28/2/21

Ο Σταυροφόρος και η Γατούλα

 (Εφημερίδα των συντακτών 27 Φεβρ. 2021)

* Δεν είμαι του τζόγου, αλλά θα στοιχημάτιζα ότι ο Κούγιας ζήτησε ο ίδιος να αναλάβει την υπεράσπιση του Δημήτρη Λιγνάδη, και μάλιστα αμισθί, αν δεν πλήρωσε κι αποπάνω!

Σιγά μην άφηνε να του ξεφύγει τέτοια υπόθεση κελεπούρι: πρώτα πρώτα για την τεράστια, δωρεάν διαφήμιση (περιττή κανονικά για έναν προβεβλημένο δικηγόρο, απαραίτητη όμως για τοξικοεξαρτημένους της δημοσιότητας)· έπειτα σαν προνομιακό πεδίο δράσης για έναν σταυροφόρο της Ηθικής και στυλοβάτη του Ομοφοβικού Μετώπου.

Δεν είναι περίεργο: για έναν «φανατικό γυναικόφιλο» η ομοφυλοφιλία συνιστά βαρύτατη προσβολή –έτσι που «φτάσαμε σε μια κοινωνία αξιών όπου διοργανώνονται παρελάσεις γκέι, ενώ και οι πέντε υποψήφιοι δήμαρχοι στην Αθήνα ήταν γκέι» έλεγε (και μαζί κατέδιδε!) π.χ. το 2014.

Ευκαιρία λοιπόν να πατάξει, όσο περνάει από το χέρι του, αυτή την «αντιαισθητική από κάθε άποψη, παρά φύση από κάθε άποψη» ερωτική επιλογή, όπως στηλίτευε στη δίκη για τη δολοφονία του «μέγιστου καλλιτέχνη αλλά διεστραμμένου ανθρώπου» Μένη Κουμανταρέα, συνήγορος προφανώς των κατηγορουμένων και κήρυκας της αυτοδικίας:

«Η πράξη του κατηγορούμενου μπορεί να έσωσε πολλά παιδιά, αυτή είναι η πραγματικότητα. Εμένα αν μου το ’χε κάνει ο αείμνηστος, θα του είχα κόψει και τα γεννητικά όργανα και τα χέρια και τα πόδια» (βλ. εδώ τα σχετικά ρεπορτάζ του Δημήτρη Αγγελίδη: 2.7.16, 12 και 21.10.20, που αποτελούν από μιαν άποψη ευθυμογραφήματα, αν ξεχάσει κανείς προς στιγμήν τον παραβατικό εντέλει χαρακτήρα του λόγου του συνηγόρου).

Έτσι και τώρα, ο συνήγορος έστησε παρευθύς τον μπερντέ για την παράστασή του, δηλώνοντας πως θα αναλάβει την υπόθεση μόνο αν πειστεί για την αθωότητα του κατηγορουμένου, γιατί δεν αναλαμβάνει ποτέ, από λόγους αρχής, τοκογλύφους και παιδεραστές! Και πήρε αμέσως σβάρνα τα κανάλια, «εδώ οι ηθικές υπερασπίσεις», όπου πρώτος έσπευσε να τον καλέσει ο Χατζηνικολάου, από τα διαπρεπέστερα δημοσιογραφικά κοράκια.

Πείστηκε δηλαδή αμέσως ο συνήγορος, δίκασε δηλαδή και αθώωσε· τι τα χρειαζόμαστε τα δικαστήρια!

Αυτά από τα οποία δεν βρέθηκε ποτέ κανένα να τον συμμαζέψει τον ίδιο, ακόμα κι όταν λοιδορεί, ειρωνεύεται και σχεδόν προπηλακίζει δικαστές και εισαγγελείς, και όσα άλλα διαπράττει τάχαμου συνηγορική αδεία, χώρια στα γήπεδα κ.α., όταν απειλεί και τραμπουκίζει και χειροδικεί, ασύδοτος –μα και φαιδρός.

 

* «Αχ Ελλάδα σ’ αγαπώ», φάνταζε επί χρόνια η γλυκερή κοινοτοπία στην πρόσοψη του Χόντου της Ομόνοιας, με υπογραφή: Μανώλης Ρασούλης: όπου μια φράση μόνη της από ολόκληρο τραγούδι εκτίθεται ακριβώς σαν κοινοτοπία.

Το ίδιο έγινε με την Κική Δημουλά: Μπαμπινιώτης και Φλέσσα ξέκοψαν τρεις όλες κι όλες λέξεις, ούτε καν στίχο, από ένα ποίημά της και τις έβαλαν μεγαλόστομο τίτλο σε εκπομπή τους:

«Υπό τον τίτλο του προσφυούς στίχου (!) “Σε προσκυνώ, γλώσσα” της αειμνήστου ακαδημαϊκού ποιήτριας Κικής Δημουλά, η “ΒΟΥΛΗ-ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ” επιλέγει να εντάξει στο νέο πρόγραμμά της την εν λόγω γλωσσική εκπομπή, καθώς κάθε ποιότητα στη γλώσσα είναι ταυτοχρόνως και ποιότητα σκέψεως, όπως επίσης και ποιότητα στην βίωση του κόσμου μας».

Έτσι άρχιζε το κακότεχνο γλωσσικά και νοηματικά δελτίο τύπου (το παρουσίασε έγκαιρα εδώ ο Δ. Κανελλόπουλος, 29/9), που προφανώς αντιπροσωπεύει και τους δύο αυτουργούς της εκπομπής –και εξ αντικειμένου πιο πολύ τον κ. Μπαμπινιώτη!

Και ο βερμπαλισμός κορυφωνόταν: «Δεδομένου δε, ότι η κρίση ποιότητας στη γλωσσική μας επικοινωνία αποτελεί μέρος της γενικότερης κρίσης αξιών, η προβολή της εκπομπής στόχο έχει να τονίσει την αντίληψη ότι η γλώσσα –και δη, η ελληνική– έχει κατ’ εξοχήν αυθύπαρκτη αξία και δεν είναι απλώς ένα “εργαλείο”, καθώς και ότι αποτελεί πρώτιστο φορέα πολιτισμού».

Τα θυμήθηκα όλα αυτά, καθώς έπεσα τελευταία πάνω στην εκπομπή, την ώρα που ο κ. Μπαμπινιώτης ανέλυε το θέμα της συνίζησης, όταν π.χ. λέμε «χί-λια» αλλά «χι-λι-ετία» κ.ο.κ. «Δηλαδή» πετάχτηκε η κ. Φλέσσα, «όπως λέμε “μί-α”, και με τόνο, και “μια”!» Και υπομονετικά τη διόρθωσε ο «κύριος καθηγητής της», πως άλλο το αυστηρώς αριθμητικό μία και άλλο το αόριστο μια.

Έχω ξαναγράψει για την κ. Φλέσσα και για το ίδιο πάντα σόου γατούλας που γέρνει το κεφάλι, σουφρώνει χειλάκια και όλο βλεφαρίζει –θαρρείς σκηνή από ταινία, που την επόμενη ακριβώς στιγμή ο φακός θα μας δείξει κάτω απ’ το τραπέζι ένα γυναικείο πόδι να τρίβεται πάνω σ’ ένα αντρικό.

Όσο για την κατάρτιση, δείγμα ασφαλές το παραπάνω. Και πάντα να πετάει μια λεξούλα πάνω στον συνομιλητή της, κάπως σαν τον Αυτιά, με τα συνεχή επιφωνηματικά: «ναι…», «τι λέτε!» κ.ά.

«Αυτό είναι μεγάλο θέμα» αρχίζει αργά αργά ο Μπαμπινιώτης (παρακάμπτοντας διάφορα μαξιμαλιστικά της Φλέσσα, π.χ. για την κυρίως ελληνόγλωσση εκπαίδευση των παιδιών της ομογένειας)· «μείζον!» πετάγεται η Φλέσσα, «μέγιστο!» ξαναπετάγεται, προτού ακόμα ολοκληρώσει τη συγκεκριμένη φράση του ο άλλος.

Τραγικωμωδία, ορντέβρ στο μενού Μπαμπινιώτη, που όλο αβγαταίνει τελευταία. Προσεχώς λοιπόν.

buzz it!

7/2/21

Οι Γιατιτώρες, οι αρχαιοπαρμένοι κ.ά.

 (Εφημερίδα των συντακτών 6 Φεβρ. 2021)

* Οι Γιατιτώρες και οι εν αγνοία γειτόνοι. Ιδίως το βδελυρότερο, πιστεύω, είδος, οι Γιατιτώρες, ένα μόλις σκαλί διαφορά από τον θύτη, θύτες πάντως και οι ίδιοι, αφού δικαιώνουν τον αυτουργό θύτη και απαξιώνουν, στην καλύτερη περίπτωση, το θύμα, με υπαινιγμούς ή και ευθείες βολές εναντίον του. Στο ίδιο εντέλει μήκος κύματος με τον προαιώνιο χορό των αθλίων: «τα ήθελε, πήγαινε γυρεύοντας, δείτε τι φορούσε» κ.ο.κ.

Λόγου χάρη εδώ ο Ιάσων Τριανταφυλλίδης (29/1), με το χιλιομασημένο και ακλόνητο, όπως νομίζει, όπως νομίζουν όλοι, «γιατί τώρα», το φαινομενικά αθώο πλην δολιότατο, ένδειξη τάχα ενοχής του θύματος («δεν είναι και τόσο αθώο του αίματος τούτου»!), ενώ δηλώνει «ότι τάσσεται 100% με το μέρος του Κιμούλη», και λυπάται «όλους αυτούς που βγαίνουν καθυστερημένα να υπερασπιστούν τα “αθώα θύματα” του ΓΚ», όχι και τόσο «αθώοι» και αυτοί, που «μάλλον χρόνια περίμεναν την ευκαιρία για να του επιτεθούν».

Και οι ανυποψίαστοι γειτόνοι των δελτίων ειδήσεων, που ούτε άκουγαν ούτε έβλεπαν, κι είχαν λόγου χάρη ακόμα κι έναν δολοφόνο για το καλύτερο παιδί, «που δεν είχε δώσει ποτέ αφορμή», αφού μάλιστα δεν τους είχε σκοτώσει τους ίδιους!

Καλή ώρα ο Κραουνάκης, που επικαλείται πενήντα χρόνια φιλία με τον Κιμούλη, στα οποία δεν θυμάται, ούτε και θ’ άκουσε προφανώς, «ποτέ μα ποτέ περιστατικά βίας ή κακεντρέχειας [!]» με ήρωα τον φίλο του: το λες και ηθική αξία, την προστασία του φίλου σου, αντικειμενικά ωστόσο είναι καθαρή συνενοχή.

Συνενοχή στο να διαιωνίζονται τέτοιες νοοτροπίες και να καταστρέφονται ζωές.

* Αλίμονο, δεν είναι τρισβάρβαρα, όμως συχνά είναι χωλά τα ελληνικά των… Για τους γλωσσαμύντορες ο λόγος και –πάντα μαζί πάνε αυτά– αρχαιολάγνους. Γιατί αυτοί και αυτά μας ενδιαφέρουν κυρίως, και όχι ο μέσος χρήστης, ο περαστικός που τον βγάζουν στο γυαλί κ.ο.κ.

Έτσι, αναφέρθηκα την περασμένη φορά (30/1) στα «χωλά ελληνικά» της διακήρυξης του Δημήτρη Λιγνάδη, καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, για την ίδρυση της Ερευνητικής Σκηνής του και των στόχων της. Η αναφορά μου έγινε εντελώς παρεμπιπτόντως, στο περιθώριο της αναδημοσίευσης ενός κειμένου της θεατρολόγου Ακτίνας Σταθάκη, που αναδείκνυε τη μετατροπή εντέλει του Εθνικού σε κυβερνητικό παραμάγαζο, κυρίως επί των τουριστικών (όλα αυτά, πρέπει να σημειώσω, πριν από τον όποιο άλλο θόρυβο γύρω από τον κ. Λιγνάδη).

Οφείλω να τεκμηριώσω κάπως την αναφορά μου εκείνη, σταχυολογώντας από την εν λόγω Διακήρυξη.

Και πρώτα πρώτα και χωρίς πολλά πολλά, τον βασικό στόχο της Ερευνητικής Σκηνής, να μελετηθούν «τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής (και λατινικής) γραφής»: για γραμματεία πάντοτε μιλούμε κι όχι για γραφή· και ψύλλοι στ’ άχυρα: έτσι άναρθρη η λατινική γραφή μοιάζει να ταυτίζεται με την αρχαία ελληνική!

Από κει και πέρα, έχουμε «το δραματικό έργο στην καθόλου διάστασή του», «τα ωφελήματα που προσφέρει», «το αίτημα για παιδεία είναι ένα αίτημα πάντα ανοικτό προς εκπλήρωση», «το κοινό που επιθυμεί την εκπλήρωση αυτής της αδήριτης εσωτερικής ανάγκης…», «να προσέλθει στην πρόσκληση», «δράσεις με διαλεκτικές ομιλίες».

Επίσης, την «οικοδόμηση […] μιας συνέργειας μεταξύ των θεματικών δράσεων της Ερευνητικής Σκηνής και των αρχαιολογικών τόπων» και την «αεικίνητη διαδικασία της γνωστικής κατάρτισης».

Τέλος, περίπου συγκινητικό, λογοπαίγνια βγαλμένα θαρρείς από διάγγελμα, κείμενο κτλ. του ύπατου άρχοντά μας: «κενός τύπος» - «κοινός τόπος» - «καινός τόπος» (βλ. εδώ, «Μωυσέως Ποιητική» 5/12/20).

* Στα ίδια τότε χωρικά ύδατα, η σύζυγος του υπαρχηγού Σπυρίδωνος-Αδώνιδος, ιδρυτή του Τσαρλατανείου Ελληνική Αγωγή, όπου ήδη υπηρετούνται κατεξοχήν «κείμενα της αρχαίας γραφής», κοινός δηλαδή στόχος με την Ερευνητική Σκηνή του κ. Λιγνάδη.

Η σύζυγος λοιπόν, η διαλάμψασα στην τηλεόραση και ιδιαίτατα στη «Στιγμή της αλήθειας», όπου ρωτούσε τους παίκτες αν είχαν μετρήσει το πουλί τους με μεζούρα, η Ευγενία Μανωλίδου, γατούλα στη φωνή και στο νάζι, το ίδιο αδίστακτη όμως με τον Μπουμπούκο της, όπως τον έλεγε, μεταλλάχτηκε σε ιέρεια των αρχαίων, και κάθε τόσο μας χαρίζει ευφρόσυνες στιγμές.

Έχουμε ήδη γευτεί μερικές, το καλεί όμως πάλι η περίσταση, συνειρμικά με τα παραπάνω. Τη φορά αυτή, μαζί με μετάφραση:

«Χαίρετε, φίλτατοι, χαίρετε ω φίλες και φίλοι! Πώς έχετε σήμερον; Καλώς; Κρυόεσσα μεν η ημέρα, κρύο κάνει, ε; το κέαρ δε έχομεν θερμόν, η καρδιά μας όμως είναι ζεστή, πάντα, ε;»

Στον ίδιο ιδεολογικό χώρο, η Ερευνητική Σχολή θα μπορούσε να αξιοποιήσει το ήδη πλούσιο έργο της Ελληνικής Αγωγής. Μια «συνέργεια», ένας γάμος μακάρι, που θα εμπλουτίσει την «αεικίνητη διαδικασία της γνωστικής κατάρτισης». Αμήν.

buzz it!