1/7/07

Αρχαία, για να μη μιλάμε νέα [α΄]

Τα Νέα, 13 Νοεμβρίου 2004

«Η ωφέλεια από την ενίσχυση των παρεχομένων γνώσεων της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση θα είναι σημαντική στη χρήση της καθομιλουμένης, καθώς αποτελεί καθημερινή πλέον διαπίστωση η μη ορθή χρήση της γλώσσας, οι αδυναμίες στην έκφραση και η λεξιπενία.»

Με αυτό το σκεπτικό αποφασίζει το υπουργείο Παιδείας την ενίσχυση της διδασκαλίας των αρχαίων στη μέση εκπαίδευση. Δηλαδή: «Αρχαία, για να μιλάμε νέα», όπως συνοψίζεται στον τίτλο του σχετικού ρεπορτάζ της Καθημερινής (2/11). Στην πραγματικότητα όμως, σπεύδω να προκαταβάλω με τον δικό μου τίτλο: «για να ΜΗ μιλάμε νέα».

διαβάστε τη συνέχεια...

Ας εξετάσουμε ανάποδα το σκεπτικό. Και πρώτα για τη λεξιπενία, των νέων εννοείται, που αποτελεί «καθημερινή πλέον διαπίστωση» –μια «καθημερινή διαπίστωση», συμπληρώνω πάλι εγώ, σαν την εξίσου καθημερινή και προαιώνια: πως ο ήλιος κινείται πάνω από την ακίνητη και, βεβαίως, επίπεδη γη. Εύκολος ο σαρκασμός, θα μου πείτε, αλλά πώς απαντά κανείς στην επίμονη ανευθυνότητα, αυτήν μάλιστα τη φορά υπουργική, που τοποθετείται απέναντι σε επιστημονικά θέματα με τρόπο αποκλειστικά εμπειρικό, με αποσπασματική παρατήρηση, χωρίς καμία σοβαρή επιστημονική έρευνα.

Λεξιπενία λοιπόν; Όμως: «η γλώσσα είναι κώδικες, ρόλοι. Άλλη γλώσσα θα χρησιμοποιήσει ο νέος στην παρέα του κάνοντας πλάκα κι άλλη όταν γράφει έκθεση στις πανελλήνιες. Τα περί 100 και 200 λέξεων που χρησιμοποιούν οι νέοι δεν είναι μόνο κατασυκοφάντηση αλλά και στρεβλή σύλληψη της έννοιας του νέου». Αυτά απαντά το 1998, στην ερώτηση αν «οι νέοι μιλούν φτωχά ελληνικά», ο Γ. Μπαμπινιώτης (στο «Ε» της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας), τον οποίο παραθέτω εδώ, για προφανείς λόγους. Και πάλι: «Εγώ το ’χω ξαναπεί, δεν υπάρχει άνθρωπος που να μιλάει με 100 λέξεις. Πρέπει να έχει νοητική υστέρηση. Τι είναι αυτό που κάνουμε; Κάνουμε μια αφαίρεση από τον περιορισμένο από τη φύση του κώδικα της γλώσσας της παρέας. Και εμείς αν ήμασταν τώρα δύο φίλοι οι οποίοι μιλάνε, με 100 λέξεις θα μιλούσαμε. Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά, διότι ξέρουμε πρόσωπα, πράγματα… πετάμε μια κουβέντα και εννοούμε χίλια πράγματα» (ΒΗΜΑGAZINO 28.7.02).

Και γενικότερα: «Είναι εκτός πραγματικότητας όποιος δεν βλέπει ότι η γλώσσα μας βρίσκεται στον σωστό δρόμο» (Βήμα 29.7.01). Παρέθεσα ειδικά Μπαμπινιώτη, μπας και συγκινηθεί η αρμόδια υπουργός. Πράγματι, είναι καίριας σημασίας η παραδοχή αυτή από ειδικό επιστήμονα ο οποίος [εμφανίζεται –τουλάχιστον– να] έχει μετακινηθεί αισθητά από παλαιότερες θέσεις του, από επιστήμονα κατεξοχήν «επικοινωνιακό», με ευρύτατο ακροατήριο, πολύ πέρα από την επιστημονική κοινότητα. Και δεν είναι ίσως τυχαίο ότι το ακροατήριο αυτό –και στο σημείο αυτό με ενδιαφέρουν περισσότερο διανοούμενοι, δημοσιογράφοι, συνάδελφοί μου διορθωτές κτλ.– από ένα σημείο και πέρα δεν τον παρακολουθεί, δεν τον διαβάζει, από το σημείο δηλαδή που έπαψε να τους εξυπηρετεί στην κινδυνολογική εκστρατεία για τη γλώσσα, την οποία συνεχίζουν απτόητοι, και προφανέστατα αδιάβαστοι.

Αν απαγκιστρωθούμε λοιπόν από τη γενικώς ασύστατη επιστημονικά λεξιπενία, για τη «μη ορθή χρήση της γλώσσας» έχω γεμίσει σελίδες επί σελίδων σ’ αυτήν εδώ την εφημερίδα, με δείγματα «μη ορθής χρήσης», όχι όμως από νέους αλλά από επαγγελματίες χρήστες του λόγου, πολλές φορές από φιλολόγους, ανώτερους εκπαιδευτικούς, και ειδικότερα –και σκόπιμα, σκοπιμότατα– από σταυροφόρους για τη «σωτηρία της γλώσσας».

Με απλή αριθμητική τώρα και με ακόμα πιο απλή λογική, αν λάβουμε υπόψη μας ότι όλοι αυτοί –προσοχή, όλοι εμείς– οι γλωσσικά «αμαρτάνοντες» έχουν όλοι διδαχτεί αρχαία ελληνικά, τον «παλιό καλό καιρό», και μάλιστα πολλοί από αυτούς τα διδάχτηκαν και παραπέρα, με ειδικές σπουδές στο πανεπιστήμιο, ορισμένοι τα διδάσκουν κιόλας, άλλοι τα μεταφράζουν, άρα βρίσκονται σε διαρκή, επαγγελματική επαφή με αυτά, το μόνο σίγουρο που συνάγεται είναι πως τα αρχαία δεν είναι καταρχήν απαραίτητα για την καλλιέργεια της νεοελληνικής –ίσα ίσα, αρκετά συχνά ενδέχεται να είναι έως και επιζήμια, όπως θα προσπαθήσω να δείξω στη συνέχεια. Πόσο μάλλον αν φύγουμε από την κατηγορία των λιγοστών και προνομιακών σπουδαστών και έπειτα μελετητών των αρχαίων, και κατέβουμε την κλίμακα προς τη μεγάλη πλειονότητα όσων απλώς διδάχτηκαν τα νενομισμένα της μέσης εκπαίδευσης.

Αλλά δεν μαθαίναμε αρχαία μέσα στο σχολείο, όσα κι αν λέμε εκ των υστέρων, πάντοτε μεταξύ μας, εμείς δηλαδή οι διανοούμενοι, εμείς οι εξαιρέσεις. Και προπαντός, μ’ εκείνα τα λειψά αρχαία, κυρίως γραμματική και συντακτικό και ελάχιστες σελίδες από την αρχαία γραμματεία, όχι μόνο δεν προσεγγίζαμε τίποτα από τον τεράστιο πλούτο του αρχαίου κόσμου αλλά φεύγαμε όλο και πιο μακριά, με πραγματική αποστροφή: εδώ αναφέρομαι πια στη μεγάλη πλειονότητα, και από αυτήν τη σκοπιά μιλάω, γιατί σ’ αυτή την πλειονότητα αναφέρεται έτσι και αλλιώς κάθε εκπαιδευτικό πρόγραμμα και μ’ αυτήν μετριέται η αποτελεσματικότητά του.

Από κει και πέρα η αγάπη ή ο θαυμασμός για τα αρχαία και τον αρχαίο κόσμο ήταν και είναι αναπόφευκτα έμμεσος, διαμεσολαβημένος, περνάει αναπόφευκτα όχι μέσα από την –ανύπαρκτη ή ελλιπέστατη– γνώση αλλά –τις πιο πολλές δυστυχώς φορές– μέσα από την ιδεολογία, μια συγκεκριμένη μυθοποιητική ιδεολογία, η οποία συγχέει αρχαιογλωσσία και αρχαιογνωσία.

Αν τώρα η αρχαιογνωσία μπορεί να υπηρετηθεί ασφαλέστερα, ευχερέστερα και αμεσότερα από τη μετάφραση, η αρχαιογλωσσία –που θεωρητικά και καταρχήν στηρίζει, και αυτή, την αρχαιογνωσία– μοιάζει ανέφικτη στο σχολικό πεδίο, και πάντως στο πεδίο της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Ανέφικτη, και, ξαναλέω, επιζήμια. Αυτή είναι εντέλει η «καθημερινή πλέον διαπίστωση», αυτό μας λέει και η ιστορία της εκπαίδευσης, της παλαιότερης, που μας αφορά εδώ, όταν μάλιστα κυριαρχούσε στον δημόσιο βίο η καθαρεύουσα –η οποία θα έπρεπε, υποτίθεται, να διευκολύνει την εκμάθηση των αρχαίων.

Λέγεται συχνά ότι τα λιβάδια με τους μαργαρίτες που έστρωναν πάντα μπρος στα μάτια μας οι ακάματοι συλλογείς τους οφείλονταν στο χάσμα ανάμεσα στην ομιλούμενη –δημοτική– γλώσσα και τη γραπτή –καθαρεύουσα–, ενώ σήμερα τέτοια «δικαιολογία» δεν υπάρχει. Αν όμως προσέξουμε ότι και σήμερα τα πλείστα από τα μαργαριτάρια, οι περίφημες ελληνικούρες, οφείλονται στην έμμεση επιβολή ή οπωσδήποτε στην κρυφή γοητεία της λόγιας γλώσσας, πρέπει να συνομολογήσουμε ότι και στις δύο περιπτώσεις (α) μένει καταρχήν αστήρικτη και αναπόδεικτη η συμβολή της αρχαίας στη σύγχρονη γλώσσα· ενώ (β) για τη «μη ορθή χρήση της γλώσσας», πέρα από την ελλιπή διδασκαλία της σύγχρονης γλώσσας, ενοχοποιούνται ώς έναν μεγάλο βαθμό τα αρχαία.

Αυτά, αν μείνουμε σε εμπειρικές παρατηρήσεις, που εκτείνονται ωστόσο σε μεγάλο μήκος χρόνου, σε αιώνες εντέλει.

Θα συνεχίσω και με παραδείγματα στην επόμενη επιφυλλίδα.

buzz it!

2 σχόλια:

kafouroutsos είπε...

Ως τελευταία σειρά των τριτοδεσμιτών πρέπει να δηλώσω ότι τη μόνη σύνταξη που διδάχτηκα στο σχολείο ήταν αυτή της Αρχαίας Ελληνικής και της Λατινικής. Δεν θυμάμαι να έχω διδαχτεί Νεοελληνική σύνταξη (εκτός απο αυτήν που πήρε η λυκειάρχισσά μας). Συμφωνώ φυσικά με όλα όσα λέτε, χαίρομαι που ο κύριος Μπαμπινιωτης άρχισε να "συμμορφώνεται" (θυμάμαι τις διενέξεις με τον κύριο Βελούδη ή τον κύριο Χριστιδη πριν κάποια χρόνια). Αυτό που με ανησυχεί περισσότερο εκτός απο την επιστροφή στην στείρα αρχαιομάθεια είναι και οι απόψεις προοδευτικών κατα τα άλλα ανθρώπων για τη γλώσσα. Έχω ακούσει ουκ ολίγεσ φορές μέχρι και αντι-εξουσιαστές να παραπονιούνται για το φτωχο λεξιλόγιο ή την φτωχότητα της συνταξης χρησιμοποιούμενης από τους νέους. Θυμάμαι να εχω ρωτηθεί άπειρες φορές για την περίπτωση του "επικεφαλής" ή του "στις μια". Όταν προσπαθείς να εξηγήσεις ότι τέτοια "λάθη" ουσιαστικά φανερώνουν βαθύτατη γνώση της γλώσσσας, σοκάρονται λες και τους εβρισες την μάνα. Μα τι είναι αυτα που λες γλωσσολόγος άνθρωπος, αυτό είναι έτσι και το άλλο αλλιώς έτσι ξέρω εγώ. Άλλα δυδτυχώς αυτά συμβαίνουν όταν καλή χρήση των ελληνικών νοείται η ζουραρική διάλεκτος. Τέλος πάντων, συμφωνουμε απόλυτα στο ζήτημα νομίζω. Δεν ξέρω για τους άλλους βέβαια

Ανώνυμος είπε...

ΕΙΝΑΙ ΞΕΚΑΘΑΡΟ ΓΙΑ ΟΠΟΙΟΝ ΕΧΕΙ ΑΜΥΔΡΗ
ΑΝΑΜΝΗΣΗ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΟΤΙ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΔΕΝ ΜΑΘΑΙΝΕΙΣ ΑΡΧΑΙΑ, ΟΤΙ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΑΙ ΠΑΝΤΟΥ ΚΑΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΜΕ ΤΑ ΝΕΑ, ΑΝ ΟΧΙ ΦΥΣΕΙ ΤΟΤΕ ΘΕΣΕΙ ΚΡΕΤΙΝΟΣ. Ε ΠΟΣΟ ΠΙΑ ΘΑ ΦΑΜΕ ΑΠ' ΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ ΝΑ ΕΞΗΓΗΣΟΥΜΕ ΣΤΟΥΣ ΗΛΙΘΙΟΥΣ ΟΤΙ ΠΕΤΑΝΕ ΔΙΑΡΚΩΣ ΚΟΤΣΑΝΕΣ? ΜΑ ΜΠΕΣ ΒΡΕ ΑΝΘΡΩΠΕ ΜΟΥ ΣΕ ΜΙΑ ΤΑΞΗ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ< Η ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ< ΚΑΙ ΠΕΣ ΜΟΥ ΤΩΡΑ ΑΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΘΑ ΜΑΘΟΥΝΕ ΠΟΤΕ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΕΑ ΕΠΕΙΔΗ ΘΑ ΤΟΥΣ ΒΑΛΕΙΣ ΑΡΧΑΙΑ. ΜΑ ΕΛΕΟΣ ΠΙΑ ΛΙΓΗ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ.
Μα σας ερωτώ κύριε Χάρη, τα πιστεύουνε αυτά που λένε; Δηλαδή είναι όντως τόσο βόδια;