5/1/19

Ζητείται ρατσιστής

(Εφημερίδα των συντακτών 4 Ιαν. 2019, εδώ με μικροπροσθήκες)


* Ο Γιάννης Ζουγανέλης δεν είναι ρατσιστής, όπως και η συντριπτική πλειονότητα ημών των Ελλήνων. Αφού πήγε και εθελοντής. Όταν όμως ένας (1) μετανάστης τού γύρισε πίσω τη σαλάτα, φωνάζοντας «χούμους», ο Ζουγανέλης του την έφερε στο κεφάλι. Και το βρήκε τόσο χαρακτηριστικό αυτό το ένα (1) περιστατικό (που θα μπορούσε να ήταν και περισσότερα!), που βγαίνει και το διατυμπανίζει.

Μαζί με το πόρισμά του πως «ο Έλληνας μετανάστης δεν έχει καμία σχέση με τους μετανάστες που βλέπουμε εδώ πέρα και φιλοξενούμε εμείς». Που «μας πατάνε το κεφάλι μέσα στο σπίτι μας»!

Με ποιον Έλληνα μετανάστη συγκρίνει άραγε ο Ζουγανέλης; Με τον σημερινό, που έφυγε πάντως όχι από φωτιά πολέμου κι από μαχαίρι, και πάντως καλοταϊσμένος, έστω μέχρι χτες, και καλοσπουδαγμένος, και πήγε σε χώρες αχρεοκόπητες και αξεχαρβάλωτες, και βρήκε υποδομές, δουλειά και φυσικά μισθό που δεν υπήρχε εδώ;

Με τον παλιό, που έφευγε σε δραματικότερες συνθήκες απ’ ό,τι ο σημερινός, αλλά και πάλι όχι σαν των ξένων; Και πήγαινε, άλλος «λαθρομετανάστης», σε χώρες επίσης αναπτυγμένες, και κατακτούσε τις πρωτιές σε δημόσιους πίνακες εγκληματικότητας;

Ή με αυτόν που έκανε προκοπή, όμως δεν ζούσε φυλακισμένος σε Αμυγδαλέζες και σε Μόριες, με το γκλομπ του αστυνομικού στην πλάτη και τη σαλάτα του Ζουγανέλη στο κεφάλι;

Δύσκολο πράμα η Ιστορία, κι ακόμα δυσκολότερο ο νους κι η σκέψη.

(Για τη σχετική μήνυση πάντως που του έγινε του Ζουγανέλη, με το συμπάθιο, έχω επιφυλάξεις.)

* «Λευτεριά και ρωμιοσύνη είναι αδέρφια δίδυμα», μπέρδεψε πρόσφατα ο Σαμαράς τον Γιώργο Κατσαρό με τον Θεοδωράκη. Ωραία γελάσαμε· εγώ όμως ήθελα να σταθούμε στον Κατσαρό, της «λευτεριάς και ρωμιοσύνης»: Για να θυμηθούμε κυρίως τον συνθέτη του Ύμνου της 21ης Απριλίου, και του ακόμα πιο ύμνου, της «Κυρα-Γιώργαινας», σήματος μιας ολόκληρης εποχής, της χουντικής, και δείγμα του αθλιότερου είδους τραγουδιού που κυριαρχούσε τότε.

Να τα θυμόμαστε, λέω, πριν του δοθεί κάνα Ηρώδειο, όπως φέτος στον Βοσκόπουλο, μαζί με σαλόνια και ολοσέλιδα στις εφημερίδες μας.

Αλλά για το γενικότερο συνθετικό ύψος του εν λόγω, αξίζει να αναζητήσετε π.χ. αυτήν τη «λευτεριά και ρωμιοσύνη»: «Μάνα μου, κρύψε το σπαθί» είναι ο τίτλος, ένα ανεκδιήγητο ταρατατζούμ, κιτς που καταλήγει σ’ ένα χαζοχαρούμενο κρεσέντο λαλα λαλα λαλα… Το επίπεδο της σύνθεσης υπογραμμίζεται από την ανάλογη ερμηνεία της Μαρινέλας.

Και μόνο το «Πήραμε τ’ Αργυρόκαστρο», του ίδιου συνθέτη, με την ίδια ερμηνεύτρια, το ξεπερνά σε γελοιότητα, κι αυτό όλο λαλα λαλα λαλα, «Πήραμε τ’ Αργυρόκαστρο / και πάμε... και πάμε και πάμε παραπέρα / τύραννοι δε γλιτώνετε / αέρα... αέρα, αέρα... αέρα».

* Έχει και η «Επιστολή» του Θεοδωράκη «λαλάλα λάλα λαλαλά», από Τα τραγούδια του αγώνα, σε στίχους Μάνου Ελευθερίου, η μέρα με τη νύχτα φυσικά, έτη φωτός από του Κατσαρού, κι ας μην είναι από τα δυνατότερα του Μίκη.

Την άκουσα τούτες τις μέρες, σε μαγνητοσκοπημένη συναυλία για τον Μίκη από το Μέγαρο, υπό την αιγίδα του Προέδρου της Δημοκρατίας, υπερπαραγωγή με 300 χορωδούς, με συμπαθέστατο πάντως αποτέλεσμα.

Στην «Επιστολή» λοιπόν, ένας καμαρωτός βαρύτονος τραβούσε την πρώτη συλλαβή του «λαλάλα»: «λάι-λαλα», δίνοντας πανηγυριώτικο τόνο, θαρρείς γλέντι σε κρασοπουλειό, σε απέραντη ευθυμία. Που απλώθηκε στην αίθουσα, που κρατούσε τον ρυθμό κάποιου τραγουδιού του οποίου λες και δεν καταλάβαινε τα λόγια.

Που είναι γράμμα του εξόριστου στην οικογένειά του![1]

Άλλη γλώσσα δηλαδή, άλλες εποχές, ξεχασμένες ακόμα κι απ’ όσους τις έζησαν...

* Στην ίδια συναυλία, στο υπέροχο «Άνοιξε λίγο το παράθυρο» από το Ένας όμηρος, στον στίχο «Από τους μπάσταρδους τους ξένους κρύψε, καλή μου, το χάλι σου» ο ναρκισσευόμενος μαέστρος γύρισε στο κοινό, έδειξε με νόημα την τραγουδίστρια την ώρα που έλεγε «τους μπάσταρδους τους ξένους» και ζήτησε να χειροκροτήσουν!

Όπερ και εγένετο. Και εγένετο δηλαδή αντίστασις, στη Μέρκελ υποθέτω, τον Γερούν, τον Σόιμπλε, κτλ.

* Θεόδωρος ο Θόδωρος Αντωνίου για πολλά μέσα, τώρα με τον θάνατό του. Ο γνωστός ανόητος αλλά και ασεβής εδώ γλωσσικός ευπρεπισμός.

Δεν πάει καιρός εξάλλου που αποχαιρετήσαμε τον γλύπτη Θόδωρο, ο οποίος έκανε διεθνή καριέρα με το μικρό του όνομα, ακριβώς Θόδωρος: «Θεόδωρος» ξανά οι ευπρεπιστές (ή απλώς αδαείς…)!

Άλλος που δεινοπαθεί, ακόμα και στο στόμα οικείων του, ο Μίνως Βολανάκης: του Μίνου Βολανάκη ήταν πάντα (όπως και του Μίνου Αργυράκη). Τώρα: του «Μίνωα», ή καλύτερα: του «Μίνωος», πάλι οι σοβατζήδες της γλωσσικής ευπρέπειας.

Που έχουν δουλειά μπροστά τους. Μερικές ιδέες: Κωνσταντίνος ο Κώστας, άκου Κώστας!, Καρυωτάκης, ή κι ο Κωστής Παλαμάς, και Οδυσσεύς ο Ελύτης.

Κοντός ψαλμός…, φοβάμαι.



[1] Διαμαντάκι οι στίχοι του Μάνου Ελευθερίου:

Είμαι καλά, πολύ καλά, για σας το ίδιο επιθυμώ.
Σ’ όσους ρωτούν, δώστε φιλιά, δώστε θερμό χαιρετισμό.

Το δέμα το ’λαβα προχτές, μα μην ξοδεύεστε πολύ.
Σαν πόρτες ήταν ανοιχτές κοντά σας όλη μου η ζωή.

Αύριο φεύγουν οι μισοί κι εμείς πηγαίνουμε γι’ αλλού
μπορεί στεριά, μπορεί νησί, ας γίνει θέλημα Θεού.

buzz it!