Μια φορά κι έναν καιρό… ένας Γιανναράς… (β’)
(Εφημερίδα των συντακτών 12 Φεβρ. 2022)
* Επιστημονική νομιμοποίηση το πολυτονικό δεν έχει, όπως είδαμε στην προηγούμενη επιφυλλίδα, το διαβεβαιώνουν όλες οι γλωσσολογικές σχολές, προοδευτικές και συντηρητικές· μένουν μόνο οι ακροδεξιές παρασχολές, το Τσαρλατανείο του Άδωνη, κτλ. Που εννοούν να αρνούνται την από αιώνων (από τους ελληνιστικούς χρόνους!) ισοχρονία, όταν δηλαδή έπαψαν να προφέρονται μακρά και βραχέα, άρνηση που στη γλωσσική επιστήμη και την ίδια την Ιστορία ισούται με θεωρίες περί επίπεδης γης. Κι όμως, αυτή η σύγχυση, η σύγχυση ανάμεσα στη διαφορετική κατά περίπτωση εκφορά της ίδιας λέξης ή φράσης (ο επιτονισμός) και στην αρχαία προσωδία, τα μακρά και τα βραχέα (το φιάσκο του Σαββόπουλου, για όσους θυμούνται), οδηγεί σκηνοθέτες και σκηνοθέτριες να διδάσκουν τάχα διαφορετική εκφορά του -ο από το -ω, συνθέτες να «περισπούν» τη μουσική τους, όταν η λέξη περισπάται κ.ο.κ. Υπάρχουν φυσικά και όσοι διεκδικούν συναισθηματικούς δεσμούς με το πολυτονικό, θεωρώντας πως υπερασπίζουν κάποια συνέχεια και παράδοση, την οποία όμως έτσι αντιλαμβάνονται κομμένη σε φέτες, κατά το δοκούν.
Άλλη τεράστια σύγχυση είναι η ταύτιση της γλώσσας (σημασιολογία, φωνολογία, μορφολογία, δομή και τυπικό γενικότερα) με τη γραφή, την καθαρή σύμβαση, το «είδωλο του λόγου», όπως μας λέει από παλιά ο Πλάτωνας.
Θύμα και έπειτα προαγωγός και των δύο αυτών κρίσιμων συγχύσεων ο κ. Γιανναράς, ταυτισμένος με τις παρασχολές και τις απόψεις τους, περιφέρει έναν ανεπιστημονικό και ανιστορικό λόγο κοντά 40 χρόνια, άλλοτε προφητεύοντας κι άλλοτε πιστοποιώντας τη χρεοκοπία, τον θάνατο του έθνους, της γλώσσας, του ελληνισμού.
* Έναρξη της θλιβερής παράστασης, με το πιστοποιητικό θανάτου: «Finis Graeciae», όπως τιτλοφορεί ένα άρθρο του (Το Βήμα 6.7.1986): όπου δηλαδή δεν προείκαζε απλώς το τέλος παρά διαβεβαίωνε ρητά πως έχει ήδη επέλθει –και παραταύτα εξακολούθησε ο ίδιος να απευθύνεται σε ανύπαρκτους αναγνώστες ανύπαρκτου πλέον έθνους. Και δεν περιορίστηκε στο άρθρο αυτό, παρά έδωσε τον «ευρηματικό» του τίτλο σε συλλογή άρθρων του το 1987, ενώ το ίδιο άρθρο το αναδημοσίευε έκτοτε σε διαφορετικές συλλογές κειμένων του, με τελευταία που έχω υπόψη μου το Ανθολόγημα τεχνημάτων, β΄ έκδ., Καστανιώτης, 1991 (αντιγράφω πια από παλιά μου άρθρα, ώσπου να γράψει κάτι καινούριο και ο κ. Γιανναράς).
Το 1999, περίπου 15 χρόνια από το πρώτο Finis Graeciae, ο κ. Γιανναράς διαπίστωσε πως εξακολουθεί να έχει ακροατήριο, να διδάσκει όχι σε κρυφό σχολειό αλλά σε κεντρικό πανεπιστήμιο, που μάλιστα του είχε εμπιστευτεί (άλλη μεγάλη ιστορία) την έδρα της φιλοσοφίας, να αρθρογραφεί όχι σε σαμιζ¬ντάτ ή σε περιθωριακό έντυπο αλλά σε έγκριτη τότε εφημερίδα, πλάι σε συνεργάτες δόκιμους χειριστές της ίδιας γλώσσας, κι άρα δεν ένιωθε τόση μοναξιά, ούτε πια πίστευε πως αποτελεί εξαίρεση ή πως ανήκει σε κάποια ολιγομελή αίρεση, και πρόσθεσε ένα ερωτηματικό: «Απέσβετο και λάλον ύδωρ;» (Καθημερινή, απ’ όπου πια όλες οι παραπομπές, 3.10.99).
Μπα, το περιεχόμενο ήταν πάλι εσχατολογικό. Εξού και η πρόταση: «Τίμια λύση θα ήταν να θεσπίσουμε ως επίσημη γλώσσα του κράτους μας τα αγγλικά. [...] Με τα αγγλικά θα γίνουμε μια συνεπής Σιγκαπούρη, αφού αυτό θέλουμε και δεν το μολογάμε 170 χρόνια τώρα» (από την ίδρυση δηλαδή του ελληνικού κράτους!).
* Αθλιότητες! Η μία μετά την άλλη… Από τις θλιβερές ιερεμιάδες του κ. Γιανναρά εξαφανίζεται το όνομα της νεκρής πια Ελλάδας, άρα και των Ελλήνων, και έχουμε: «θλιβερό» ή «φαιδρό» «ελλαδικό κρατίδιο», «Ελλαδέξ», «Ελλαδιστάν», έτσι ρατσιστικά (όπως πρόσφατα με τους κωφούς!), «φαιδρό Ελλαδέξ», «ελληνώνυμο κρατίδιο του βαλκανικού Νότου», «τρισάθλιο κρατίδιο των Eλληνωνύμων» κ.ά.
Έλα όμως που δεν συμφέρει να ’ναι πεθαμένο το γελοίο κρατίδιο. Τι ρόλο θα ’χε τότε ο προφητάναξ; Εκπτώσεις λοιπόν. Δεν πέθανε τελείως, λίγο μόνο· ψυχορραγεί. Υπάρχει ελπίδα να σωθεί; «“Μαγιά” μόνο η γλώσσα» (17.1.16). Κι έπειτα: «Δύσκολες μέρες έρχονται για τον Ελληνισμό (τον όποιο απομένει), πιο δύσκολες και από αυτές του 1922 ή και του 1453»! Κι αυτά λίγον καιρό αφότου ο ίδιος αποφαινόταν πως «η γκαγκστερική επιβολή του μονοτονικού» υπήρξε καταστροφή «ολεθριότερη» κι από τη Μικρασιατική (23.11.14). Και προτείνει, έσχατη ελπίδα σωτηρίας, να σχηματιστεί μια «ανεξάρτητη αρχή γλωσσικής προστασίας».
«Μέσα σε πενήντα χρόνια» μετράει στο τεφτέρι του ο Διδάσκαλος «οι Έλληνες ξεριζώθηκαν μεθοδικά από τη συνέχεια της γλώσσας τους, από την κοινή σάρκα και κοινωνούμενη πράξη του αυτοκαθορισμού τους, της ετερότητάς τους. Αυτή η απώλεια φαίνεται πως πρέπει να μετρηθεί και με εδαφική συρρίκνωση. Το ιστορικό τέλος ιστορικών λαών πάντοτε εντοπίζεται και χαρτογραφικά» (27.9.09). Πάλι στην εναγώνια αναμονή. Ή μήπως στα ξεκαρδιστικά γέλια πλέον;
Και δεν υπάρχει τελειωμός: «Πότε τελειώνει ιστορικά ένας λαός που σημάδεψε με την παρουσία του την πορεία της ανθρωπότητας; Προφανώς, όταν πάψει να παράγει ή να συντηρεί καινοτόμο ιδιαιτερότητα»! Και η κατακλείδα: «Σε κάθε παραμικρή πτυχή του το σημερινό ελληνώνυμο κρατίδιο είναι μια ύβρις της ελληνικότητας» (19.7.09)!
Άλλη όμως η ύβρις, κύριε Γιανναρά. Ύβρις της ηθικής, του επιστημονικού και όχι μόνο ήθους, της κοινής λογικής επιτέλους.