28/5/16

Παραστάσεις, αναπαραστάσεις δολοφονίας –μιας γλώσσας

(Εφημερίδα των συντακτών 28 Μαΐου 2016)


"Πέρσες" Κάρολου Κουν (αναβίωση 1976, Αισχύλεια Ελευσίνας)



Ω παίδες Ελλήνων ίτε, [...] νυν υπέρ πάντων αγών!, ακούμε το κάλεσμα για τη νικηφόρα μάχη στους Πέρσες του Αισχύλου, το ίδιο που θα ξεσήκωνε τους αρχαίους μας προγόνους, αλλά σαν, ή κάπως σαν: Όο παΐντες Χελλεένοον ίτε, [...] νουν χουπέρ πάντοον αγκόον!

Τέτοια η αλλαγή λοιπόν, όπως έγραφα την περασμένη φορά, κατά τα πορίσματα της γλωσσολογίας, της γλωσσολογίας, επαναλαμβάνω, όλων των τάσεων, και των πιο συντηρητικών, πλην της παραγλωσσολογίας Πλευραδώνιδων και Σίας.

Αν συνυπολογιστεί η αλλαγή από τον μουσικό τονισμό, όταν δηλαδή η τονιζόμενη συλλαβή ακουγόταν μία νότα ψηλότερα, στον σημερινό δυναμικό τονισμό, οφείλουμε να αναρωτηθούμε για ποια μουσική των αρχαίων ελληνικών μιλούμε, απ’ τη στιγμή που απαγγέλλονται σύμφωνα με την προφορά της νεοελληνικής, προφορά πάντως που έχει ζωή χιλιάδων χρόνων κι αυτή, αν δεχτούμε πως διαμορφώνεται την ελληνιστική εποχή. Όταν δηλαδή έχουμε πλήθος πια μαρτυρίες για την έκλειψη της προσωδίας, για τη σταδιακή εξαφάνιση της διαφοράς ανάμεσα σε μακρά και βραχέα φωνήεντα κτλ., εξαφάνιση ακριβώς που οδήγησε στην επινόηση πνευμάτων και τόνων ώστε να σημαίνεται η πάλαι ποτέ φωνητική αξία των φωνηέντων.

Εδώ σοβεί μια τεράστια σύγχυση ανάμεσα στην αρχαία προσωδία και στον επιτονισμό, τη διαφορετική δηλαδή εκφώνηση των ίδιων λέξεων ανάλογα με την εκάστοτε εκφραστική ανάγκη, όπου δηλαδή ακόμα και μία μόνο λέξη: η κλητική Ελένη, ή Κωνσταντίνε, θα τονιστεί εντελώς διαφορετικά σε ερώτηση, έκπληξη, απειλή, παράκληση κ.ο.κ., κι όχι επειδή η μία λέξη οξύνεται ή η άλλη περισπάται κ.ο.κ. Είναι η περίφημη παγίδα στην οποία έπεσε λ.χ. με κάτι ειδικές ηχομετρήσεις ο Σαββόπουλος, και μολονότι η σύγχυση επισημάνθηκε από πλείστες όσες έγκυρες φωνές εξακολουθεί να γεννοβολά αυταπάτες ως προς την προφορά της νεοελληνικής, ενώ παράλληλα ανθούν οι αναγνώσεις και παραστάσεις αρχαίων κειμένων και δραμάτων στο πρωτότυπο, για να αναδειχτεί πάντα η ίδια τάχα μουσικότητα.

Ουσιαστικά πρόκειται για έναν μισερό, ψευδώνυμο αρχαίο λόγο, στην πράξη για ανάγνωση λειψής παρτιτούρας, με τα μισά εντέλει όργανα, κι αυτά να παίζουν κατά κανόνα λάθος νότες: κακοφωνία και, το σημαντικότερο, ύβρις.

Πριν από 30 χρόνια, το 1986, ο εμπνευσμένος πάντως Σπύρος Βραχωρίτης ανέβασε με την ιστορική Θεατρική Λέσχη Βόλου την Αντιγόνη στο πρωτότυπο, σημαίνοντας το μέτρο με χειρονομίες της βυζαντινής παρασημαντικής: ερεθιστική καταρχήν ιδέα, που βούλιαξε, κατά τη γνώμη μου, στην ιδεογλωσσική σύγχυση στην οποία βασίστηκε: ο σκηνοθέτης ήθελε να αναδείξει «το ΑΚΟΥΣΤΙΚΟ μήνυμα» (έτσι, με κεφαλαία σε σχετικό σημείωμά του), «τις συγχορδίες συμφώνων και φωνηέντων», την «ηχοχρωματική ροή των μονολόγων» κτλ. Κάτι ανάλογο θα ήθελε να αναδείξει και ο Νίκος Χαραλάμπους, όταν ανέβασε με τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου (2002) τις Φοίνισσες του Ευριπίδη με όλα τα χορικά στο πρωτότυπο. Μπορεί και η Άννα Συνοδινού (2004) με τις Ευμενίδες της: «Το σκέφτεται άραγε η κυρία Συνοδινού» έγραφα τότε (Τα Νέα 2.10.04), «να μείνει καταγραμμένη κάποια παλιά ερμηνεία της, και τα μηχανήματα του μέλλοντος να αδυνατούν να αναπαραγάγουν τους μισούς και παραπάνω φθόγγους, τις μισές και παραπάνω συχνότητες; Μόνο χοντροκομμένη φάρσα θα ’ταν κάτι τέτοιο…»

Δυστυχώς οι φάρσες συνεχίζονται, με τις αγαθότερες πάντοτε προθέσεις, μπορεί και με όντως εμπνευσμένη, κατά τα άλλα, καλλιτεχνική-σκηνοθετική ματιά και όραμα.

Από τον περσινό Ιούλιο ο Δήμος Αβδελιώδης, από τους ταλαντούχους και σεμνούς δημιουργούς μας, παρουσιάζει σε διάφορες πόλεις και χώρες, και με μεγάλη, φαίνεται, επιτυχία, την πλατωνική Απολογία του Σωκράτη «στην αρχαία ελληνική γλώσσα έτσι όπως την κατέγραψε και τη διαμόρφωσε ο Πλάτωνας», σημειώνει ο ίδιος (και τονίζω εγώ), ενώ απ’ την άλλη παρακάμπτει, όπως δηλώνει, «την Εράσμια και την Προσωδιακή εκφορά καθώς και τη χρήση των πλάγιων ήχων της βυζαντινής μουσικής [;], με αποτέλεσμα ο αρχαίος λόγος να ακούγεται φυσικός και οικείος, έχοντας παρόμοιους ήχους και ρυθμούς με τις μεταγενέστερες έως τις σύγχρονες διατυπώσεις της ελληνικής γλώσσας»! Σκοπός αυτής της «εκφοράς»; «Η ανάγκη, από το άκουσμα της φωνής του αυθεντικού έργου [!], να αφουγκρασθούμε και να νιώσουμε βιωματικά τα αισθήματα και το ήθος του Σωκράτη».

Δεν έχει νόημα να σχολιάσω ή να συνεχίσω. Το Δέντρο που πληγώναμε, η έξοχη ποιητική κινηματογραφική δημιουργία του Αβδελιώδη, αν ήταν η αρχαία γλώσσα, με κάτι τέτοια έγινε σκλήθρες και καυσόξυλα.

Τουλάχιστον ο Δήμος Αβδελιώδης, βάζοντας ελληνικούς και αγγλικούς υπέρτιτλους στην παράστασή του, μια κακοτοπιά την απέφυγε: το ιδεολόγημα για τα αρχαία που κυλούν στις φλέβες μας, και είναι υπόθεση μερικών κοινών λέξεων για να ξεκλειδώσουμε μια ολόκληρη γλώσσα κτλ.

Τώρα αν μένει έτσι χώρος για την υποτιθέμενη μουσική, ή την όντως μουσική, πάντως του Αβδελιώδη κι όχι της αρχαίας γλώσσας, δεν το ξέρω. Όμως το πεδίο όπου γονιμοποιούνται επιστημονικώς ασύστατα και ιδεολογικώς επικίνδυνα στερεότυπα όλο και διευρύνεται, φοβάμαι.

buzz it!

21/5/16

Πώς βέλαζε το αρχαιοελληνικό πρόβατο;

(Εφημερίδα των συντακτών 21 Μαΐου 2016)


Ὁ δ’ ἠλίθιος ὥσπερ πρόβατον βῆ βῆ λέγων βαδίζει! γράφει σε μια κωμωδία του ο Κρατίνος τον 5ο αιώνα π.Χ. Ώστε βη βη κάναν τα αρχαία πρόβατά μας; Και πού η αδιατάραχτη συνέχεια κτλ.;

Μην ταραζόμαστε. Μπέε μπέε κάναν κι εκείνα, σαν τα νεοελληνικά πρόβατά μας, αφού το β προφερόταν μπ, και το η σαν μακρό ε, δηλαδή εε.

Έτσι και η αρχαία αγελάδα, που τους παλιούς τους χρόνους μυκάται, κάνει δηλαδή μυ, και η αρχαία κατσίκα, που μηκάται, κάνει δηλαδή μη, δεν έκαναν ίδια και οι δυο τους [mi], αλλά μου η μία, και μέε η άλλη, σαν τις σημερινές, αφού το υ προφερόταν ου, και το η, όπως είπαμε ήδη, εε.

Ξεταραχτήκαμε τελείως; φοβάμαι, όχι. Γιατί οι φετιχιστές της αδιατάραχτης συνέχειας, για να είμαι ακριβής: όσοι πιστεύουν στην εκ θεών και φύσεως καταγωγή της ελληνικής γλώσσας, ενώ είναι υποχρεωμένοι να αναγνωρίσουν αλλαγές σε όλα τα επίπεδα: σημασιολογία, σύνταξη, μορφολογία, αρνούνται να δεχτούν πως έχει αλλάξει και η προφορά.

Συμβαίνει έτσι το εντυπωσιακό, να παρουσιάζουν τους περικλεείς προγόνους μας ανίκανους π.χ. να εκφράσουν τη θεμελιώδη διάκριση ανάμεσα στο εγώ και στον άλλον, στο εμείς και στο εσείς, καθώς υποτίθεται πως και για τις δύο περιπτώσεις είχαν ένα αδιαφοροποίητο [imis]: ημείς-υμείς. Κι όμως, όπως δέχονται ακριβώς οι καταγγελλόμενοι για εθνογλωσσική μειοδοσία, όπως δέχεται δηλαδή η επιστήμη όλων των τάσεων πλην (των ανεπιστημόνων, εννοείται) Πλευραδώνιδων κτλ., μια χαρά την εξέφραζαν την εν λόγω διάκριση οι αρχαίοι, προφέροντας κάτι σαν [emeïs] και [umeïs].

Ώστε δεν «νιαούριζαν» οι αρχαίοι: ιίι, ιίι, ιίι, όπως μας διαβεβαιώνει με τον εμπνευσμένο τρόπο του ο Ελισαίος Γιανίδης: αρκεί, γράφει, να ρίξει ο αναγνώστης «μια ματιά στην ακόλουθη παράταξη: ι η ει
οι υι, και να σκεφτεί αν είναι πιθανό οι αρχαίοι να τα έλεγαν όλα ι, και τι είδους άραγε διασκέδαση βρίσκανε να κάθουνται να εφευρίσκουν τόσο ποικίλα σύμβολα για να σημειώνουνε φθόγγους που δεν είχανε καμιά διαφορά μεταξύ τους. Και παρακαλώ τον αναγνώστη να μην αποφασίσει, πριν θυμηθεί και τούτο, ότι στην αρχαία γλώσσα υπήρχανε και οι ακόλουθες λέξες: εἴην, εἵην, ἰοίην, ἱείην, ἠΐην, ποιοίη, ρυοίη, και άλλες ανάλογες. Θα ήτανε σωστή ασέβεια στην ανώτερη καλαισθησία των ανθρώπων εκείνων, να υποθέσουμε πως μπορούσαν να συνεννοούνται μεταξύ τους λέγοντας ιίι, ιίι, ιίι, και με την απαίτηση πως αυτό το νιαούρισμα έχει τρεις διάφορες έννοιες…» (Γλώσσα και ζωή, 1908).

Ώστε δεν παλιλλογούσε ανοήτως ο παπάς που ακούγαμε μικροί στην εκκλησία να εύχεται κάθε φορά υπέρ του διαφυλαχθήναι [...] την πόλιν ταύτην [...] από λοιμού, λιμού, σεισμού, καταποντισμού… Και απορούσαμε, και σίγουρα θα απορούν ακόμα, κι όχι μονάχα τα μικρά παιδιά, τι στο καλό είναι αυτό το [limu, limu] –πώς είναι δυνατόν να ομοηχούν δυο τόσο διαφορετικές έννοιες, η επιδημία και η πείνα!

Τι θεωρείται λοιπόν δεδομένο, κυρίως έπειτα από μελέτη και παρατήρηση των εσωτερικών μηχανισμών και της πορείας της ίδιας της αρχαίας γλώσσας, με όσες ακόμα επιφυλάξεις και σκοτεινά σημεία υπάρχουν;

Πως τα β, δ, γ, προφέρονταν μπ, ντ, γκ·

πως το η: εε, το ω: οο, το υ: ου, και αργότερα σαν το γαλλικό u·

έτσι, το ου: όου, δηλαδή όλα τα δίψηφα ήταν δύο ξεχωριστοί φθόγγοι (γι’ αυτό και τα μαθαίναμε παλιά σαν διφθόγγους): αι: άι, οι: όι, αυ: άου, ευ: έου κτλ.

Δηλαδή, δώμα: ντόομα, μηδέν: μεεντέν, λύπη: λούπεε (και δεν μπερδευόταν με τα λίπη και το λείπει!), βωμός: μποομός, κ.ο.κ. Δηλαδή, ναι, «Νταρέιοου κάι Παρουσάτιντος γκίγκνονταϊ παΐντες ντούο», όπως κοροϊδεύαμε (μας μάθαιναν δηλαδή να κοροϊδεύουμε) την ερασμική ή ερασμιακή προφορά.

Που είναι όμως η κοντινότερη στην αρχαία προφορά, και που δεν είναι κάποια αυθαίρετη κατασκευή ή θεία έμπνευση ενός ξενομερίτη, Ολλανδού, του Έρασμου, αφού ο Έρασμος ακολούθησε δρόμους τους οποίους είχαν ανοίξει οι επιφανείς Έλληνες λόγιοι της Δύσης, ο Μάρκος Μουσούρος, ο Ιανός Λάσκαρις κ.ά.

Και καλώς δεν την υιοθετήσαμε, παραταύτα, την ερασμική προφορά, για πρακτικούς κυρίως λόγους, γιατί έτσι θα έπρεπε να προφέρουμε διαφορετικά όλες τις λέξεις που χρησιμοποιήσαμε εδώ σαν παραδείγματα, ανάλογα με το κείμενο όπου απαντούν, αρχαίο δηλαδή, ελληνιστικό ή νεοελληνικό.

Άλλο όμως αυτό και άλλο η συνείδηση, η γνώση της αλλαγής. Η γνώση που, με τον απαιτούμενο ακριβώς σεβασμό στην αρχαία γλώσσα, θα ’πρεπε να μας κάνει διπλά και τρίδιπλα επιφυλακτικούς όταν μιλούμε για μουσικότητα των αρχαίων, ενώ τα διαβάζουμε νεοελληνιστί· και επιδιδόμαστε σε «αναπαραστάσεις» που αποτελούν καθαρή ύβρη απέναντι στο διόλου σκοτεινό αντικείμενο του πόθου μας, την αρχαιότητα, την αρχαία γραμματεία, και ιδίως την αρχαία ποίηση.

buzz it!

14/5/16

Η ελληνική γειτονιά και το Λονδονιστάν

(Εφημερίδα των συντακτών 14 Μαΐου 2016)


Η ελληνική γειτονιά…

«Αν μείνουν εδώ [οι πρόσφυγες], τότε δυστυχώς θα χάσουμε αυτό που είχαμε μέχρι τώρα μάθει, τη γειτονιά μας την ελληνική, [...] αυτό που λέγαμε, είμαστε μια χώρα καθαρή…»

Σχολιάστηκε ευρέως ο εξ αντικειμένου ξενοφοβικός χαρακτήρας των λόγων του αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου σε σχετικά πρόσφατη συνέντευξή του (ΕΡΤ1, 21/3), μαζί με συναφείς εκτιμήσεις του, από επιπτώσεις που θα έχει στην υγεία, στην εργασία, στα ήθη κτλ. η παραμονή προσφύγων στη χώρα μας έως την ύπαρξη σχεδίου εξισλαμισμού της Δύσης.

Μας ξάφνιασαν τα λόγια τού ήπιων τόνων αρχιεπισκόπου, που αντιστάθμιζε πάντα τον απερίφραστα και επί παντός μισαλλόδοξο λόγο άλλων ιεραρχών. Ας κρατήσουμε ωστόσο την πολύ λεπτή κι όμως κεφαλαιώδους σημασίας διάκριση ανάμεσα σε εκτιμήσεις που εκβάλλουν σε ξενοφοβική ιδεολογία και σε ξεκάθαρα ξενοφοβικές και ρατσιστικές απόψεις. Και ας δούμε εδώ εκτιμήσεις και ανησυχίες ενός ιεράρχη, της Εκκλησίας γενικότερα, που είναι εντέλει φυσικό να προασπίζει ένα ευνοϊκό γι’ αυτήν στάτους κβο, εν προκειμένω μια χριστιανορθόδοξη στη μεγάλη πλειονότητά της κοινωνία.

Υπάρχει όμως ένα σημείο που ακυρώνει τρόπον τινά τις ανησυχίες αυτές, που καθιστά έωλη τη σχετική επιχειρηματολογία: η «ελληνική γειτονιά». Θα παραμερίσω τα περί «καθαρής χώρας», με τις ανατριχιαστικές ιστορικές συνδηλώσεις τους, πολύ περισσότερο που, επίσης ιστορικά, δεν υπήρξε χώρα, έθνος, κράτος, όπως τα εννοούμε σήμερα, και όχι δηλαδή κάποια φυλή χαμένη σε κάποια ζούγκλα του Αμαζονίου ή της Αφρικής, δεν υπάρχει λοιπόν χώρα που (επ)έζησε χωρίς επιμειξίες, φυσικά και η δική μας.

Ας μείνουμε έτσι στην «ελληνική γειτονιά», και ας θυμηθούμε ένα μόλις χτεσινό επιτυχημένο πείραμα ενσωμάτωσης. Δεν πάνε ούτε τρεις δεκαετίες από τη μαζική σχεδόν είσοδο κυρίως Αλβανών μεταναστών. Αντηχούν ακόμα στ’ αφτιά μας οι πύρινοι λόγοι για όλα τα δεινά που επισώρευσε η παρουσία τους: μας παίρνουν τις δουλειές, κυκλοφορούν μ’ ένα καλάσνικοφ στο χέρι –χώρια που τα παιδιά τους θέλουν να σηκώνουν τη σημαία μας στις παρελάσεις.

«Αλβανοί, το ανθρώπινο πρόσωπο της πόλης» τιτλοφορούσα ένα παλιό μου άρθρο, αναφερόμενος λ.χ. στις γειτονιές που ανθήσαν μέσα στη μεγαλούπολη, στα σχολεία στην περιφέρεια που έμειναν ανοιχτά χάρη στα μεταναστόπουλα, στα χωριά που αναστήθηκαν εκεί που μαράζωναν και ερημώνονταν.

Εξωραϊσμένες, γραφικές εικόνες, θα λένε κάποιοι. Ήρθε όμως ο επίσημος λόγος, στατιστικές των αρμόδιων υπουργείων πως η εγκληματικότητα (όλων) των ξένων δεν ξεπερνούσε το «φυσιολογικό» (πολύ περισσότερο που τα εγκλήματα κατά της ζωής και της περιουσίας συναριθμούνταν με παραβάσεις που αφορούσαν άδεια παραμονής και εργασίας κτλ.), αδιάψευστοι αριθμοί για τη συμμετοχή τους στο ΑΕΠ, για φορολογικά έσοδα και ασφαλιστικές εισφορές, ακόμα και για τη δημιουργία ίσα ίσα θέσεων εργασίας. (Και δεν θα πω εδώ για ανανέωση του γερασμένου πληθυσμού ή για μικρή έστω συμβολή στη λύση του δημογραφικού, γιατί θα ξαναδώ μπροστά μου τον Ανδρέα Λοβέρδο μαζί με κάποιον άλλο εθνοπατέρα, που δεν τον θυμάμαι τώρα, να τινάζονται ηλεκτρισμένοι από την καρέκλα τους, όταν σε κάποιο πάνελ ειπώθηκε κάτι ανάλογο σε σχέση με τους τωρινούς πρόσφυγες.)

Όμως, ακόμα και οι αριθμοί μοιάζουν ανίσχυροι μπροστά στην ιδεολογία. Πόσο μάλλον η ίδια η πραγματικότητα, όσο απτή και ορατή διά γυμνού οφθαλμού κι αν είναι.


…και το Λονδονιστάν

Κι άμα χαθεί η «ελληνική γειτονιά», μπορεί και να καταντήσουμε «Αθηνιστάν», και να εκλέξουμε δήμαρχο πακιστανικής καταγωγής και μουσουλμάνο, και θα χλευάζει τότε κανένας Ανδρέας Ανδριανόπουλος: «Μπράβο στο Αθηνιστάν» θα γράφει, όπως έγραψε τώρα «Μπράβο στο Λονδονιστάν» (liberal.gr 9/5), δηλώνοντας ανέμελα πως δεν τον ξέρει τον νέο δήμαρχο Σαντίκ Καν και τις θέσεις του, ώστε να ξέρει τι πληγές του Φαραώ θα φέρει στην πόλη του: αλλά να, μπήκε τελευταία σ’ ένα τρένο για το Κέμπριτζ, και μαύρισε το μάτι του, όπως παλιά του αγίου Θεσσαλονίκης, όταν είχε κατέβει στην Ομόνοια. Μουσουλμάνοι με κελεμπίες και μουσουλμάνες με μαντίλες μιλούσαν, άκουσον άκουσον, «σε άγνωστες διαλέκτους και γλώσσες», χειρονομώντας, ξαναματάκουσον, «έκδηλα αντιβρετανικά»! Και πήγαν και ψηφίσαν τώρα όλοι αυτοί, μαζί με Λονδρέζους που δεν θα τον ξέρουνε τον Καν, αφού δεν τον ξέρει ο κ. Ανδριανόπουλος: «όπως έστρωσαν, θα κοιμηθούν» κατακλείει προφητικώς.

Τέσσερις ολόκληρες μέρες από την εκλογή του Σαντίκ Καν, ο έγκριτος πολιτικός και δημοσιολόγος δεν είδε τηλεόραση ούτε εφημερίδες, ούτε καν σκέφτηκε να μπει στο ίντερνετ, να δει τον δήμαρχο με τη χωρίς μαντίλα γυναίκα του, να διαβάσει για τον σαφώς δυτικό προσανατολισμό του, ή πως το ’13 ψήφισε τον γάμο ομοφύλων, με αποτέλεσμα να απειλείται η ζωή του από εξτρεμιστές, κτλ.

Όχι, τα Κεντ και τα Κέμπριτζ όπου σπούδασε ο κ. Ανδριανόπουλος δεν σου μαθαίνουν ούτε καν στοιχειώδη δεοντολογία, όταν και πάλι σε τυφλώνει η ιδεολογία. Η απερίφραστα, επιστημονικά ξενοφοβική και ρατσιστική τώρα.

buzz it!

7/5/16

Μια βραδιά στην Τεχεράνη

(Εφημερίδα των συντακτών 6 Μαΐου 2016)



Μεγάλο Σάββατο, βραδινό δελτίο ειδήσεων στην ΕΡΤ1, πρώτη είδηση ο ερχομός του αγίου φωτός: «Με τιμές αρχηγού κράτους…», «η ορθόδοξη Ελλάδα έκλινε το γόνυ…», «το θαύμα…», «το θείο μυστήριο της αφής…», «το φως το άκαυτο» (;), κι έπειτα άλλο ρεπορτάζ, ο αρχηγός κράτους στο Μετόχι του Παναγίου Τάφου κτλ. Ούτε ο ραδιοφωνικός σταθμός της Εκκλησίας να ’ταν: κι όχι τόσο για την έκταση που έδωσε όσο για την κατάφαση που πρόσφερε σε μια ιστορία κραυγαλέας απάτης, έπειτα στη συνεχιζόμενη γελοιότητα των τιμών αρχηγού κράτους, που πρώτα την Εκκλησία θα ’πρεπε να βρίσκει αντίθετη και τους πιστούς εκείνου που με το φραγγέλιο έδιωξε τους εμπόρους απ’ τον ναό.

Πάει, έχεις εκμηδενιστεί. Ό,τι και να πεις για όλα αυτά και άλλα τέτοια που σε συνθλίβουν κάτω απ’ το βάρος της απροσμέτρητης γελοιότητάς τους: μεσαίωνας, τριτοκοσμική, θεοκρατική χώρα…, όλα χιλιοειπωμένα, κοινότοπα πια, σε κάνουν ίσα ίσα να νιώθεις ο ίδιος γελοίος, έτσι που σε καθηλώνουν σε μια ψυχαναγκαστική επανάληψη, απέναντι σε μια πραγματικότητα που σε χλευάζει κι αποπάνω για την απόλυτη αδυναμία σου…

Μια μέρα πριν, Μεγάλη Παρασκευή, την ώρα του επιταφίου, ο περιβόητος Καλαβρύτων εξαπέλυε κατάρες, να σαπίσει το χέρι του Φίλη, να τρυπήσει το στομάχι όσων φάνε κρέας τη μέρα εκείνη, κι αυτό που πάλι σε συντρίβει είναι η γνώση πια πως όχι μόνο νόμος, της πολιτείας ή της Εκκλησίας, δεν τολμά να τον αγγίξει, μα εξασφάλισε και το πιστοποιητικό του «απαραίτητου», σαν νομοτέλεια ένα πράγμα, για τη συμπαντική αρμονία, αφού, λέει, υπάρχουν πιστοί με τέτοιες απόψεις, κι αν δεν τους εξέφραζε, «θα ήταν έλλειμμα στην Εκκλησία»: έτσι μας είπε πρόσφατα ο προϊστάμενός του αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, σχεδόν ειρωνευόμενος, πως τι να τον κάνει, να τον μαλώσει;

Ο ίδιος αρχιεπίσκοπος που μίλησε, στο πασχαλινό μήνυμά του, για την «ανώτερη πολιτισμική καταγωγή» των Ελλήνων, όπως ακούσαμε στο δελτίο ειδήσεων με το οποίο ξεκινήσαμε. Και ακολούθησαν τα μηνύματα χορείας ιεραρχών (πρώτη φορά, αν δεν γελιέμαι, τόσων): του πατριάρχη Βαρθολομαίου, του Αναστάσιου Αλβανίας, του Αμερικής Δημητρίου, του Αντιοχείας ή του Ιεροσολύμων, ή και των δύο, δεν θυμάμαι, είχα ζαλιστεί πια.

Έντεκα η ώρα, μετά το συγκεκριμένο δελτίο ειδήσεων, στην ΕΡΤ1 παίζει ο Βέγγος, ενώ θα ακολουθήσει συναυλία της Γαλάνη με τη Γιώτα Νέγκα και την Τσαλιγοπούλου· στην ΕΡΤ2, σύνδεση με τον Άγιο Διονύσιο της Σκουφά· στην ΕΡΤ3, σύνδεση με κάποιο γυναικείο μοναστήρι στο Παγγαίο· στο κανάλι της Βουλής, σύνδεση με το Φανάρι. Ίσον, στα τρία από τα τέσσερα κρατικά κανάλια, εκκλησία. Κατά τις δώδεκα παρά τέταρτο η ΕΡΤ1 διακόπτει τη συναυλία, πριν καλά καλά αρχίσει, και συνδέεται κι αυτή με το Φανάρι. Ίσον, στα τέσσερα από τα τέσσερα κρατικά κανάλια, εκκλησία· στα δύο μάλιστα από τα τέσσερα, η ίδια εκκλησία!

Δώδεκα παρά κάτι, στην ΕΡΤ2, καθώς αρχιεπίσκοπος και ιερείς βγαίνουν για την ανάσταση, πέφτει και εκφωνητής αποπάνω, ασύστολα και ακατάσχετα θεολογών, θαρρείς μεταγραφή απ’ τον σταθμό πάντα της Εκκλησίας. Σε λίγο ακούγεται το «Χριστός ανέστη», και, όπως τείνει να καθιερωθεί τα τελευταία χρόνια, η στρατιωτική μπάντα συναγωνίζεται ιερείς και κωδωνοκρουσίες παιανίζοντας τον εθνικό ύμνο, τον οποίο ψέλνουν, τρόπος του λέγειν, και τα τιμητικά αγήματα.

Μπαίνουν μέσα οι ιερείς, μας αποχαιρετά ο θεολόγος εκφωνητής, σταματάει τη μετάδοση η ΕΡΤ2 και τρέχει για τη μαγειρίτσα. Η ΕΡΤ1 συνεχίζει λίγο ακόμα στο Φανάρι, με τον Βαρθολομαίο που σαν να βγάζει κήρυγμα. Σε λίγο εγκαταλείπει και η ΕΡΤ3, έμεινε το κανάλι της Βουλής με το Φανάρι μέχρι τέλους, έληξε το όνειρο που δεν ήταν όνειρο μα ζωντανός εφιάλτης, μια βραδιά στην Τεχεράνη.

Που είναι δύο και τρεις φορές πιο Τεχεράνη, έτος 2016 και με αριστερή κυβέρνηση. Ενδεικτική ήταν απλώς η περιγραφή της βραδιάς της ανάστασης, πλήθος, αλλεπάλληλα, έρχονται τα πλήγματα, ηχηρά χαστούκια, ή φτυσιές καταπρόσωπο, από τα εκκλησιοκρατικά, καληώρα, ή από τα στρατοκρατικά, που νότα τους μόνο ήταν η επίδειξη εθνικιστικής ισχύος, ακόμα και προς την αδερφή Εκκλησία, με τον εθνικό ύμνο να πνίγει το «Χριστός ανέστη».

Δεν είναι θέμα μαξιμαλιστικών πια στόχων. Ούτε τον εδώ και τώρα σοσιαλισμό περιμένουμε, ούτε, ειδικότερα, στο προκείμενο, τον χωρισμό Εκκλησίας και κράτους. Και τη συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ τη δεχτήκαμε, όσοι τη δεχτήκαμε, και εξακολουθούμε να τη βλέπουμε σαν τη μόνη, φευ, εφικτή, διά της εις άτοπον απαγωγής εννοείται. Αλλά είναι αυτά τα υποτίθεται ή και όντως μικρά, μεγάλα όμως, τεράστια, στη γελοιότητα ή στον συμβολισμό τους, αυτά που δεν μπορείς άλλο να τα καταπιείς, αυτά που δεν έχεις πώς να τα στηρίξεις, πού να τα χωρέσεις, και θες πια να χωθείς βαθιά στη γη. Από ντροπή, βεβαίως.

buzz it!

1/5/16

Σαρακοστιανά και πασχαλιάτικα

(Εφημερίδα των συντακτών 28 Απρ. 2016)


«Νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες, ευφράνθητε σήμερον…» προτρέπει το βράδυ της Ανάστασης ο Κατηχητικός Λόγος του Ιωάννη του Χρυσοστόμου, στο τέλος της λειτουργίας, η οποία σε ξενερώνει, ήμαρτον Κύριε, έπειτα από τον πανηγυρικό όρθρο.

Από τις σπάνιες ευκαιρίες επίδειξης ανοχής εκ μέρους της Εκκλησίας, ας ευφρανθούμε λοιπόν και οι μη νηστεύσαντες, αφού όμως βγάλουμε πρώτα αποπάνω μας μερικά απ’ όσα μαζεύτηκαν τελευταία και μας τρώνε.

1. Ο ραδιοφωνικός σταθμός της Εκκλησίας, λοιπόν, παραμονές της 25ης Μαρτίου διαφήμιζε σημαίες «κατασκευασμένες εξολοκλήρου από ελληνικά χέρια»! Ώστε πλάι στα αυτοκόλλητα στους τοίχους: «Έλληνας ελαιοχρωματιστής…», του ίδιου πιθανόν που έχει βοηθό κάποιον μετανάστη, ανασφάλιστο και με πενταροδεκάρες, και ακόμη πιθανότερα χρησιμοποιεί μετανάστες για άλλες του δουλειές, στο σπίτι ή στα κτήματά του κτλ., μαζί λοιπόν με τον «Έλληνα ελαιοχρωματιστή», και έπειτα από τον Καρατζαφέρη, αν θυμάμαι καλά, που μοίραζε σημαίες φτιαγμένες από Έλληνες, τώρα κι η Εκκλησία: Για την ακρίβεια, η διαφημιζόμενη επιχείρηση· που κοίταξα όμως στη ιστοσελίδα της, και δεν υπήρχε η επίμαχη φράση: την είχε μόνο στη διαφήμιση στο ραδιόφωνο της Εκκλησίας, εκεί δηλαδή που ήξερε πού απευθύνεται, εκεί που ήξερε πως θα πιάσει τόπο.

Μόνο εμείς δεν ξέρουμε, και εξακολουθούμε, μακάριοι, τον πνιγηρό εναγκαλισμό μας με την Εκκλησία. Έτσι διάβασα μόλις τώρα, σύμπτωση κωμικοτραγική, το σχέδιο νόμου για την «Καθιέρωση Παγκόσμιας Ημέρας Ελληνοφωνίας και Ελληνικού Πολιτισμού» την 20ή Μαΐου, ημέρα γέννησης, λέει, του Σωκράτη, ημέρα επίσης που άρχισε η 1η Οικουμενική Σύνοδος της Νικαίας, «η οποία λειτούργησε κομβικά για την Ελληνορθόδοξη παράδοση και τη μεταγενέστερη πολιτιστική επιρροή της ανά τον κόσμο»! Γι’ αυτό το νέο κάζο, όμως, άλλη φορά· ας συνεχίσω με σαρακοστιανά.

2. «Ο Στέλιος Ράμφος μιλά στον Θανάση Λάλα και εξηγεί γιατί οι Έλληνες είναι επιρρεπείς στο πολιτικό ψέμα» είδα στο πρωτοσέλιδο μιας κυριακάτικης εφημερίδας. Μου διέφυγε ο τίτλος της, βρήκα όμως στο ίντερνετ πως ήταν η Real News της 14/4. Και βρήκα την αναγγελία πως ο Θανάσης Λάλας εγκαινιάζει τη συνεργασία του με την εν λόγω εφημερίδα με πρώτο προσκεκλημένο του τον Στέλιο Ράμφο. Και θυμήθηκα εκείνο τον καλλιτέχνη που έλεγε σε συνέντευξή του εδώ πως δύο Έλληνες αξιόλογοι υπάρχουν, όμως δεν τους δίνεται ο λόγος, ο Ράμφος ο ένας, ο Μπαμπινιώτης ο άλλος. Και για τον Μπαμπινιώτη θυμήθηκα που πρόσφατα παρουσίασε στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά τη ζωή του όλη και το έργο του (21/3· «Η ζωή μου όλη» είναι ο τίτλος της σειράς, ευθύνη πάντως του επιμελητή) με εισιτήριο 5 ευρώ, και κείμενο (αυτό αποκλείεται να είναι ερήμην του) στην ιστοσελίδα του θεάτρου ότι ο Γ. Μπαμπινιώτης «ανήκει στους εισηγητές της Σύγχρονης (Μοντέρνας) Γλωσσολογίας στην Ελλάδα» και το έργο του πιάνει «11.500 σελίδες (και τα 8 λεξικά)»! Ενώ του Ράμφου λ.χ., που είναι μέρα παρά μέρα στο γυαλί, είδα στο μπλογκ του αλλεπάλληλες ομιλίες και συνεντεύξεις, διέτρεξα και τέσσερις πρόσφατες ωριαίες συνομιλίες του με τον Άρη Πορτοσάλτε, ανθολόγιο ανακριβειών, π.χ. για τη δυσλεξία και τα μαθησιακά προβλήματα που προκαλεί το μονοτονικό, τα οποία μάλιστα είχε όχι απλώς προβλέψει αλλά διαπιστώσει ο Ράμφος με το καλημέρα κτλ. Και σκέφτηκα πως, όντως, οι Έλληνες είμαστε επιρρεπείς στο ψέμα, γενικά στο παραμύθιασμα, αφού έχουμε «φιλόσοφο» τον Ράμφο, να φιλοσοφεί λ.χ. για τη γραβάτα-φαλλικό σύμβολο και τον «ελλειμματικό ανδρισμό» των αγραβάτωτων –ανάμεσα στους οποίους πάντως και ο ίδιος, όπως και ο πολιτικός προστατευόμενός του Σταύρος Θεοδωράκης.

Ας συνεχίσουμε, παραμένοντας, για λόγους αυτοπροστασίας, στη φαιδρή όψη των πραγμάτων:

3. Για τον «αγγελόμορφο Άριο και χλευαστή των πιθηκόμορφων Κινέζων» έγραφα την περασμένη φορά, και με ρώτησαν, ειλικρινά απορημένοι, κάποιοι φίλοι, πού αναφερόμουν. Κι όμως, είχε γράψει έγκαιρα εδώ ο Δ. Κανελλόπουλος, αλλά στην ιντερνετική έκδοση της εφημερίδας, για τον Τάκη Θεοδωρόπουλο, που σχολίασε τη σοβαρότητα της επίσκεψης του πάπα στη Λέσβο, μια και ώς τώρα ήταν «το μελό Ρεντγκρέιβ και Αντζελίνα Τζολί, κοντά και ο πιθηκόμορφος Κινέζος περφόρμερ» Άι Γουέι Γουέι. Επανέρχομαι όχι τόσο για τη διευκρίνιση-υπενθύμιση όσο γιατί υπήρξε μνημειώδης απάντηση του Τ.Θ. Σε σχετικό γράμμα αναγνώστριας της Καθημερινής (Ελευθερία Κούσια, 19/4) απαντά πως δεν είναι ρατσιστικός ο χαρακτηρισμός «πιθηκόμορφος», πως «δεν αναφέρεται ούτε στα φυλετικά του χαρακτηριστικά ούτε στις απόψεις του. Πρόκειται μάλλον για νατουραλιστική περιγραφή»!

Ερώτημα πρώτον: ώστε επιμένει ο Τ.Θ. πως η «κριτική» με βάση σωματικά χαρακτηριστικά και αδυναμίες δεν είναι ρατσιστική, αλλά «νατουραλιστική περιγραφή», γι’ αυτό και γράφει λ.χ. αυτός τον Βαρουφάκη «φαλακρή πριμαντόνα», ή ο Ψαριανός τη Ζωή Κωνσταντοπούλου «τριχωτή ουρακοτάγκα»; Τότε, ερώτημα δεύτερον, είναι έτοιμος και ο ίδιος λ.χ. να δεχτεί νατουραλιστική περιγραφή;

Τότε συγνώμη, αναγνώστη, και, όσο γίνεται, καλό Πάσχα.

buzz it!