Αφηρωισμένος και αφυδατωμένος - Απαρεμφάτων νεκρανάστασις
(Εφημερίδα των συντακτών 22 Νοεμ.. 2014)
Αφηρωισμένος και αφυδατωμένος
Εθνικές προσδοκίες και πολιτικές,
τα πάντα χώρεσε κοτζάμ τύμβος, ο περιλάλητος τύμβος στην Αμφίπολη, για τα πάντα
προσφέρθηκε και προσφέρεται, ε, δεν θα μας έδινε κι ένα γλωσσικό κατιτίς να
παίζουμε, προτού μας δώσει και τον πολυπόθητο Νεκρό; Κι αν όχι τον αναμενόμενο
Έναν, σίγουρα, λέει, κάποιον αφηρωισμένο νεκρό!
Δηλαδή, κατά τας Γραφάς, κάποιον που ονομάστηκε μετά θάνατον ήρωας, που ηρωοποιήθηκε –όπως και μόνο λέμε σήμερα
στη γλώσσα μας. Αφού όμως γλώσσα μας κι αυτά κι εκείνα, σιγά μη δεν κρεμούσαμε
στα μπαλκόνια μας σημαίες αρχαίες: αφηρωισμένος!
Ό,τι πιο κόντρα δηλαδή στο σημερινό γλωσσικό αίσθημα, που στο αφ- ακούει κάτι αρνητικό ή κάτι
στερητικό, τον αφυδατωμένο λόγου
χάρη.
Υπάρχει, είναι η αλήθεια, κάποιο
«μυστικό», ότι η πρόθεση από δίνει
άλλοτε θετικό και άλλοτε αρνητικό πρόσημο στη λέξη, στοιχείο καταρχήν παράδοξο,
σαν να ’χουμε μια γλώσσα όπου το «ναι» είναι μαζί και «όχι»!
Παράδειγμα, λέξεις όπου το από δείχνει επίταση, ολοκλήρωση κτλ.,
όπως: αποτελειώνω, αποκτήνωση, απογεμίζω, αποπεράτωση…
Και παράλληλα μείωση, αναίρεση, αφαίρεση, στέρηση κτλ., όπως: απομυθοποίηση, αποκεφαλισμός, απομαζικοποίηση,
απονομιμοποίηση, αποτρίχωση… Κι όμως, τη βασική αυτή διάκριση, τι διάκριση: το
μαύρο-άσπρο ουσιαστικά, δεν τη μαθαίνουμε από γραμματικές και λεξικά, έρχεται
φυσικά στη γλώσσα του μέσου χρήστη –στη
συγχρονία της, εννοείται πάντα! Εκτός και βγούμε έξω από γλώσσα και εποχή,
οπότε μόνο η γνώση ακριβώς των βιβλίων μπορεί να βοηθήσει –όταν δεν στήνει τις
περίφημες παγίδες της (όπου πιάστηκε λ.χ. ο βραβευμένος μεγαλόσχημος καθηγητής
και μπέρδεψε το αρχαίο ζει=βράζει με το σημερινό ζει!).
Τότε λοιπόν έχουμε τον αφηρωισμένο, που ευτυχώς δεν εκφράζει
κοινόχρηστη έννοια, κι έτσι θα μείνει στα ειδικά κιτάπια των ειδικών, να
ξιπάζονται κατά καιρούς οι Παναγιωταρέες.
Είπα πως είναι κόντρα στο γλωσσικό
αισθητήριο, γιατί το αφ-, η δίσημη,
όπως είδαμε, πρόθεση από πριν από τις
κάποτε δασυνόμενες λέξεις, κρύβει πιο πολύ το «όχι» παρά το «ναι», καθώς
συμπίπτει ακουστικά με το στερητικό α-,
κι έτσι ο φυσικός ομιλητής, που δεν προστρέχει για την κάθε λέξη του στα λεξικά, ακούει κυρίως μείωση,
όπως είπαμε, αναίρεση, αφαίρεση, στέρηση κτλ., σε αμέτρητη στρατιά λέξεων: αφυδάτωση, αφαίμαξη, αφαγία, αφανάτιστος, αφανέρωτος, άφαντος, αφανισμός, αφερέγγυος, αφίλητος, αφιλοκερδής, αφιλότιμος, αφιλοχρήματος,
αφορολόγητος, αφόρτιστος, άφραγκος, αφύλαχτος, αφοπλισμός κτλ.
Άλλο ένα γλωσσικό «ψεύδος» λοιπόν,
ένα καινούριο κοσκινάκι, σαν την εκδημία
και τον μακαριστό, που μας
κατσικώθηκαν ιδίως από την εποχή του Χριστόδουλου, τα αιτούμαι ασύλου
από τη νομική γλώσσα, οι ταμπελίτσες στις προθήκες των μουσείων, για να
μείνουμε στο κλίμα των ημερών, όπου διαβάζεις τα ακατάληπτα των αρχαιολόγων, τα
ψέλια, τα ενώτια και τα περίαπτα,
και (όπως έγραφε ωραία ο Κώστας Κουρεμένος πιο παλιά στο μπλογκ του) χρειάζεται
να διαβάσεις αποκάτω την αγγλική μετάφραση, να δεις τα πιο οικεία σου «bracelet, earring, pendant... ώστε μετά να
εξηγήσεις στους αμύητους φίλους σου ότι πρόκειται πολύ απλά για βραχιόλια,
σκουλαρίκια, μενταγιόν».
Αφωνία! Αλλιώς, αφασία!
Απαρεμφάτων νεκρανάστασις
«Ναύτη, καλέ ναύτη, ζει ο βασιλιάς
Απαρέμφατος;» – «Ζει και βασιλεύει» πρέπει να απαντήσεις, αλλιώς η γοργόνα σού
δίνει μια με την ουρά, και πας καλιά σου.
Αλλά σάματις δεν ζει; Ή, κι αν δεν
ζούσε, δεν νεκραναστήθηκε;
Ιδού, ακόμα και το ημιαγγλόφωνο Αθηνόραμα: «διαφορετικές όψεις της
Αθήνας αλλά και του χτίζειν γενικότερα…» Το χτίζειν, του χτίζειν, ω χτίζειν, τα
χτίζειν... Ενώ το επιχειρείν δίνει
και παίρνει από καιρό: για το «νεοελληνικό επιχειρείν» και για «επεκτάσεις του
ελληνικού επιχειρείν…» έγραφε κάποτε ο Τζαννετάκος, για «το ένδοξο επιχειρείν
στη σημερινή Ελλάδα» διαβάζω τώρα, ενώ, σε τηλεοπτική εκπομπή για κάποιον ξένο
συγγραφέα, διάβασα στους υπότιτλους πως μετείχε στο «οικογενειακό επιχειρείν», στην
οικογενειακή επιχείρηση προφανώς (καθώς και τη δήλωσή του,
σε μετάφραση εννοείται: «γράφω από μικρόθεν», αυτό όμως είναι από άλλο
κεφάλαιο).
Κοινές λέξεις και παραστατικές
εκφράσεις ντύνονται ξάφνου ποδήρη εσθήτα ή φράκο: «Το θέμα είναι αν το νέο
μέτρο θα εφαρμοστεί στην πράξη ή θα είναι μόνο για το φαίνεσθαι», εκεί που άλλοτε θα λέγαμε λ.χ.: για τα μάτια!
– «Παρά την αλλαγή, τουλάχιστον στο
φαίνεσθαι, ο ιδιοκτήτης της ΠΑΕ…», δηλαδή παρά τη φαινομενική, επιφανειακή κτλ.
αλλαγή.
– «Τι δεν καταλαβαίνεις από το φέρεσθαί
του;», προφανέστατα τη συμπεριφορά του.
– «Η σκηνοθεσία δεν είδε το “είναι”
της αυθεντικής γραφής, διάβασε το “φαίνεσθαι” της θεατρικής διασκευής…», δεν
είδε δηλαδή την ουσία, αλλά την όψη, το εξωτερικό περίβλημα κτλ.
Για κάτι ιλαρά απαρέμφατα από
έγγραφο ενός επιθεωρητή της Μέσης Εκπαίδευσης επί χούντας έγραφα πιο παλιά εδώ, για
το «βωμολοχεύεσθαι» και το «μινοφουστοφορείν».
Τώρα βαδίζουμε στην εποχή του
γλωσσοκαραγκιοζεύειν…