Ο τρόμος της πολιτικής ευπρέπειας
(Εφημερίδα των συντακτών 18 Απρ. 2015)
σεβασμός στην "ετερότητα" του δημίου; |
Κάποτε είναι σκέτη νωχέλεια: Αμάν, βρε αδερφέ, μια ζωή, που
λέει ο λόγος, γράφουμε: «παλληκάρι», με δύο λάμδα και ήτα, και ξάφνου μας λένε
ότι πρέπει: παλικάρι, να χάνεται με
το ένα λάμδα η μισή παλικαροσύνη, κι η άλλη μισή να συρρικνώνεται μέσα σ’ ένα
φτενό γιώτα… Από την άλλη, όμως, δώστε μας ήτα στη θέση του γιώτα: κτήριο αντί για κτίριο, ωμέγα στη θέση του όμικρον: πόσω μάλλον αντί για πόσο
μάλλον, και πάρτε μας την ψυχή! Που σημαίνει ίσως τότε ότι δεν είναι σκέτη
νωχέλεια· υπάρχει ιδεολογία αποπίσω, συνειδητά ή ασύνειδα, άλλο θέμα.
Ξεκίνησα από την πιο παραστατική, «απλή» ορθογραφία, για να
περάσω σε πιο δύσκολα, σε μιαν άλλη ορθογραφία, την «ορθογραφία» του λόγου, που
ονομάστηκε πολιτική ορθότητα –ευπρέπεια,
θα επέμενα εγώ. Η οποία πολιτική ορθότητα, κάποτε και με ακρότητες, κωδικοποιεί
ή επεκτείνει κανόνες κοινωνικής ζωής, με σκοπό κυρίως να προστατέψει
ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες, μειονότητες κτλ., γυναίκες, ομοφυλόφιλους, αλλόθρησκους
κ.ά. Λέω «επεκτείνει», γιατί προτού υπάρξει η πολιτική ευπρέπεια σαν επώνυμη τάση,
είχαμε πάψει να λέμε λ.χ. αράπηδες
τους μαύρους, γύφτους τους αθίγγανους, οβριούς τους σφιχτοχέρηδες κ.ά.
Εδώ έχει ενδιαφέρον να δει κανείς πώς μερικές αλλαγές έγιναν
αβίαστα, όπως η υποχώρηση της λ. αράπης,
που θεωρείται μειωτικός χαρακτηρισμός, ενώ άλλες συναντούν γερή αντίσταση, ίσως
και εξαιτίας των ακροτήτων, όπως είπα, στις οποίες φτάνει η «σχολή» αυτή, μπορεί
το ίδιο το γεγονός ότι συνιστά κατά κάποιον τρόπο σχολή, οπότε εξανίσταται το
ρέμπελο το πνεύμα μας. Ίσως όμως και γιατί άλλαξε πιο πολύ κι από τις λέξεις η
εποχή, που χαρακτηρίζεται από γενικευμένη δυσανεξία απέναντι στον άλλο,
ειδικότερα τον ξένο. Τα βήματα, μάλλον τα μίλια οπισθοπορείας είναι εμφανή,
καταγράφονται σε όλες τις μετρήσεις έγκυρων διεθνών οργανισμών, αποτυπώνονται
στην καθημερινή συμπεριφορά, καθρεφτίζονται στον δημόσιο λόγο.
Και η αντίδραση στην πολιτική ευπρέπεια αρθρώνεται όλο και
πιο καθαρά, άλλοτε σαν ειρωνεία και χλεύη, άλλοτε σαν θεωρία που χτίζεται με
στοιχεία αγοραίας ψυχανάλυσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα: ενώ εγκαταλείφθηκε σχεδόν
σιωπηρά το γύφτος και έμεινε σε κοινή
χρήση το τσιγγάνος, ακόμα
ευπρεπέστερα: αθίγγανος, στην πιο πρόσφατη
απόπειρα να επικρατήσει το Ρομ-Ρομά,
όπως αυτοαποκαλούνται οι ίδιοι, παρουσιάζεται έντονη αντίδραση: άλλο βλέπεις να
τους παραχωρήσουμε εμείς έναν όρο, άλλο να τον επιβάλλουν αυτοί, είναι μια
ψυχολογίστικη, ομολογώ, απάντηση, αν θέλουμε να αποφύγουμε τα βαθιά, την ύπαρξη
δηλαδή ιδεολογίας που αντιστέκεται.
Όμως, νά που ξεπρόβαλε κάποια στιγμή, διόλου δειλά, κι αυτή,
πίσω από τις γενικευμένες ειρωνείες, ότι τον παλαμικό Δωδεκάλογο του Γύφτου θα τον λέμε «Δωδεκάλογο του Ρομά»: με αυτόν
ακριβώς τον τίτλο έγραφε ο Τ. Θεοδωρόπουλος (Καθημερινή 22.10.13), και παρέθετα πάλι εδώ (2.11.13): «Το πρόβλημα
είναι ότι οι κοινότητες, ασχέτως φυλετικών χαρακτηριστικών, που κινούνται σαν
άτυπα κύτταρα στην κοινωνία διαβρώνουν τους ιστούς της. Είτε λέγονται Ρομά είτε
τσιγγάνοι είτε γύφτοι».
Σειρά άλλου διανοούμενου τώρα, του πανεπιστημιακού Νάσου
Βαγενά, να εξαπολύσει γενικευμένη επίθεση κατά της πολιτικής ευπρέπειας (Βήμα 5.4.15), που δημιουργεί μόδες και
όρους, «με την απαίτηση να τους παίρνουμε αδιακρίτως στα σοβαρά», όρους που
«χρησιμοποιούνται από τους επινοητές τους και τους ομοφρονούντες στηλιτευτικά
ως μέσα ισχύος και επιβολής» και «με τόνο εκφοβιστικό», πρέπει όμως, ξεσηκώνεται
ο καθηγητής, να συναντήσουν πια «τη δυσπιστία, την υποψία, τη διαφωνία, ακόμη
και την αντίδρασή» μας.
Η δική του τώρα αντίδραση έχει στόχο τη «μόδα» των σύνθετων
με τη λ. φοβία, από τα οποία επιλέγει
να εστιάσει στην ξενοφοβία και την ομοφοβία. Η επιλογή αυτή θα μπορούσε να
είναι από μόνη της σχόλιο. Ας διαβάσουμε ωστόσο: «ένα τμήμα του πληθυσμού» (κι
ας έχουμε καταμετρημένα, όπως είπα, συντριπτικά ποσοστά, θηριώδη πρωτιά στην Ευρώπη)
εχθρεύεται τους ξένους, αν όμως κάποιος μιλήσει για το πρόβλημα της μαζικής
εισροής μεταναστών χαρακτηρίζεται «ξενοφοβικός, ενίοτε και ρατσιστής»: ούτε
βήμα δηλαδή πέρα από τους κοινούς τόπους που κρύβουν αδιαφοροποίητα κάθε λογής
στάση και ιδεολογία, εν προκειμένω και την ξενοφοβική.
Ας δούμε όμως και τον άλλο όρο τον οποίο βάζει ο Ν.Β. στο
στόχαστρό του, την ομοφοβία:
«Υπάρχουν αρκετές στάσεις και συμπεριφορές απέναντι στην
ομοφυλοφιλία, από τη λατρευτική (!) και φιλική ώς την αδιάφορη, την ουδέτερη,
της απαρέσκειας και της αποστροφής. Το να χαρακτηρίζεις τις δεύτερες συλλήβδην
και αδιακρίτως ομοφοβικές δηλώνει επιθετική και ασεβή (!) χρήση του όρου,
ασύμβατη με τη διεκδίκηση ανθρώπων που απαιτούν, και σωστά, τον σεβασμό της
ετερότητας».
Ώστε το θύμα λόγου χάρη, ο ομοφυλόφιλος, οφείλει να σεβαστεί την
ετερότητα του θύτη! Γιατί διαφορετικά, υποθέτω, γίνεται ο θύτης θύμα!
Άτιμη λογική! Και σίγουρα άτιμη πολιτική ευπρέπεια! Γιατί δεν
θέλω να πιστεύω, άτιμη ομοφυλοφιλία!