«Κρύο αίμα» και άλλα ξενικά που ξενίζουν
(Εφημερίδα των συντακτών 4 Ιουν. 2016)
Ξεκρεμαστήκαν πάλι καριοφίλια, ξεθηκαρώθηκαν σπαθιά, «παίρνουν τ’ αρχαία, παίρνουν τα!» αντιβοούν οι ράχες, βγάζουνε, παναπεί, τα αρχαία ελληνικά απ’ το γυμνάσιο, ξανά στις πολεμίστρες οι γνωστοί-γνωστοί, ακούστηκαν ξανά τα πάντα όλα.
"Ο Ασίς κοιτούσε ψύχραιμα τη διαδικασία. [...] Με κρύο αίμα παρακολουθούσε τα πέναλτι..." |
Ξεκρεμαστήκαν πάλι καριοφίλια, ξεθηκαρώθηκαν σπαθιά, «παίρνουν τ’ αρχαία, παίρνουν τα!» αντιβοούν οι ράχες, βγάζουνε, παναπεί, τα αρχαία ελληνικά απ’ το γυμνάσιο, ξανά στις πολεμίστρες οι γνωστοί-γνωστοί, ακούστηκαν ξανά τα πάντα όλα.
Λέω όμως να κρατήσω ακόμα, δεν
παίρνω βέβαια και όρκο, λέω όμως να κρατήσω: άσε, μονάχοι τους εκτίθενται, νά, το
πανελλήνιο σωματείο αναπληρωτών φιλολόγων αναπαράγει σε επιστολή διαμαρτυρίας
όλα τα αντιεπιστημονικά στερεότυπα και τους λεγόμενους αστικούς μύθους,
ακροδεξιάς βεβαίως καταγωγής, για τη γλώσσα με τη μαθηματική δομή, που είναι
απαραίτητη για «την πληρέστερη γνώση της νέας ελληνικής» και «αποτελεί φραγμό
στην ξενομανία και τα greeklish»,
και άλλα πολλά, περίτρανη απόδειξη ότι δεν πρέπει να διδάσκονται τ’ αρχαία στο
σχολείο, σε πρώιμη ιδίως φάση: γιατί, σοβαρά, σοβαρότατα τώρα, το μάθημα των
αρχαίων, η στάση μας γενικότερα απέναντι στους αρχαίους και τα αρχαία, δεν θα
αποϊδεολογικοποιηθεί ποτέ.
Είπα να κρατηθώ όμως, για την ώρα.
Ας ψυχραιμήσουμε λοιπόν, κρύο αίμα τώρα, κι ας πούμε κάτι άλλο. Το ρήμα
«ψυχραιμώ», απροπό, δεν θυμάμαι σε ποιον τύπο ακριβώς, πάντως το είχα
πρωτακούσει, πάνε χρόνια, δεκαετίες, από τον Μαρωνίτη, δάσκαλο σπουδαίο, και στην
αρχή με ξένισε· δεν έτυχε να το χρησιμοποιήσω ποτέ ούτε και να το ξανακούσω
ίσως, μου ήρθε τώρα, κοίταξα και στο ίντερνετ, τα ευρήματα δεν είναι και πολλά,
το βρίσκω όμως χρήσιμο το ρήμα, εκφραστικό, πλάι βεβαίως στο δόκιμο, αναλυτικότερο:
διατηρώ / ανακτώ την ψυχραιμία μου.
Και είπα και για «κρύο αίμα»: ήρθε
και έδεσε καλά, πιστεύω, ένας ξενισμός (cold
blood, cold-blooded), που
διεκδικεί όλο και περισσότερο χώρο στη γλώσσα μας. Κι αυτός με ξένισε, αλλά
κυρίως μου ξίνισε, όταν τον πρωτάκουσα, πρόσφατα πολύ αυτόν, χωρίς ακόμα να τον
συνηθίσω, ομολογώ.
Όμως με κάτι τέτοιους ξενισμούς
ήθελα ν’ ασχοληθώ σήμερα, με δάνεια που πάντα μας ξενίζουν στην αρχή, αλλά όταν
(και αν) εντέλει ενσωματωθούν, πλουτίζουν αναντίρρητα τη γλώσσα, απ’ τους
αρχαίους, εννοείται, χρόνους –κι όλες τις γλώσσες, πάλι εννοείται.
Ώστε «κρύο αίμα», αντί για ψύχραιμος ή ψυχραιμία· «το
βλέπω να ’ρχεται», αντί προβλέπω· «τρέχω
μια επιχείρηση», αντί διευθύνω…, και
πλήθος άλλοι ξενισμοί, που, μολονότι στιγματίζονται, κερδίζουν έδαφος, χάρη
ακριβώς στην παραστατικότητά τους, αλλά και στο ότι απλούστατα είναι στοιχεία
καινούρια: και πάντα ένα καινούριο στοιχείο δίνει αυτομάτως στον χρήστη την
αίσθηση μεγαλύτερης έντασης, αμεσότητας, παραστατικότητας κτλ., αποτελεσματικότητας δηλαδή, από ό,τι η
δόκιμη, κοινόχρηστη, αλλά γι’ αυτό και πολυκαιρισμένη, έκφραση.
Το «κρύο αίμα» τώρα, όσο και αν μας ξενίζει, ξαναλέω, ή απλώς δεν μας αρέσει,
είναι σίγουρα πολύ πιο διαφανές σε σχέση με τα ψύχραιμος και ψυχραιμία,
άρα αμεσότερο, παραστατικότερο, εκφραστικότερο, στη φράση λόγου χάρη: «Με κρύο
αίμα η διευθύντρια του ΔΝΤ δήλωσε ότι…», όπου η εικόνα της στυγνής διευθύντριας,
την οποία θέλει να υποβάλει ο χρήστης, σαφώς και δεν θα μπορούσε να εκφραστεί
με τον όρο ψυχραιμία.
Ας δούμε μερικά παραδείγματα ακόμα:
– «Με κρύο αίμα παρακολουθούσε τα πέναλτι, και όταν ο
Σκέμπρι το τέλειωσε… δεν άντεξε, ξέσπασε…»
– «Χαρακτήρα και… κρύο αίμα ο Κίλιαν Σέρινταν!» είναι ο
τίτλος, και μέσα στην είδηση: «Δείχνει χαρακτήρα και κρύο αίμα. Τα περισσότερα
πέναλτι ήταν σε καθοριστικά σημεία. Δείχνει ψυχραιμία, καθαρό μυαλό και
ευστοχία»: μαζί δηλαδή η ψυχραιμία και ο αγγλισμός, σαν εκφραστικότερη εκδοχή
της.
– «Με κρύο αίμα αντιμετωπίζει την υποβάθμιση το Βερολίνο»,
πάλι τίτλος· και μέσα: «Με ψυχραιμία αντέδρασαν Μέρκελ και Σόιμπλε».
– «Φωτοβολίδα... ξυστά απ’ το κεφάλι του Μαρινάκη! Κρύο
αίμα ο ερυθρόλευκος... Αντέδρασε με παροιμιώδη ψυχραιμία και ήταν ήρεμος…»
Το «τρέχω μια επιχείρηση», μετάφραση βεβαίως του αγγλικού to run a business, είναι ένα άλλο
ενδιαφέρον δάνειο, με πολλαπλό ενδιαφέρον: πρώτα καθώς προσδίδει, με την εικόνα
του τρεξίματος, άλλη αμεσότητα στο τυπικό και σιδερωμένο διευθύνω, αναφερόμενο στις ευθύνες κτλ. που συνεπάγεται η διεύθυνση
μιας επιχείρησης. Παράλληλα έχουμε τροπή του αμετάβατου ρ. τρέχω σε μεταβατικό, σύμφωνα με παμπάλαιη τάση της γλώσσας (ανεβαίνω τη σκάλα, κατεβαίνω το ποτάμι κτλ.), η οποία βρίσκει στη συγκεκριμένη
περίπτωση πανίσχυρο σύμμαχο από τη γλώσσα των υπολογιστών, καθώς σήμερα ακόμα
κι ένα μικρό παιδί «τρέχει ένα πρόγραμμα»!
Προφανώς και δεν κάνουμε καλλιστεία ξενισμών, προσπαθούμε
όμως να παρακολουθήσουμε τη λογική που υποστηρίζει έναν ξενισμό, οδηγώντας
ενδεχομένως στην αυριανή ενσωμάτωσή του στη γλώσσα· να παρακολουθήσουμε δηλαδή
τον τρόπο με τον οποίο προχωρεί, αλλάζει, και μάλιστα διευρύνει την εκφραστική
της γκάμα, η γλώσσα, όλες οι γλώσσες, μέσα στους αιώνες. Κι έχει τεράστια
σημασία η γνώση αυτή, καθοριστική για τη στάση μας απέναντι στη γλώσσα,
απέναντι δηλαδή στην κοινωνία, στη γλωσσική κοινότητα, στον εαυτό μας.