26/12/09

μνήμη Τάσου Χριστίδη (προσθήκη, "Τα Νέα", 4.1.10)


        μνήμη Τάσου Χριστίδη: μια μαυρισμένη ταμπέλα, ξανά!


πέντε χρόνια από το θάνατο του Τάσου Χριστίδη (26.12.2004), εμείς ξαναδιαβάζουμε το τελευταίο του κείμενο, που κατά τραγική σύμπτωση μοιάζει να συνιστά, όπως ξανάγραφα, την πνευματική διαθήκη του

                                          * * *

προσθήκη, Τα Νέα, 4 Ιανουαρίου 2010:

διαβάστε τη συνέχεια...

Mνήμη Τάσου Χριστίδη


Την επομένη των Χριστουγέννων συμπληρώθηκαν πέντε χρόνια από τον ξαφνικό θάνατο του κορυφαίου γλωσσολόγου Τάσου Χριστίδη. Πέντε χρόνια που δεν έφταναν να τα γεμίσουν οι πολλές και ακριβές αναμνήσεις που μας άφησε, οι σκέψεις που μας κληροδότησε, τα βιβλία του: το Γλώσσα, πολιτική, πολιτισμός, και οι Όψεις της γλώσσας, σύντομα, αστραφτερά κείμενα, ιδεογλωσσικά μανιφέστα θα μπορούσα να πω, η θαυμαστά συνοπτική κι όμως πληρέστατη Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, που δεν πρόλαβε να τη δει τυπωμένη, ή η μνημειώδης Ιστορία της ελληνικής γλώσσας την οποία επιμελήθηκε κ.ά.

Πέντε χρόνια μετά, παραμένουν πιο επίκαιρες παρά ποτέ οι παρεμβάσεις του στη γλωσσική μας πραγματικότητα, μια πραγματικότητα που ελέγχεται, ζυγίζεται και μετριέται, ακόμα και στην απουσία του ίδιου, από το μότο-οδηγό όλης του της σκέψης και του έργου, ότι δεν νοείται να μιλάει κάποιος για τη γλώσσα χωρίς να μιλάει για την κοινωνία, αφού τα γλωσσικά φαινόμενα αντανακλούν κοινωνικά φαινόμενα και κοινωνικές σχέσεις.

Μια μαυρισμένη ταμπέλα

Πέντε χρόνια μετά, στη γενέτειρά του τη Θεσσαλονίκη μια μαυρισμένη ταμπέλα έμεινε να θυμίζει την εγρήγορη μαχητική παρουσία του στην κοινωνική και επιστημονική ζωή του τόπου. Με άλλα λόγια, η μαχητική παρουσία του μοιάζει να προκάλεσε το μαύρισμα της ταμπέλας του δρόμου που φέρει το όνομά του.

Οδός Τάσου Χριστίδη ονομάστηκε πριν από ένα-ενάμιση χρόνο ένας δρόμος στο Πανόραμα Θεσσαλονίκης. Δεν πρόλαβε να στηθεί η ταμπέλα, κάποιος την κάλυψε με μαύρη μπογιά. Δεύτερη ταμπέλα, το ίδιο. Τρίτη ταμπέλα, πιο πρόσφατα: «Καθηγητού [!] Αναστασίου Φοίβου Χριστίδη» έγραφε τώρα, μαυρίστηκε κι αυτή.

Έτσι κι αλλιώς, «οδός Χριστίδη» ονομάστηκε το τελευταίο κομμάτι της οδού Σταδίου, ένα μικρό κομμάτι που αφορά ένα σπίτι όλο κι όλο, κι έπειτα ερημιά. Ποιος ν’ ανεβαίνει τώρα στα όρη, στ’ άγρια βουνά να μαυρίζει ειδικά την ταμπέλα με το όνομα του Χριστίδη, άγνωστο.

Κύριε δήμαρχε Πανοράματος, τόση τιμή, ένα κομματάκι δρόμος και με τέτοια γειτονία, αφού πιο πριν στον ίδιο δρόμο μένει ο βουλευτής του Λάος Κυριάκος Βελόπουλος, ας έλειπε. Μπορεί κι ο ίδιος ο νεκρός, λίγο η οργή, λίγο το πλούσιο χιούμορ που τον διέκρινε, μπορεί λέω να σηκώνεται κι ο ίδιος να τη σβήνει.

Όμως, γιά φαντάσου: μνήμη Τάσου Χριστίδη, μια μαυρισμένη ταμπέλα.

buzz it!

24/12/09

Γιορτινά παιχνίδια

Τα Νέα, 24 Δεκεμβρίου 2009 [εδώ, με προσθήκες]

Στο γιορτινό τραπέζι, κάντε επιμορφωτικές δημοσκοπήσεις, βάλτε στοιχήματα, ποντάρετε στη γλωσσική περιουσία μας: ρωτήστε π.χ. τι σημαίνει «κρίμα», κι άμα βρεθεί και κάποιος και σας πει ότι σήμαινε «κρίση», ρωτήστε και τι πά’ να πει: «κατά το κρίμα των αγαπώντων το όνομά σου»;





Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, ολίγον τζόγος για το καλό, στα έθιμα κι αυτός, παράδοσή μας, βάλτε τώρα που γυρνάει.

Και τι γυρνάει συνέχεια; Η αρχαία μας κληρονομιά, τι άλλο, και ειδικότερα η αρχαία μας γλώσσα με την πλουσιότατη παραγωγή συναφών ιδεολογημάτων, η χρυσοτόκος όρνιθα, ο μήνας που τρέφει τους έντεκα, για όσους το ’πιασαν το νόημα νωρίς.

διαβάστε τη συνέχεια...

Μα τι δηλαδή, όλοι τους έμποροι και γυρολόγοι; Προς Θεού, όχι. Όμως χάνονται οι όποιοι άλλοι, μέσα στο σαματά από τύμπανα και καραμούζες.

1. Αυτισμός vs Δυσλεξία, σημειώσατε τι;

Αναμφισβήτητα αγαθότατων προθέσεων ο Ισπανός Χουάν Κοντέρκ, καθηγητής αρχαίων ελληνικών και λατινικών στο πανεπιστήμιο του Σεντ Άντριους στη Σκοτία. Που είδε στο διαδίκτυο ιστοσελίδες με την επικαιρότητα στα λατινικά, και σκέφτηκε να κάνει κάτι ανάλογο στα αρχαία. Έφτιαξε λοιπόν το Acropolis World News και μεταφράζει ειδήσεις «σε άπταιστα αρχαία ελληνικά», όπως γράφτηκε στις εφημερίδες μας: «Ούτε άπταιστα, ούτε και πολύ αρχαία» επισημαίνει ο Ν. Σαραντάκος, εντοπίζοντας ουκ ολίγα λάθη.

Περίσσεψαν όμως αλλού οι ηδονικές κραυγές: «Η καλύτερη απάντηση σε όσους ισχυρίζονται ότι η αρχαία ελληνική είναι μια νεκρή γλώσσα…» ήχησαν τα τύμπανα. «Μπορεί εμείς σαν Έλληνες να αποκηρύξαμε τη γλώσσα μας και να γράφουμε αγγλοελληνικά, αλλά υπάρχουν ξένοι που την τιμούν» ακούστηκαν οι καραμούζες (παραθέτει ο Ν. Σαραντάκος).

Φταίει όμως ο Ισπανός καθηγητής, αν το καταρχήν ενδιαφέρον εγχείρημά του έπεσε στα βαλτόνερα της ιδεολογικοποίησης των αρχαίων; Όχι βεβαίως. Αλλού είναι το ζουμί για μένα. Στον καημό του καθηγητή, όπως αποτυπώνεται στο ρεπορτάζ του Στέλιου Βραδέλη (Νέα 2.12.09):

«Κάθε φορά που έρχομαι στη χώρα σας μιλάω στα αρχαία, αλλά συνειδητοποιώ πως λίγο με καταλαβαίνουν. Αλλά νέα ελληνικά δεν θέλω να μάθω».

Ώστε ο Ισπανός καθηγητής, που δεν θα μιλάει στην πατρίδα του, φαντάζομαι, λατινικά, ούτε το μάθημα του στη Σκοτία θα το κάνει σε μεσαιωνικά, άντε σαιξπηρικά αγγλικά, έρχεται εδώ και περιμένει να επικοινωνήσει στα αρχαία, και παρότι δεν τα καταφέρνει, νέα ελληνικά δεν θέλει να μάθει!

Σχετικά πρόσφατα Έλλην ψυχίατρος, που για τα γλωσσικά μαθήτεψε, κατά δήλωσή του, στη σχολή του Σπύρου-Άδωνη Γεωργιάδη, έκανε, λέει, έρευνα που έδειξε ότι το μονοτονικό προκαλεί δυσλεξία στα παιδιά μας.

Ιδού επιτραπέζιο παιχνίδι για το ρεβεγιόν, γκάλοπ ανάμεσα σε φίλους, συγγενείς και γαλοπούλα, εμπρός, να πέφτουν τα στοιχήματα: Αυτισμός από την αρχαιολατρία ή Δυσλεξία από το μονοτονικό; Πότε χανόμεθα στα σίγουρα, ως Έθνος, Γλώσσα και Λαός; Διότι ως κοινός νους, πάμε ήδη καλιά μας.

2. «Επιθυμώ αναλύσαι…»

Ωστόσο τα χοντρά λεφτά απ’ άλλο στοίχημα θα βγουν. Πρώτα η ιστορία:

Καναδυό χρόνια τώρα σε αρκετές ενορίες της Πρέβεζας η λειτουργία αλλά και βαφτίσεις και γάμοι τελούνται στη δημοτική, όπως μάθαμε από εμπεριστατωμένο ρεπορτάζ του Μάνου Χαραλαμπάκη (Νέα 14.12.09). «Θέλουμε να καταλαβαίνει ο χριστιανός τι λέμε. Είναι στη γλώσσα που μιλάμε τώρα, όχι στη γλώσσα που μιλούσαν τότε, όταν γράφτηκαν τα ιερά κείμενα» λέει ένας εφημέριος στον συνεργάτη των Νέων.

Κι άρχισε η αντίδραση, μαζί και τα αξιοθρήνητα και ανιστόρητα: «Πώς σας φαίνονται φράσεις του τύπου “Σοφία σούζα” (Σοφία ορθοί), “Κάτω τις κούτρες στον αφέντη” (Τας κεφαλάς ημών τω Κυρίω κλίνωμεν), “Κρυφό τσιμπούσι” (Μυστικός δείπνος) και “Προεστοί και Κοτζαμπάσηδες” (γραμματείς και φαρισαίοι);»

Το ’χουμε ξανασχολιάσει αυτό το τραγελαφικό, τα ιδρυτικά κείμενα της νέας θρησκείας του χριστιανισμού να γράφονται στη λαϊκή γλώσσα της εποχής, κι αυτή η λαϊκή γλώσσα να γίνεται με τον καιρό, και με την ανάλογη συντηρητική στροφή της Εκκλησίας, διώκτης της ίδιας της εξέλιξής της. Κι αν σήμερα άλλοι χριστιανικοί λαοί επικοινωνούν άμεσα, στη γλώσσα τους, με τα λατρευτικά δρώμενα της θρησκευτικής ζωής τους, οι κάποτε προνομιούχοι εμείς παρακολουθούμε αμήχανοι τα ημιακατάληπτα ή και ακατάληπτα, ακόμα χειρότερα: τα παραπλανητικά και γι’ αυτό σκανδαλιστικά των πιο ιερών στιγμών: τότε που έκλασεν ο Ιησούς, ο ίδιος που θεραπεύει και τη μαλακία, ή τότε που εγάμησε αδερφός τη γυναίκα του αδερφού του κτλ.

Παρ’ όλα αυτά ανήκει στην Εκκλησία ο λόγος για τη γλώσσα με την οποία θα υπάρχει και θα πορεύεται, το θέμα είναι έτσι κι αλλιώς τεράστιο και πολυδιάστατο, και δεν θα θιγεί καν εδώ, στην ουσία του. Ας είναι και στην αττική και στην ομηρική γλώσσα η λειτουργία· μόνο το ιδεολόγημα της γονιδιακής επαφής μας με τα αρχαία να ’λειπε.

Έτσι, και για του λόγου το αληθές και για τον τζόγο των ημερών που λέγαμε, πάρτε εικόνα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι, και ξαμοληθείτε. Πιάστε και ρωτήστε, όχι το αγαπημένο μου παράδειγμα, το Χέρσον αβυσσοτόκον πέδον ήλιος επεπόλευσε ποτέ της Υπαπαντής, που ζήτημα πόσοι το ακούνε αυτήν τη μία φορά το χρόνο, αλλά πιο κοινές λέξεις και φράσεις, π.χ. από την κυριακάτικη λειτουργία, που ο πιστός θα τις έχει μάθει απέξω:

Ξεκινάμε από τα Τυπικά: Ευλόγει η ψυχή μου τον Κύριον και πάντα τα εντός μου το όνομα το άγιον αυτού: σιγά! πλάκα μας κάνεις; θα σας πουν· προχωρήστε όμως λιγάκι: Τον ευϊλατεύοντα πάσας τας ανομίας σου… Τον εμπιπλώντα εν αγαθοίς την επιθυμίαν σου… Χμμ, ευϊλατεύονταεμπιπλώντα… Αρχίζετε και μετράτε κέρδη.

Αλλά εντάξει, ας αφήσουμε τις άγνωστες και δύσκολες λέξεις· πάμε σε εύκολες, λέξεις γνωστές και από τα νέα ελληνικά, από την "αδιάσπαστη συνέχεια της γλώσσας" κτλ.: Ώστε όλοι το παίζουμε στα δάχτυλα το Τας κεφαλάς ημών τω Κυρίω κλίνωμεν. Πάντως κοιτάχτε σε καμιά λειτουργία, έστω στην τηλεόραση: σαν πόσους θα δείτε να κλίνουν, να σκύβουν το κεφάλι; Γιατί άλλο να έχω μάθει, να γνωρίζω εγκεφαλικά, άλλο να ανταποκρίνομαι άμεσα στο μήνυμα. Μην το ζαλίζουμε όμως. Το ξέρουμε, είπαμε, το κλίνω. Και τότε τι σημαίνει: κλίνον την καρδίαν μου…, ή έκλινα την καρδίαν μου, του ποιήσαι τα δικαιώματά σου… της νεκρώσιμης ακολουθίας;

Ας πούμε κι ένα ψέμα, μεγάλο, πως είναι τάχα γνωστό ότι κρίμα δεν είναι μόνο η αδικία, η άδικη πράξη, το αμάρτημα, αλλά είναι, ήταν, η κρίση! Σαν τι να σημαίνει όμως η φράση: κατά το κρίμα σου ζήσον με; Ή ο στίχος: Επίβλεψον επ’ εμέ και ελέησόν με, κατά το κρίμα των αγαπώντων το όνομά σου;

Το γαμώ το ξέρουμε τώρα πια και στην παλιά του σημασία, δεν τσιμπάμε, δεν πάει σε κανένα σκανδαλιστικό ο νους μας με την απειρόγαμον νύμφη: αλλά τι είναι τώρα αυτή; αυτή που προφανώς έκαμε άπειρους γάμους; ή αυτή που εξίσου (;) προφανώς δεν έχει πείρα γάμου; Γιά κοίτα λοιπόν γλώσσα: ή του ύψους ή του βάθους, τα δύο άκρα μαζί!

Όμως η γιορτινή μας σελίδα χώρο δεν έχει άλλο, μα ούτε και χρειάζεται: ανοίξτε όποιο λειτουργικό βιβλίο, και βάλτε στοιχήματα –και σε καλή μεριά.

Από εδώ, δώρο των εορτών το ακόλουθο και καλυτερότερο: επιθυμώ αναλύσαι· ρωτήστε τι σημαίνει· θα γελάσουν: αλίμονο, «θέλω να αναλύσω…» Και τότε ποντάρετε όλα σας τα λεφτά. Δώστε τους και βοήθεια, τα συμφραζόμενα: επιθυμώ αναλύσαι και συν Χριστώ είναι· απόστολος Παύλος έφα. Τσιγαρίστε τους λίγο. Και εξοντώστε τους: «Θέλω να πεθάνω, να ’μαι μαζί με τον Χριστό» έλεγε ο απόστολος. Αναλύω δηλαδή ίσον πεθαίνω.

Να μας χαιρόμαστε, καλά Χριστούγεννα και καλή χρονιά να μας έρθει.

buzz it!

23/12/09

κι απ’ το ολόμαυρο πιο μαύρο

τα παιδιά που τόσα χρόνια τα κοιλοπονούσαν Παπαδάκηδες, Αυτιάδες, Θεμοαναστασιάδηδες, Πρετεντεραίοι, Χατζηνικολάοι και λοιποί, μεγάλωσαν, βγήκανε πια στους δρόμους



και απαιτούν:"Έξω η Δραγώνα απ' το Υπουργείο Παιδείας"


ΥΓ. και με μουσική υπόκρουση Ξυλούρη, "Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί", του Μαρκόπουλου, στίχοι του Γ. Σκούρτη!

ΥΓ 2 - διευκρίνιση: ο Στάθης δεν ήταν στη διαδήλωση· ο Στάθης είναι μόνος του ολόκληρη διαδήλωση --και αριστερή, ούτε λόγος!

buzz it!

12/12/09

Άλλη μια χαμένη ευκαιρία;

Τα Νέα, 12 Δεκεμβρίου 2009 [εδώ, με προσθήκες]

Όλοι λένε το ορμητικό ρεύμα βίαιο.
Μα την κοίτη του ποταμού που το κρατάει
Κανείς δεν τη λέει βίαιη

(Μπέρτολτ Μπρεχτ)








(φωτ. Άρης Χατζηστεφάνου, από το λεύκωμά του Δεκέμβρης ’08: Ιστορία, ερχόμαστε… Κοίτα τον ουρανό)


Ένα χρόνο από τη δολοφονία του 15χρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου και τον τρικυμισμένο Δεκέμβρη που ακολούθησε, είναι σίγουρα νωρίς να δούμε και να πούμε κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι βλέπαμε και λέγαμε πέρσι.

«Εξέγερση - Δήθεν Εξέγερση» είναι το ντέρμπι, μια και η επίμαχη λέξη είναι κάτι πολύ περισσότερο από χαρακτηρισμός, είναι αναπόφευκτα ιδεολογία, ή εν πάση περιπτώσει έχει να κάνει με ιδεολογία. Έτσι, δεν είναι διόλου παράδοξο ότι πολύ περισσότερο μελάνι χύθηκε και χύνεται για την ονομασία του φαινομένου παρά για το φαινόμενο το ίδιο, σε όλες του τις παραμέτρους, πέρα δηλαδή από τα κραυγαλέα και προφανή, τις πέτρες, τις μολότοφ και τους βανδαλισμούς.

διαβάστε τη συνέχεια...

Τις μέρες αυτές, όπως ήταν φυσικό, στον έντυπο και τον ηλεκτρονικό τύπο έγινε πολύς λόγος για τον περσινό Δεκέμβρη, με πολυσέλιδα αφιερώματα ιδίως στα κυριακάτικα ένθετα, ειδικές τηλεοπτικές εκπομπές, συχνά με νέο υλικό, μαρτυρίες κτλ. Ο χρόνος θα δείξει αν όλα αυτά υπαγορεύσουν επανεκτιμήσεις ή απλώς επιβεβαιώσουν τις υπάρχουσες θέσεις μας. Για την ώρα ο αντίπαλος λόγος, ο λόγος που αναφερόταν στην «επανάσταση του φραπέ», είτε παραμένει αυτάρεσκα καθηλωμένος σε στάδιο προγλωσσικό, από πολιτικοϊδεολογική σκοπιά, με όρους όπως «καθυστερημένοι ουγκ», «αρλούμπες» κ.ά., είτε επιμένει «ψυχολογικά», αναφερόμενος σε «παθολογικά» άτομα που «θέλουν να ξεσπάσουν το οιδιπόδειό τους στην κοινωνία» κτλ.

Ώστε επείγει να αναγνωρίσουμε και να ονοματίσουμε όχι τα επεισόδια και τις συγκρούσεις των δρόμων αλλά τις δικές μας, βαθύτερες συγκρούσεις και διαφορές, αυτές που αναδείχτηκαν σ’ αυτόν τον «δικό μας πόλεμο», όπως έγραφα πέρσι, επιλογίζοντας σχετική σειρά επιφυλλίδων μου. Είναι φανερό πως η συζήτηση πρέπει να γίνει με άλλους όρους, και δεν εννοώ τώρα λέξεις και χαρακτηρισμούς, αλλιώς δεν έχει νόημα να γίνει καν.

Κι όσο δεν θα γίνεται [ούτε αυτή] η συζήτηση τόσο πιο σίγουρο είναι πως θα είμαστε μάρτυρες και μαζί πρωταγωνιστές σ’ άλλον ένα ετήσιο, επετειακό πετροπόλεμο –απ’ τα παιδιά στους δρόμους, απ’ τους μεγάλους εμάς στις στήλες των εφημερίδων μας ή τα τηλεπαράθυρά μας.

Στη φετινή επέτειο-μνημόσυνο η σελίδα αυτή θα σταθεί στον ευφάνταστο λόγο ενός νεοτέρου, που ηλικιακά βρίσκεται ανάμεσα στις δύο μεριές, από τη μια των εξεγερμένων ή, αν θέλετε, μπαχαλάκηδων, κι από την άλλη των γονιών και μεγαλυτέρων ή, αν πάλι θέλετε, «ενοχικών μεσηλίκων».

Κρατώ στα χέρια μου το μικρού σχήματος και σχετικά ολιγοσέλιδο (108 σ.) λεύκωμα του δημοσιογράφου και φωτογράφου Άρη Χατζηστεφάνου, με τίτλο Δεκέμβρης ’08 και υπότιτλο ένα από τα γκράφιτι των ημερών εκείνων: «Ιστορία, ερχόμαστε… Κοίτα τον ουρανό». Το λεύκωμα κυκλοφόρησε πολύ κοντά στα γεγονότα, αρχές Φεβρουαρίου του 2009, αν δεν κάνω λάθος (δεν υπάρχει σχετική ένδειξη στην έκδοση), κι όμως χαρακτηρίζεται από σπάνια διαύγεια και νηφαλιότητα.

Ο Άρης Χατζηστεφάνου (Α.Χ.) γεννήθηκε το 1977, όπως διαβάζω στο αυτί του εξωφύλλου, και γι’ αυτό έγραψα πως ηλικιακά βρίσκεται ανάμεσα στους δύο πόλους που συνθέτουν το προκείμενο «πρόβλημα». Γεννημένος το 1977 σημαίνει θεωρητικά παιδί παιδιών της «γενιάς του Πολυτεχνείου», σημαίνει πως μεγάλωσε στη βαριά, καταπιεστική έως ευνουχιστική σκιά της «ηρωικής γενιάς», έτσι όπως ασφυκτιούσαμε εμείς στον απόηχο του έπους του ’40.

Γι’ αυτόν το λόγο έχει ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον η ματιά του Α.Χ. Ο οποίος, αντιγράφω από το οπισθόφυλλο, «περπάτησε στους δρόμους του ελληνικού Δεκέμβρη. Κατέγραψε με το φακό του το χρονικό της κοινωνικής έκρηξης και άκουσε τους πρωταγωνιστές της, από τα αμφιθέατρα των πανεπιστημίων μέχρι τα έδρανα της Βουλής. Μια ιστορία που ξεκίνησε από τη δολοφονία ενός δεκαπεντάχρονου παιδιού και έφτασε να ανατρέψει ισορροπίες και βεβαιότητες στην Ελλάδα και σε ολόκληρη την Ευρώπη».

Το λεύκωμα ανοίγει με τη διπλή αφιέρωση: «Στον Αλέξη από την Αθήνα / Στην Κωνσταντίνα από τη Βουλγαρία» και ένα 11σέλιδο αλλά ιδιαίτερα πυκνό κείμενο: «Εικόνες μιας εξέγερσης (Αντί Προλόγου)». Ακολουθούν εφτά μέρη: Εκτέλεση, Εξέγερση, Βία, Καταστολή, Νοικοκυραίοι, Εξημέρωση, Η δημοκρατία της αγοράς - Η εξαγορά της δημοκρατίας, στα οποία οργανώνεται το εντυπωσιακό φωτογραφικό υλικό, εντυπωσιακό και σαν μαρτυρία και σαν αισθητικό αποτέλεσμα.

Αντιγράφω από το τελευταίο μέρος του προλογικού κειμένου:

«Το μαύρο σπρέι βγαίνει βιαστικά από την τσάντα. [...] αυτή τη φορά το έκτακτο δελτίο του σπρέι “μεταδίδεται” στα αγγλικά: FUCK MAY ’68. FIGHT NOW». Και απαντά το σπρέι στους ανθρώπους «που θυμούνται την παρισινή εξέγερση σαν “επανάσταση του έρωτα και των τεχνών” και ξεχνούν την απίστευτη σκληρότητα εκείνου του συνθήματος στον τοίχο της Μονμάρτρης: “Τα ομορφότερα γλυπτά είναι οι βαριές κυβικές πλάκες των πεζοδρομίων που πετάμε στα μούτρα των μπάτσων”…». Πάντως το σπρέι, ο νέος με το σπρέι, «δε θέλει να προσβάλει το (λιγότερο ή περισσότερο) γνήσιο επαναστατικό οίστρο προηγούμενων γενιών. Θέλει κυρίως να προστατεύσει τη δική του εξεγερτική δύναμη από όσους προσπαθούν να τη μηδενίσουν. Με το σπρέι απαντά στην ομοβροντία δημοσιευμάτων που πίστεψαν ότι μπορούν να αναλύσουν το φαινόμενο διά της εις άτοπον απαγωγής: “Δεν είναι Δεκεμβριανά”, “Δεν είναι Μάης του ’68”, “Δεν είναι Πολυτεχνείο του ’73”, “Δεν είναι Μπρίξτον του ’81”, “Δεν είναι Λος Άντζελες του ’92”. Απολύτως ορθές όλες οι παρατηρήσεις. Καμία εξέγερση δεν είναι… κάποια άλλη εξέγερση».

Όμως η θέση του Α.Χ. εικονογραφείται από το κυρίως σώμα του λευκώματος, με τις φωτογραφίες και τις λεζάντες. Εδώ είναι ο «ευφάνταστος λόγος» στον οποίο αναφέρθηκα. Οι λεζάντες, που είναι στίχοι από τραγούδια (Active Member, Clash, Rolling Stones κ.ά.), λόγια πολιτικών και άλλων προσωπικοτήτων, αποσπάσματα από εφημερίδες, από λογοτεχνικά έργα, από ιντερνετικά φόρουμ κ.ά., που δίνονται κατά κανόνα ζευγαρωτά, σ’ έναν άτυπο διάλογο μεταξύ τους. Το χιούμορ, υποδόριο, πικρό, διατρέχει το λεύκωμα και λούζει τα εικονιζόμενα μ’ ένα σκληρό, αμείλικτο φως, πολύ πιο αποκαλυπτικό από μακροσκελείς εμβριθείς σχολιασμούς και αναλύσεις.

Από τον Ησίοδο ώς τον Ντομινίκ Στρος-Καν του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, από τον Αριστοτέλη ώς τον Αντώναρο, τα ονόματα που επιστρατεύονται και τα ζεύγη ή οι μικρές παρέες "συνομιλητών" που σχηματίζονται είναι εντυπωσιακά: ο Προκόπης Παυλόπουλος με τον Μάνο Χατζιδάκι· ο Άνθιμος Θεσσαλονίκης με τον Βάρναλη· ο Πάγκαλος με τον Κομαντάντε Μάρκος, αλλά και ο Πάγκαλος με τον εαυτό του, για το πανεπιστημιακό άσυλο· ο Κ. Γεωργουσόπουλος με τον Ησίοδο και τον Καζαντζάκη· ο Καραμανλής με τον επιφανή Σλοβένο φιλόσοφο Ζίζεκ· επί φιλοσοφικού και ο Νικήτας Κακλαμάνης με τον Αριστοτέλη· ο Σωτήρης Χατζηγάκης με τον Τζον Στάινμπεκ· ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος με τους Clash· ο Ντε Γκωλ με τον Στέφανο Μάνο· περί ιδιωνύμου ο Καρατζαφέρης με τον Αϊνστάιν· οι τρεις συγγραφείς Απ. Δοξιάδης, Τ. Θεοδωρόπουλος και Π. Μάρκαρης με τον Μπρεχτ, σε μετάφραση Μάρκαρη, κ.ά.

Τρία μόνο παραδείγματα από τους εμπνευσμένους «διαλόγους»:

1. «Αυτοί οι ψευδοεπαναστάτες πρέπει να ξεσκεπαστούν αποτελεσματικά, γιατί αντικειμενικά υπηρετούν τα συμφέροντα της γκολικής εξουσίας και των μεγάλων καπιταλιστικών μονοπωλίων» (L’Humanité, Μάης ’68)·

«Δε φαίνεται αυθόρμητο… Η οργανωμένη εκδήλωση αυτής της μορφής δράσης, από ομάδες που ευθέως εχθρεύονται και καταπολεμούν την οργανωμένη μαζική πάλη, και που αποτελεί βούτυρο στο ψωμί της εξουσίας των μονοπωλίων, [...] άλλο πράγμα δείχνει» (Ριζοσπάστης, Δεκέμβρης ’08).

2. «Η πραγματική λαϊκή εξέγερση θα έχει αφετηρία τους εργάτες, τους μισθωτούς και τη νεολαία. Η πραγματική λαϊκή εξέγερση δεν πρόκειται να σπάσει ένα τζάμι. Η πραγματική λαϊκή εξέγερση θα έχει αιτήματα και στόχους. Θα έχει πολιτικό σκοπό. Δε θα είναι απλώς αγανάκτηση» (Αλέκα Παπαρήγα)·

«Αν ο σοσιαλισμός μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο όταν το επιτρέψει η διανοητική ανάπτυξη των λαϊκών μαζών, τότε δε θα δούμε σοσιαλισμό ούτε ύστερα από 500 χρόνια» (Βλαντιμίρ Ίλιτς Λένιν).

3. «Κατά τη νύκτα της 30ής προς την 31η Μαΐου υπηξερέθη η επί της Ακροπόλεως κυματίζουσα γερμανική πολεμική σημαία παρ’ αγνώστων δραστών. Διενεργούνται αυστηραί ανακρίσεις. Οι ένοχοι και συνεργοί αυτών θα τιμωρηθώσι διά της ποινής του θανάτου» (Ναζιστικό φρουραρχείο Αθηνών, 1941)·

«Υπάρχει συγκεκριμένο πολιτικό κόμμα και συγκεκριμένη ιδεολογική παράταξη που συμπεριφέρεται στην Ελλάδα σήμερα με νοοτροπία Ναζί, πρέπει να το πούμε έξω από τα δόντια. Πέστε μου, ποιος άλλος θα τολμούσε να κρεμάσει αφίσες στο Βράχο της Ακρόπολης;» (Χρήστος Γιανναράς)·

«Απαράδεκτες ενέργειες, ακόμα και με την έννοια ότι αμαυρώνουν και την εικόνα της χώρας προς τα έξω. Δε δικαιολογούνται με τίποτα» (Ευάγγελος Αντώναρος)·

«Η Ακρόπολη συμβολίζει και την αντίσταση. Αυτή την αντίσταση την αξιοποίησαν οι νέοι και εγώ ένιωσα υπερήφανος» (Μανώλης Γλέζος).

Η συνέχεια, συναρπαστική, στο λεύκωμα.

buzz it!

7/12/09

τσάτσος μεν, Διορθωτής δε, με δέλτα κεφαλαίο

Γράφεις, γράφεις, ιδρώνεις να σε προσέξουν μια στάλα, πολεμάς να υπάρξεις, κι έρχεται ο άλλος και σε σβήνει με τη μία. Τίποτα, ούτε τ’ όνομά σου… Κι ακόμα χειρότερα, λέει, δηλαδή αποκαλύπτει, πως άλλοι σε βάλαν να τα γράψεις. Κοινώς πως είσαι τσάτσος, φτωχομπινές πουλημένος…

Έγραφα λοιπόν για το αιωνίως καπελωτικό ΚΚΕ, κι είχα και πρόσφατο παράδειγμα τον υποψήφιο ευρωβουλευτή του Ν. Μπογιόπουλο, κι έλεγα, άντε, να με περιλάβει στο στόμα του το Κόμμα, να νιώσω κάποιος επιτέλους και εγώ…

διαβάστε τη συνέχεια...

Κι έρχεται ο σύντροφος Μπογιόπουλος μ’ ένα σύντομο σχόλιό του, κι ούτε τ’ ονοματάκι μου, όπως είπα, δεν ανάφερε, ούτε αντικομμουνιστή με χαρακτήρισε, ούτε πράκτορα της CIA, ούτε τίποτα.

Ίσα ίσα, βρήκε ο σατανικός τον τρόπο να με εκμηδενίσει, βάζοντάς τα με τον διευθυντή της εφημερίδας αντί μ’ εμένα, οϊμένα.

Ιδού (Ριζοσπάστης 4.12.09):

«Παντελής... ευπρέπεια

»Το άρθρο που δημοσιεύτηκε το περασμένο Σάββατο στα Νέα, ήταν τόσο υστερικό που κατάντησε να εξελιχθεί άκρως διασκεδαστικό. Ήταν, όμως, και αποκαλυπτικό. Ένα τέτοιο κείμενο

»--όπου, πέραν των προσωπικών ύβρεων που περιείχε, ο ευπρεπής συντάκτης εγκαλεί το ΚΚΕ επειδή όταν αναφέρεται στον Άρη Βελουχιώτη και τον Νίκο Πλουμπίδη δε ζητάει πρώτα (το ΚΚΕ!) την ...άδεια (!!) του ευπρεπούς συντάκτη--

»το γεγονός ότι δημοσιεύτηκε στα Νέα, στα Νέα του κ. Παντελή Καψή, καθιστά εμφανές πως μπορεί ο (ευπρεπής) συντάκτης του να έχει το όνομα, αλλά άλλος έχει τη ...χάρη».

Ασχετοσχετικό:

Όποιος αναγνώστης βρει μία "προσωπική ύβρη" στο άρθρο μου κερδίζει ετήσια συνδρομή του Ριζοσπάστη

αν μάλιστα βρει δύο ή και παραπάνω, θα του χτυπάει την πόρτα το πρωί να του τον παραδίδει ιδιοχείρως ο σύντροφος Μπογιόπουλος.

                              * * *

Κι ό,τι είχα πέσει σε κατάθλιψη βαριά, ήρθε ο Σπύρος Α. Μοσχονάς, στην κυριακάτικη Καθημερινή, 6.12.09, να μου χαρίσει ένα κεφαλαίο: «ο Διορθωτής», γράφει για μένα, έτσι, με δέλτα κεφαλαίο –-ξανά, να το χορτάσω: «Διορθωτής»! και με το άρθρο το οριστικό: «ο Διορθωτής»!

Γράφει ο Σπ.Α.Μ. για άρθρο τού μη κατονομαζόμενου Γιανναρά, που το είχε σχολιάσει η μη κατονομαζόμενη Άννα Φραγκουδάκη και η επίσης μη κατονομαζόμενη αφεντιά μου: «Προφήτης» χαρακτηρίζεται ο Γιανναράς, «Κοινωνιολόγος» η Φραγκουδάκη, «Διορθωτής» εγώ, καταρχήν ίσοι και οι τρεις στα ατιμωτικά Τάρταρα της ανωνυμίας, παίρνω λίγο κεφάλι όμως εγώ, αφού η παραπομπή γίνεται αναπόφευκτα στο επώνυμο μπλογκ μου. Χα!

Φάτε τη σκόνη μου, Χρήστο Γιανναρά και Άννα Φραγκουδάκη! Μπορεί απλώς ένας απλός Διορθωτής εγώ, το έχω όμως το ονοματάκι μου, έστω εμμέσως.

Λεπτομέρειες:

Ο Σπύρος Α. Μοσχονάς, γνωστός Ουδέτερος ή Υπεράνω επιστήμονας, θεράπων των γνωστών ισοπεδωτικών εξισώσεων των δύο άκρων: πώς λέμε «μαύρος και κόκκινος φασισμός»; νά, καθαρευουσιανισμός και δημοτικισμός εν προκειμένω, γράφει για τον «Προφήτη», ο οποίος κατασκευάζει «γλωσσικό ομοίωμα» όταν επικεντρώνει την πολεμική του προς τον Γιώργο Παπανδρέου σε γλωσσικά ολισθήματα.

Και επισημαίνει ο Ουδέτερος ή Υπεράνω το αξιοσημείωτο ότι όσοι άσκησαν κριτική στον Προφήτη, «η Κοινωνιολόγος» και «ο Διορθωτής», κι αυτοί «γλωσσικό ομοίωμα» έφτιαξαν, καθώς ασχολήθηκαν με τα γλωσσικά του Γιανναρά.

Ας αφήσω τώρα το πόσο διαδεδομένη ανέκαθεν, εύλογη και νόμιμη είναι η αντιμετώπιση του άλλου με τα ίδια του τα όπλα, να κρίνεις λ.χ. γλωσσικά τον τιμητή της γλώσσας των άλλων, ηθικά τον τιμητή της ηθικής των άλλων κτλ.

το θέμα («λεπτομέρεια») είναι ότι στο σύντομο ποστ μου μόνο παρεμπιπτόντως σχολιάζω μια γλωσσική χρήση του Γιανναρά, με εμφανώς μικρότερα γράμματα, σαν σε υποσημείωση δηλαδή.

Και πώς το περιγράφει αυτό ο Ουδέτερος ή Υπεράνω; «Ο δε Διορθωτής [...] ασχολείται αποκλειστικά με τα “ψιλορημάδια ελληνικά” του Προφήτη».

Προσοχή στη λεπτομέρεια της λεπτομέρειας, στη λέξη «αποκλειστικά»: λέξη-μέτρο επιστημονικής δεοντολογίας, κοινώς επιστημονικού ήθους.

Που το ξέραμε κι απ’ άλλοτε, όταν π.χ. ο Υπεράνω μού απέδιδε φράση που ποτέ δεν είχα γράψει, κι αυτό σε κοτζαμάν επιστημονική ανακοίνωσή του!

Σούμα:

«Αγαθό διορθωτή» με είχε αποκαλέσει ο πρύτανης Γ. Μπαμπινιώτης, «διορθωτή» σκέτα μιαν άλλη φορά ο Σπ. Α. Μοσχονάς, και πολύ μ’ είχε πικράνει. Τώρα το «ο Διορθωτής» βάζει κάπως τα πράγματα στη θέση τους. Άμποτες ν’ αξιωθώ τον τίτλο όλο κεφαλαία: «ΔΙΟΡΘΩΤΉΣ»!

buzz it!

28/11/09

Παραχάραξη και οικειοποίηση

Τα Νέα, 28 Νοεμβρίου 2009 [εδώ, με μικροπροσθήκες]

Θα γραφτεί κάποια στιγμή, πού θα πάει, η ιστορία του Πολυτεχνείου, θα έρθει ο νηφάλιος λόγος, που το βρήκε αν μη τι άλλο μάταιο να αναμετρηθεί με ντουντούκες και μεγάφωνα.

Θα πει ποιοι ήταν, ποιοι δεν ήταν, τι λέγαν και τι κάνανε. Αφού προηγουμένως χαρτογραφηθεί πλήρως η εποχή. Για να αποφευχθούν ιστορικοί αναχρονισμοί και παραναγνώσεις, στην καλύτερη περίπτωση.

διαβάστε τη συνέχεια...

Έγραφα στην προηγούμενη επιφυλλίδα για τους αυτόκλητους θεματοφύλακες της Ιστορίας και φύλακες ειδικότερα της σημαίας του Πολυτεχνείου, των σφραγίδων και των πρακτικών της Αντι-ΕΦΕΕ, για την ανύπαρκτη τότε και τυπικά ΠΑΣΠ και την ανύπαρκτη ουσιαστικά ΚΝΕ. Δεν έχει καμία αξιολογική έννοια η διατύπωση αυτή· έχει να κάνει απλώς με τον τότε συσχετισμό δυνάμεων στον φοιτητικό και γενικότερα αντιστασιακό χώρο, όπου δέσποζε συγκεκριμένα ο Ρήγας Φεραίος του ΚΚΕ Εσωτερικού, η ΑΑΣΠΕ του μαοϊκού ΕΚΚΕ, καθώς και άλλες, μικρότερες μαοϊκές και τροτσκιστικές οργανώσεις, ενώ εντονότατη ήταν η παρουσία αρκετών, και από πολλές απόψεις υπολογίσιμων, αναρχικών ομάδων.

Και ίσα ίσα η παρουσία της ΚΝΕ ήταν η ισχνότερη, όπως και του τότε ΚΚΕ Εξωτερικού γενικότερα, που λίγα χρόνια μετά τη σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία και τη διάσπαση του ενιαίου ΚΚΕ περιοριζόταν στη σκληροπυρηνική κομματική γραφειοκρατία, με ελάχιστη έως μηδαμινή ακτινοβολία στον αριστερό και τον ευρύτερο προοδευτικό χώρο.

Ας περιοριστούμε όμως στη «συμβολή» του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, μέσα από δικά τους κείμενα: είδαμε ήδη το εκτενές απόσπασμα της περιλάλητης «Πανσπουδαστικής αρ. 8» που κατάγγελλε σαν πράκτορες της ΚΥΠ τον εντυπωσιακό όγκο των φοιτητών της Νομικής (ανάμεσά τους και μέλη της ΚΝΕ!) που ενώθηκαν με την κατάληψη του Πολυτεχνείου. Το τεύχος εκείνο, υπενθυμίζω, εξαφανίστηκε πάραυτα και αμφισβητήθηκε η γνησιότητά του, μολονότι ποτέ δεν αποκηρύχτηκε επίσημα από το Κόμμα.

Τη συνέχεια θα τη διαβάσουμε μέσα από την απόφαση της 4ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, που έγινε τον Ιούλιο του 1976, με τίτλο Έκθεση και συμπεράσματα για τα γεγονότα του Νοέμβρη 1973· το κείμενο κυκλοφόρησε στις εκδόσεις του Οδηγητή, Αθήνα 1983, και βρίσκεται τώρα δημοσιευμένο, με μικροπερικοπές (!) καθώς και ένα ελαφρό γλωσσικό ρετουσάρισμα (τις μέθοδες = τις μεθόδους κτλ.) στην επίσημη ιστοσελίδα του Κόμματος.

Από αυτήν αντιγράφω όσα αποσπάσματα μπορεί να χωρέσει η σελίδα, από εκεί όπου γίνεται λόγος για τη στάση απέναντι στις καταλήψεις λ.χ. και ομολογείται η έλλειψη του καθοδηγητικού ρόλου του ΚΚΕ, του ρόλου ακριβώς τον οποίο διεκδικεί το Κόμμα εκ των υστέρων:

«τονιζόταν, και μάλιστα έντονα (πράγμα που γενικά ήταν σωστό), ότι θα έπρεπε να αποφευχθούν οι περιπτώσεις ξεκομμένων ενεργειών του φοιτητικού κινήματος –και ειδικά με τη μορφή κατάληψης κτιρίων– κάτω από την επίδραση των αυθόρμητων και αριστερίστικων στοιχείων. Αυτό όμως είχε και την αρνητική του πλευρά, γιατί περιόριζε σε λειψό, καθολικά απορριπτικό προσανατολισμό την αντιμετώπισή τους. Τονιζόταν (σωστά): “όχι απρογραμμάτιστες ενέργειες, όχι καταλήψεις. Δεν γινόταν όμως επεξεργασία συγκεκριμένων μεθόδων για τη θετική παρέμβασή μας σ’ οποιαδήποτε τέτοια ξεκομμένη ενέργεια…”»

«η κατάληψη [του Πολυτεχνείου] αποτέλεσε αιφνιδιασμό για τις καθοδηγήσεις του Κόμματος και της ΚΝΕ. Δεν ήσαν προετοιμασμένες να δουν τις μεθόδους παρέμβασής τους στα γεγονότα, καθώς και τις μεθόδους συντονισμού της δράσης τους. Η Κομματική Οργάνωση Αθήνας και το Γραφείο του Κεντρικού Συμβουλίου της ΚΝΕ είδαν καταρχήν την κατάληψη σαν μια επικίνδυνη περιπλοκή στην ανάπτυξη της αντιχουντικής πάλης. Η σκέψη τους ήταν κυρίως να πάρουν μέτρα για την άμεση απαγκίστρωση των φοιτητών από το Πολυτεχνείο και για εξέλιξη της εκδήλωσης σε αντιδικτατορικές διαδηλώσεις προς μία η περισσότερες κατευθύνσεις...»

«“για αγώνα σε τέτοια έκταση δεν υπήρχε ούτε καν σκέψη”. Είχε μόνο προγραμματιστεί, μαζί με την ΚΝΕ, μία δημόσια εκδήλωση για το Γληνό στις αρχές Δεκέμβρη. “Τα γεγονότα μας έπιασαν απαράσκευους και μην προβλέποντας την έκτασή τους”. Το Γραφείο Κλιμακίου όχι μόνο δεν πρόβλεψε τα συγκεκριμένα γεγονότα, αλλά ούτε μπόρεσε να τα παρακολουθήσει (και φυσικά, πολύ περισσότερο, να τα καθοδηγήσει), δεν ήξερε ούτε στην πορεία τους την έκταση που είχαν πάρει, αφού “ακόμα και την Παρασκευή το μεσημέρι είναι γεγονός ότι δεν πήγε το μυαλό μας πως τα γεγονότα θα έπαιρναν αυτή την εξέλιξη” (τα αποσπάσματα είναι από έκθεση εκείνης της περιόδου...)»

«Το Γραφείο του Κεντρικού Συμβουλίου της ΚΝΕ έμαθε τα γεγονότα σχεδόν τυχαία την Πέμπτη το πρωί. Δεν εξασφαλίστηκε όμως άμεση επαφή ούτε με την ΚΟΑ, ούτε με το Γραφείο Κλιμακίου, ούτε με το Γραφείο Σπουδάζουσας της ΚΝΕ. Πρώτη του εκτίμηση ήταν ότι τα γεγονότα αποτελούν ανεύθυνη, ως ένα βαθμό, ενέργεια, έξω από τη γραμμή της οργάνωσης…»

«Η “κατάληψη” απ’ έξω έδινε εντύπωση, τότε ακόμα, εξτρεμισμού. Τα αριστερίστικα συνθήματα επικρατούσαν. Γίνονταν προκλήσεις σε αστυνομικούς. Οι χειρόγραφες προκηρύξεις (τρυκ κλπ.), καθώς και οι πολυγραφημένες, είχαν προωθημένα και αριστερίστικα συνθήματα. Ήσαν, οπωσδήποτε, πρόχειρα και πολλά αυτοσχέδια. Έτσι, εκτιμήθηκε ότι πρόκειται για μια ανεύθυνη και βιαστική κίνηση με έντονο το αριστερίστικο στοιχείο, που ήταν, ως ένα βαθμό, έξω από τη γραμμή της οργάνωσης, η οποία εκείνο τον καιρό, γενικά ήταν κατά των καταλήψεων και των βιαστικών και απρογραμμάτιστων ανοιχτών εκδηλώσεων. Η θέση αυτή, φυσικά, δεν ήταν πολύ καθαρή και επεξεργασμένη… Παίρνοντας υπόψη την κατάσταση της οργάνωσης, οι δύο καθοδηγητές της ΚΝΕ περιορίστηκαν κυρίως στο πώς θα ελεγχθεί η κατάσταση, με σκοπό την απαγκίστρωση...»

«το μεσημέρι της Παρασκευής, λίγα λεπτά πριν από τη συνεδρίαση της Συντονιστικής Επιτροπής, ο τότε Γραμματέας ΚΝΕ του Πολυτεχνείου συναντά μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής και του ανακοινώνει ότι λίγο πριν η καθοδήγηση του έβαλε ζήτημα για το πώς θα κατορθώσουν να φύγουν από το Πολυτεχνείο…» Και τα λοιπά, και τα λοιπά.

Έχουμε χρεία άλλων μαρτύρων; Παραχάραξη και οικειοποίηση, κοινώς καπέλωμα. Στο DNA θαρρείς του συγκεκριμένου κόμματος.

Ιδού λ.χ. δείγμα πρόσφατο, για να προσγειωθούμε στο σήμερα· ένα μόνο, ενδεικτικό γεγονός, που αναδεικνύει τη συνέπεια του ΚΚΕ, εν πάση περιπτώσει των ανθρώπων του ΚΚΕ, στην παραχάραξη και την οικειοποίηση της Ιστορίας:

Το κόκκινο της ντροπής

Παραμονές των εκλογών, Πέμπτη 1/10, η εμπνευσμένη αλλά ώρες ώρες αφόρητα κνίτικη σατιρική εκπομπή «Ελληνοφρένεια» φιλοξενεί τον Ν. Μπογιόπουλο, υποψήφιο του ΚΚΕ, ο οποίος απαντά σε ερωτήσεις των ακροατών. Η τελευταία ήταν: «Αξίζει να ανταλλάξουμε την ελευθερία μας με παιδεία, υγεία και όλα αυτά που είπατε [για τις σοσιαλιστικές χώρες];» Η απάντηση ήρθε ποιητικότατη:

«Όταν μιλάμε για σοσιαλιστικές χώρες κι όταν μιλάμε για Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, μιλάμε για τους 200 της Καισαριανής, μιλάμε για τον Άρη το Βελουχιώτη και την Ηλέκτρα την Αποστόλου, μιλάμε για την Κοκκινιά και την Καλογρέζα, μιλάμε για την Αλαμάνα και τον περήφανο χαιρετισμό της στο Γοργοπόταμο [σ.σ. ανάποδα τα ’πε εδώ, κι αυτό σηκώνει... διαγραφή], μιλάμε για τον ΕΛΑΣ και το Δημοκρατικό Στρατό της Ελλάδας, μιλάμε για τον Μπελογιάννη, μιλάμε για τον Πλουμπίδη, μιλάμε για το Ρίτσο και για το Χαρίλαο».

Ώστε μιλάει το ΚΚΕ για τον αποκηρυγμένο Βελουχιώτη, με την «ύποπτη και τυχοδιωκτική δράση», και μιλάει το ΚΚΕ για τον «προδότη» Πλουμπίδη...

Αλλ’ ιδού και η συνέχεια του «ποιήματος», για την ιστορία, αυτή με την οποία επιχειρείται να ξαναγραφτεί η Ιστορία:

«Όταν μιλάμε για κάπα κάπα έψιλον, μιλάμε για το κόκκινο του αίματος, μιλάμε για το κόκκινο της σημαίας με το σφυροδρέπανο, μιλάμε για το κόκκινο αστέρι στον μπερέ του Τσε Γκεβάρα, μιλάμε για το κόκκινο της Μακρονήσου, της Γυάρου και του Αναπλιού, κι αν όλα αυτά δε σημαίνουν ελευθερία, τότε δεν υπάρχει τίποτα που να σηματοδοτεί την ελευθερία».

Όλα τα κόκκινα τα είδε ο υποψήφιος του ΚΚΕ, μόνο το κόκκινο της ντροπής ούτε που το ’χει ακουστά...

buzz it!

14/11/09

Πολυτεχνείο και «Πανσπουδαστική, νούμερο 8»

Τα Νέα, 14 Νοεμβρίου 2009

Την επομένη των τανκς, ο υπουργός της χούντας Σπ. Ζουρνατζής φωτογραφίζεται πλάι σε συνθήματα που αποδεικνύουν, υποτίθεται, πως η κατάληψη ήταν έργο «αναρχικών στοιχείων». Δυστυχώς δεν κινήθηκαν σε πολύ διαφορετικό μήκος κύματος οι εκτιμήσεις και άλλων πολιτικών δυνάμεων


Οι εκατοντάδες χιλιάδες κόσμος του Πολυτεχνείου δεν συντονίζονταν (και ούτε θα ’ταν δυνατόν) από καμία Συντονιστική, από καμία ΠΑΣΠ ή Πανσπουδαστική, ούτε καν από τον Ρήγα

το πλήρες κείμενο:

Άλλη μία επέτειος του Πολυτεχνείου, και στον καθιερωμένο εορτασμό-ρεφενέ θα βάλει ο καθένας, κόμμα, παράταξη, φορέας, μεμονωμένο άτομο, το κατιτίς του. Το δικό του Πολυτεχνείο, τη δική του ιστορία, τη μία και μόνη και αυθεντική.

Οι μεγάλοι μεγάλοι, μάλιστα, θα κατεβάσουν πειστήρια, περγαμηνές, κτητορικά. Η ΠΑΣΠ λόγου χάρη, του ΠΑΣΟΚ, τη ματωμένη σημαία του Πολυτεχνείου. Που θα την παραχωρήσει ευγενώς για την πορεία: «με την ευγενική χορηγία της ΠΑΣΠ», θα γράφουν αποκάτω στην οθόνη τα τηλεοπτικά κανάλια. Και μετά την πορεία θα την ξαναφυγαδεύσει, στην παρανομία. Στην ίδια παρανομία, αλλά σε άλλη, εννοείται, κρυψώνα, όπου κρατάει η άλλη μεγάλη, η Πανσπουδαστική του ΚΚΕ, τις σφραγίδες και τα πρακτικά τής τότε ΕΦΕΕ.

Ώστε ΠΑΣΠ και Πανσπουδαστική, οι θεματοφύλακες της ιστορίας της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, συνεχιστές κάποτε της ΕΦΕΕ, όταν μεταπολιτευτικά πλειοψηφούσαν, έτσι όμως όπως θα δικαιούνταν σήμερα να αυτοαναγορευτεί συνεχιστής, γιά φαντάσου αλήθεια, η ΔΑΠ της Νέας Δημοκρατίας.

ΠΑΣΠ και Πανσπουδαστική λοιπόν, θεματοφύλακες-συνεχιστές, όπως είπα, ή μάλλον: όπως είπαν κι όπως λένε, αν όχι και μοναδικοί πρωτεργάτες της εξέγερσης του ’73, και γενικότερα της αντίστασης στη χούντα… Η ΠΑΣΠ, καλά, τόσο πια δεν τα πολυλέει, αφού δεν υπήρχε ακόμα, κατοπινά στελέχη της μονάχα, που άρα μετέφεραν στην οργάνωση και στο Κίνημα κληρονομιά κι αγώνες προσωπικούς. Όμως η Πανσπουδαστική, η ΚΝΕ, το ΚΚΕ, ούτε λόγος, αυτοί παντού και πάντα –και τα πάντα. Πρωταγωνιστές μιας Ιστορίας που κάθε μέρα ξαναγράφεται, την ξαναγράφουν, θρασύτατα, ανερυθρίαστα, ποντάροντας στο χρόνο που περνά, στη μνήμη που εξασθενεί, στην εύλογη άγνοια των νεοτέρων.

Άλλη μια επέτειος του Πολυτεχνείου, κι ας θυμηθούμε μια ελάχιστα γνωστή ιστορία, σίγουρα παντελώς άγνωστη στους νεότερους, που έκαιγε λάβρα και φωτιά τότε, κι άναβαν τα αίματα, κι έπεφτε και ξύλο καμιά φορά στα πηγαδάκια, από αυτούς που αργότερα ονομάστηκαν ΚΝΑΤ, έτσι και ακουγόταν το μοιραίο: «Πανσπουδαστική, νούμερο 8».

Ήταν το τεύχος αρ. 8, που κυκλοφόρησε τον Φεβρουάριο του 1974 σαν επισκόπηση της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και απάντηση στις συκοφαντίες της χούντας και της ΕΣΑ περί «αναρχικών στοιχείων» που οργάνωσαν την κατάληψη.

Και τι απάντησε η ΚΝΕ, που κι αυτή άλλου έστω είδους «αναρχικά στοιχεία» έβλεπε τότε μέσα στο Πολυτεχνείο και τα πολεμούσε λυσσαλέα, καθώς είχε ουσιαστικά συρθεί στην κατάληψη, όταν δεν κατόρθωσε να τη σπάσει;

Απάντησε αυτό που πάγια ξέρει να απαντά σε ό,τι της ξεφεύγει και την ξεπερνάει, και άμεσα ή έμμεσα, εκ των πραγμάτων, την αντιστρατεύεται: πως προβοκάτορες, πράκτορες της ΚΥΠ είχαν εισβάλει στο Πολυτεχνείο, αναφερόμενη στους εκατοντάδες φοιτητές της Νομικής που διέκοψαν τη συνέλευσή τους και κατέβηκαν εν σώματι στο Πολυτεχνείο, σηματοδοτώντας τη διεύρυνση της κατάληψης και την κλιμάκωση του αγώνα.

Μακάρι να γινόταν να παραθέσω εδώ ολόκληρο το κείμενο· ας δούμε όμως το σχετικό, προβοκατορολογικό τμήμα του, αυτό τουλάχιστον χωρίς την παραμικρή περικοπή:

«Σαν υπεύθυνη Συντονιστ. Επιτρ. Αγώνα του Πολυτεχνείου καταγγέλλουμε σ’ όλο το σπουδαστικό κόσμο, τη νεολαία και το λαό τις αφηνιασμένες προσπάθειες της χουντικής ΚΥΠ και των πληρωμένων πραχτόρων της να διαστρέψουν, απ’ την αρχή της μεγαλειώδικης εκδήλωσής μας του Πολ/χνείου, τη πορεία και το περιεχόμενό της. Καταγγέλλουμε τη προσχεδιασμένη εισβολή στο χώρο του Πολ/χνείου τη Τετάρτη, 14 του Νοέμβρη, 350 περίπου οργανωμένων πραχτόρων της ΚΥΠ, σύμφωνα με το προβοκατόρικο σχέδιο των Ρουφογάλη-Καραγιαννόπουλου, με βάση τις εντολές του παραμερισμένου τώρα τέως πρωτοδικτάτορα Παπαδόπουλου και της αμερικανικής CIA, με σκοπό να προβάλουν με κάθε μέσο τραμπουκισμού και προβοκάτσιας γελοία και αναρχικά συνθήματα και συνθήματα που δεν εκφράζανε τη στιγμή και τις συγκεκριμένες δυνάμεις. Για να μπορέσουν έτσι ν’ απομονώσουν το κίνημά μας και την εκδήλωσή μας του Πολυτεχνείου απ’ το σύνολο του λαού και της νεολαίας. Για να μπορέσουν παραπέρα, κατασκευάζοντας (και με τη βοήθεια των χουντικών μέσων ενημέρωσης) την εικόνα μιας μεμονωμένης εξτρεμιστικής επαναστατικοαναρχικής εξέγερσης που δεν έχει τη συμπαράσταση του λαού, να ξαναχρησιμοποιήσουν το χιλιοτριμμένο πρόσχημα του “επαπειλούμενου κοινωνικού καθεστώτος” για να δικαιολογήσουν την επαναφορά του στρατιωτικού νόμου και το δυνάμωμα της αιματηρής τρομοκρατίας. Ενέργειες που οι Αμερικάνοι, η CIA και η χούντα είχαν από καιρό πάρει την απόφαση να επιβάλουν, ύστερα απ’ τη παταγώδη αποτυχία της χουντομαρκεζινικής προσπάθειας καθήλωσης και εκτόνωσης της λαϊκής πάλης και τη φοβερά επικίνδυνη για τη τύχη της εξουσίας τους ανάπτυξη των πιο σύνθετων αντιδικτ/κών αγώνων του λαού ενάντια στη πρωτοφανή καθίζηση του βιοτικού του επιπέδου και τη φασιστική σκλαβιά. Απόφαση που ενισχύονταν σημαντικά και από την άσχημη τροπή που πήρε το Μεσανατολικό πρόβλημα για τα συμφέροντα του ιμπεριαλισμού και ειδικώτερα του αμερικάνικου, κάτω από τα πλήγματα του αγώνα των αραβικών λαών, καθώς κι απ’ την όξυνση των αμερικανοευρωπαϊκών αντιθέσεων και ανταγωνισμών στον οικονομικό αλλά και το πολιτικοστρατιωτικό τομέα από αφορμή το Μεσανατολικό και απ’ το βάθεμα της οικονομικής κρίσης.

»Το σχέδιο όμως των Ρουφογάλη, Καραγιαννόπουλου, Παπαδόπουλου, CIA απέτυχε παταγωδώς. Το οργανωμένο φοιτητικό μας κίνημα δίνοντας τη πιο αποφασιστική μάχη του απομόνωσε και συνέτριψε τους προβοκάτορες. Η επίθεση του συρφετού των χαφιέδων και των ψευτοεπαναστατών που σαν τα κοράκια πολιορκούν χρόνια τώρα να διαβρώσουν τις αντιδικτατορικές, φοιτητικές ιδιαίτερα, δυνάμεις (όχι χωρίς επιτυχία πρέπει να ομολογήσουμε εκεί όπου η απειρία, ο ανυπόμονος υπερενθουσιασμός και ο κάλπικος υπερεπαναστατισμός τούς ανοίγουν διάπλατα τις πόρτες) βρήκε αντιμέτωπο το σπουδαστικό κόσμο που κράτησε σταθερά τη συνεπή χαραγμένη πορεία του. Έτσι τα συνθήματά μας: Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία, 20% για τη Παιδεία, Κάτω η χούντα, Έξω οι αμερικάνοι, Εργάτες Αγρότες και Φοιτητές, Όλοι Ενωμένοι, Λαϊκή Κυριαρχία, Εθνική Ανεξαρτησία έπνιξαν τις ψευτοεπαναστατικές κραυγές της ΚΥΠ και των χαφιέδων της που αιφνιδιαστικά είχαν προβάλει με πανώ και με τη τραμπούκικη κατάληψη δυο μεγαφώνων, συνθήματα όπως: Κάτω το Κράτος, Κάτω η εξουσία, Μάης του ’68 και είχαν πρωτοστατήσει σε κάποιες ανεδαφικές εκκλήσεις για άμεση λαϊκή επανάσταση και άμεση γενική απεργία».

ΚΚΕ εκθέτει ΚΚΕ

Το κείμενο-«καταγγελία» έπεσε σαν βόμβα στον αποδεκατισμένο κόσμο του φοιτητικού κινήματος, σ’ όσους βρίσκονταν στη φυλακή, στα περίφημα κελιά της ΕΣΑ ή στην παρανομία, σ’ όσους είχαμε ζήσει με οποιονδήποτε τρόπο τις μέρες εκείνες του Νοέμβρη του ’73. Ακόμα και μέλη της Αντι-ΕΦΕΕ και της ΚΝΕ, που ήταν ανάμεσα στους φοιτητές της Νομικής που κατέβηκαν από τη Σόλωνος στο Πολυτεχνείο, μάθαιναν ξαφνικά πως ήταν προβοκάτορες της ΚΥΠ.

Το φύλλο της Πανσπουδαστικής σύντομα εξαφανίστηκε, συλλεκτικό κομμάτι αποτελούσε ήδη τα χρόνια εκείνα, το κείμενο χαρακτηρίστηκε πλαστό, χωρίς ωστόσο να αποκηρυχτεί ποτέ επίσημα από το Κόμμα.

Μεταπολίτευση, τον Ιούλιο του 1976 πια, στην απόφαση της 4ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, με τίτλο «Έκθεση και συμπεράσματα για τα γεγονότα του Νοέμβρη 1973», ανασκευάζονται, έστω με μισή φωνή, οι καταγγελίες για προβοκάτορες. Και ακόμα πιο χαμηλόφωνα ομολογείται η αντίθεση του ΚΚΕ στην κατάληψη, ο ανύπαρκτος εντέλει καθοδηγητικός του ρόλος σε όσα σφράγισαν την ιστορία του τόπου τις τρεις εκείνες μέρες.

Αξίζει να συνεχίσουμε.


Άσχετο: ο Δαίμων του Τυπογραφείου υπάρχει, και είναι και βάζελος: στην περασμένη επιφυλλίδα, όπου ο λόγος για την κλητική των αρσενικών σε -ος, το «Παναθηναϊκό, μεγάλο και τρανό», σαν ενδεχόμενη κάποτε παραφθορά του γνωστού «Παναθηναϊκέ, μεγάλε και τρανέ», έγινε: «Παναθηναϊκάρα, μεγάλο και τρανάρα»!

buzz it!

12/11/09

Το θύμα του Σεργιανόπουλου και η Θεία Τάξις

Σε 20 χρόνια φυλακή καταδικάστηκε το θύμα του Νίκου Σεργιανόπουλου, του ηθοποιού που, κατά τον άγιο Πειραιώς, ανήκε σ' εκείνους «οι οποίοι χάριν της μανίας ικανοποιήσεως της ψυχοπαθολογικής των εκτροπής εκμεταλλεύονται την ανάγκην και το εμπερίστατον ανίσχυρων συνανθρώπων, χρησιμοποιούντες αυτούς ως χρηστικά αντικείμενα διά να καταλήξουν και πολλάκις εις αυτόν τον θάνατον» (Το Βήμα 12.6.08)

Όθεν, εκτελεστικό όργανο του θεϊκού σχεδιασμού ο δολοφόνος –διπλό δηλαδή θύμα.

Ελπίζεται ότι ο τόσο ευθαρσώς ορθοτομών τον λόγον της αληθείας άγιος θα διαθέσει το 1.000.000 ευρώ που θα πάρει τώρα από τον Λύο Καλοβυρνά και αργότερα τα 10.000.000 που θα πάρει από την αφεντία μου και τα Νέα, για να θεραπεύσει την αδικία.


ΥΓ. Το θλιβερό: ΜΟΝΟ "μία δικαστική λειτουργός είχε τη γνώμη ότι έπρεπε να αναγνωριστεί στον κατηγορούμενο ένα ακόμη ελαφρυντικό που αφορούσε την ανάρμοστη συμπεριφορά του θύματος" (Τα Νέα 11.11.09)

buzz it!

10/11/09

παράφρων της διάβασης, επισκεύασα το μηδέν

            Φεστιβάλ Devised Theatre, Θέατρο του Νέου Κόσμου, Μάης 2009


Όχι δεν λυπάμαι για τίποτα

Όχι, τίποτα τίποτα,
όχι, δεν λυπάμαι για τίποτα
ούτε το αγαθό Qu’ αυτό Μ’ έχω κάνει,
ούτε το κακό Όλοι είναι καλά ίσος

Όχι, τίποτα τίποτα,
όχι, δεν λυπάμαι για τίποτα
είμαι πληρωμή, σκουπίζω, ξεχνώ,
Me παράφρων της διάβασης


διαβάστε τη συνέχεια...

Με τις αναμνήσεις μου
έχει ανάψει τη φωτιά
Το Chagrins μου, οι ευχαριστήσεις μου,
Τα Ν’ έχουν την πιο ανάγκη

Σκουπίστε τις αγάπες
με το Tremolos τους
Σκουπίστε Σκουπίστε για πάντα
Επισκεύασα το μηδέν

Όχι, τίποτα τίποτα,
όχι, δεν λυπάμαι για τίποτα
ούτε το αγαθό Qu’ αυτό Μ’ έχω κάνει,
ούτε το κακό Όλα είναι καλά ίσος

Όχι, τίποτα τίποτα,
όχι, δεν λυπάμαι για τίποτα
επειδή η ζωή μου, επειδή Me χαρές
Aujourd αρχίζει με σε



Όχι, ω αναγνώστα, δεν είναι Ελένη πια αυτό, ούτε αλά μανιέρ ούτε τίποτα, είναι το πασίγνωστο υπέροχο της Πιαφ, το Non, je ne regrette rien, σε αυτόματη μετάφραση. Που τη μεταφέρω από το πρόγραμμα της παράστασης «50΄00΄΄ - Διηγήματα» της Ομάδας 5, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, του φίλου μου του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, που έτσι και πάρει χαμπάρι πως έγραψα κάτι για το θέατρό του αλλά όχι για δική του παράσταση, με πήρε και με σήκωσε. Δε γράφω όμως για την παράσταση
· απλώς επειδή το συγκεκριμένο κομμάτι είναι λιγάκι στα χωράφια μας, είπα να το μοιραστώ με σένα, ω αναγνώστα.

Πρέπει πάντως να σημειώσω πως η συγκεκριμένη παράσταση διακρίθηκε στο Φεστιβάλ Devised Theatre που έγινε τον Μάη, οργανωμένο από το Θέατρο του Νέου Κόσμου, κι έτσι παίζεται φέτος σε κανονική παράσταση. Τα κείμενα είναι της ομάδας, σκηνοθεσία – δραματουργική επεξεργασία της Δανάης Θεοδωρίδου, παίζουν η Ιωάννα Ασημακοπούλου, ο Ευθύμης Θέου, ο Παναγιώτης Κατσώλης και η Θεανώ Μεταξά, ο ένας καλύτερος απ’ τον άλλο, η μία καλύτερη απ’ την άλλη, το συγκεκριμένο κομμάτι το απέδωσε ο Ευθύμης Θέου, ή μάλλον η φάτσα του Ευθύμη Θέου, που παίζει η αθεόφοβη από μόνη της, ακόμα κι όταν μένει σιωπηλή, όπως εξάλλου και της Θεανώς, ας μου επιτραπεί η διάκριση αυτή.

Το πρωτότυπο όμως τώρα, για όσους δεν το ξέρουν, να το βάλουν πλάι στην αυτόματη μετάφραση, μάθημα για επίδοξους μεταφραστές, που τύφλα να ’χουν τα εκεμέλ όλου του κόσμου και τα μεταφραστικά του ιονίου:

Non, je ne regrette rien

Non ! Rien de rien
Non ! Je ne regrette rien
Ni le bien qu’on m’a fait
Ni le mal tout ça m’est bien égal !

Non ! Rien de rien
Non ! Je ne regrette rien
C’est payé, balayé, oublié
Je me fous du passé !

Avec mes souvenirs
J’ai allumé le feu
Mes chagrins, mes plaisirs
Je n’ai plus besoin d’eux !

Balayées les amours
Et tous leurs trémolos
Balayés pour toujours
Je repars à zéro

Non ! Rien de rien
Non ! Je ne regrette rien
Ni le bien, qu’on m’a fait
Ni le mal, tout ça m’est bien égal !

Non ! Rien de rien
Non ! Je ne regrette rien
Car ma vie, car mes joies
Aujourd’hui, ça commence avec toi !



Με τ'ς υγείες μας, και, καταπώς γράφουν στο τέλος της ταινίας, κάθε ομοιότης με κανονικές μεταφράσεις ή κανονικά ποιήματα [δεν] είναι συμπτωματική

buzz it!

8/11/09

Χέρι χέρι και μαύρη αντίδραση; Λαϊκισμός; Μπα. Παπαρολογία σκέτη

Σάββατο βράδυ, γυρνάω στο σπίτι φορτωμένος τις κυριακάτικες εφημερίδες, στρώνομαι αμέσως στον καναπέ, η τηλεόραση απλώς ηχητικό υπόστρωμα, γρήγορα γρήγορα, την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, λαχανιασμένο ξεφύλλισμα, η καρδιά χτυπάει σαν τρελή, έλα, πού ’ν’ τος, πουθενά, μπα, δεν μπορεί, ας ξαναδώ, τίποτα, α μα τι λέω, θα ’ναι στο Επτά, λογικόν, στα καλλιτεχνικά, αλλά φτου, ούτε στο Επτά είναι, τα χέρια τρέμουν, η καρδιά πάει να σπάσει, ε, τότε θα ’ναι στο Έψιλον, τελευταία ελπίδα, εγκεφαλικό θα μου ’ρθει, ψυχραιμία όμως, και γιά να δούμε, ωραία, ο Διαμαντής μας εδώ όπως πάντα, τώρα όμως προέχει ο άλλος, γρήγορα γρήγορα, όχι γαμώτο μου, όχι, ούτε εδώ είναι, άρα τι, δεν έχει Διαλεγμένο αυτή την Κυριακή; τι στα κομμάτια, ούτε στη σαββατιάτικη Ελευθεροτυπία, κατασπάστηκα το πρωί, το ίδιο σκηνικό, ξεφύλλιζα μπρος πίσω, μια, δυο, τρεις φορές για σιγουριά, τίποτα, δεν τον είχε, είπα, καλά, θα έχει η Κυριακάτικη, υπομονή ώς το βράδυ, πάλι καλά που βγαίνουν από νωρίς το Σάββατο τα κυριακάτικα φύλλα, άρχισα να μετράω τις ώρες, κι όμως, κανονικά ήταν η σειρά της καθημερινής Ελευθεροτυπίας, αφού το περασμένο σαββατοκύριακο τον είχε η Κυριακάτικη, ενώ η καθημερινή Ελευθεροτυπία τον είχε το παραπάνω Σάββατο…, ώστε δεν έχει τρίτη συνέντευξη Διαλεγμένου στη σειρά, αχ, καλή εφημερίδα, γιατί μας το ’κανες αυτό…

διαβάστε τη συνέχεια...

Ας αρκεστούμε τότε στις δύο προηγούμενες συνεντεύξεις, της περασμένης Κυριακής δηλαδή, και του προπερασμένου Σαββάτου:

Σάββατο, πρώτα, 24.10.09, ρωτάει η δημοσιογράφος (Ιωάννα Κλεφτογιάννη), απαντάει ο Δημιουργός (Γιώργος Διαλεγμένος):

«Οι πρώτες εξαγγελίες του Παπανδρέου πώς σας φαίνονται;

»Λόγια! Εδώ ο Καρατζαφέρης έφτασε το 5,5 % μόνο με τα λόγια. Βεβαίως, κι εγώ αν ήμουν εξουσία θα τους πέταγα όλους τους ξένους έξω. Σε λίγο, όπως πάμε, θα είμαστε μειονότητα οι Έλληνες!»

«Δεν είναι θλιβερό να ταυτίζεστε στο θέμα των μεταναστών με τον Καρατζαφέρη;

»Καθόλου. Είναι απλό. Είναι σαν να έχω το μικρό μου σπιτάκι και να έχουν μαζευτεί μέσα σ’ αυτό 150 άσχετα άτομα, ενώ στην οικογένεια είμαστε μόνο 20. Έχει διαλυθεί το κράτος με τους ξένους».

Α, τι έλεγε, πάλι κάτι στη γραμμή τού «Αχ Πατρίδα μου Γλυκιά» ήταν, λίγα χρόνια πριν, το ’χα παραθέσει σε μια μου επιφυλλίδα, α, νά το, τότε που έλεγε πόσο τον πάει τον Χριστόδουλο, επειδή είναι (ήταν, δόξα να ’χουν οι γιαραμπήδες του κόσμου όλου) Τουρκοφάγος.

Διαλεγμένος ο Εθνοφύλαξ και Επαγρυπνών, να κοιμόμαστε ήσυχοι λοιπόν.

Έλεγε και κάτι άλλα όμως στη συνέντευξη του προπερασμένου Σαββάτου:

«Είδατε που κλείσαν μέσα τη 17 Νοέμβρη και οργίασαν τα σκάνδαλα και οι ρεμούλες! Αν ήταν έξω, θα έτρεμαν! Το μόνο που θα έσωζε αυτή τη χώρα είναι κάθε κωμόπολη να είχε τη δική της 17 Νοέμβρη».

Γεια στο στόμα του, που εντόπισε την αιτία των σκανδάλων άμα τε και ρεμουλών, και ξαναματαγειά του, που βρήκε και τη λύση για τη σωτηρία της χώρας.

Μία βδομάδα περιθώριο, ώστε να αφομοιώσουμε τέτοια περινούστατη ανάλυση και σκέψη υψιπετή, και την επόμενη Κυριακή, 1.11.09, δόσις δευτέρα, στην Κυριακάτικη, είπαμε, Ελευθεροτυπία, στο Επτά:

«Οι ψηφοφόροι είναι οπαδοί “ποδοσφαιρικών” ομάδων που θα σκοτώνονται μεταξύ τους εσαεί. Η αριστερά είναι αμέτοχη, ακίνδυνη. Στο βόθρο των διεφθαρμένων καθεστώτων που ζούμε επιβάλλεται να υπάρχουν εστίες αντίστασης όπως Σέχτες, Πυρήνες, Επαναστατικοί Αγώνες…»

Άλλη μία βδομάδα, να εμπεδώσουμε, ήρθε όμως σαββατοκύριακο ξανά, και τώρα δόσις τρίτη, όπως είπαμε, γιοκ. Τζάμπα περίμενα λοιπόν, ώστε τούτα μόνο, τα λίγα μα Πολλά, Παραπολλά, φάρος και οδηγός στη μίζερη ζωή μας.





ΥΓ 1. Υπάρχουν και στραβοί που δεν το θέλουνε το φως τους. Κοίτα τι βρήκε να ψειρίσει τώρα ο j95, σε όσα σοφά ελάλαγε ο Διαλεγμένος στην πρώτη συνέντευξη, το προπερασμένο Σάββατο, για τους μετανάστες και το μικρό μας το σπιτάκι και την οικογένεια:

«Ας επιστρέψουμε για λίγο στην απόκρυφη επιστήμη που λέγεται Αριθμητική ΣΤ’ Δημοτικού. Αν στα 20 μέλη της οικογένειας αντιστοιχούν 150 άτομα, στα 10.000.000 Έλληνες πόσοι ξένοι αντιστοιχούν; Απάντηση: χ = 150 επί 10.000.000 διά 20 = 75.000.000. Έχουμε 75.000.000 ξένους; Όχι. Άρα τι “σαν”; Δε σημαίνει αυτό η λέξη “σαν”. [...] Και δεν είμαστε όλοι μια οικογένεια. Εμένα οι συγγενείς μου δεν είναι τόσο βλάκες».

ΥΓ 2. Και άλλα σοφά, μη πολιτικά, πάντα στην πρώτη συνέντευξη. Εδώ άλλος φίλος, μεμψίμοιρος κι αυτός, κάτι μου έλεγε για κοινοτοπίες και για ασύστατες και άτοπες συγκρίσεις, ή πως ο Βογιατζής, λέει, πήρε έργα του Διαλεγμένου μέτρια, στην καλυτερότερη περίπτωση, όπως η Νύχτα της κουκουβάγιας και το Μπέλα Βενέτσια, και τα ανέδειξε μέσα από παραστασάρες... Άσ' τον όμως κι αυτόν. Πάμε στη συνέντευξη, όπου ρώτησε η δημοσιογράφος και απάντησε ο πλαστουργός:

«Δεν έχετε σκεφτεί να το σκηνοθετήσετε ο ίδιος [σ.σ. ένα καινούριο του έργο], αφού πάντα σας βασανίζει το ανέβασμα των έργων σας;

»Όχι. Λέμε “σκηνοθεσία Τάδε Ταδόπουλος”. Δεν υπάρχει, όμως, σκηνοθεσία στα έργα. Αυτό έλεγα στον Βογιατζή. “Λευτέρη μου, εσύ είσαι ένας υπέροχος διεκπεραιωτής. Όταν λες σκηνοθεσία, τι εννοείς; Η σκηνοθεσία είναι γραμμένη ακόμα και στο χειρότερο έργο”. Είναι άλλο πράγμα η διδασκαλία και η παράσταση. Ο Λευτέρης κάνει καλή διδασκαλία και πιάνει την ατμόσφαιρα των έργων. Αλλά δεν δέχομαι από κανέναν ότι κάνει σκηνοθεσία. Όλοι οι συγγραφείς σκηνοθετούν τα έργα, αφ’ ης στιγμής τα γράφουν. Εγώ βάζω και τη μουσική. Καμιά φορά, που θέλω να πειράξω τον Λευτέρη, του λέω: “Αγάπη μου, εσένα ποιος θα σε θυμάται μετά από 25 ή 50 χρόνια; Θυμάται κανείς ποιος ανέβασε και έπαιξε τον Σέξπιρ; Τον Σέξπιρ ξέρουν όλοι. Και τον Πιραντέλο. Ε, λοιπόν, εμένα θα ξέρουνε”».

Μακάριοι όμως εκείνοι, τότε, που θα –αν– ξέρουνε τον Διαλεγμένο, μα δε θα ξέρουνε όλα τ’ άλλα, αυτά που τρώμε σήμερα οι σύγχρονοί του εμείς.



[Η πρώτη φωτό από εδώ, η δεύτερη από εδώ]

buzz it!

4/11/09

Η αυτοκτονία της Μούσας, απόπειρα 3η: ράγες του τρένου

                  πού να φτουρήσει à la manière
                        μπρος σε κοτζάμου Αρβελέρ



πάντα Ελέν λοιπόν, και πάντα τραγουδάει ο Γιώργος Νταλάρας:


Στρατοπέδων Φύλακες

Με άσπρο πουκάμισο, γιλέκο και κολάρο,
και ξεμπαρκάραμε στη Γυάρο,
καπεταναίοι της άγονης γραμμής
οι πάντα ρωμαλέοι εμείς.

Στους συρματένιους φράχτες
στήσαμε πεζοναύτες
απέναντι, κατάματα, στον ήλιο,
το παρδαλό να υπερασπίζονται βασίλειο.

διαβάστε τη συνέχεια...

Κι ύστερα αμέσως, πρώτοι-πρώτοι
το ρίξαμε στο φαγοπότι.
Τραβήξαμε κρασί απ’ τους ασκούς,
κι από τα παραγάδια βγάλαμε αστακούς.
Τέλος, απ’ το μεθύσι πέσαμε όλοι χάμω,
και ζευγαρώσαμε στην άμμο,
ονειρευόμενοι τα βίτσια
που μας μαθαίναν τα κορίτσια
στα σπίτια της οδού Ερμού
σφυρίζοντας τραγούδια του συρμού.

«Άσπρο, μαύρο, σκούρο κιάρο»
ξεχαστήκαμε στη Γυάρο
κι ας περιμένει η Μαριγώ
με τα παιδιά και τα σκυλιά
στην Αμοργό!



                      Αρβελέρ για λίγο πάψε
                            να ρημάζεις το χαρτί
                            τώρα σίμωσε και κλάψε
                            εις της Μούσας το κορμί




Ώστε στίχοι της «καθηγήτριας της Σορβόννης, πρόεδρου του Κέντρου Ζωρζ Πομπιντού, πρόεδρου των Βυζαντινολόγων του κόσμου, πρυτάνεως της Ακαδημίας του Παρισιού, καγκελάριου των Πανεπιστημίων του Παρισιού και στιχουργού της Ιστορίας» (σύμφωνα μ’ ένα ποντιακό σάιτ στο οποίο έπεσε ο Τιπούκειτος, όταν εγούγλισε για να βρει την ταυτότητα του/της δημιουργού, έπειτα από την «πρώτη απόπειρα»)

Και νά τι λέει η ίδια η καθηγήτρια-πρόεδρος-πρόεδρος-πρύτανις-καγκελάριος-στιχουργός της Ιστορίας:

«Όλοι εμείς που ζούμε σε ξένο τόπο και καμιά φορά ξαγρυπνάμε τα βράδια, αντί να μετράμε προβατάκια προσπαθούμε να μην ξεχάσουμε τα ελληνικά μας…» «Δηλώνω στιχουργός-ιστορικός. Όχι ποιήτρια. Γι’ αυτό και οι στίχοι μου είναι ομοιοκατάληκτοι. Για να μην τους ξεχνάω και να μπορώ να τους γράφω το πρωί».

Ανοιχτή πρόσκληση: Εμπρός της γης ξενιτεμένοι -αλλά και μη

Όσοι ξενιτεμένοι λοιπόν, Σαραντάκος π.χ. και λαζόπολις, ή και Τιπούκειτος, παρότι «μόλις άρτι» αποξενιτευθείς, για να μην ξεχάσουν τα ελληνικά τους, αλλά και μη ξενιτεμένοι, για να ακονίσουν τα ελληνικά τους, εμπρός, μολύβι και χαρτί, ποντίκι και πληκτρολόγιο! Το παρόν ημι-μπλογκ με μεγάλη χαρά θα φιλοξενήσει τον καρπό της έμπνευσής σας, με τον αυτονόητο όρο ότι θα αντλεί από την Πρωτοπόρο του είδους.

buzz it!

2/11/09

η αυτοκτονία της Μούσας, απόπειρα 2η: σκουριασμένο ξυραφάκι

                      à la manière d’Hélène
                      παρενβλυθήσ παρασήτον μποστ

                          φέρτε μου έν’ αρτοκανίσκη
                          για να δήτε πόσ πονό
                          που την άμυρον πεδίσκη
                          την ευρύκε το κακό

                          πάσχον εξ ορθομαρμαρόσεον
                          έφτασεν ησ κακαρόσεον




και τώρα η Ελέν –τραγουδάει ο Γιώργος Νταλάρας:


Προς Κωνσταντινούπολη

Πηγαίνοντας στην Πόλη και στα Πριγκηπονήσια
Ας πούμε για τη Χάλκη και την Αγιασοφιά.
Για τ’ άγια μοναστήρια, για σκήτες και εξωκλήσια,
Για φτερωτά ψηφιδωτά και γι’ άμφια χρυσαφιά,

Για ορθομαρμαρώσεις στα αίθρια, στη σολέα,
Λυχνίες, κηροπήγια, βιβλία σταχωτά
Για ταπεινά κειμήλια μα διόλου αμελητέα,
Όπως αρτοκανίσκια, κανδήλες, θυμιατά.

Φτάνοντας μπρος στην Πόλη κάνουμε μιαν ευχή,
Με δρόμωνα βασιλικό ή με σαθρό ακάτιο,
Πριν απ’ το φως του ήλιου να μπούμε στον Κεράτιο
Να δούμε εκεί παράδοξο μυστήριο και θάμα

Τα Ουρί και οι Αγγέλοι χορεύοντας αντάμα
Να δένουν αλυσίδα από ακτή σ’ ακτή.



[συνεχίζεται –ώσπου να πετύχει]

buzz it!

1/11/09

Αποχαιρετήσαμε και την Έλλη Παππά σήμερα, πρώτη κρύα μέρα του φθινοπώρου

Αποχαιρετήσαμε και την Έλλη Παππά σήμερα, πρώτη κρύα μέρα του φθινοπώρου.

Στο Γ΄ νεκροταφείο, πολιτική κηδεία, κόσμος πολύς, διάφορες ομιλίες, αλλά χωρίς μικροφωνική, δεν ακούμε τίποτα, δεν ακούγεται τίποτα δηλαδή, σιωπή δηλαδή, ανυπόφορη, που τη διακόπτει κάθε τόσο το χειροκρότημα, χειροκροτούν οι μπροστά που ακούνε, απλώνεται το χειροκρότημα, χειροκροτούμε κι εμείς που δεν ακούμε: ελαφρώς σουρεαλιστικό: παρατεταμένη σιωπή και χειροκροτήματα.

Πλάι μου ακουμπισμένο το κόκκινο στεφάνι του ΚΚΕ, άλλη φορά θα έσκιζα τουλάχιστον τις κορδέλες, βαρύναμε πια, βάραινε κι αυτή η σιωπή… Δεν είναι, από μιαν άποψη μακάρι να ’ταν, αναγνώριση, οσοδήποτε όψιμη, απ’ τον εχθρό, τον αντίπαλο, τον διώκτη. Συνήθως, κατά κανόνα, είναι οικειοποίηση και καπέλωμα -άθλημα στο οποίο διαπρέπει ιδίως το ΚΚΕ.*

διαβάστε τη συνέχεια...

Ξεκινάμε για την ταφή, είμαι με την Κοραλία, βρίσκουμε και τον Νίκο Σ., βαδίζουμε μαζί, φτάνουμε, χειροκροτήματα και πάλι, πού και πού καμιά φωνή: «Αθάνατη», ή «Αθάνατοι», πάλι χειροκροτήματα, ξεδοντιασμένα θα ’λεγες, και σιωπή. Στεκόμαστε ώρα ακίνητοι, δε φεύγει κανένας. Σιωπή, «Αθάνατοι», αραιά χειροκροτήματα, σιωπή. «Περίεργο» γυρίζω και ψιθυρίζω στην Κοραλία, «άλλοτε θα το τρελαίναμε στο τραγούδι.» «Καθόλου περίεργο» μου λέει, και δυστυχώς το ξέρω, απλώς είναι περίεργο να το ζεις, και ακόμα χειρότερα να το καταλαβαίνεις.

Κάποια στιγμή ακούγεται μια γυναικεία φωνή: «Αφού κανείς μας δε φεύγει, ας τραγουδήσουμε. Το τραγούδι του Μπελογιάννη δεν το ξέρουμε, ας πούμε το “Ήρωες”». Ήρωες, άπαρτα βουνά…, ίσα που ακούγεται, αραιό μουρμουρητό, αρχίζει λίγο κι ο Νίκος πίσω μου, σχεδόν μέσ’ απ’ τα δόντια μου κι εγώ, χάνω πια και τα λόγια, είναι φανερό, οι περισσότεροι δεν τα καλοθυμόμαστε, κάπου ξεφεύγει κι η μελωδία… Άλλο αντάρτικο μετά, πάντα μουρμουριστά, απρόθυμα θαρρείς, να σέρνεται ο σκοπός, να σέρνονται τα λόγια… Σε κάποιο κενό πιάνει σιγανά ο Νίκος τον Μπελογιάννη, ακολουθώ με μισή φωνή, το λάτρευα και το λατρεύω αυτό το τραγούδι, ήταν το… φόρτε μου, πάντα ψιλοάγνωστο, οπότε τράβαγα το σόλο μου, το τότε στις ταβέρνες, αλλά γιά κοίτα τώρα, ψάχνω κι εδώ τα λόγια… Οι γυναίκες έχουν πιάσει στο μεταξύ άλλο πάλι αντάρτικο, μας σκεπάζουν, όμως με τα πολλά, κάποια στιγμή, το είπαμε, πολλοί μαζί, πάλι με λάθη, και πάντα με μισή φωνή, να σέρνεται κι αυτή, βαριά ασήκωτη, το ίδιο και με τ’ άλλα αντάρτικα, όλα ξένα πια, «Βροντάει ο Όλυμπος…», και μη χειρότερα, «Επέσατε θύματα, αδέρφια εσείς…», πιο αξιοθρήνητο κι από σουρεαλιστικό, να μη φτάνει η συγκίνηση να ξεπεράσει την αίσθηση του παράδοξου, του σχεδόν κωμικού…

«Η Έλλη κι ο Μπελογιάννης αγωνίστηκαν για μια καλύτερη Ελλάδα· να μην πούμε τον εθνικό ύμνο;» φώναξε κάποιος, άρχισαν ψιλοδιαμαρτυρίες, «την Τρίτη Διεθνή» αντιπρότεινε άλλος, «ώρα να πηγαίνουμε» είπε η Κοραλία, «πάντως, για έναν καλύτερο κόσμο αγωνίστηκαν» είπα εγώ μέσα μου, «και μες στον κόσμο μόνο, μόνο εκεί και η Ελλάδα». Άρχισε ο εθνικός ύμνος, δεν άνοιξα το στόμα μου, όχι από καμιά φοβερή άρνηση δα, αλλά η αίσθηση του μάταιου είχε πάρει προ πολλού το πάνω χέρι, παρατράβαγε όλο αυτό, μαζί με τη φωνή θαρρείς και σέρνονταν κι οι σάρκες μας, κι οι ψυχές μας, πρόσεξα πως ούτε ο Νίκος πίσω μου άνοιξε το στόμα του, κάπως μ’ άρεσε αυτό, μετά η Διεθνής, ψιλόβροχο, κρύο, ο κόσμος άρχισε ν’ αραιώνει… Τελικά, πιο βαρύ κι απ’ το θάνατο, οι εποχές που φεύγουν, ή εμείς που φεύγουμε απ’ τις εποχές, ώστε αυτό είναι λοιπόν, εμείς φεύγουμε, από τις εποχές, από μέσα μας, κι αυτό είναι, φαίνεται, το πιο βαρύ. Το ασήκωτο.




Νά και το τραγούδι του Μπελογιάννη, από τη Μαρία Δημητριάδη –πιο δικαιωματικά δε γίνεται…


* Παραμονές των εκλογών, Πέμπτη 1/10, η πολυαγαπημένη αλλά αφόρητα κνίτικη "Ελληνοφρένεια" φιλοξενούσε τον Μπογιόπουλο, υποψήφιο του ΚΚΕ, ο οποίος απαντούσε σε διάφορες ερωτήσεις των ακροατών. Η τελευταία ήταν: "Αξίζει να ανταλλάξουμε την ελευθερία μας με παιδεία, υγεία και όλα αυτά που είπατε [για τις σοσιαλιστικές χώρες];" Η απάντηση ήρθε ποιητικότατη, την παραθέτω αυτούσια (ευχαριστώντας θερμά τους διαδικτυακούς φίλους που μου έστειλαν το λινκ της εκπομπής): "Όταν μιλάμε για σοσιαλιστικές χώρες κι όταν μιλάμε για Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, μιλάμε για τους 200 της Καισαριανής, μιλάμε για τον Άρη το Βελουχιώτη και την Ηλέκτρα την Αποστόλου, μιλάμε για την Κοκκινιά και την Καλογρέζα, μιλάμε για την Αλαμάνα και τον περήφανο χαιρετισμό της στο Γοργοπόταμο [σ.σ. ανάποδα τα 'πε εδώ, κι αυτό σηκώνει διαγραφή], μιλάμε για τον ΕΛΑΣ και το Δημοκρατικό Στρατό της Ελλάδας, μιλάμε για τον Μπελογιάννη, μιλάμε για τον Πλουμπίδη, μιλάμε για το Ρίτσο και για το Χαρίλαο". Ώστε μιλάει το ΚΚΕ για τον Βελουχιώτη, για τον Μπελογιάννη, για τον Πλουμπίδη... Πάρτε όμως και τη συνέχεια του ποιήματος, για την ιστορία (μια και την Ιστορία τη γράφει πάντοτε το ΚΚΕ με τους Μπογιόπουλούς του): "Όταν μιλάμε για κάπα κάπα έψιλον, μιλάμε για το κόκκινο του αίματος, μιλάμε για το κόκκινο της σημαίας με το σφυροδρέπανο, μιλάμε για το κόκκινο αστέρι στον μπερέ του Τσε Γκεβάρα, μιλάμε για το κόκκινο της Μακρονήσου, της Γυάρου και του Αναπλιού, κι αν όλα αυτά δε σημαίνουν ελευθερία, τότε δεν υπάρχει τίποτα που να σηματοδοτεί την ελευθερία". Όλα τα κόκκινα τα 'δε ο Μπογιόπουλος, μόνο το κόκκινο της ντροπής ούτε που το 'χει ακουστά...

buzz it!

31/10/09

«Θρύλο, θεό μου, Ολυμπιακό μου!»

Τα Νέα, 31 Οκτωβρίου 2009

Άραγε η ελαφρά σύγχυση ως προς την κλητική ενικού των αρσενικών σε -ος, με τα «κ. Βενιζέλε" ή "κ. Βενιζέλο» και «κ. Αντωνάτο», προοιωνίζεται κάποια γενικότερη αλλαγή, οπότε σε κάποιο απώτερο ή απώτατο μέλλον θα έχουμε: «Θρύλο, θεό μου, Ολυμπιακό μου»;


«Θρύλο, θεό μου, Ολυμπιακό μου!», αλλά και «Παναθηναϊκό, μεγάλο και τρανό!», για να μην κατηγορηθούμε για μονόπαντο οπαδισμό.

Ακούστηκαν ποτέ έτσι, το σύνθημα για τον Ολυμπιακό απ’ τη μια, το τραγούδι του Παναθηναϊκού απ’ την άλλη; Προφανώς όχι. Υπάρχει περίπτωση να ακουστούν έτσι; Προφανώς όχι, και πάντως όχι στο άμεσο μέλλον!

διαβάστε τη συνέχεια...

Απλώς ήθελα να παρατηρήσουμε, σκόπιμα σε μεγέθυνση, μια τάση, μια σχεδόν ανεπαίσθητη, μικρή αλλαγή, με κεφαλαιώδη ωστόσο, από μιαν άποψη, σημασία.

Αναφέρομαι σε μια ελαφρά σύγχυση ως προς την κλητική των ονομάτων σε -ος, που άλλοτε σχηματίζεται σε -ε και άλλοτε σε -ο: Νίκο αλλά Αλέξανδρε, Ευαγγελάτε και Ευαγγελάτο, αλλά μόνο Παναγιωτόπουλε. Και λέω ότι η μικρή αυτή αλλαγή, αν όντως βρισκόμαστε μπροστά σε αλλαγή, έχει από μιαν άποψη κεφαλαιώδη σημασία, γιατί μας δείχνει πολύ παραστατικά τον τρόπο με τον οποίο κινείται, εξελίσσεται, αλλάζει η γλώσσα, κάθε γλώσσα.

Είναι δηλαδή μια ευκαιρία να δούμε τη γλώσσα εν κινήσει, να δούμε πώς οι μικρές ή μεγάλες παρεκκλίσεις διαμορφώνουν σταδιακά μια καινούρια γλωσσική πραγματικότητα, η οποία, εντελώς χαρακτηριστικά στο προκείμενο, περνά μάλλον απαρατήρητη και δεν συνοδεύεται από τις γνωστές θρηνωδίες για «αλλοίωση» και «αφανισμό» της γλώσσας.

Ας δούμε τα πράγματα από την αρχή, ξεκαθαρίζοντας ότι αναφερόμαστε, σχεδόν αποκλειστικά για την ώρα, στα κύρια ονόματα, τα ονόματα προσώπων.

Ο γνωστός κανόνας λέει ότι τα αρσενικά σε -ος: χρόνος, άγγελος κτλ., σχηματίζουν την κλητική σε -ε: χρόνε, άγγελε κτλ. Έτσι έχουμε και «καλημέρα, Άγγελε» ή «Αλέξανδρε» κτλ., ενώ από την άλλη έχουμε: «γεια σου, Νίκο», και όχι «Νίκε», «τι νέα, Σπύρο», και όχι «Σπύρε»! Όμως, λέμε και «Παύλο» και «Παύλε». Τι στο καλό λοιπόν συμβαίνει; Υπάρχουν κανόνες;

Αντιγράφω από τη μεγάλη γραμματική του Τριανταφυλλίδη (1941):

«Η κλητική του ενικού σχηματίζεται σε -ε: γιατρέ, στρατηγέ. Τη σχηματίζουν σε -ο από τα παροξύτονα αρσενικά: (α) Τα βαφτιστικά: Αλέκο, Γιώργο, Κίτσο, Πέτρο, Σπύρο, Δημητράκο κτλ.· το Παύλος έχει κλητική Παύλε και Παύλο.–(β) Μερικά κοινά ουσιαστικά καθώς γέρο, διάκο· το καμαρότος και το καπετάνιος έχουν την κλητική και σε -ε». Και με μικρότερα τυπογραφικά στοιχεία:

«Σχηματίζουν την εν. κλητική σε -ο και μερικά οξύτονα χαϊδευτικά βαφτιστικά: Γιαννακό, Δημητρό, Μανολιό, Τοτό, καθώς και μερικά οικογενειακά ονόματα που τονίζονται στην παραλήγουσα, ιδίως σε -άκος, -ούκος, -ίτσος: κύριε Δημητράκο».

Μοιάζει αναπόφευκτα χαώδης η κωδικοποίηση: παροξύτονα αρσενικά, βαφτιστικά, κάποια κοινά ουσιαστικά, οξύτονα χαϊδευτικά, παροξύτονα επώνυμα κτλ. Μπορούμε άραγε να ανιχνεύσουμε κάποια λογική, να βοηθηθούμε δηλαδή να καταλάβουμε τον κανόνα και να τον ακολουθήσουμε; Δύσκολο. Ας πούμε χοντρικά ότι σχηματίζουν την κλητική σε -ο τα δισύλλαβα βαφτιστικά (αλλά ο Παύλος; και ο τρισύλλαβος Αλέκος;) και τα πολυσύλλαβα οικογενειακά σε -άκος, -ούκος, -ίτσος, με τις καταλήξεις δηλαδή που μοιάζουν ή είναι καταλήξεις υποκοριστικών, έτσι όπως λέμε φερειπείν «γεροντάκο» και «Μπουμπούκο» (προσοχή στο κεφαλαίο Μ).

Μια νεότερη κωδικοποίηση (2007) βρίσκουμε στην ευσύνοπτη Σύγχρονη πρακτική Γραμματική της Γεωργίας Κατσούδα (εκδ. Άγκυρα, σ. 43):

«[Τα αρσενικά σε -ος] σχηματίζουν την κλητική ενικού σε -ε. Μερικά ονόματα όμως σχηματίζουν την κλητική ενικού σε -ο. Τέτοια είναι:

»(α) τα αρσενικά δισύλλαβα βαφτιστικά (Γιώργο, Πέτρο, Νίκο, Παύλο) και τα υπερδισύλλαβα οξύτονα χαϊδευτικά (Μανολιό, Δημητρό)

»(β) τα παροξύτονα επώνυμα, συνήθως αυτά που δεν έχουν σημασιολογική αναλυσιμότητα (Αλεβίζο, Βενιζέλο), σε αντίθεση με αυτά που έχουν (κ. Καμένε, κ. Δευτεραίε)

»(γ) τα βαφτιστικά, επώνυμα αλλά και υποκοριστικά σε -άκος (Κυριάκο, Αντωνάκο, ανθρωπάκο)

»(δ) τα παροξύτονα κοινά ουσιαστικά γέρος, διάκος (γέρο, διάκο), ενώ το καπετάνιος και το καμαρότος παρουσιάζουν διτυπία (καπετάνιο και καπετάνιε, καμαρότε και καμαρότο)».

Με βάση τώρα και το (β), που εισάγει μια ουσιαστική διάκριση, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η «απόκλιση» από τον γενικό κανόνα που θέλει την κλητική σε -ε σχετίζεται με πιο καθημερινούς τύπους (υποκοριστικά, χαϊδευτικά), με ονόματα που δεν έχουν κάποια ετυμολογική διαφάνεια, που δεν έχουν προφανή σημασία, όπως συμβαίνει ιδιαίτερα με τα επώνυμα, κτλ.

Γι’ αυτό και δεν λέμε «κ. Καμένο», λέμε όμως «κ. Βενιζέλο». Αλλά μόνο «Βενιζέλο»; Λέμε και «Βενιζέλε». Ή όχι; Παίξτε το παιχνίδι αυτό μόνοι σας ή με φίλους: έχει ενδιαφέρον πόσο ρευστά είναι τα κριτήρια εντέλει. Αμέσως αμέσως, εκεί που είπα ότι δεν λέμε «κ. Καμένο», ακούω την προσφώνηση: «κ. Βαρεμένο», πλάι στο «ομαλότερο»: «κ. Βαρεμένε».

Η δική μου συνεισφορά στο παιχνίδι, τύποι από την τηλεόραση:

«Μου λέει: κύριε Γιακουμάτο» διηγείται ο Γιακουμάτος· και σκέφτομαι, ίσως βοηθάει εδώ η ξενική κατάληξη -άτος, όπως και στο Ευαγγελάτος. Αλλά: «Δήμο Βερύκιο, μας ακούς;» με αιφνιδιάζει η ερώτηση του παρουσιαστή. Ή η παρουσιάστρια του Άλφα που απευθύνεται στον ρεπόρτερ ο οποίος λέγεται Γιώργος Αλοίμονος: «Γιώργο Αλοίμονο»: ίσως, σκέφτομαι, επειδή είναι ισχυρό το πρότυπο της λέξης αλίμονο. Ή «κύριε Καραμάνο»: ίσως, αμπελοφιλοσοφώ και πάλι, γιατί εδώ ακούγεται το βαφτιστικό Μάνο. «Κύριε Μαρίνο» προσφωνούν εύλογα τον Γιάννη Μαρίνο· όμως το βαφτιστικό, εφόσον η αλλαγή περιορίζεται για την ώρα στα δισύλλαβα, εξακολουθεί να σχηματίζει την κλητική σε -ε: «γεια σου, Μαρίνε». Εξακολουθεί όμως; Άρα; Αυθαιρεσία και χάος;

Το μικρό-μεγάλο μυστικό

«Ίσως», «προφανώς», «εύλογα»… όμως δουλειά δεν γίνεται μ’ αυτά. Ούτε κανόνες
φτιάχνονται.

Υπάρχει μυστικό; Υπάρχει. Και δεν είναι και τόσο μυστικό:

Όλα τα άλλα αρσενικά, σε -ας και σε -ης δηλαδή, έχουν το ίδιο φωνήεν σ’ όλες τις πτώσεις: ο άντρας, του άντρα, τον άντρα, άντρα· και ο στρατιώτης, του στρατιώτη, τον στρατιώτη, στρατιώτη. Μένει, ψωριάρης χώρια, το αρσενικό σε -ος: ο άνθρωπος, του ανθρώπου, άλλη «ανωμαλία» τώρα, τον άνθρωπο, άνθρωπε.

Και νά, η μεγάλης σημασίας μικροαλλαγή, ένα βήμα πιο πέρα, ένα βήμα πιο πριν. Όπου αυτό το «πιο πριν» πάει αιώνες πίσω:

Ας ξαναθυμηθούμε πώς έγινε ο ανήρ → άνδρας. Πώς σκαρφάλωσε η αιτιατική (τον άνδρα) ώς την ονομαστική, για να συμμορφωθεί η λέξη με την πολυπληθή κατηγορία αρσενικών σε -ας (ο ταμίας, τον ταμία κτλ.). Ας θυμηθούμε δηλαδή τον βασικό νόμο που κινεί κάθε γλώσσα, το νόμο της αναλογίας και της έλξης. Και ας θυμηθούμε από την άλλη πως η εξέλιξη της γλώσσας περνάει μέσα από τα λάθη, πως τα σημερινά σωστά είναι τα χτεσινά λάθη, και τα σημερινά λάθη τα αυριανά σωστά –όσο μακριά κι αν είναι αυτό το αύριο, αιώνες μπροστά ενδεχομένως, όταν ολοκληρωθεί, τρόπον τινά, η αλλαγή που άρχισε άλλους τόσους αιώνες πίσω, με την τάση να διατηρηθεί, όπως είδαμε, το ίδιο φωνήεν σ’ όλες τις πτώσεις!

Ως θαυμαστά τα έργα της δηλαδή.

buzz it!

30/10/09

η αυτοκτονία της Μούσας, απόπειρα 1η: ένα μπουκαλάκι χάπια

                                à la manière d’Hélène

                                            Η μήνι μόλις άρτι
                                            στης ζήσης το κατάρτι
                                            έκανε ρέιβ πάρτι
                                            Τρίτη μα και Τετάρτη



και τώρα η Ελέν -τραγουδάει ο Γιώργος Νταλάρας:


1204. Πρώτη Άλωση

Ήταν Απρίλης μήνας, δίσεχτου χρόνου μέρες
όταν ακάτια σαθρά, χωρίς πανιά, δίχως ιστό,
να πολεμήσουν βγήκαν των σταυροφόρων τις γαλέρες
που μπρος στα τείχη ανέμιζαν τις φράγκικες παντιέρες.
–Το πλήρωμά σου, έντρομο στη γη γονατιστό,
όταν να φεύγει από κοντά τους είδαν τον Χριστό,
τους Άγιους ικέτευσαν εκεί να μείνουν όλοι,
να δουν το τι εφόρτωναν των Βενετών οι στόλοι
από μονές και από εκκλησιές που σύλησαν στην Πόλη.

–Έπρεπε τότε, Παναγιά μου, να ρίξεις κεραυνό,
στο Βόσπορο να σηκωθεί μπόρα και τρικυμία,
και να ποντίσουν αύτανδρα των ασεβών τα πλοία,
αντί ν’ αφήσεις σκλάβους στο χέρι τους και λεία,
εμάς, που κάτω απ’ τον δικό σου ζούσαμε ουρανό.

–Έκτοτε μύρια είδαμε τέρατα και σημεία…
Έσβησε το αγλάισμα του κόσμου από τον χάρτη,
η Βασιλεύουσα έπεσε και δεύτερη φορά,
έγιναν τα παλάτια της των Τούρκων η βορά,
κι εμείς, που ανανήψαμε, δειλά και μόλις άρτι,
είπαμε να ξεχάσουμε ποιος έχει την ευθύνη
για όσα θρηνεί και θρήνησε, χρόνια η Ρωμιοσύνη.


[συνεχίζεται -ώσπου να πετύχει]

buzz it!

27/10/09

στις επάλξεις [20], άντε και ποδοσφαιρική ομάδα!

"Λένε πως οι λατινογενείς γλώσσες της Δύσης είναι λογικές και επεξηγηματικές, σε αντίθεση με τα ελληνικά, που είναι γλώσσα παραστατική, συνδυαζόμενη τέλεια με τα ονομαζόμενα πράγματα. Να ήταν πράγματι αυτή η τέλεια αναλογία των αόρατων λέξεων με τα πραγματικά αντικείμενα που έκανε τον Γκαίτε, ακούγοντας για πρώτη φορά τα ελληνικά στη βασιλική του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη, να πει εκστασιασμένος ότι η ελληνική γλώσσα τού φάνηκε σαν το φως των μακρινών άστρων, έτσι όπως εμφανίζονται στον νυχτερινό ουρανό; Ποιος ξέρει;"

γράφει, επίσης εκστασιασμένος, ο γνωστός και από εδώ Χάρης Μεγαλυνός, στην Ελευθεροτυπία της 16/10

τακτικός πια συνεργάτης της εφημερίδας, συμπληρώνει την ένδοξη τετράδα Στάθη-Τριάντη-Διαμαντή-Σταματόπουλου

ώστε ιδού πεντάδα, ομάδα μπάσκετ σωστή --που αχ και να 'παιζε εντέλει μπάσκετ, να γλιτώναμε οι άλλοι...

buzz it!

17/10/09

Το πρωτοσέλιδο της «Νέα», της «Χώρα» και της «Βήμα»

Τα Νέα, 17 Οκτωβρίου 2009

Το εργοτάξιο «της Αττικό Μετρό»· τότε γιατί όχι και το θέατρο που «παίζει την Οιδίπους του Σοφοκλή» ή το «ωραίο ψάρι της Θαλασσινός»;



«Ο Ντον Χάσκινς εκλέχτηκε μέλος του πάνθεον του μπάσκετ»: ώστε το πάνθεον, του πάνθεον! Από την άλλη κάποιοι «πέφτουν με τα μούτρα στα πλούσια μπουφέ των δεξιώσεων»: ώστε το μπουφέ, του μπουφέ, τα μπουφέ!

διαβάστε τη συνέχεια...

Για την ακλισία έχουν γραφτεί πολλά, και σ’ αυτήν τη σελίδα, σχετικά κρούσματα επισημαίνονται και στηλιτεύονται, σε επιστολές στις εφημερίδες λόγου χάρη. Όλα; σίγουρα όχι. Δεν είναι άλλωστε ίδια όλα τα κρούσματα, δεν είναι ίδιος ο μηχανισμός που οδηγεί στα λάθη, όσο μπορεί να εντοπιστεί με ακρίβεια, και προπάντων δεν είναι ίδια η στάση απέναντι στα λάθη.

Στα εισαγωγικά παραδείγματά μας, αμέσως αμέσως, έχουμε δύο ριζικά διαφορετικές περιπτώσεις λάθους, το ένα («του πάνθεον») ακούσιο και το άλλο («τα μπουφέ») πιθανότατα εκούσιο -–αν δεν τα παίρνουν κατευθείαν από ξένη γλώσσα και τα δυο (ναι, και το πάνθεον: αγγλ. pantheon, γαλλ. panthéon κτλ.).

Η γενική «του πάνθεον» είναι ολοφάνερο λάθος, που οφείλεται μάλλον σε παραδρομή, σε σύγχυση που προκλήθηκε πιθανότατα από το καταληκτικό -ν, το οποίο, μας αρέσει δε μας αρέσει, αποτελεί όλο και περισσότερο ξένο στοιχείο στη νεοελληνική γλώσσα.

Χαρακτηριστικότερη είναι η περίπτωση με την εσφαλμένη γενική «του πλαγκτόν»: εδώ σχετικά ξένο, σχετικά άγνωστο για την ακρίβεια, είναι το ίδιο το πλαγκτόν, λέξη διόλου κοινόχρηστη, που πολύ πιο εύλογα προσφέρεται για λανθασμένη χρήση, γραμμή για την αγκάλη της ακλισίας:

«Δεμένα όλα τα καΐκια λόγω πλαγκτόν», ο τίτλος άρθρου σε εφημερίδα,

«η ποσότητα του πλαγκτόν», σε ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια, κ.ά.

Όσο για το τριπλούν, όπου δεν φταίει μοναχά το -ν παρά ολόκληρη η κατάληξη -ούν, παντελώς ξένη αυτή στο νεοελληνικό σύστημα, δύσκολα θα το βρείτε πια να κλίνεται ομαλά: το τριπλούν - του τριπλού. Δεν χρειάζονται παραδείγματα εδώ, άλλη τώρα ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια δίνει κατάλογο με «Άλτες του τριπλούν»!

Έπειτα από όλα αυτά, περιττό να ασχοληθούμε με το φωτισμό με νέον: αν τυχόν γράψει κανείς «λάμπα νέου» θα θεωρηθεί, απολύτως εύλογα, απολύτως δικαιολογημένα, λάθος. Εδώ η χρήση είναι άκρως ειδική, το ευγενές αέριο νέον, από το χώρο της χημείας και με εφαρμογή κυρίως στους λαμπτήρες φθορισμού, απ’ όπου και μόνο το γνωρίζουμε, πιο εύκολα μαρτυρεί την εισαγωγή του εκ της αγγλικής παρά την αρχαιοελληνική ταυτότητά του. Είναι εντυπωσιακό: ούτε τριπλούν, ούτε πλαγκτόν εδώ, ίσα ίσα: πιο εμφανές δεν θα μπορούσε να είναι το ουδέτερο του επιθέτου νέος, κι όμως φαντάζει πιο ξενικό απ’ όλα τ’ άλλα.

Οι «λάμπες νέον» έχουν καθιερωθεί, δεν φαίνεται να ζήτησε ποτέ κανείς να τις διορθώσει, κι ούτε και θα ’χε κανένα νόημα, απλώς μοιάζει αστείο όταν πια το νέον «ευπρεπίζεται» απ’ την ανάποδη και γράφεται με λατινικά στοιχεία: «φωτισμός neon» και «λάμπες neon», όπως διαβάζουμε καμιά φορά.

Σ’ αυτή την κατηγορία λοιπόν έχουμε λέξεις ελληνικές, άλλες λιγότερο κι άλλες περισσότερο αδιαφανείς, που προκαλούν θαρρείς το λάθος, από παραδρομή ή άγνοια. Έτσι, επειδή και μόνο πρόκειται για λέξεις ελληνικές, λόγιες μάλιστα ή λογιόμορφες, καταπέλτης έρχεται η αντίδραση στα λάθη και τις παραβιάσεις, στη γνωστή γραμμή του γνωστού ηθικού πανικού, για την «κακοποίηση» ή το «μαρασμό» και «θάνατο» της γλώσσας κτλ.

Αντίθετα, μηδαμινή έως ανύπαρκτη είναι η αντίδραση των ίδιων κύκλων απέναντι στην άλλη κατηγορία, του κατά κανόνα εκούσιου «λάθους», με τον άκλιτο ξαφνικά μπουφέ. Εδώ μια ξενική λέξη, παρότι προ πολλού προσαρμοσμένη, στην καθημερινή μάλιστα γλώσσα: ο μπουφές, με περισσότερες από μία σημασίες (το έπιπλο, το κυλικείο κτλ.), με λαϊκά παράγωγα (ο μπουφετζής), ξαποστέλνεται περήφανα πίσω από κει που ’ρθε, εν πάση περιπτώσει αποβάλλεται από το Εθνικό Κλιτικό Σύστημα, μην τυχόν και το μιάνει.

Τα παραδείγματα είναι πολλά, και κυρίως γίνονται όλο και πιο πολλά· ενδεικτικά:

«τα γιαπί», «της σβάστικα», «οι πλασιέ», «τα μπανιερό», «του πόπολο», «του γιλέκο», «τους Γιάνκη», «τα τζίνι», «τα τσίρκο» (μάλιστα και «τα circo»), όλα κοινόχρηστες λέξεις της πιο καθημερινής γλώσσας, όλα στη γραμμή των τελευταίων χρόνων, με την πεισματική ακλισία αρχικά ξενικών ονομάτων, προσώπων ή τόπων (της Νταϊάνα, του Πεκίνο), έπειτα και ελληνικών (της Μαρία Κάλλας) κτλ.

Βέβαια, πολλοί ίσως ισχυριστούν ότι τα κρούσματα αυτής της κατηγορίας δεν αποτελούν ουσιαστικά ή και τυπικά λάθη, εξού και η διαφορετική αντίδραση για την οποία μίλησα: ο καταγγελτικός λόγος απέναντι στα λάθη της πρώτης κατηγορίας («του τριπλούν») προασπίζεται την ελληνικότητα των λέξεων, ενώ η δεύτερη κατηγορία («τα μπουφέ») μοιάζει να προασπίζεται από μόνη της την ελληνικότητα του λεξιλογίου -–άρα τον αμιγή χαρακτήρα της γλώσσας-–, με την προβολή και έμμεσα τον στιγματισμό του ξενικού χαρακτήρα των «επείσακτων» λέξεων.

Ας μείνουμε έτσι στο μόνο κοινό, εξωτερικό γνώρισμα των δύο κατηγοριών, την ακλισία. Κι ας προσθέσουμε και μια τρίτη, ας την πούμε κατηγορία κι αυτή, για την οποία δεν έτυχε να δω να γίνεται λόγος. Την προανάγγειλε ο τίτλος της επιφυλλίδας: «Το πρωτοσέλιδο της Νέα, της Χώρα και της Βήμα», ο οποίος προβοκάρει, αν θέλετε, μια τάση που θα επιχειρήσω να την καταγράψω στη συνέχεια, με την ελπίδα πως θα μας τα ξεμπλέξουν οι γλωσσολόγοι, αυτά που είναι, ξαναλέω, διαφορετικά, μπορεί όμως και να επικοινωνούν υπόγεια, ας πούμε σαν συγκοινωνούντα δοχεία.

Η Αττικό Μετρό, της Αττικό Μετρό

Το μετρό, του μετρό· όμως, διαβάζουμε και ακούμε, «η Αττικό Μετρό», «της Αττικό Μετρό», κάποτε και «τού [επιτέλους, λες, νά το το σωστό άρθρο, και παίρνεις μια ανάσα] ΑττικΌ [πέφτει βαρύ και πάλι το πελέκι] Μετρό». Και γιατί «η» Αττικό Μετρό; Επειδή εννοείται προφανώς «η εταιρεία».

Τότε γιατί όχι και η Θέμα, αφού εννοείται «η εφημερίδα», της Θέμα, η Παρόν, της Παρόν; Αναλόγως και: «τα καλλιτεχνικά τής Ελευθεροτυπία», «μια ανάλυση της Επενδυτής», «ο διευθυντής της Ελεύθερος Τύπος», «η καταγγελία για το στημένο ματς στο πρωτοσέλιδο της Φως»…

Οπ, γιά στάσου τώρα, θα πει κανείς· δηλαδή τι; «το πρωτοσέλιδο του Φωτός»; Όχι σώνει και καλά (παρότι λέμε μια χαρά «το πρωτοσέλιδο του Βήματος»!): έστω «το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Φως». Δηλαδή, όπου μπορούμε, κλίνουμε ομαλά, όπου όχι, ή όπου μοιάζει ανοίκειο, βάζουμε ακριβώς αυτό που εννοείται. Δηλαδή ή «η εταιρεία Αττικό Μετρό», ή «το Αττικό Μετρό».

Ή, θα πούμε τάχα: «οι αναγνώστες τού Εικόνες» ή «του Ταχυδρόμος»; ή «βρήκα στη Μικρές Αγγελίες» (δηλαδή «στη στήλη»); «δημοσιεύτηκε στο Ορίζοντες», το ένθετο «της Νέα», και «η ύλη του Βιβλιοδρόμιο», πάλι για το ένθετο «της Νέα»;

Και για ταβέρνες: θα πούμε ότι «φάγαμε υπέροχα στη Θαλασσινός», ή «πάμε απόψε στην Τρία Αδέρφια», ή «το γεύμα του Καραμανλή στην Μπαϊρακτάρης» –τις πρώτες μέρες μετά την άνοδο στην εξουσία «του Νέα Δημοκρατία»;

Και «πήγα για ψώνια στο Βασιλόπουλος»; Και «διάβασα το Άθλιοι», «είδα την Οιδίπους επί Κολωνώ», «την Πέρσες» και «την Αχαρνείς»;

Ιδού όμως, αντιγράφω, από εφημερίδες και περιοδικά:

«τα γυρίσματα του Μόναχο του Σπίλμπεργκ», «οι υπεύθυνοι της Κτηματολόγιο», «τα πιάτα του Βαρούλκο», «ο πρόεδρος της Προαστιακός», «το κοινό του Κοσμοράδιο», «έφαγα πρόσφατα στο καλοκαιρινό Σπονδή», «στην πρώτη περίοδο του Βλάσσης» (ενν. του εστιατορίου), «στα εκ των ων ουκ άνευ του Βλάσσης».

Ξεκίνησα με το πάνθεον - του πάνθεον. Να σχετίζεται άραγε, με οποιονδήποτε τρόπο, με «το πρωτάθλημα 6x6 του ΠΑΝΘΕΟΝ με τις 26 ομάδες που έχουν λάβει συμμετοχή να βγαίνουν στη σέντρα για 3η συνεχή σαιζόν και αυτόν το χειμώνα στο γήπεδο του Πάνθεον»; Ή με κάποιο παλιό σχέδιο για την «αποκρατικοποίηση της Ολυμπιακής», που θα προετοιμαζόταν «με τη δημιουργία τριών εταιρειών, της Πάνθεον…» κτλ.;* Κι όταν λέω «αν σχετίζεται», εννοώ αν μπορεί το ένα να επηρεάζει το άλλο, το ένα να μας εξοικειώνει ώστε να προχωρούμε στο άλλο -–μήπως εντέλει η γενικότερη εξοικείωσή μας με ξένες, άκλιτες λέξεις στέκεται πρόσφορο έδαφος για τέτοιες «παραβάσεις» κ.ο.κ.

Σίγουρα δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα· αλλά από το σίγουρα ανοίκειο «πρωτάθλημα του Πανθέου» και «γήπεδο του Πανθέου» ώς το φαγητό «του Βλάσσης» υπάρχει διαφορά και απόσταση μεγάλη.


* Λέμε «το γήπεδο του Καραϊσκάκη», ή «αγώνας στο (γήπεδο) Καραϊσκάκη», σπανιότερα «στο (γήπεδο) Καραϊσκάκης», αλλά όχι «στο γήπεδο του Καραϊσκάκης». Το ίδιο, παρόλο που πιο εύλογα λέμε «στο (γήπεδο) Νίκος Γκούμας», δεν λέμε «στο γήπεδο του Νίκος Γκούμας».

buzz it!

2/10/09

Η Αριστερά δεν είναι κάποιοι άλλοι

Τα Νέα, 3 Οκτωβρίου 2009

Η αριστερά με τις ιδέες της μπορεί να υπάρξει και χωρίς αριστερούς, και όχι μόνο ψηφοφόρους· αλλά αριστεροί χωρίς αριστερά, χωρίς κάποιον υποτυπώδη χώρο που να δίνει δημόσια έκφραση στις ιδέες τους, δεν μπορούν να υπάρξουν




Για την αριστερά ήταν πάντα ξεκάθαρο ότι πολιτική γίνεται με την ψήφο, όπως και με τη μη ψήφο –-αλλά τότε πολιτική διαφορετική από αυτήν που θα θέλαμε


το πλήρες κείμενο:


«Η αριστερά δεν παράγει οράματα», «Η αριστερά δεν έχει να προτείνει τίποτα καινούριο» κτλ. Μπορεί. Ποια είναι όμως αυτή η αριστερά; Μάλλον τι είναι η αριστερά; Κάποια αφηρημένη, μεταφυσική έννοια; Ή μήπως οι κομματικές ηγεσίες, τα στελέχη, τα κτίρια και τα γραφεία;

Εκλογές του 2004, πέφτει το ΠΑΣΟΚ και βγαίνει η Νέα Δημοκρατία, και ο σκηνοθέτης, ο μεγάλος σκηνοθέτης Θόδωρος Αγγελόπουλος, σε συνέντευξή του σε ιταλική εφημερίδα, τη Ρεπούμπλικα αν θυμάμαι καλά, δηλώνει πως η αριστερά δεν παράγει πλέον οράματα.

Είχαμε μείνει εμβρόντητοι μ’ ένα φίλο που το συζητούσαμε. Δηλαδή, λέγαμε, αν δεν τα παράγει τα οράματα ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ποιος τα παράγει; Ο τάδε κομματικός γραφειοκράτης, ο κομματικός μηχανισμός της Κουμουνδούρου; Ή μήπως του Περισσού; Γιατί ποια είναι η αριστερά, αν δεν είναι και ο Θόδωρος Αγγελόπουλος;

Κρατώ από τότε αυτήν τη σημείωση, γιατί η συγκεκριμένη δήλωση, με όσο δίκαιο πόνο ή οργή, ή και τα δυο μαζί, μπορεί να προϋποθέτει, αποτυπώνει τη στάση μεγάλου μέρους από τον κόσμο της αριστεράς απέναντι στην αριστερά ––δηλαδή στον εαυτό του!

Αναφέρομαι ουσιαστικά στους ανένταχτους, που τοποθετούνται, που τοποθετούμαστε κριτικά απέναντι στο εκάστοτε οργανωμένο σχήμα του οικείου αριστερού χώρου, τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ εν προκειμένω. (Εστιάζω στον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και πάντως στην ανανεωτική αριστερά για όσους θεωρούμε δεδομένο σήμερα πια ότι αριστερά είναι μόνο η ανανεωτική αριστερά.)

Μεγάλο μέρος λοιπόν της αριστεράς παραμένει τουλάχιστον σκεπτικό μπροστά στην πορεία του οικείου κομματικού σχηματισμού. Και αυτός ο σκεπτικισμός, που γίνεται απογοήτευση και οργή, οδηγεί στην αποξένωση, αποξένωση συναισθηματική και μαζί πολιτικοϊδεολογική. Ακολουθεί τότε συχνά η τιμωρητική άρνηση της ψήφου, αφού οι εκλογές είναι ο περισσότερο «απτός» τρόπος να κατατεθεί και να καταγραφεί η διαφωνία, η απόσταση, η ρήξη. Είπα τιμωρητική· όμως είναι ταυτόχρονα αυτοτιμωρητική: αφού, ως γνωστόν, αν αριστερά μπορεί να υπάρξει και χωρίς αριστερούς, αριστεροί δεν γίνεται να υπάρξουν χωρίς αριστερά. Δηλαδή, η αριστερά με τις ιδέες της μπορεί να υπάρξει και χωρίς αριστερούς, και όχι μόνο ψηφοφόρους· αλλά αριστεροί χωρίς αριστερά, χωρίς κάποιον υποτυπώδη χώρο που να δίνει δημόσια έκφραση στις ιδέες τους, δεν μπορούν να υπάρξουν.

Ας μείνουμε όμως λίγο ακόμα στις μέρες των εκλογών του 2004. Την επομένη λοιπόν των εκλογών που έφεραν στην κυβέρνηση τη Νέα Δημοκρατία, είχα αποδελτιώσει από μία και μόνο, μεγάλη εφημερίδα της κεντροαριστεράς, προσκείμενη στο ΠΑΣΟΚ, κρίσεις και αναλύσεις έγκυρων δημοσιογράφων, που συμπύκνωναν την κοινή αντίληψη για τα αίτια της πτώσης του ΠΑΣΟΚ. Παραθέτω εντελώς ενδεικτικά:

«Η προκείμενη εκλογική ήττα εκφράζει [...] τη… σωρευτική καταδίκη των ποικιλόμορφων φαινομένων της διαφθοράς, της αλαζονείας και του κυνισμού, που καταγράφηκαν… εδώ και τόσα χρόνια…»

Από άλλο άρθρο: «…ένα κόμμα που κούρασε και κουράστηκε. Ένα κόμμα που απομακρύνθηκε από τα λαϊκά στρώματα που το πίστεψαν, το ανέδειξαν και αποτέλεσαν επί πολλά χρόνια τη ραχοκοκαλιά του. Ένα κόμμα που υπουργοί και βουλευτές του προκάλεσαν με τις ανήκουστες συμπεριφορές τους. Συμπεριφορές που είχαν ως αποκορύφωμα την υπόθεση Πάχτα [...]. Ένα κόμμα που άφησε απροστάτευτους εκατοντάδες χιλιάδες μικροκαταθέτες στο χρηματιστήριο...»

Και η πλέον εύγλωττη σύνοψη, από άλλο πάλι άρθρο: «Όταν κανείς αντιγράφει ή και… ξεπερνά συνεχώς τη Δεξιά (σε επιλογές στα εξωτερικά θέματα, στην οικονομική πολιτική, στον αποκλεισμό της Αριστεράς, στην… απόκρυψη των πόθεν έσχες των βουλευτών, [...] στην παροχολογία κτλ.), στο τέλος ο λαός, μην έχοντας τι άλλο να διαλέξει, επιλέγει τον γνήσιο εκφραστή της “νέας εποχής”…»

Δύσκολα φαντάζεται κανείς σφαιρικότερη κριτική, και μάλιστα με τους τίτλους αξιοπιστίας που της δίνει το γεγονός ότι δεν προέρχεται από αντίπαλο στρατόπεδο. Εξάλλου όλα αυτά ήταν κοινή αντίληψη, όπως είπα, διατυπωμένα συχνά και από υψηλόβαθμα στελέχη του ίδιου του ΠΑΣΟΚ, ακόμα και κυβερνητικά, τα ήξερε και ο κόσμος, ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ
––τα ζούσε, για την ακρίβεια.

Κι ωστόσο δεν σκέφτηκε, οπωσδήποτε ο κύριος όγκος του κόσμου του ΠΑΣΟΚ, ο βασικός κορμός του, να «τιμωρήσει» το κόμμα που από μιαν άποψη τον πρόδωσε, να το «τιμωρήσει» καταψηφίζοντάς το, όπως δεν σκέφτηκαν βεβαίως να το εγκαταλείψουν και τα στελέχη του που δημόσια το επέκριναν ή και το επικρίνουν, ή λ.χ. οι δημοσιογράφοι-αναλυτές των οποίων τα λόγια παρέθεσα εδώ.

Σίγουρα η εξουσία, η προοπτική της εξουσίας ή η διατήρησή της, λειτουργεί πάντοτε σαν συνεκτικός κρίκος, δίχτυ που συγκρατεί ακόμα και τους πιο δυσαρεστημένους. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Ό,τι και να λέει κανείς, υπάρχει και η ιδεολογία, υπάρχουν ιδέες, και υπάρχει και κόσμος που τις πιστεύει αυτές τις ιδέες, που αναγνωρίζεται σ’ αυτές τις ιδέες. Και τις ψηφίζει αυτές τις ιδέες, μ’ όλη του την πίκρα κι αυτός, την απογοήτευση ή και την οργή.

Και τι άλλο δηλαδή να κάνει, ενόσω δεν έχει μεταστραφεί ιδεολογικά; Εφόσον δεν μετακινείται δεξιότερα ή αριστερότερα απ’ αυτό που είναι ή που θέλει να είναι ο ίδιος, κι απ’ αυτό που είναι, που θέλει να είναι ή πιστεύει πως είναι το κόμμα του, απολύτως εύλογα θα παραμείνει να ψηφίζει, μπορεί και σκυλοβρίζοντας, τις ιδέες που θα ’θελε να δει να αναδεικνύονται και να επικρατούν.

Αυτή είναι όμως η πολιτική, η πολιτική λειτουργία και η συμμετοχή στα κοινά, πέρα από την καθαυτό ιδεολογία, από ό,τι θεωρείται απολύτως καθαρή, άμωμη και άσπιλη ιδεολογία. Αυτή την καθαρή ιδεολογία την οποία διεκδικεί εντέλει μεγάλο μέρος του κόσμου της αριστεράς, που αρνείται δηλαδή την πολιτική, την πολιτική που σημαίνει και στρατηγική και τακτική, που σημαίνει τότε και ελιγμούς και συμβιβασμούς.

Όμως το θέμα είναι να διατηρούμε, αναπαλλοτρίωτο βεβαίως, το δικαίωμα στην κριτική, χωρίς να οδηγούμαστε, από ένα σημείο και πέρα, σε μια απολυτότητα, σ’ έναν πουρισμό, που φτιάχνει ένα «εμείς και οι άλλοι», «εμείς και η αριστερά», με ορατό πλέον τον κίνδυνο να περιπέσουμε σ’ ενός άλλου είδους αυτισμό
––ο οποίος απλώς αυτοξορκίζεται με την αποχή, με την άρνηση της ψήφου, με την αυτοτιμωρία μας δηλαδή.

Αυτά με την προϋπόθεση ότι δεν έχει βρει κανείς κομματικό χώρο που να τον εκφράζει περισσότερο, προς τον οποίο να μπορεί να καταφάσκει, και να καταφάσκει περισσότερο και ουσιωδέστερα απ’ όσο [δεν] τον εκφράζει πια η ανανεωτική αριστερά στην εκάστοτε πιο συγκροτημένη μορφή της, τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ εν προκειμένω.

Εκτός από την ιδεολογία, υπάρχει και η ηθική

Πιο απλά, είναι εύλογο να ψηφίσει κανείς λόγου χάρη ΠΑΣΟΚ, αν πιστεύει ότι τον εκφράζει ιδεολογικά περισσότερο από τον ώς τώρα οικείο του χώρο, την καθαυτό αριστερά. Και είναι επίσης λογικό να ψηφίσει ΚΚΕ, αν επίσης θεωρεί ότι αυτό πια τον εκφράζει ιδεολογικά περισσότερο. Διαφορετικά, η ιδεολογική καθαρότητα που τον απομάκρυνε σαν ψηφοφόρο, έστω, από την αριστερά αυτοχειριάζεται πανηγυρικά. Το ίδιο θα ’λεγα και όταν πια σαν μέσο έκφρασης της διαφωνίας επιλέγεται η αποχή, το λευκό ή το άκυρο, μέσα που για την αποτελεσματικότητά τους και το πολιτικοϊδεολογικό τους αντίκρισμα έχει ανέκαθεν ξεκάθαρη, κατασταλαγμένη ––αρνητική προφανώς–– θέση η αριστερά.

Στις τωρινές εκλογές είναι εντονότερη παρά ποτέ η τάση «τιμωρίας» του χώρου που λέμε ή λέγαμε πως μας εκφράζει. Διατυπώνεται ρητά και εντονότερα παρά ποτέ η άποψη, ή και επιθυμία, πως καλύτερα να διαλυθεί ο όντως ετερόκλητος ΣΥΡΙΖΑ, μήπως κατορθώσει να ανασυγκροτηθεί σε άλλες βάσεις ο Συνασπισμός, ο αριστερός χώρος γενικότερα.

Την ακούω με μεγάλη προσοχή αυτή την άποψη ––που είναι πάντως πολύ παλιά, συνοδεύει το ΚΚΕ Εσωτερικού από τη γέννησή του και κάποτε ίσως την πρεσβεύαμε περισσότεροι–– μολονότι είμαι σχεδόν σίγουρος ότι καμία ανασυγκρότηση δεν θα υπάρξει τώρα, έπειτα από ενδεχόμενη διάλυση του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ. Αν εν πάση περιπτώσει πρέπει να διαλυθεί, προσωπικά δεν θα ’βαζα ποτέ το χεράκι μου: απλούστατα δεν νιώθω πως έχω το ηθικό δικαίωμα.

buzz it!