15/5/21

Η μιχτότητα και η τσου-τσου

 (Εφημερίδα των συντακτών 15 Μαΐου 2021)

* «Τι ένιωθε η Θέαινα και άνωθεν, νυν άγει, παραχρήμα, / σαν σε είδε, πριν το έργο σου πιάσεις, εκεί, να ανατείνεις / προς Εκείνην τα χέρια; … Έρχεται τώρα, ιδού (από Εκείνης! … / της Ίδιας! … αχανείς σελαγισμούς) και βήμα βήμα / πατάει πολύγνωτα ίχνη και αρμενίζει μες στο ποίημα / του λαγαρού στερεώματος …»

Εδώ προφανέστατα «ο αναγνώστης χρειάζεται έναν μεταφραστή της μετάφρασης» γράφει εύστοχα ο κριτικός. Και παραθέτει άλλη μετάφραση:

* «Είδε, προτού το έργο αρχίσεις, η Ουρανία / κατ’ αυτήν να ’χεις την αγκάλη σου απλωμένη, / κι από τ’ άπειρο φως, όπου θρονεύ’ η θεία, / περνώντας τον καθάριο ουράνιο θόλο βγαίνει»…

Ολόκληρος αιώνας χωρίζει την έκδοση των δύο μεταφράσεων! Και αντίθετα απ’ ό,τι ίσως φαντάζεται κανείς, η πρώτη είναι του 2021 και η δεύτερη του 1921. Και προσοχή, η έκδοση· όχι η μετάφραση, που έχει γίνει πριν από το 1902, έτος θανάτου του ποιητή και μεταφραστή εδώ Γεώργιου Καλοσγούρου (1853-1902).

Η πρώτη μετάφραση, του 2021, όπως ενδέχεται να κατάλαβε τώρα ο ενήμερος αναγνώστης, είναι του Γιώργου Κεντρωτή (ΓΚ), που θύμα του τη φορά αυτή έπεσε ο Διονύσιος Σολωμός και τα ιταλικά του ποιήματα.

Κριτικός, ο Μιχαήλ Πασχάλης, ομότιμος καθηγητής της κλασικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Η ευσύνοπτη και ευθύβολη κριτική του δημοσιεύτηκε στο «Βιβλιοδρόμιο» των πασχαλιάτικων Νέων (29.4-2.5.21). Όμως τα Νέα, ως γνωστόν, είναι κλειδωμένα στο διαδίκτυο, άρα δεν μπορεί να ανατρέξει κανείς εκεί, να πιστέψει τα άλλη μια φορά απίστευτα· έτσι, μεταφέρω εδώ όσο περισσότερα γίνεται.

Η μεταφραστική μέθοδος του ΓΚ, κατά τον Μ. Πασχάλη (ΜΠ), «ορίζεται ως “μίμηση του Σολωμού” και περιγράφεται ειδικότερα ως “το ομόλογο και το ανάλογο του πώς εικάζεται από τον μεταφραστή ότι θα μετέφραζε ο ίδιος ο Σολωμός”» (υπογράμμιση ΜΠ)! Έτσι «ο μεταφραστής συγκροτεί αυτό που αποκαλεί “νόμιμη [γλωσσική] μιχτότητα”, η οποία συνίσταται στην ανάμιξη συγχρονίας και διαχρονίας [κ.ά., γνωστά από άλλες εργασίες του ΓΚ]…» Δυστυχώς, δεν μπορούμε να δούμε εδώ όλα τα στοιχεία της μεθόδου του ΓΚ και ιδίως την ανασκευή της θεωρίας του από τον ΜΠ, η οποία «πάσχει εν τη γενέσει της», καθώς και της «νόμιμης μιχτότητας», που βασίζεται σε χονδροειδή παρανόηση του σολωμικού «μιχτού», η οποία «ακυρώνει πλήρως το ατομικό ποιητικό ύφος του Σολωμού».

Συχνά ακατάληπτη χαρακτηρίζει ο ΜΠ τη μετάφραση του ΓΚ, με αποκλίσεις από το πρωτότυπο, «πρόσθετα στοιχεία, παρενθέσεις και σχολιασμούς, στρυφνές και παράδοξες διατυπώσεις, ανορθόδοξες συντάξεις, μεταφραστικές επινοήσεις και παρανοήσεις» και «σοβαρά λάθη» –στοιχεία γνωστά από άλλες κριτικές, ιδίως την εκτενέστατη και εμπεριστατωμένη της Μαρίας Παπαδήμα, καθηγήτριας Μεταφρασεολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, για τον ανασκολοπισμό του Μπωντλαίρ (Athens review of books, τχ. 100, 2018, σ. 18-22), αλλά και, ας μου επιτραπεί, από ουκ ολίγα και εξαντλητικά κείμενα δικά μου, ήδη από το 1987, κ.ά.

Ας μιλήσει όμως ο Μιμητής του Σολωμού:

* «γλώσσες και μάτια εκλύουνε τρόμο. Οι πήροι / του πυρός παρανάλωμα! Και άμα έτσι γείρει / και δει ο Θεός (που όλεθρο ολούθε καταστρώνει / για τσου κακούς και απεργάζεται η οργή Του) πιάνει / και τσου μαντρώνει»…

Ανύπαρκτοι οι «πήροι», παρανόηση, κατά τον ΜΠ, είναι όμως για τις περίφημες παρηχήσεις του ΓΚ, προσθέτω εγώ, όπως π.χ. τα ανατριχιαστικά «σαν τρούφες τρυφερά χέρια» της αγαπημένης στα «Ερωτικά» του Νερούδα.

Ιδού όμως η επίσης πάνω από αιώνα μετάφραση του Αριστείδη Καψοκέφαλου (1902):

* «Τέτοια φωτιά απ’ τα στόματα κι από τα μάτια βγαίνει / Των κολασμένων, κι από εκεί στα κόκαλά των μπαίνει / Και η Οργή του Άπλαστου βροντά στην κεφαλή τους / Και τους κρατεί κατάδικους στη μαύρη φυλακή τους».

Και τελευταία, εδώ, η πάντα έμμετρη μίμηση Σολωμού του ΓΚ με την πεζή κι ωστόσο ποιητικότατη μετάφραση του Λίνου Πολίτη, ολόφρεσκια πάνω από 60 χρόνια (Ίκαρος, 1960):

* ΓΚ: «Οι δρόμοι / –που ουρανόθεν επέμφθη με βροχές μεγάλες / φθεγμάτων να ποτίσει– επίναν τες ψιχάλες / των ύμνων: Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε! Και η Γνώμη / Εκείνου και η Βουλή Του, η προ των αιώνων, δένει / μάλαμα του Αρχαγγέλου τα άγια, υπάκουα χείλη: Ο Κύριος μετά σου!»

* ΛΠ: «Και το χείλο του που το χρυσώνει θεία λάμψη με τέτοιον ήχο της Μαρίας την ακοή γεμίζει: “Χαίρε, χαίρε, ω Μαρία, όθε οι χάρες όλες αναβρύζουν που το ανθρώπινο θα σώσουν γένος. Ο Κύριος μαζί σου, αιθέρια Νύμφη, που θα σκορπίσεις της αισχρής αμαρτίας την καταχνιά με της αγνιστικής χάρης το άγιο νάμα”».

Πεζή μα ουσιωδώς ποιητική, ξαναλέω, απέναντι σε κακο-ποιητική, πάγια δυστυχώς τακτική, που κρύβεται και μαζί καμαρώνει, όλο «βροχές φθεγμάτων», πίσω από «μιχτότητες» και άλλες συναφείς «θεωρίες», που τάχα εξασφαλίζουν απόλυτο άλλοθι και μόνιμη ασυλία!

Ντροπή, τίποτ’ άλλο!

buzz it!