4/11/18

Πατερημά για τους πυρόπληκτους - «Ευχαριστήσας έκλασε…»

(Εφημερίδα των συντακτών 4 Νοεμ. 2018)


Πατερημά για τους πυρόπληκτους


«H καθιερωμένη συνάντηση του Μάριου Φραγκούλη με το κοινό του στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, φέτος γίνεται υπό την καλλιτεχνική καθοδήγηση της καταξιωμένης δημιουργού, Λίνας Νικολακοπούλου» έγραφε το δελτίο τύπου, καθώς και ότι «μέρος των εσόδων θα διατεθεί για τους σκοπούς τού Όλοι Μαζί Μπορούμε», τη φάμπρικα του Σκάι –αλλά αυτό δεν έχει σημασία τώρα.

Σημασία έχει κάτι ασυνήθιστο, αν όχι πρωτοφανές, που συνέβη, και που ενάμιση μήνα τώρα απ’ τη συναυλία δεν είδα να σχολιάζεται πουθενά, τρόμαξα μάλιστα να το διασταυρώσω.

Στη συναυλία λοιπόν, μέσα Σεπτεμβρίου αλλά πάντα στον απόηχο της συμφοράς στο Μάτι, ο Μάριος Φραγκούλης, όχι, δεν κάλεσε το κοινό να κρατήσουν π.χ. ενός λεπτού σιγή για τους νεκρούς, αλλά, «υπό την καλλιτεχνική καθοδήγηση της καταξιωμένης δημιουργού», και ειδικότερα την «έμπνευση», πάω στοίχημα, απάγγειλε το Πάτερ ημών, ναι, ολόκληρο το Πάτερ ημών!

Πάει καιρός που η θρησκευτικότητα έχει γίνει γραφικότητα, φολκλόρ –θυμάμαι, με αφορμή τη Λίνα Νικολακοπούλου, τον Κραουνάκη, που θυμιατίζει κάθε πρωί όλο του το σπίτι, και το δηλώνει δημόσια, προκλητικά, όπως όλα του, εξάλλου: αλλά έστω ότι αυτό είναι ιδιωτική χειρονομία· το Πάτερ ημών κατάμουτρα σε χιλιάδες θεατές στο Ηρώδειο, και όχι σε συναυλία του Σταμάτη Σπανουδάκη, παίρνει άλλη σημασία, σε καιρούς ακριβώς γενικευόμενης θρησκοληψίας.

Οπότε η χειρονομία αυτή γίνεται ιδιαίτερα επικίνδυνη. Καθώς μάλιστα θεωρείται κάτι το αυτονόητο, εξού και δεν σχολιάστηκε πουθενά: ιδού αμέσως αμέσως το σκάνδαλο,  πολύ πιο πέρα απ’ τον λαϊκισμό, το κιτς εντέλει.

Άντε, του χρόνου, ολόκληρο το Πιστεύω! ή το Τη Υπερμάχω, τώρα που ονειρευόμαστε πολέμους και βομβαρδισμούς σε Σκόπια κι Αλβανία.


«Ευχαριστήσας έκλασε…»

Λαβών ο Ιησούς τον άρτον και ευχαριστήσας έκλασε και εδίδου τοις μαθηταίς... «Μυρισμένο (ή μόσκος) το πορδάκι σου, Χριστέ μου!» ανταποκρίθηκε κάνοντας τον σταυρό της η γριούλα, σε μία απ’ τις πολλές παραλλαγές, όπως τη μεταφέρει ο καθηγητής Δημ. Σ. Λουκάτος.

Όχι, στα δάχτυλα τα παίζαμε αρχαία και καθαρεύουσα, στο αίμα μας κυλούσαν, επιμένουν σήμερα· σήμερα που η καθαρεύουσα, όσο αποκρυνόμαστε από την εποχή της δεσποτικής κυριαρχίας της, όταν στραγγάλιζε τη γλώσσα, τόσο μυθολογείται, και από θύτης έγινε ξάφνου θύμα! Διαβάζουν έτσι, οι νεότεροι ιδίως, τις εξαιρέσεις, την εξής μία ουσιαστικά, τον Βιζυηνό, και νομίζουν πως η μεγαλοσύνη του συγγραφέα οφείλεται στη μεγαλοσύνη της γλώσσας του:

«Ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Κώστας Παπακωνσταντίνου συνειδητά τα τελευταία χρόνια ασχολείται με νουβέλες και διηγήματα εκλεκτών Ελλήνων συγγραφέων του 19ου αι., επιδιώκοντας να δείξει ότι η γλώσσα, εκτός από κληρονομημένη μνήμη (προπολεμικά οι αναλφάβητοι Έλληνες καταλάβαιναν τις ακολουθίες στην εκκλησία κι ας μην είχαν διδαχθεί αρχαία ελληνικά), είναι ζωντανός οργανισμός που εξελίσσεται και αλλάζει, επιβεβαιώνοντας τη συνέχεια της ελληνικής και τη ζωντάνια και την ομορφιά παλαιότερων γλωσσικών της φάσεων» έγραφε (πάλι, φευ) η Μ. Καλτάκη (Καθημερινή 14/10, τα πλάγια δικά μου) για μια παράσταση Βιζυηνού.

Ώστε «προπολεμικά οι αναλφάβητοι [!] Έλληνες καταλάβαιναν τις ακολουθίες στην εκκλησία κι ας μην είχαν διδαχθεί αρχαία ελληνικά»; Καταλάβαιναν δηλαδή, το έκλασε του Ιησού; την ευαγγελική περικοπή με τους εφτά αδερφούς, όπου ο πρώτος γαμήσας ετελεύτησε...· εν γαρ τη αναστάσει ούτε γαμούσιν ούτε εκγαμίζονται...; ή το κοινότερο, πως ο Ιησούς θεράπευε πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν...;

Μόνο όποιος δεν μπήκε ποτέ σε δική μας εκκλησία, να δει το τσίρκο που επικρατεί, μπορεί να ισχυριστεί κάτι τέτοιο, και για τώρα και για προπολεμικά και για εξαπανέκαθεν:

Όταν κήρυσσε στην Αντιόχεια ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «η εκκλησία βούιζε σαν κυψέλη από το κουβεντολόι του εκκλησιάσματος, που δεν εννοούσε τη γλώσσα του κηρύγματος», σύμφωνα με μαρτυρία την οποία μας μεταφέρει ο Νικόλαος Π. Ανδριώτης. Που σημειώνει χαρακτηριστικά: «Από τότε η Εκκλησία γίνεται λογιότερη και αποστομώνει τους λίγους πια ειδωλολάτρες αρχαϊστές, αλλά τη νίκη αυτή την πληρώνει ακριβά με την οριστική αποξένωσή της από το γλωσσικό αίσθημα και την κατανοητική ικανότητα του λαού».

Όμως τους μύθους μας εμείς. Ούτε επιστήμη, γλωσσολογία, αλλά ακόμα και Ιστορία, ούτε βιωμένη, δική μας, χτεσινή μόλις, εμπειρία, τίποτα: τους μύθους μας, κοινώς παραμύθια, παναπεί ψέματα, απάτες, (αυτο)κοροϊδία.

buzz it!