27/11/10

Οι αδαείς Αλεξανδρινοί

Τα Νέα, 27 Νοεμβρίου 2010 [εδώ, με μια -γενναία- προσθήκη]

Kαι τι -νομίζει πως- ακούει ο Σαββόπουλος; Μακρά, λέει, βραχέα και δίχρονα, οξείες και περισπωμένες! Άλλο όμως η προσωδία, ο μουσικός τονισμός των αρχαίων ελληνικών, και άλλο ο επιτονισμός, οι διακυμάνσεις δηλαδή της φωνής κατά τον προφορικό λόγο

Ένα παλιό κείμενο του Σαββόπουλου, ηλικίας 25 ετών, που είχε δεχτεί τότε τα πυρά της επιστημονικής κοινότητας, κατέκλυσε τελευταία τα εθνοπατριωτικά μπλογκ, προφανώς ερήμην του συντάκτη του, χωρίς καμία βιβλιογραφική ένδειξη, τάχα «μάθημα ελληνικών στην Διαμαντοπούλου»


Άραγε προφέρονται σήμερα ακόμα μακρά και βραχέα, ζει ακόμα η προσωδία της αρχαίας ελληνικής μέσα στη νέα; Και οι Αλεξανδρινοί, που επινόησαν τους τόνους και τα πνεύματα επειδή χανόταν η προσωδία, έσφαλαν τόσο στην εκτίμησή τους; Και τότε, αν δηλαδή ζει πάντα η προσωδία, μήπως ακόμα και ο ένας τόνος του μονοτονικού είναι περιττός;

διαβάστε τη συνέχεια...

Ένας από τους πιο ξεροκέφαλους μύθους είναι ότι, σήμερα ακόμα, προφέρονται μακρά, βραχέα και δίχρονα φωνήεντα, ότι υπάρχει ενδιάθετος στον σημερινό φυσικό ομιλητή ο μουσικός τονισμός της αρχαίας ελληνικής γλώσσας.

Με αφορμή ένα παλιό κείμενο του Σαββόπουλου που κατέκλυσε πρόσφατα το διαδίκτυο, εμφανιζόμενο παραπλανητικά σαν σημερινό «μάθημα ελληνικών» προς την Άννα Διαμαντοπούλου, ξεκίνησα, πριν από δύο επιφυλλίδες (α και β), για μια επισκόπηση των τελευταίων εμφανίσεων στην πασαρέλα του γλωσσικού, με έμφαση στις αρχαιοελληνικές κολεξιόν. Η επισκόπηση, όσο επιλεκτική κι αν υπήρξε, δεν μπόρεσε να είναι σύντομη, και, τώρα που έφτασα στην αρχική μου αφορμή, βρίσκομαι να γράφω έπειτα από τις εκλογές, μυωπικά βυθισμένος στα δικά μου, ενώ πολύ θα ’θελα να χαιρετίσω κι εγώ, συγκινημένος κιόλας θα ’λεγα, τη διπλή νίκη, στην παλιά μου πόλη πρώτα, νίκη που από μόνη της θαρρείς μάς αποκαθαίρει από το κακλαμάνειο άγος, κι έπειτα την άλλη μεγάλη νίκη, βόρεια, με την τεράστια συμβολική σημασία, νίκη ευφρόσυνο σκαμπίλι π.χ. στο χριστοδουλικό κακέκτυπο και όσα αυτό εκφράζει.

Κρατάω για άλλη φορά θέματα που δύσκολα επιγράφονται καν, την «ουδέτερη» στάση πολιτικών δυνάμεων κατά τον δεύτερο γύρο, του ΣΥΝ που κυρίως με αφορά, στάση που ελέγχεται ως προς την πολιτική της ηθική, αλλά και σκέτα την πολιτική αποτελεσματικότητα και σκοπιμότητά της· την αυξημένη αποχή, που η πατερναλιστικής αφετηρίας κολακεία ΜΜΕ και αναλυτών τη θέλει «ηχηρό χαστούκι» στους πολιτικούς, εγώ όμως τρέμω την ουδετερότητά της με την αμφίβολη, και εδώ, πολιτική ηθική, έναν αριστοκρατισμό συχνά, που μοιάζει να λέει από πίσω: «Δεν τα λερώνω τα χέρια μου εγώ, φάτε τα μόνοι σας οι άλλοι»· και συναφώς, με αφορμή την άνοδο της Χρυσής Αυγής, το κανάκεμα πάλι του «απλού λαού», των «φοβισμένων πολιτών» που «εξωθήθηκαν» να ψηφίσουν ακροδεξιά, κανάκεμα που θολώνει την πραγματικότητα, ή εντέλει κολακεύει αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα, και έτσι την παγιώνει. Θέλουν όμως όχι μία αλλά πολλές επιφυλλίδες όλα αυτά, ας γυρίσω στα μυθολογικά.

Απέναντι λοιπόν στο μύθο για την επιβίωση της αρχαίας προσωδίας μέσα στη νεοελληνική γλώσσα, όπως και στο μύθο για τα 50, 75 κτλ. εκατομμύρια λέξεις των ελληνικών, ή πάλι για την «πρωτογένεια» των ελληνικών, όπου τάχα οι θεοί, η φύση κτλ. έπλασαν τις λέξεις της «πρώτης των γλωσσών», απέναντι λοιπόν σε τέτοιους μύθους η επιστήμη, η γλωσσολογία, όπως έχω επανειλημμένα τονίσει, είναι κατηγορηματικά αρνητική –και η γλωσσολογία όλων των τάσεων, από την πιο προοδευτική ώς την πιο συντηρητική.

Απομένουν τάσεις υπερσυντηρητικές, ακροδεξιές, και πιο πέρα ακόμα, προσοχή όμως: τάσεις όχι πια επιστημονικές, όχι πάντως στους κόλπους της γλωσσολογίας, αλλά στον αχανή κόσμο της παραεπιστήμης, αν όχι κατευθείαν σε αμιγώς πολιτικούς χώρους και συναφή κέντρα. Εννοώ ότι στην υπηρεσία τέτοιων μύθων βρίσκουμε στρατευμένους, στην καλύτερη περίπτωση, «επιστήμονες», οτιδήποτε άλλο εκτός από γλωσσολόγους: πολιτικούς μηχανικούς, γεωλόγους, νομικούς, κοινωνικούς επιστήμονες, άντε και τίποτα φιλολόγους. Ακολουθούν δημοσιογράφοι, όπως Χαρδαβέλας, τηλεπλασιέ βιβλίων, όπως Σπύρος-Άδωνις και όπως Λιακόπουλος, ακόμα και τραγουδιστές, όπως Notis, κτλ.

Κατά ατυχή σύμπτωση, εξέχων τροφοδότης του μύθου που θα μας απασχολήσει υπήρξε προ 25ετίας ένας μείζων καλλιτέχνης, ο Διονύσης Σαββόπουλος, με μια ατυχέστατη, ήδη στη σύλληψή της, έρευνα, που αποτέλεσε η ίδια μύθο. Τελευταία, όπως είπα εισαγωγικά, έπειτα από μια ομιλία της υπουργού Παιδείας σε καθηγητές της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η ανακοίνωση του Σαββόπουλου εμφανίστηκε, προφανώς ερήμην του, στο διαδίκτυο, χωρίς καμία βιβλιογραφική ένδειξη, χρόνο δημοσίευσης κτλ., με τον πλαστό τίτλο: «Ο Διονύσης Σαββόπουλος κάνει μάθημα Ελληνικών στην Διαμαντοπούλου». Αμέσως αναδημοσιεύτηκε, πάντα χωρίς στοιχεία και με τον πλαστό τίτλο, σε πολυάριθμα, εθνικιστικά κυρίως, μπλογκ, προκαλώντας θριαμβευτικά σχόλια και αλαλαγμούς. Χρειάζεται έτσι να επανέλθω αναλυτικότερα. Για την ώρα, όσο πιο επιγραμματικά γίνεται:

Ο Σαββόπουλος ανακοίνωσε ότι ηχογράφησε διάφορους ομιλητές και με παλμογράφους μέτρησε τη διαφορετική ένταση της φωνής σε κάθε λέξη και κατέληξε ότι διαφορετικό ύψος δίνει η οξεία, διαφορετικό η περισπωμένη κ.ο.κ.

Είναι προφανές, σε πρώτη κιόλας ματιά, πως ο Σαββόπουλος και οι παλμογράφοι του μέτρησαν τον επιτονισμό, τις διακυμάνσεις της φωνής κατά τον προφορικό λόγο, τον διαφορετικό μάλιστα τονισμό που μπορεί να έχει ακόμα και η ίδια λέξη σε διαφορετικά συμφραζόμενα –ανεξάρτητα, εννοείται, από όποιον γραμματικό τόνο. Παράδειγμα: Στις φράσεις:

(α) «Γιώργο, έλα αμέσως εδώ!» (προσταγή) και
(β) «Τον Γιώργο ρώτα, όχι εμένα!» (έμφαση)

η λ. «Γιώργο» τονίζεται εντελώς διαφορετικά απ’ ό,τι στη

(γ) «Είδα τον Γιώργο χτες στο δρόμο» (απλή πληροφορία) ή
(δ) «Έλα τώρα, μωρέ Γιώργο, τι ’ν’ αυτά που λες…» (συγκατάβαση).

Και δείτε χαρακτηριστικά πώς ξαναλλάζει ο τονισμός αυτής της τελευταίας φράσης (δ), με τα ίδια σχεδόν στοιχεία αλλά με διαφορετικό μήνυμα, στην

(ε) «Γιώργο, τι ’ν’ αυτά που λες!» (επίπληξη).

Είναι πιστεύω αυτονόητο ότι δεν θα αλλάξει ο τονισμός αν στη θέση τού κάποτε περισπώμενου τύπου «Γιώργο» βάλουμε το οξύτονο «Γιάννη», ή το «Νιόνιο», π.χ. «Νιόνιο, τι ’ν’ αυτά που λες!»

Θα συνεχίσω.

buzz it!

13/11/10

Χλ χλ χλ το κύμα, και νά ο μοχλός!

Τα Νέα, 13 Νοεμβρίου 2010 [εδώ, με ορισμένες προσθήκες]

Να μπουν τα αρχαία και στους βρε-φονηπιακούς σταθμούς θα ζητήσουν οσονούπω όσοι δεν νοιάζονται για αγωγή του παιδιού παρά για ιδεολο-γήματα και ιδεοληψίες


«Αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων»: έτσι επικοινωνούσε το τρίχρονο τότε αγοράκι με τη μητέρα του, κατά δήλωση βεβαίως της ιδίας. Μητέρα, η Ευγενία Μανωλίδου, κάπου ενάμιση χρόνο πριν, όταν ελάμπρυνε την τηλεόραση με την εμπνευσμένη «Στιγμή της αλήθειας», ρωτώντας τους παίκτες αν είναι αλήθεια πως το έκαναν με δεκατρείς ταυτόχρονα και άλλα τόσα κατοικίδια.

διαβάστε τη συνέχεια...

Όμως η τηλεόραση τηλεόραση, η δουλειά δουλειά, και η αγωγή του παιδιού αγωγή του παιδιού, με αρχαία ελληνικά εννοείται. Έτσι βρέθηκε η Ευγενία Μανωλίδου ένα –τεράστιο– βήμα μπροστά από όσους δειλά ακόμα προτείνουν τη διδασκαλία των αρχαίων από το δημοτικό κιόλας.

Όπου παιδαγωγική, ψυχολογία, παιδοψυχολογία, φιλολογία, γλωσσολογία, όλες οι αρμόδιες επιστήμες, οι επιστήμες που λένε λόγου χάρη ότι μάλλον σύγχυση μπορεί να προκαλέσει σ’ ένα παιδί η διδασκαλία διαφορετικών φάσεων μιας γλώσσας, όταν ακόμα και στο λεξιλόγιο πιο πολλές είναι οι διαφορές παρά τα κοινά στοιχεία (λογάς= επίλεκτος, αναλύω= πεθαίνω!), όλες λοιπόν οι αρμόδιες επιστήμες στο καλάθι των αχρήστων, πατσαβούρι για να γυαλίσουν την ιδεολογία που θέλει τα αρχαία ελληνικά γλώσσα των γλωσσών, μία και μοναδική.

Έτσι, είδαμε στην προηγούμενη επιφυλλίδα ένα μικρό μέρος από την ανακυκλούμενη αρθρογραφία και επιστολογραφία που διακινεί ευρύτατα διαδεδομένους μύθους για την πολυεκατομμυριούχο σε λέξεις γλώσσα και την ειδική ανάπτυξη του εγκεφάλου που προκαλεί η γνώση των αρχαίων –τα οποία θα έπρεπε γι’ αυτό να τα μαθαίνουμε από τα παιδικάτα μας, όπερ έδει δείξαι.

Διόλου παράδοξο ότι αυτή η αγοραία πια ιδεολογία διατρέχει από οιονεί επιστημονικές μελέτες έως σχόλια σε ευθυμογραφικές στήλες, από κατά τεκμήριο σοβαρές συζητήσεις στην τηλεόραση έως κουτσομπολίστικες μεσημεριανές εκπομπές «κοινωνικής κριτικής» –λέγε με Τατιάνα.

Επιτομή αυτού του ιδεολογήματος, εντέλει, διαβάζω στη σελίδα «Μ’ αρέσει – Δεν μ’ αρέσει» εβδομαδιαίου περιοδικού, σ’ ένα κράμα παχυλής άγνοιας και (ως εκ τούτου;) ιταμότητας: Μ’ αρέσει, γράφει μια συντάκτρια, «ότι πλέον θα διδάσκονται αρχαία ελληνικά σε βρετανικά δημοτικά (!) σχολεία. Ευτυχώς, δεν έλαβαν υπόψη απόψεις “ειδικών” ότι είναι νεκρή γλώσσα…»*

Ώστε τα αρχαία –την αρχαία ποικιλία έστω των ελληνικών– τα έβαλαν οι Βρετανοί στο δημοτικό επειδή δεν είναι νεκρή γλώσσα; Ή, αφού τα έβαλαν, σημαίνει πως δεν είναι νεκρή γλώσσα; Και έχουν δηλαδή φυσικούς ομιλητές σήμερα ακόμα τα αρχαία ελληνικά, κατά τον στοιχειώδη ορισμό της ζωντανής ή νεκρής γλώσσας; Και ποιοι οι ειδικοί που χωρούν στα εισαγωγικά της ιταμότητας, κατά τη νεαρότατη συντάκτρια; Πνευματικές και επιστημονικές κορυφές όπως ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης, ακόμα και ο συντηρητικότατος Γ. Ν. Χατζιδάκις, πιο πίσω, ο Εμμανουήλ Κριαράς σήμερα, ο πριν από λίγα χρόνια χαμένος Τάσος Χριστίδης…

Το θέμα μας, ας το ξαναματαπούμε, δεν είναι η αξία καθαυτή και η χρησιμότητα των αρχαίων, αλλά κάποιες απόψεις-μύθοι που δεν τις συμμερίζεται καμία σχολή γλωσσολογίας, ούτε καν ο Μπαμπινιώτης, παρά εκπορεύονται από επιστήμονες και «σχολές» τύπου Πλεύρη, Άδωνη, Λιακόπουλου και σία. Όπως η άποψη περί παρθενογένεσης των ελληνικών και η άρνηση κατά συνέπεια της κοινά αποδεκτής και μόνης επιστημονικής άποψης ότι τα ελληνικά ανήκουν στην οικογένεια των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών.

Πιο πρόσφατο σχετικό εγχείρημα, ένα ογκωδέστατο πόνημα που φιλοδοξεί ακριβώς «να καταδείξ[ει] το ετοιμόρροπο και ασταθές του ινδοευρωπαϊκού οικοδομήματος»!** Γι’ αυτόν το σκοπό, κινείται στο προνομιακό πεδίο δράσης τέτοιων «σχολών», τη λαοφιλέστατη Επιστήμη του Προφανούς, την παραετυμολογία. Ένα μόνο παράδειγμα (πρόγευσή του έδινα στη λεζάντα της φωτογραφίας στην προηγούμενη επιφυλλίδα):

«Την λ. μοχλός μάς την έδωσε η φύση. Μάλιστα, η μητέρα φύση την ψιθύρισε στο αφτί του αγαπημένου της παιδιού, του προγόνου μας του Έλληνα, στις πηγές, στις ποταμιές ή στις αμμουδερές ακτές των θαλασσών που έπαιζε από μικρός.

»Εκεί το κύμα σκάζοντας στην ακτή κάχλαζε τους κάχλικες, τους χάλικες, τους κόχλους και μουρμούριζε χλ χλ χλ χλ, κόχλαζε, κάχλαινε και όχλευε τους κόχλακες, τους όχλιζε, τους αναμόχλευε, τους ανατάρασσε. Το ίδιο μόχλευμα γίνεται σε κάθε αυλάκι νερού ή σε κάθε ροή νερού, πηγής ή ρυακιού. [...]

»Αυτός λοιπόν ο ήχος χλ χλ χλ, των λιθίσκων που παραδέρνει το κύμα, έδωσε και το ρ. <χλω> και το οχλώ και το εν-οχλώ, και τον όχλο και την όχληση και την ενόχληση, και την όχλευση και την μόχλευση και την ανα-μόχλευση, και τον μοχλό.

»Το πρωτόγονο ρ. <χλω> ή οχλώ σημαίνει από την προέλευσή του ταράσσω, ανακατεύω, θολώνω με την ανατάραξη, συγχέω…» (σ. 463 κ.ε.).

Τωόντι: ανακατεύω, θολώνω, συγχέω… Ούτε λόγος!

Είπαμε κι άλλοτε, πλ πλ έκανε, σύμφωνα με άλλον, το κύμα, και από κει βγήκε το πέλαγος· κούπα, ω παι! έτεινε την άδεια χούφτα στο μωρό η αρχαιοελληνίς μητέρα, για να το ξεγελάσει πως του δίνει γάλα, και νά το κουπεπέ· πού στη, τάχα «πού βρίσκεται», ρωτούσαν οι αρχαίοι μπάτσοι κυνηγώντας τους αρχαίους τοιούτους, και εγεννήθη, λέει, η λ. πούστης…, αστείρευτη όντως η ευρηματικότητα των παρετυμολόγων –να ’χε και ίχνος έστω επιστημονικότητας…

Μπα, δε βαριέσαι, ντόρος να γίνεται, και να μας κάνουν διαφήμιση οι άλλοι, όπως εγώ, φευ, τώρα δα, στους ποιητές τού χλ χλ χλ , τον γνωστό Βασίλη Φίλια μαζί με τον λιγότερο γνωστό Γιάννη Πρινιανάκη, συγγραφέα δύο βιβλίων με τους εύγλωττους τίτλους: Γλώσσα ελληνική: Η γλώσσα των γλωσσών και Η γλώσσα των Ελλήνων είναι η γλώσσα που ομιλεί η φύση!

Ώστε νά η «μητέρα φύση», που «ψιθυρίζει στο αφτί του αγαπημένου της παιδιού». Και το κουφαίνει.

Αλλά πού τα χλ χλ χλ; Σε τόμο 765, ναι, σελίδων, με τίτλο Τα ημαρτημένα του Λεξικού Μπαμπινιώτη: Μια πρώτη επιλογή …και έπεται η συνέχεια, έργο που, φως φανάρι, βγαίνει (ακόμα και) στον Μπαμπινιώτη από (ακρο)δεξιά.

Μακάρι να τελειώναμε εδώ… Έχει κι άλλα.


* Χρειάζεται όμως να δούμε και τι «δεν αρέσει» στη συντάκτρια. Δεν της αρέσει λοιπόν «ότι, αντίθετα, τα σχολικά βιβλία ελληνικής γλώσσας Δημοτικού περιλαμβάνουν οδηγίες χρήσεως καφετιέρας, και ελάχιστα κείμενα σημαντικών λογοτεχνών». Προφανώς η συντάκτρια αγνοεί ότι και στη χώρα μας, τις τελευταίες δεκαετίες, στη διδασκαλία της γλώσσας ακολουθείται η λεγόμενη «επικοινωνιακή προσέγγιση», που σημαίνει κείμενα από κάθε περιοχή του λόγου, για κάθε εκφραστική ανάγκη, από διαφημίσεις δηλαδή έως «οδηγίες χρήσεως καφετιέρας». Ενώ «κείμενα σημαντικών λογοτεχνών» διδάσκονται από ειδικά εγχειρίδια, τα τρία Ανθολόγια, ένα για κάθε δύο τάξεις του δημοτικού. Εκεί θα βρει η συντάκτρια από Όμηρο, Αισχύλο, Λουκιανό έως δημοτικό τραγούδι και Βιτσέντζο Κορνάρο, από Ρωμανό τον μελωδό έως Κόντογλου, Βιζυηνό, Παπαδιαμάντη, Ρίτσο, Σεφέρη, Ελύτη, Εμπειρίκο, αλλά και Χικμέτ, Σαιντ-Εξυπερύ, Τζακ Λόντον. Παχυλότατη άγνοια είπα· τι να λέμε και για επαγγελματικό ήθος και δεοντολογία…

** Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου. Το σχετικό κείμενο κλείνει με την ακόλουθη παράγραφο, τυπωμένη με έντονα μαύρα στοιχεία: «Για εμάς τους εναπομείναντες πιστούς των γκρεμισμένων Παρθενώνων και των ορφανών Καρυάτιδων, για εμάς τους θαυμαστές των θρυμματισμένων ειδώλων και των αθανάτων ιδεών, η γλώσσα είναι θρησκεία· και της θρησκείας αυτής αρχιεροφάντης, αρχιερέας και αρχιμυσταγωγός είναι ο Όμηρος και ιερείς του οι Αισχύλοι, οι Πλάτωνες, οι Αριστοτέληδες, οι Ηράκλειτοι, οι Επίκουροι, οι Αριστοφάνηδες, οι Πλούταρχοι· πειθόμενοι τοις κείνων ρήμασι πορευόμαστε και όχι τοις των θεραπόντων των ανυπάρκτων Ινδοευρωπαίων».

buzz it!

11/11/10

«Ούτε ρατσιστής είμαι. Απλώς αγαπώ τη χώρα μου.»

«Ούτε ρατσιστής είμαι..."

«[...] Αλλά κουβαλάω και μαχαίρι μέσα απ’ το μανίκι».

Και γιατί κουβαλάτε μαχαίρι;

«Γιατί, ανά πάσα στιγμή, μπορεί να με σκοτώσουν για δέκα ευρώ οι ξένοι που μας μάζεψαν εδώ Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ. Πρέπει να βρεθεί κάποιος που θα τους πετάξει όλους έξω. Ακόμα και όσους έχουν χαρτιά και όσους ήρθαν για να δουλέψουν, γιατί παίρνουν μεροκάματα συμπατριωτών μας. [...]

Αυτά λέει και ο ΛΑΟΣ. Εσείς μάλλον τα λέτε και χειρότερα!

«Απλώς συμπίπτουμε. Ο Καρατζαφέρης τα λέει για να κονομήσει ψήφους…»

Ο Διαλεγμένος, γιατί τα πιστεύει βαθιά –μας τα ’χει ξαναπεί εξάλλου. Και τα εννοεί απολύτως. Όπως αυτοί που πήραν πάνω από 5% στις εκλογές την ίδια μέρα που δημοσιευόταν η συνέντευξή του («Επτά», Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 7.11.10)


«Να ψηφίζουν μόνον οι εκλεκτοί»

«Δεν ψηφίζω εδώ και 25 χρόνια. Ποιον να διαλέξω μεταξύ κομπιναδόρων και απατεώνων; [...] Ασπάζομαι την άποψη που είχε ο Βασίλης Φωτόπουλος: Ν’ αλλάξει ο νόμος. Να ψηφίζουν μόνον οι εκλεκτοί. Ποιοι είναι αυτοί, θα το βρούμε».

Μόνον οι εκλεκτοί; Μπα, δε βαριέσαι, ας ψηφίζει κι ο Διαλεγμένος.



ΥΓ. Κι αυτά μας τα ’χει ξαναπεί ο Διαλεγμένος, μα είναι πάντα ωραία: «Ο σκηνοθέτης, επάγγελμα των τελευταίων χρόνων, επιβλήθηκε ως εξής: Καθόταν ένας ηθοποιός στην πλατεία για ν’ ακούσει την πρόβα: “Μανώλη, πιο πίσω, κρύβεις τη Μαρία” έλεγε. Μ’ αυτά και μ’ αυτά μπήκε στην παράσταση απ’ το παράθυρο…»

Να 'μπαινε και μια στάλα λογική ή μέτρο απ' το παράθυρο...

buzz it!

8/11/10

το τέλος του Ιού

"Ιός" (1990-2010)

1990; Κι εγώ που νόμιζα πως ο Ιός ήτανε πάντα εκεί, και πως μ’ αυτόν μεγάλωνα, και μάθαινα…

buzz it!

3/11/10

Δραγώνα, Υπουργείο, Λάος, και ποιος στηρίζει ποιον

«Χαίρομαι που και για τις δύο, Ρεπούση και Δραγώνα, είμαστε αιτία εμείς. Φωνάζαμε μέσα στη Βουλή, το είπα και κατά πρόσωπο του κ. Παπανδρέου, μην περιμένεις από εμάς στήριξη, όσο η κυρία Δραγώνα είναι στο υπουργείο» είπε ο Γ. Καρατζαφέρης.

διαβάστε τη συνέχεια...

Κι ούτε κουβέντα προς απάντησή του από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.

Αλλά σάμπως υπήρξε ουσιαστική κουβέντα του ΠΑΣΟΚ για στήριξη της Θάλειας Δραγώνα;

(Δε λέω αν υπήρξε εισαγγελέας για ενυπόγραφη έκκληση προς τη 17Ν, από δημοσιογράφο αθηναϊκής εφημερίδας, ο οποίος αναφέρεται στη Θάλεια Δραγώνα κι έναν ακόμα, που «καμιά 17Ν δεν τους πείραξε, ενώ θα έπρεπε τέτοια σκουλήκια να τα εξαφανίζουν, για να μην τολμούν να βγαίνουν άλλα…», Γ. Φωτιάδης, Αδέσμευτος 27.9.10)

Αλλά μήπως πιο σκανδαλώδης κι από τη μη στήριξη της Θάλειας Δραγώνα είναι η μη προβολή του έργου της, από το ίδιο το υπουργείο που την επέλεξε;

Είναι όμως ώρα να καυχηθεί το υπουργείο πως η ειδική γραμματέας του έτρεχε λ.χ. σε τσιγγάνικους καταυλισμούς να πείσει τα τσιγγανόπουλα να πάνε στο σχολείο, και προπάντων να πείσει την τοπική κοινωνία και τους γονείς των άλλων παιδιών να δεχτούν τα τσιγγανόπουλα στο σχολείο; Είναι έργο να το προβάλεις αυτό; Και πώς θα σου απλώσει έπειτα το χέρι ο Καρατζαφέρης;

Έφυγε όμως απ’ το υπουργείο η Δραγώνα, αν δεν την έδιωξες κιόλας εσύ, το υπουργείο, εκπληρώθηκε λοιπόν ο όρος του Καρατζαφέρη για τη στήριξη, του το θυμίζεις κι αποπάνω εσύ –σχεδόν με τα ίδια του τα λόγια:

«Η κ. Δραγώνα προκάλεσε αντιδράσεις με κάποιες θέσεις της οι οποίες αφορούν σε πολύ ευαίσθητα θέματα που άπτονται της εθνικής μας συνείδησης»! Έτσι, μας πληροφορεί δελτίο τύπου του υπουργείου Παιδείας, απάντησε σε σχετική ερώτηση η υπουργός, σε ραδιοφωνική εμφάνισή της.

Γιά δες λοιπόν τι κάνει η διά βίου μάθηση, πώς έμαθε δηλαδή η υπουργός στο άψε σβήσε ξένες (;) γλώσσες, τα λαοτζίδικα εν προκειμένω.

buzz it!