στις επάλξεις [11], ο ευρών αμειφθήσεται, και ο νήδυμος, ο νήδυμος!
1. Ο νήδυμος, «ο νήδυμος της Αριστεράς»: ή έχουμε πλούσια γλώσσα, την πλουσιότερη, και πλούσιο, ζάπλουτο λεξιλόγιο, προσωπικώς, ή δεν έχουμε –τι διάολο!
διαβάστε τη συνέχεια...
«αρχαιοπρ.» σημειώνει ο Μπαμπινιώτης στο λεξικό του για το νήδυμος: έτσι, για να ξέρουμε τι γλώσσα μιλάμε: αρχαιοπρ. Γουστάρουμε; πάσο: αρχαιοπρ να μιλάμε και να γράφουμε (ή μήπως δε μιλάμε, για να μην εισπράξουμε τη μούντζα, συν τοις άλλοις, παρά μόνο γράφουμε;), απλώς να έχουμε επίγνωση πως είμαστε αγκυροβολημένοι σε πέλαγα αρχαιοπρ. Όπου όμως μπορεί κανείς πλέον και να πνιγεί.
2. Νά, σκέφτομαι, τι διάολο είναι, πέρα από κομψεπίκομψη, η «τύρβη της τρυφηλότητας», που αυτές οι λέξεις δεν είναι δα και αρχαιοπρ, λόγιες είναι απλώς, άρα κάλλιστα βρίσκουν θέση στο σώμα της νεοελληνικής; Τι διάολο λέω είναι, έτσι με το ζόρι παντρεμένες; Πώς μπορεί να υπάρχει τύρβη στην τρυφηλότητα; Δηλαδή, ας πούμε, σαματάς στη μακαριότητα, τρικυμία στη γαλήνη, στη νηνεμία;
3. Έτσι είναι όμως αν ερείδεται κανείς στην αυτάρκεια του DNA, μέσω του οποίου επικοινωνεί κατευθείαν με την τρισχιλιετή. Ερείδεται; Αμέ: «φταίει αποκλειστικά η κοινωνία του θεάματος, βασισμένη στον άκρατο ατομικισμό και στον ανατριχιαστικό ωφελιμισμό, ερειδόμενη στους νόμους της ελεύθερης αγοράς…»
Εδώ συναντούμε και το τουλάχιστον αφελές (και αγγλογενές κυρίως!) σύμπτωμα της αποφυγής της επανάληψης –κι ας μη χρειαζόταν καν εδώ καθόλου η επανάληψη, της λ. βασισμένη δηλαδή. Αλλά πώς αλλιώς θα δείχναμε την ερειδόμενη; τα κάλλη μας, τα πλούτη μας;
4. Όμως το ειλικρινά ακατανόητο, με το οποίο και αρχίζει η επιφυλλίδα: «Απεκδύονται τα ιμάτιά τους όσοι δηλώνουν την a priori υπακοή τους σε μια “εξελιγμένη” δημοκρατία και στην εξουσία της, από την “έκρηξη βίας στα πανεπιστήμια”. Κυρίως οι αγγλοσαξονική παιδεία εσχηκότες μαζί με όσους εμφανίζονται ως ειδικοί πολιτικοί αναλυτές».
Δε θα σας ξέφυγαν, βεβαίως, οι εσχηκότες –αλλά ας πάει και το παλιάμπελο, μάλλον το αρχαιάμπελο. Όμως, καθαρώς εννοιολογικά, τι θέλει να πει ο ποιητής με το «απεκδύουν τα ιμάτιά τους», λέξεις που ούτε αυτές είναι αρχαιοπρ, κι ωστόσο δεν τις καταλαβαίνω εδώ; Δίνω και το λινκ, να δει ο φιλέρευνος αναγνώστης ολόκληρη την επιφυλλίδα.
Και ας ενημερώσει μετά και τον ποιητή,* μπορεί ούτε αυτός να έχει καλοκαταλάβει.
* Για να μην ξεχνιόμαστε, και πάντα να μορφωνόμαστε, είναι ο ποιητής του ισχνεγχύλου, στο οποίο έχω αναφερθεί ξανά, γράφοντας για το Κύριος οίδε από πού αλιευμένο «ισχνέγχυλον του βίου μας (αρ. 9, τελευταία παράγρ.). Μετά, όσο κι αν έψαξα, δεν το βρήκα αλλού: όχι αλιεία λοιπόν, παρά καθαρή ποίηση: ας υποκλιθούμε!