Οι Πακιστανοί ήρωες, ο Διώκτης και η Ιεραπόστολος
(Εφημερίδα των συντακτών 17 Απρ. 2021)
* «Ο Χομαγιούν και ο Βακάρ έχουν καρδιά μεγάλη / Βλέπουν το τρένο να ’ρχεται και δίχως να το νιώσουν / γίνονται όχθες και κυλά της ανθρωπιάς ποτάμι.»
Είναι οι τρεις τελευταίοι στίχοι από το εξαιρετικό τραγούδι του εξαιρετικού συνθέτη Θανάση Παπακωνσταντίνου, «Ο Χομαγιούν και ο Βακάρ», φόρο τιμής στους δύο νεαρούς Πακιστανούς μετανάστες Χομαγιούν Ανβάρ και Βακάρ Αχμέντ, που βρήκαν τραγικό θάνατο προσπαθώντας να απεγκλωβίσουν ένα ηλικιωμένο ζευγάρι από τις ράγες του τρένου στις 6 Απρίλιου του 2012, στο Κρυονέρι Αττικής. Πάλευε κι ένας τρίτος μαζί τους, ο Μασούντ Αχμέντ, κατάφεραν όμως και τον τράβηξαν πίσω όσοι είχαν συγκεντρωθεί εκεί.
Η Ακαδημία Αθηνών τους τίμησε μετά θάνατον για «υπέρτατη πράξη αυτοθυσίας» –τον τρίτο δεν τον έβαλε καν μέσα στην αίθουσα τελετών· του ’δωσε τουλάχιστον «άδεια παραμονής για εξαιρετικούς λόγους» ο τότε υπουργός Εσωτερικών Γιάννης Μιχελάκης.
Την υπόθεση μας τη θύμισε ανήμερα της επετείου του θανάτου τους ο Τάσος Μόρφης στο διαδικτυακό Popaganda (6/4/21). Εκεί έμαθα και για το υπέροχο τραγούδι με το οποίο ξεκίνησα· ακούστε το, διαβάστε και τους στίχους, ελάχιστο μνημόσυνο στον Χομαγιούν και τον Βακάρ, ευχαριστήριο στον Μασούντ.
Και πάντα στον Θανάση Παπακωνσταντίνου, έστω και μόνο (σχήμα λόγου!) για τον στίχο: «Γίνονται όχθες και κυλά της ανθρωπιάς ποτάμι», που θα τον ζήλευαν και θα τον ζηλεύουν, είμαι σίγουρος, εξαίρετοι ποιητές μας.
* Ο πιο ρατσιστής δεν γίνεται Τάκης Θεοδωρόπουλος, που δεν παύει παραταύτα να εξανίσταται όταν (πολύ συχνά, ευτυχώς) τον χαρακτηρίζουν ρατσιστή –που χλευάζει συστηματικά όχι μόνο τους «λαθρομετανάστες», αλλά και οποιονδήποτε (νομίζει) διαφορετικό απ’ αυτόν, π.χ. τον «πιθηκόμορφο Κινέζο περφόρμερ» Άι Γουέι Γουέι κ.ά.
Έγραψε λοιπόν ο μη ρατσιστής τις προάλλες: «Οι μεγάλες ευρωπαϊκές κοινωνίες, όπως η γαλλική ή η αγγλική, αποδέχθηκαν τη μετανάστευση ως ιστορική συνέπεια της αποικιοκρατίας. Στην Ελλάδα είναι ένα φαινόμενο που δεν συνδέεται με την Ιστορία μας. Και δεν αναφέρομαι στη μετανάστευση από τις χώρες του ανατολικού μπλοκ. Αναφέρομαι στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς που συρρέουν τα τελευταία χρόνια από την Ασία και την Αφρική. Μας βρήκαν ανέτοιμους, και ανίκανους να τους υποδεχθούμε. Και τότε ξεκίνησε μια εργώδης προσπάθεια της Αριστεράς για να πείσει την ελληνική κοινωνία να δεχθεί τον βιασμό ως ευκαιρία» («Μετανάστες, Αριστερά και πολιτική ορθότητα», Καθημερινή 4/4).
Κανένα σχόλιο· κρατήστε τον όρο «βιασμός», και πάμε λίγο πιο πίσω χρονικά, σε ειρωνικό-περιπαιχτικό τώρα ύφος: «Το ρεζιλίκι που γλιτώσαμε» είναι ο τίτλος (Καθημερινή 30/3):
«Η παρέλαση [της 25ης Μαρτίου] ήταν γεμάτη Έλληνες. Απουσίαζαν κραυγαλέα οι νέες δυνάμεις του Έθνους, αυτοί που έχουν μεταμορφώσει την Ελλάδα σε πολυπολιτισμικό θαύμα. Το έκτο διαμέρισμα είναι γεμάτο με Αφγανούς και Πακιστανούς. Χάθηκε ο κόσμος να μαζέψουν μερικούς από δαύτους, να τους βάλουν στη σειρά με τις χαρακτηριστικές πιτζάμες τους και τις παντόφλες τους και να τους προσθέσουν ως περιεχόμενο στα άνευ περιεχομένου πεζοπόρα τμήματα των πεζοναυτών; Είναι δυνατόν στην ανεξίθρησκη χώρα μας να παρελαύνουν τόσες σημαίες με τον σταυρό και να μην υπάρχει ούτε μία με την ημισέληνο; Έτσι για το καλό, μωρέ παιδιά».
Εδώ ξαναβρίσκουμε τη γνωστή πασαλειμματική παιδεία του δημοσιολόγου μας, που, καθαρολόγος και πολυτονιστής ο ίδιος, ανυμνεί τον Σολωμό ακριβώς για το θέμα της γλώσσας, αγνοώντας δηλαδή ή (ακόμα χειρότερα) παραγνωρίζοντας, περιφρονώντας κτλ. τις διαμετρικά αντίθετες απόψεις του Σολωμού· ή όπου επιδεικνύει αυτάρεσκα τις διεξοδικές γνώσεις του στον «θείο» Πλάτωνα, με τις θέσεις όμως του πλατωνικού Φαίδρου για τη γλώσσα στον κάλαθο των αχρήστων.
Χλευάζει λοιπόν Αφγανούς και Πακιστανούς, που δεν τους βάλαμε να παρελάσουν (χιούμορ!) και να μας ρεζιλέψουν, δεν σκέφτηκε όμως το υψηλό ποσοστό Αλβανών (Αρβανιτών) που είχαν δικαιωματικά θέση σε μια τέτοια παρέλαση –και ίσα που γλίτωσε και μαύρους Αϊτινούς, αν δεν είχαν θαλασσοπνιγεί οι 100 πρόγονοί τους που έρχονταν να πολεμήσουν στο πλευρό μας.
* Είναι όμως και η συντρόφισσα επί ρατσισμώ του Τάκη, που χρόνια αγωνίζεται να μας ανοίξει τα μάτια μπροστά στην επέλαση των ισλαμοτζιχαντιστών, των εκ φύσεως βαρβάρων μουσουλμάνων κτλ., η Σώτη Τριανταφύλλου.
Που αίφνης αψήφησε τον κίνδυνο να συγχρωτιστεί με βιαστές και ανθρωποφάγους, οι οποίοι γράφουν απειλητικά συνθήματα στους τοίχους της ανυπεράσπιστης Αθήνας μας για τις γυναίκες μας που ντύνονται προκλητικά και τις αγριοκοιτούν, καθώς περνούν με τα έξωμα και τα εφαρμοστά τους.
Τα αψηφά όλα αυτά η Σώτη, και ατρόμητη αναλαμβάνει να διδάξει ελληνικά στους αγρίους, να τους εξανθρωπίσει δηλαδή και να τους εκπολιτίσει, μέσα από το Κέντρο Ένταξης Μεταναστών του Δήμου Αθηναίων («Προπαρασκευαστικά σεμινάρια για τις εξετάσεις για την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας»). Αφού, φαντάζομαι, πάρει χούφτα τα αντιεμετικά προηγουμένως.
Η Ιεραπόστολος (γιατί δεν θέλω να πιστέψω πως ο λόγος είναι τίποτα φραγκοδίφραγκα)!