10/5/15

Τα κόστη των φόρτων των ροών, ή Οι ροές των φόρτων των κοστών

(Εφημερίδα των συντακτών 9 Μαΐου 2015)


«Ανησυχητικές εκτάσεις παίρνουν οι μεταναστεύσεις, οι φυγές ανθρώπων από τους τόπους τους, που παίρνουν τους δρόμους των ξενιτιών, που επιλέγουν τις μοίρες των προσφυγιών, αναζητώντας καλύτερες ζωές, να εξασφαλίσουν έστω ζωές αντί για βέβαιους θανάτους από τις πείνες και τις εξαθλιώσεις...»

Κάτι δεν πάει καλά; Προφανώς· ή τουλάχιστον έτσι ελπίζω: ελπίζω δηλαδή να είναι ολοφάνερα αδόκιμος εδώ ο πληθυντικός όλων των λέξεων, με μοναδική εξαίρεση το «ανθρώπων», σ’ αυτό το κατασκευασμένο χωρίο.

Είναι απλό: κατά κανόνα το ίδιο το αισθητήριό μας μάς υπαγορεύει τον ενικό σε αφηρημένες έννοιες, όπως ιδίως η μετανάστευση, η φυγή, η ξενιτιά, η προσφυγιά, η πείνα και η εξαθλίωση, που εντελώς φυσικά δεν έχουν πληθυντικό (άλλο είναι βέβαια εκφράσεις όπως: «έχω κάτι πείνες, που δεν βλέπω μπροστά μου»).

Είναι, είπα, απλό, όταν χρησιμοποιούμε απλές, καθημερινές έννοιες, όταν δεν βρισκόμαστε μπροστά σε καινούριες, ξενόφερτες κατά κανόνα, που δεν έχουν άρα ζυμωθεί ακόμα με την καθημερινή γλώσσα και δεν έχουν αποβάλει την ξενική καταγωγή τους.

Παράδειγμα, οι «μεταναστευτικές ροές», που έχουν εγκατασταθεί τελευταία, μαζί με το τραγικό σημαινόμενό τους, στη ζωή και τη γλώσσα μας. Αλλά τι περισσότερο λένε από τη «μεταναστευτική ροή»; Ότι δεν είναι γραμμικό και ενιαίο στον χρόνο το φαινόμενο; Μα το ίδιο ισχύει με τον αντίστοιχο και γενικότερο όρο «μετανάστευση». Όπως δηλαδή μιλάμε για τη μετανάστευση των Ελλήνων (και όχι για τις «μεταναστεύσεις»), κι ας έγινε σε διαφορετικές δόσεις ή κύματα, σε διαφορετικές εποχές και χώρες.

Έτσι, ο πηχυαίος τίτλος: «Ροή μεταναστών από στεριά και θάλασσα» που διάβασα προ καιρού ήταν αυτονόητο πως δεν αναφερόταν σε μία συγκεκριμένη μέρα, άντε μήνα, αλλά στο γενικότερο φαινόμενο των τελευταίων χρόνων. Δόξα τω Θεώ, είπα, τις γλιτώσαμε τις «ροές». Αρχίζω όμως να διαβάζω το άρθρο, και οι «ροές» ήταν εκεί, απτόητες: «Σημαντική, συνεχόμενη και ανησυχητική είναι η αύξηση των μεταναστευτικών ροών μέσω της Τουρκίας προς τη χώρα μας».

Έτσι και: «η διαχείριση των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών προς την Ευρώπη»· «εντείνεται το κύμα των μεταναστευτικών ροών εξαιτίας των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή» (προσοχή εδώ στο ταυτολογικό «κύμα των ροών», σαν να λέγαμε «το κύμα των κυμάτων» ή «η ροή των ροών»!) κ.ά.

Ας αντικαταστήσουμε σε όλα αυτά τα παραδείγματα τον πληθυντικό με ενικό: αλλάζει τίποτα; Επιμένω πως όχι. Αλλά θα πείτε: και με τον πληθυντικό, ποιο τάχα το σπουδαίο πρόβλημα; Κανένα, θα πω· όμως θα παραπέμψω στο αρχικό, πλαστό χωρίο μου.


Και οι άρσεις των ασυλιών

Είναι λοιπόν οι καινούριες έννοιες, από τη μια, η κυρίαρχη αγγλική σύνταξη, από την άλλη· αντιγράφω παλιό παράδειγμα και σχόλιό μου: «θα ζήσουμε μαζί for the rest of our lives», λέει στην καλή του ο ερωτευμένος· κατά λέξη: «για το υπόλοιπο των ζωών μας», αυτό που λέμε εμείς: «όλη μας τη ζωή», «την υπόλοιπη ζωή μας» –γιατί σ’ εμάς «υπόλοιπες ζωές» έχουν μονάχα οι οπαδοί της μετενσάρκωσης και οι γάτες.

Συχνό πάντως το φαινόμενο, και σαν να εξοικειωνόμαστε μαζί του. Έτσι, μιλάμε για «ετήσιους τζίρους της τάξης των 2.000.000 ευρώ», αντί, απλούστατα, για ετήσιο τζίρο, ή για «τζίρο της τάξης των 2.000.000 ευρώ τον χρόνο».

Τα «κόστη» πάλι δίνουν και παίρνουν από καιρό: «με τις νέες διατάξεις τα κόστη προβλέπονται [= προβλέπεται!] να αυξηθούν κατακόρυφα»· «αψηφώντας όλα τα πολιτικά κόστη», αντί για: αψηφώντας κάθε πολιτικό κόστος. Και έρχεται εφιάλτης, σύμφωνα με άλλη ισοπεδωτική τάση, και η γενική: «των κοστών»: «η διαχείριση των κοστών απαιτεί αναθεώρηση της κλασικής συνταγής…»

Και άρχισαν και οι «φόρτοι»: «Οι προβλεπόμενοι κυκλοφοριακοί φόρτοι με την πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου…»

Ακόμα: «ψήφισαν για την άρση των ασυλιών τους [=των βουλευτών της ΧΑ]», και «η ψήφιση των άρσεων των ασυλιών», όπου μπήκε στον πληθυντικό και η άρση (τότε και «οι ψηφίσεις»;)·

ή: «το υδάτινο στοιχείο των ιδιαίτερων πατρίδων και των τεσσάρων», αντί: της ιδιαίτερης πατρίδας του καθενός·

και: «πολλοί μετανάστες επέστρεψαν στους τόπους καταγωγής τους» (τότε και «τόπους καταγωγών τους»;).

Έγραψα παραπάνω πως, με ενικό ή πληθυντικό, δεν αλλάζει τίποτα στην ουσία, μπορεί απλώς να δημιουργείται κάποτε αμηχανία ή και ιλαρότητα, όπως με τις «φυγές» και τις «εξαθλιώσεις» της εισαγωγής μου. Κάποτε όμως, θα πω τώρα, χρησιμοποιώντας πάλι ένα παλιό παράδειγμά μου, αλλάζει: άλλο «σήκωσαν ψηλά τα χέρια τους», να παραδοθούν ή επειδή τους ληστεύουν, και άλλο «σήκωσαν ψηλά το χέρι τους», σε μια ψηφοφορία.

Για την ώρα, προσωπικά, σηκώνω εγώ τα χέρια ψηλά.

buzz it!