν συνάντησε τις αντιδράσεις που ξεσήκωσε η χρήση του «φανταστικός» με την έννοια του «καταπληκτικού» ή του «τρομερός» με την έννοια του «υπέροχου». Ομαλή και ανέφελη ήταν δηλαδή η αφομοίωση· όμως η όλο και πιο εκτεταμένη χρήση, όταν υπερβεί κάποια ασαφή έστω όρια, παραπληροφορεί και οπωσδήποτε ξενίζει.

* Όπως σε μια περσινή παράσταση, όπου γινόταν λόγος για «οικογένεια ακαδημαϊκών», και κυρίως για έναν νέο που σπούδαζε για να γίνει ακαδημαϊκός!

Λεπτές διακρίσεις; Όχι ακριβώς: Αν δεν μας έλεγαν για οικογένεια ακαδημαϊκών αλλά για έναν μεμονωμένο, θα το πιστεύαμε. Θα αντλούσαμε δηλαδή λάθος πληροφορία.

Μικρό ή μεγάλο, πάντως λάθος.

buzz it!