27/2/22

Ποιος διακωμωδεί ποιον, ή τι;

 (Εφημερίδα των συντακτών 26 Φεβρ. 2022)

* Πολλά ντουφέκια πέσαν τούτες τις μέρες, πως διακωμωδείται ο άγιος Παΐσιος και η θρησκεία, χλευάζεται η πίστη των χριστιανών, πλήττεται η ελευθερία του λόγου και «δεν τιμάται η ετερότητα» –απ’ τα πιο σύντομα ανέκδοτα αυτό.

Αφορμή, μια σύντομη ανάρτηση σε χιουμοριστικό τόνο του Πέτρου Τατσόπουλου, για την αποβλάκωση στην οποία οδηγεί ένα σίριαλ για τον Παΐσιο στο θεοσεβές Μέγκα του θεοσεβέστερου Μαρινάκη.

Βγήκε ο άγιος Μεσσηνίας και μίλησε για «λαϊκίστικη ρητορεία», παραβλέποντας τι πρώτου μεγέθους λαϊκισμό προασπίζει –εν προκειμένω του καναλιού και του ιδιοκτήτη του, αλλά γενικότερα μεγάλου, τεράστιου μέρους της Εκκλησίας.

Ακολούθησε ο άγιος Πειραιώς, που επιχείρησε να κερδίσει την κούρσα μ’ έναν «αβόλιστο ωκεανό», με τον «Άφθιτο Δημιουργό», με τα «ζώπυρα της πίστεως…» κ.ά. (ενώ γελούσαν πίσω από την πλάτη του ο «δεικτικός σχολιασμός», έτσι με -ει, ο «απέριτος», με ένα -τ, κι άλλα μικρολαθάκια, μεγάλα όμως για άγιο τιμητή). Και κατηγορεί τον Τατσόπουλο ότι «προβάλλει [sic] φονταμενταλισμό», ποιος, ο κατεξοχήν φονταμενταλιστής άγιος· και είπε και το ανέκδοτο που σημείωσα στην αρχή, πως ο Τατσόπουλος «δεν τιμά την ετερότητα», ποιος, ο άγιος με τα μεταπτυχιακά σε ξενοφοβία, ομοφοβία κ.τ.ό., και γενικότερα διδακτορικό στη μισαλλοδοξία.

Τι να πουν άλλο πια οι άλλοι άγιοι που πήρανε σειρά, κι από κοντά θεοσεβούμενοι εθνοπατέρες, κόπι-πέιστ όλοι για την ασέβεια και τη διακωμώδηση.

Εδώ προβάλλει επιτακτικό και αμείλικτο το ερώτημα: Ποιος διακωμωδεί εντέλει ποιον, ή τι;

Μεταφέρω άλλη μια φορά ψήγματα από τις διδαχές του Παϊσίου, εμπλουτίζοντάς τα με όσα χωρούσε ακόμα η έρμη η στήλη. Από το Γέροντος Παΐσίου Αγιορείτου Λόγοι (Α΄-Ε΄), ελεύθερο στο διαδίκτυο, και σε Word και σε PDF, και σε πολυτονικό και σε μονοτονικό, διαλέξτε κόσμε.

* Για τα θεϊκά σχέδια εν γένει: «Γιατί επιτρέπει ο Θεός να συμβεί μία συμφορά; –Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις. Άλλοτε επιτρέπει ο Θεός κάτι, για να βγει κάτι το καλύτερο, και άλλοτε επιτρέπει κάτι για παιδαγωγία. Άλλοι ανταμείβονται και άλλοι εξοφλούν, δεν πάει τίποτε χαμένο. Να ξέρετε πως ό,τι επιτρέπει ο Θεός, ακόμη και να εξοντωθούν π.χ. άνθρωποι, είναι φιλάνθρωπο, γιατί ο Θεός έχει “σπλάγχνα”» (σ. 60).

Και αν επιτρέπει συμφορές και αλληλοεξοντώσεις, εννοείται πως η αρρώστια «είναι πολύ μεγάλη ευεργεσία, πολύ μεγάλη! Καθαρίζει τον άνθρωπο από την αμαρτία, και μερικές φορές του εξασφαλίζει και μισθό» (722)· πως «ο άνθρωπος, όταν είναι τελείως καλά στην υγεία του, δεν είναι καλά. Καλύτερα να έχει κάτι» (723)· πως «η αναπηρία είναι ευλογία από τον Θεό» (735), «Γιατί όλοι οι ανάπηροι αποταμιεύουν. Ένας κουφός έχει τσέκ στο Ταμιευτήριο του Θεού από το κουφό αυτί, ένας τυφλός από το τυφλό μάτι, ένας κουτσός από το κουτσό πόδι!» (736).

* Για τους πρόωρους θανάτους: «Ο Θεός τον κάθε άνθρωπο τον παίρνει στην καλύτερη στιγμή της ζωής του, με έναν ειδικό τρόπο, για να σώσει την ψυχή του. Εάν δει ότι κάποιος θα γίνει καλύτερος, τον αφήνει να ζήσει. Εάν δει όμως ότι θα γίνει χειρότερος, τον παίρνει, για να τον σώσει. Μερικούς πάλι, που έχουν αμαρτωλή ζωή, αλλά έχουν την διάθεση να κάνουν το καλό, τους παίρνει κοντά Του, πριν προλάβουν να το κάνουν, επειδή ξέρει ότι θα έκαναν το καλό, μόλις τους δινόταν η ευκαιρία. Είναι δηλαδή σαν να τους λέει: “Μην κουράζεσθε· αρκεί η καλή διάθεση που έχετε”. Άλλον, επειδή είναι πολύ καλός, τον διαλέγει και τον παίρνει κοντά Του, γιατί ο Παράδεισος χρειάζεται μπουμπούκια.

»Φυσικά, οι γονείς και οι συγγενείς είναι λίγο δύσκολο να το καταλάβουν αυτό. Βλέπεις, πεθαίνει ένα παιδάκι, το παίρνει αγγελούδι ο Χριστός, και κλαίνε και οδύρονται οι γονείς, ενώ έπρεπε να χαίρονται, γιατί πού ξέρουν τι θα γινόταν, αν μεγάλωνε;» [σ.σ. μας θυμίζει Κούγια για τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου;]

»[...] Αλλά και τους γονείς βοηθάει ο θάνατος των παιδιών. Πρέπει να ξέρουν ότι από εκείνη τη στιγμή έχουν έναν πρεσβευτή στον Παράδεισο. Όταν πεθάνουν, θα ’ρθούν τα παιδιά τους με εξαπτέρυγα στην πόρτα του Παραδείσου να υποδεχθούν την ψυχή τους. Δεν είναι μικρό πράγμα αυτό! Στα παιδάκια πάλι που ταλαιπωρήθηκαν εδώ από αρρώστιες ή από κάποια αναπηρία ο Χριστός θα πει: “Ελάτε στον Παράδεισο και διαλέξτε το καλύτερο μέρος”. Και τότε εκείνα θα Του πουν: “Ωραία είναι εδώ, Χριστέ μας, αλλά θέλουμε και την μανούλα μας κοντά μας”. Και ο Χριστός θα τα ακούσει και θα σώσει με κάποιον τρόπο και την μητέρα» (752 κ.ε.).

* Για τη θεωρία της εξέλιξης: «Τι ανοησίες λένε τώρα στα σχολεία με την θεωρία του Δαρβίνου κ.λπ.! […] Πόσα χρόνια έχει που οι άνθρωποι ανέβηκαν στο φεγγάρι; Οι πίθηκοι τόσα χρόνια δεν εξελίχθηκαν να κάνουν αν όχι ένα ποδήλατο τουλάχιστον ένα πατίνι. Είδες κανέναν πίθηκο με πατίνι; Άλλο, αν πάρεις έναν πίθηκο και του μάθεις να κάνει πατίνι!... [σ.σ. μας θυμίζει τον Μιχαλολιάκο για τον Αντετοκούμπο;] Ο πίθηκος, άμα τον ταΐσεις, άμα τον περιποιηθείς, θα γίνει καλύτερος πίθηκος∙ δεν μπορεί να γίνει άνθρωπος. Αν ένας μαύρος είναι σε ψυχρό κλίμα και δεν βγαίνει στον ήλιο, λιγάκι θα διορθωθεί το δέρμα του∙ δεν θα πάψει όμως να είναι μαύρος» (162 κ.ε., επισήμανση του γείτονα εδώ Κ. Γρηγοριάδη).

Προφανώς ρητορικό το ερώτημα του τίτλου, ποιος διακωμωδεί ποιον, ή τι –τη θρησκεία δηλαδή.

Και επειδή τον σεβασμό τον κερδίζεις, δεν τον απαιτείς, δοσμένον τάχα εκ Θεού, και οχυρωμένον από την κοσμική εξουσία.

buzz it!

20/2/22

Τα δικαιώματα των αναγνωστών

 (Εφημερίδα των συντακτών 19 Φεβρ. 2022)

* Υπάρχει ένα πρόβλημα, ηθικό από μιαν άποψη, για κάθε γραφιά σε εφημερίδα. Γράφει τις απόψεις του από θέση προνομιακή, κρίνει, επικρίνει, ιδίως ένας επιφυλλιδογράφος, με τη σχετική ελευθερία που του παρέχει ο προσωπικός χαρακτήρας του είδους κ.ο.κ. Ο κρινόμενος, ο θιγόμενος, όχι μόνο ο εκάστοτε στόχος της κριτικής αλλά κι ο απλός αναγνώστης, έχει εξ αντικειμένου τον δεύτερο λόγο: στέλνει ένα γράμμα, δημοσιεύεται ή και όχι, λαβαίνει απάντηση ή και όχι. Ειδικότερα τα σχόλια στη διαδικτυακή έκδοση μένουν κατά κανόνα αναπάντητα: αναπόφευκτο ώς έναν μεγάλο βαθμό (πώς να απαντάς κάθε φορά σε ένα ή και σε πολλά σχόλια –που συχνά δεν τα παρακολουθείς καν), όμως άλλο τόσο άδικο για τον αναγνώστη. Σε κάθε περίπτωση το μαχαίρι το έχει ο δημοσιογράφος, ο αρθρογράφος, η ίδια η εφημερίδα, που μπορεί ειδικότερα να έχει και τον τελευταίο λόγο.

Υπάρχουν βέβαια και τα εξώδικα, οι αγωγές, ή απλώς τα γράμματα που συνοδεύονται με απειλές για αγωγές και άλλους τσαμπουκάδες. Τότε κάθεσαι κι απαντάς, χωρίζοντας εκ των πραγμάτων τους σχολιαστές σου σε άλφα και βήτα κατηγορίας.

Τα σχόλια/επιστολές άλλοτε στέλνονται με ιμέιλ ή ταχυδρομικά και άλλοτε δημοσιεύονται κατευθείαν στη διαδικτυακή έκδοση. Δεν ξέρω πόσοι είναι οι αναγνώστες της τυπωμένης εφημερίδας και πόσοι της διαδικτυακής. Το σίγουρο είναι πως όσοι διαβάζουν την τυπωμένη δεν διαβάζουν και τη διαδικτυακή. Έτσι, δεν είναι ενήμεροι για τον όποιο αντίλογο εκφράζεται εκεί. Αυτήν τη φορά, έπειτα από δύο επιφυλλίδες μου (α και β) για τον Χρ. Γιανναρά και τα πιστοποιητικά θανάτου που εκδίδει κάθε τόσο για τη χώρα, τη γλώσσα κτλ., υπήρξε ανταλλαγή σχολίων, που καλό θα ήταν να την πληροφορηθούν και οι εδώ αναγνώστες, πόσο μάλλον που ξεκίνησε από συνηγορία υπέρ Γιανναρά, άρα υπάρχουν και ηθικοί λόγοι γι’ αυτή την παρέκβαση.

* Υπερ Γιανναρά, λοιπόν, έγραψε τα εξής ένας αναγνώστης με το ψευδώνυμο kierkegaard, συστηματικός σχολιογράφος, απ’ ό,τι διαπίστωσα (αναδημοσιεύω προσθέτοντας μόνο τόνους και ενώνοντας ορισμένες παραγράφους):

«Έγραψε κάτι σχετικά ο Π. Μπουκάλας για την “επιθετικότητα” του Γιανναρά στο “Ελλαδικό” κρατίδιο και ξεθηκαρικώσατε [sic] όλοι σας. Μπορεί κανείς να κάνει κριτική στον υπερήλικα πια Γιανναρά, αλλά με τον τρόπο που γίνονταν κάποτε στα σχόλια της “Κ” που έκλεισαν διότι έγραφαν και αντι- μητσοτακιστές.

»Για όσα προσάπτει για τον πιο κοπρολαό της Ευρώπης, τον πιο αστοιχείωτο, τον πιο αμόρφωτο και θρασύτατο, τον πιο νάρκισσο και βδελυρό, δεν χρειάζεται περγαμηνές και αποδείξεις. Το αποδεικνύει η καθημερινότητα και συμπεριφορά της πλεμπάγιας. ( Για να χρησιμοποιήσω και όρους Γιανναρά). Γελάει κάθε παρδαλό κατσίκι με τις θλιβερότητες της πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής ζωής, κάθε χώρα της Ευρώπης που σέβεται τους πολίτες της. Εκτός από Βουλγαρία, Αλβανία, Ρουμανία κτλ... Βαλκάνια.

»Και εδώ δημιουργείται το ερώτημα: Μήπως εσείς κύριε Χάρη, έχετε “ειδικούς” λόγους να μη τα βλέπετε αυτά ?? Ποιο ακριβώς είναι αυτό που σας προσβάλλει ??

»Ο Μπουκάλας θεώρησε ότι τον προσβάλλει προσωπικά [σ.σ. η ονομασία Ελλαδιστάν κτλ.]. Κι εγώ λέω ότι κακώς θεωρεί ότι προσβάλλεται, διότι θα έπρεπε να μπει στη γη και μόνο ότι δουλεύει στον Αλαφούζο. Αλλά αυτό τι σημασία έχει για ένα κοπρολαό που δεν αντιλαμβάνεται τη διαφορά ??

»ΥΓ. Ας είχαν καμμιά εκατοστή παν/μιακοί το ήθος του Γιανναρά και τότε θα έβλεπες τη διαφορά. Προς το παρόν βολευτείτε με τον αρχιβολευτάκια Μπαμπινιώτη, κάτι παιδεραστές, διάφορα λαμόγια προγραμμάτων, μαρκουτσαδόρους του ΣΚΑΙ και του ΜΕΓΑ, βολευτείτε επίσης με τα ελληνικά του Άδωνη και του Μητσοτάκη/Τσίπρα, καθώς και του παπα...παπαρα...Κουτσούμπα. – O tempora o mores».

* Και απάντησα:

«Δεν ξέρω πόσο θα άρεσε στον κ. Γιανναρά η υπεράσπισή του με το (ρατσιστικό) “υπερήλικος”, σας διαφεύγει πάντως ότι αυτά τα γράφαμε πολλοί από παλιά, ή και πολύ παλιά, όταν δεν ήταν δηλαδή υπερήλικος ο κ. Γιανναράς. – Όσο για το ποιοι βολευόμαστε με τον Μπαμπινιώτη κτλ., πάλι λάθος πόρτα χτυπήσατε».

* Ανταπάντηση του kierkegaard:

«Κι εγώ περασμένα τα εξήντα έχω κι ο Γιανναράς τα ογδονταέξι, και δεν υπάρχει τίποτα “ρατσιστικό” στη πραγματική ηλικία του καθενός. Εκτός κι αν τα κριτήρια λειτουργούν με βάση τη τρέχουσα ηθική των πρωινάδικων και του μπότοξ. – Όσο για τον Μπαμπινιώτη, ναι είναι λάθος η αναφορά σ’ αυτόν συγκεκριμένα, διότι ξέχασα για μια στιγμή ότι είστε “ανεδιάβαστος”...»

* Τελευταίο μου σχόλιο εδώ, κι ας μείνει στο διαδίκτυο τελευταίος ο δικός του λόγος: Όταν έγραφα πως λάθος πόρτα χτύπησε για τον Μπαμπινιώτη κτλ., αναφερόμουν στις πάμπολλες σχετικές επιφυλλίδες μου, κάτι που δεν ήταν σώνει και καλά υποχρεωμένος να γνωρίζει ο ψευδώνυμος αναγνώστης. Όμως, στην ανταπάντησή του, με την αναφορά του στον «ανεδιάβαστο», αναφορά συγκεκριμένα σε κείμενό μου, στο φέισμπουκ κιόλας, ότι εδώ και χρόνια έχω πάψει γενικώς να διαβάζω, δείχνει πως μόνο ανενημέρωτος δεν είναι· παραταύτα, αντί να αποσύρει την αρχική άστοχη παρατήρησή του, να βολευτούμε κτλ., πίστεψε πως μπορεί να την ξαναπουλήσει, τώρα για χαριτωμενιά.

Αήθεια λέγεται αυτό, νέτα σκέτα.

buzz it!

13/2/22

Μια φορά κι έναν καιρό… ένας Γιανναράς… (β’)

 (Εφημερίδα των συντακτών 12 Φεβρ. 2022)

* Επιστημονική νομιμοποίηση το πολυτονικό δεν έχει, όπως είδαμε στην προηγούμενη επιφυλλίδα, το διαβεβαιώνουν όλες οι γλωσσολογικές σχολές, προοδευτικές και συντηρητικές· μένουν μόνο οι ακροδεξιές παρασχολές, το Τσαρλατανείο του Άδωνη, κτλ. Που εννοούν να αρνούνται την από αιώνων (από τους ελληνιστικούς χρόνους!) ισοχρονία, όταν δηλαδή έπαψαν να προφέρονται μακρά και βραχέα, άρνηση που στη γλωσσική επιστήμη και την ίδια την Ιστορία ισούται με θεωρίες περί επίπεδης γης. Κι όμως, αυτή η σύγχυση, η σύγχυση ανάμεσα στη διαφορετική κατά περίπτωση εκφορά της ίδιας λέξης ή φράσης (ο επιτονισμός) και στην αρχαία προσωδία, τα μακρά και τα βραχέα (το φιάσκο του Σαββόπουλου, για όσους θυμούνται), οδηγεί σκηνοθέτες και σκηνοθέτριες να διδάσκουν τάχα διαφορετική εκφορά του -ο από το -ω, συνθέτες να «περισπούν» τη μουσική τους, όταν η λέξη περισπάται κ.ο.κ. Υπάρχουν φυσικά και όσοι διεκδικούν συναισθηματικούς δεσμούς με το πολυτονικό, θεωρώντας πως υπερασπίζουν κάποια συνέχεια και παράδοση, την οποία όμως έτσι αντιλαμβάνονται κομμένη σε φέτες, κατά το δοκούν.

Άλλη τεράστια σύγχυση είναι η ταύτιση της γλώσσας (σημασιολογία, φωνολογία, μορφολογία, δομή και τυπικό γενικότερα) με τη γραφή, την καθαρή σύμβαση, το «είδωλο του λόγου», όπως μας λέει από παλιά ο Πλάτωνας.

Θύμα και έπειτα προαγωγός και των δύο αυτών κρίσιμων συγχύσεων ο κ. Γιανναράς, ταυτισμένος με τις παρασχολές και τις απόψεις τους, περιφέρει έναν ανεπιστημονικό και ανιστορικό λόγο κοντά 40 χρόνια, άλλοτε προφητεύοντας κι άλλοτε πιστοποιώντας τη χρεοκοπία, τον θάνατο του έθνους, της γλώσσας, του ελληνισμού.

* Έναρξη της θλιβερής παράστασης, με το πιστοποιητικό θανάτου: «Finis Graeciae», όπως τιτλοφορεί ένα άρθρο του (Το Βήμα 6.7.1986): όπου δηλαδή δεν προείκαζε απλώς το τέλος παρά διαβεβαίωνε ρητά πως έχει ήδη επέλθει –και παραταύτα εξακολούθησε ο ίδιος να απευθύνεται σε ανύπαρκτους αναγνώστες ανύπαρκτου πλέον έθνους. Και δεν περιορίστηκε στο άρθρο αυτό, παρά έδωσε τον «ευρηματικό» του τίτλο σε συλλογή άρθρων του το 1987, ενώ το ίδιο άρθρο το αναδημοσίευε έκτοτε σε διαφορετικές συλλογές κειμένων του, με τελευταία που έχω υπόψη μου το Ανθολόγημα τεχνημάτων, β΄ έκδ., Καστανιώτης, 1991 (αντιγράφω πια από παλιά μου άρθρα, ώσπου να γράψει κάτι καινούριο και ο κ. Γιανναράς).

Το 1999, περίπου 15 χρόνια από το πρώτο Finis Graeciae, ο κ. Γιανναράς διαπίστωσε πως εξακολουθεί να έχει ακροατήριο, να διδάσκει όχι σε κρυφό σχολειό αλλά σε κεντρικό πανεπιστήμιο, που μάλιστα του είχε εμπιστευτεί (άλλη μεγάλη ιστορία) την έδρα της φιλοσοφίας, να αρθρογραφεί όχι σε σαμιζ¬ντάτ ή σε περιθωριακό έντυπο αλλά σε έγκριτη τότε εφημερίδα, πλάι σε συνεργάτες δόκιμους χειριστές της ίδιας γλώσσας, κι άρα δεν ένιωθε τόση μοναξιά, ούτε πια πίστευε πως αποτελεί εξαίρεση ή πως ανήκει σε κάποια ολιγομελή αίρεση, και πρόσθεσε ένα ερωτηματικό: «Απέσβετο και λάλον ύδωρ;» (Καθημερινή, απ’ όπου πια όλες οι παραπομπές, 3.10.99).

Μπα, το περιεχόμενο ήταν πάλι εσχατολογικό. Εξού και η πρόταση: «Τίμια λύση θα ήταν να θεσπίσουμε ως επίσημη γλώσσα του κράτους μας τα αγγλικά. [...] Με τα αγγλικά θα γίνουμε μια συνεπής Σιγκαπούρη, αφού αυτό θέλουμε και δεν το μολογάμε 170 χρόνια τώρα» (από την ίδρυση δηλαδή του ελληνικού κράτους!).

* Αθλιότητες! Η μία μετά την άλλη… Από τις θλιβερές ιερεμιάδες του κ. Γιανναρά εξαφανίζεται το όνομα της νεκρής πια Ελλάδας, άρα και των Ελλήνων, και έχουμε: «θλιβερό» ή «φαιδρό» «ελλαδικό κρατίδιο», «Ελλαδέξ», «Ελλαδιστάν», έτσι ρατσιστικά (όπως πρόσφατα με τους κωφούς!), «φαιδρό Ελλαδέξ», «ελληνώνυμο κρατίδιο του βαλκανικού Νότου», «τρισάθλιο κρατίδιο των Eλληνωνύμων» κ.ά.

Έλα όμως που δεν συμφέρει να ’ναι πεθαμένο το γελοίο κρατίδιο. Τι ρόλο θα ’χε τότε ο προφητάναξ; Εκπτώσεις λοιπόν. Δεν πέθανε τελείως, λίγο μόνο· ψυχορραγεί. Υπάρχει ελπίδα να σωθεί; «“Μαγιά” μόνο η γλώσσα» (17.1.16). Κι έπειτα: «Δύσκολες μέρες έρχονται για τον Ελληνισμό (τον όποιο απομένει), πιο δύσκολες και από αυτές του 1922 ή και του 1453»! Κι αυτά λίγον καιρό αφότου ο ίδιος αποφαινόταν πως «η γκαγκστερική επιβολή του μονοτονικού» υπήρξε καταστροφή «ολεθριότερη» κι από τη Μικρασιατική (23.11.14). Και προτείνει, έσχατη ελπίδα σωτηρίας, να σχηματιστεί μια «ανεξάρτητη αρχή γλωσσικής προστασίας».

«Μέσα σε πενήντα χρόνια» μετράει στο τεφτέρι του ο Διδάσκαλος «οι Έλληνες ξεριζώθηκαν μεθοδικά από τη συνέχεια της γλώσσας τους, από την κοινή σάρκα και κοινωνούμενη πράξη του αυτοκαθορισμού τους, της ετερότητάς τους. Αυτή η απώλεια φαίνεται πως πρέπει να μετρηθεί και με εδαφική συρρίκνωση. Το ιστορικό τέλος ιστορικών λαών πάντοτε εντοπίζεται και χαρτογραφικά» (27.9.09). Πάλι στην εναγώνια αναμονή. Ή μήπως στα ξεκαρδιστικά γέλια πλέον;

Και δεν υπάρχει τελειωμός: «Πότε τελειώνει ιστορικά ένας λαός που σημάδεψε με την παρουσία του την πορεία της ανθρωπότητας; Προφανώς, όταν πάψει να παράγει ή να συντηρεί καινοτόμο ιδιαιτερότητα»! Και η κατακλείδα: «Σε κάθε παραμικρή πτυχή του το σημερινό ελληνώνυμο κρατίδιο είναι μια ύβρις της ελληνικότητας» (19.7.09)!

Άλλη όμως η ύβρις, κύριε Γιανναρά. Ύβρις της ηθικής, του επιστημονικού και όχι μόνο ήθους, της κοινής λογικής επιτέλους.

buzz it!

6/2/22

Μια φορά κι έναν καιρό… ένας Γιανναράς… (α΄)

 (Εφημερίδα των συντακτών 5 Φεβρ. 2022)

* «Σαράντα χρόνια μονοτονικό» ολοφύρεται ο Χρήστος Γιανναράς, σε τελευταία του επιφυλλίδα (Καθημερινή 23.1.22). Παλιά του τέχνη κόσκινο, δεν θ’ άλλαζε τώρα, δεν του το επιτρέπει ο πληγωμένος ναρκισσισμός του πρώτα πρώτα, έτσι που επιμένει να τον διαψεύδει η πραγματικότητα. Και λέω η πραγματικότητα, γιατί επιστήμη και ιστορία, επιστημονική και ιστορική αλήθεια είναι έννοιες άγνωστες στον κ. Γιανναρά.

Σταθερό λαϊτμοτίβ των ιερεμιάδων του, ο θάνατος της γλώσσας, και δι’ αυτού ο θάνατος, το τέλος του ελληνισμού. Θα σταθώ όμως πρώτα σ’ αυτά που γράφει για το τονικό θέμα, το οποίο απασχολεί και καλοπροαίρετους ανθρώπους.

Σταχυολογώ απ’ την επιφυλλίδα του: «επιβολή του μονοτονικού», πραξικοπηματική ψήφιση από μια χούφτα βουλευτές, «με την αντιπολίτευση να έχει αποχωρήσει από τη Βουλή σε φυγομαχία ασύγγνωστη», ένα «θέμα που έκρινε τη συνέχεια ή την άρνηση συνέχειας χιλιάδων χρόνων ιστορίας του Ελληνισμού», «ιστορικό έγκλημα», «στίγμα ντροπής για τον Ελληνισμό και την ιστορία του», «αυθαίρετο πραξικόπημα, για την ιστορική συνέχεια και τη συνείδηση διαχρονικής ενότητας του Ελληνισμού», απορίας άξιο «που το μονοτονικό στην Ελλάδα δεν προκάλεσε οδυνηρό εμφύλιο. Ωσάν κάποια Ανώτατη Αρχή, υπερκομματική, να επέβαλε σιωπηρά την έσχατης δουλοπρέπειας χρησιμοθηρική ομοφροσύνη στους Ελληνώνυμους», «ανήκεστη πολιτισμική καταστροφή», «αποκοπή της ελληνικής γραφής από την οργανική, ζωντανή της συνέχεια τριών χιλιάδων (τουλάχιστον) χρόνων», «ανήκεστο έγκλημα» «στο Ελλαδιστάν», «γλωσσική σχιζοείδεια», «με τη μονοτονική γραφή τελειώνει ιστορικά ο Ελληνισμός».

* Δυο λόγια για την επιβολή: «Δε λέγεται επιβολή η δικαίωση τόσων πνευματικών ανθρώπων: “επετειακά”, του Νικολάου Φαρδύ, ο οποίος έγραψε στα 1884 την Περι ατονου και απνευματιστου γραφης της ελληνικης γλωσσης Διατριβη του (για να μην πάμε πολύ πιο πίσω με τους Χριστόπουλο και Βηλαρά)· του μεγάλου γλωσσολόγου Γεωργίου Ν. Χατζιδάκι, ο οποίος από 75 χρόνια τώρα συνηγόρησε για την κατάργηση τόνων και πνευμάτων· του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, ο οποίος για μισόν αιώνα δεν έπαψε να ζητάει το μονοτονικό [...]· του Ι. Θ. Κακριδή, που δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι απολύθηκε [...] από καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών επειδή έγραφε με το μονοτονικό σύστημα· του Ελισαίου Γιανίδη, του Χρ. Χρηστίδη και τόσων άλλων…» (Βασίλειος Δ. Φόρης, «Μονοτονικό και πολυτονικό», εφημ. Ο Χρόνος της Κοζάνης, 1.10.1984· τώρα στα Γλωσσολογικά μελετήματα, ΙΝΣ, Ίδρυμα Μ. Τριανταφυλλίδη, 2003, σ. 122). Κι είναι ακόμα: Λίνος Πολίτης, Εμμ. Κριαράς, Χρ. Τσολάκης, Δ. Τομπαΐδης, Δ. Ν. Μαρωνίτης, Α.-Φ. Χριστίδης, Δ. Λυπουρλής, Ευ. Πετρούνιας, Φάνης I. Κακριδής κ.ά., για να μείνω στους κεκοιμημένους.

Αυτά, γιατί βασικό «επιχείρημα» των πολυτονιστών είναι ακριβώς η πραξικοπηματική ψήφιση, τάχα εν αιθρία, ενός θέματος που το είδε όραμα στον ύπνο του εν έτει 1982 ο τότε υπουργός παιδείας Βερυβάκης. Αρέσει λοιπόν, δεν αρέσει, καθιέρωση εν αιθρία δεν λέγεται για θέμα που έχει πίσω του έναν ολόκληρο αιώνα έρευνα, διεκδίκηση και αγώνες. (Για το ότι δεν ψηφίστηκε περίπου λάθρα μετά τα μεσάνυχτα, με φευγάτη ή και αντίθετη, όπως λένε άλλοι, την αντιπολίτευση κτλ., για όλα αυτά τα ήσσονος πλέον σημασίας, ο Ν. Σαραντάκος έχει ξεσκονίσει τα πρακτικά της επίμαχης συνεδρίας, καταγράφοντας και τη ρητά δηλωμένη συμφωνία των άλλων κομμάτων: Γλώσσα μετ’ εμποδίων, Εκδ. του Εικοστού Πρώτου, 2007, σ. 266 κ.ε., 274 κ.ε.)

* Προσπερνούμε τα παιδαριώδη για την «αποκοπή της ελληνικής γραφής από την οργανική, ζωντανή της συνέχεια τριών χιλιάδων (τουλάχιστον) χρόνων», γιατί εδώ τον κ. Γιανναρά τον εγκατέλειψε η αριθμητική του σε σχέση με τα χρόνια που μετρούν οι τόνοι και τα πνεύματα, και ακούμε λίγο τον Γ. Ν. Χατζιδάκι, τον πατέρα της γλωσσολογίας στην Ελλάδα (αλλά και πολέμιο του δημοτικισμού!, έχει ιδιαίτερη σημασία εδώ):

«…θαρρούντως διισχυριζόμεθα ότι, αφού κατά τον δεύτερον μ.Χ. αιώνα και εν αυτή τη Αττική [...] τα μακρά και βραχέα φωνήεντα εξισώθησαν εν τη προφορά, ουδέν σημαίνει ως προς την ιστορίαν των τύπων και της γλώσσης η ορθογραφία τύπου τινός [...] διά περισπωμένης ή οξείας κλπ.» (Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά, 1, 1905, σ. 205· παραθέτει ο Φόρης, όπ. παρ., σ. 125 κ.ε.).

Αλλά επίσης: Η εφαρμογή του μονοτονικού «είναι ένα θέμα καθαρώς τεχνικό και όχι ουσίας. Δεν έχει καμιά σχέση με τη δομή της γλώσσας, δηλαδή με το λεξιλόγιο, τη σύνταξη, τη φωνολογία και τη μορφολογία. Γι’ αυτόν το λόγο δεν βλέπω να προξενεί η εφαρμογή του μονοτονικού στη γλώσσα κινδύνους φθοράς ή εκφυλισμού. Μια τονική απλοποίηση ποτέ δεν φέρνει τέτοιους κινδύνους…» Μπαμπινιώτης τώρα (συνέντευξη στον Βασίλη Αγγελικόπουλο, Μεσημβρινή 15.12.1981)! Και ξανά: «ορθή κι επιβεβλημένη, επιστημονικά και πρακτικά, η καθιέρωση του Μονοτονικού Συστήματος…» («Δασειδαιμονίες», Καθημερινή 24-25.1.1982).

Γιατί, μετά τον Μπαμπινιώτη, είναι ο Πλεύρης πατήρ, είναι ο Άδωνης, είναι το Τσαρλατανείο Ελληνική Αγωγή. Εννοώ ότι, έπειτα και από τον κατεξοχήν συντηρητικό Μπαμπινιώτη, που ακόμα κι αυτός δεν στηρίζει επιστημονικά το πολυτονικό, μόνοι υπέρμαχοι με «επιστημονικά» «επιχειρήματα» του πολυτονικού είναι ο Πλεύρης, ο Άδωνης και άλλοι της αυτής περιωπής (προσοχή, δεν μιλάμε για όσους επιμένουν πολυτονικά για συναισθηματικούς λ.χ., αισθητικούς ή όποιους άλλους λόγους). Μαζί εδώ και ο κ. Γιανναράς, που μας έδωσε και την αφορμή.

Μένει το βασικότερο, ο λόγος για τον θάνατο του ελληνισμού, ο λόγος πια για το επιστημονικό ήθος του κ. Γιανναρά: θα συνεχίσουμε.

buzz it!