«Με τα βυζιά απόξω»
Τα Νέα, 18 Σεπτεμβρίου 2010 [εδώ, μ' ένα εκτενές υστερόγραφο]
Δηλαδή η προκλητική επίδειξη των «ερωτογενών σημείων» είναι αυτομάτως πρόσκληση για ερωτική πράξη; Και αν τάχα ναι, για ερωτική πράξη διά της βίας;
«Δεν καταλαβαίνω γιατί ο βιαστής είναι πιο κακός άνθρωπος από την κοπέλα που βγάζει τα βυζιά της απόξω, ή φορά τη φούστα και φαίνεται η κιλότα της· εγώ νομίζω πως τη βία τη ζητάει η ίδια, θέλει να τη βιάσουν…»
Θλιβεροί και επικίνδυνοι κοινοί τόποι, είτε λανθάνουν στον καθημερινό λόγο και την καθημερινή μας στάση, είτε διατυπώνονται απερίφραστα, όπως εδώ, με την αφελή μάλιστα αυταρέσκεια, όπως θα δούμε παρακάτω, πως αποτελούν ανατρεπτικές ιδέες.
Όμως το θέμα δεν είναι η κοινοτοπία καθαυτή, αλλά η επικινδυνότητα τέτοιων στερεοτύπων, επικινδυνότητα που μεγαλώνει όταν αυτά ενισχύονται από το κύρος προβεβλημένων εκπροσώπων του πνευματικού κατεστημένου.
διαβάστε τη συνέχεια...
Είναι γνωστή η ιστορία με τις δηλώσεις του ζωγράφου Κώστα Τσόκλη, που πέρασαν απαρατήρητες όταν διατυπώθηκαν σε τηλεοπτικό πορτρέτο του από τη ΝΕΤ πριν από 11 χρόνια, έτυχε όμως να επισημανθούν σε επανάληψη της εκπομπής φέτος τον Δεκαπενταύγουστο. Στον κόσμο του διαδικτύου υπήρξε ευρύτατος σχολιασμός, όχι όμως τόσο και στον υπέργειο κόσμο των εφημερίδων. Έτσι, αξίζει να σταθούμε λίγο στην υπόθεση, χωρίς σχόλια εντέλει, αφού άλλο δεν κάνει παρά να αναπαράγει γνωστή ιδεολογία, μια ιδεολογία που διέπει την πρακτική π.χ. των δικαστηρίων, αλλά γενικότερα και πιο πριν την κοινωνία ολόκληρη.
Ας δούμε όμως πρώτα το σχετικό κομμάτι του εξημμένου λόγου του Τσόκλη ολόκληρο, μια και ο ίδιος διαμαρτύρεται για την αποσπασματική χρήση των λόγων του (η έμφαση σε ορισμένες λέξεις, δική του):
«Πολλές φορές μιλάνε για βιαστές… Δεν καταλαβαίνω γιατί ο βιαστής είναι πιο κακός άνθρωπος από την κοπέλα που βγάζει τα βυζιά της απόξω, ή φορά τη φούστα και φαίνεται η κιλότα της· εγώ νομίζω πως τη βία τη ζητάει η ίδια, θέλει να τη βιάσουν. Δεν καταλαβαίνω γιατί η αστυνομία πιάνει τον άνθρωπο που τη βίασε, τον βάζει μέσα, και δεν βάζει αυτή την ίδια που τον προκαλεί. Αφού η φύση τον σπρώχνει να [το] κάνει αυτό. Έχω άλλες απόψεις για τα πράματα, πώς να σ’ το πω, ρε παιδί μου, δεν ξέρω. Θα ’θελα κάθε φορά που γίνεται ένας βιασμός, θα ’θελα να δω γιατί γίνεται, ποιος έφταιξε απ’ τους δυο.
»Ποιος είναι αλήθεια πιο ζωντανός άνθρωπος; Ο γερο-ηλίθιος που κάθεται στο σπίτι του και δεν έχει κανένα ερωτισμό μέσα του ή εκείνος που, ρισκάροντας τη ζωή του την ίδια, την ελευθερία του, επιτίθεται σ’ ένα πλάσμα σεξουαλικό και θέλει να το φιλήσει, να το αγκαλιάσει, να το σφίξει; Μα γιατί, ποιος είναι ο πιο καλός; Και πώς η ζωή θα γινότανε πιο ενδιαφέρουσα; Μ’ εκείνους τους ανέραστους, που δεν συγκινούνται μπροστά στο φαινόμενο, ή μ’ εκείνους που το πάθος, ξεχειλίζοντας, τους κάνει να επιτεθούν; Και δεν είναι ωραίο πράγμα στο κάτω-κάτω, η επίθεση, βρε παιδί μου. Να καταλάβεις αυτό το πράμα, αυτό που η φύση έπλασε προκλητικό, να το γευτείς, να το χαρείς. Είναι αναρχικές αυτές οι σκέψεις, το ξέρω· αλλά δεν είναι φυσικές;»
Η συνέχεια, έπειτα από το θόρυβο που προκλήθηκε, υπήρξε εξίσου, αν όχι περισσότερο, θλιβερή, με τον Τσόκλη να επιμένει ουσιαστικά στις απόψεις του: «Θα ήθελα πριν κρίνω και καταδικάσω, να γνωρίσω ψύχραιμα και λογικά τους λόγους και τις συνθήκες μια τέτοιας ερωτικής επίθεσης» ξαναλέει, ενώ σε απάντησή του στην ανοιχτή επιστολή ενός θύματος βιασμού δηλώνει πως μιλούσε «για Τέχνη και όχι για Ηθική» και πως βεβαίως εξαιρεί από τους Γενναίους της Ηδονής τον «απεχθή παιδεραστή» και τον «ψυχασθενή ο οποίος επιτίθεται σε ό,τι είναι θηλυκού γένους…»· αυτός μιλούσε, λέει, «για τον ερωτικό άνθρωπο που ερεθίζεται από την επίδειξη της ομορφιάς και των ερωτογενών σημείων του σώματος μιας γυναίκας…» κτλ.
Ας δεχτούμε τις πάντως ασύστατες «ερμηνευτικές» απόπειρες του Τσόκλη, και ας μείνουμε σε ένα μόνο σημείο, αφού έτσι κι αλλιώς, πέρα από την επιβεβλημένη προβολή της υπόθεσης, ελάχιστα θα άξιζε να σχολιάσει κάποιος. Ας μείνουμε εκεί όπου η επιδεικνύουσα τα «ερωτογενή σημεία του σώματός της», σύμφωνα με το ευπρεπισμένο τώρα λεξιλόγιο, «το υποτιθέμενο [!] θύμα (που πάει γυρεύοντας) [και άρα είναι] συνυπεύθυνο με τον θύτη», ας μείνουμε λέω στη γυναίκα που όντως προκαλεί.
Αλλά τι σημαίνει ότι μια γυναίκα προκαλεί; Η επίδειξη, η προκλητική επίδειξη των «ερωτογενών σημείων» είναι αυτομάτως πρόσκληση για ερωτική πράξη; Και αν τάχα ναι, για ερωτική πράξη διά της βίας;
Και η πρόκληση της τέχνης
Άρα η επιδεικτική ομορφιά ενός άλικου τριαντάφυλλου μας καλεί να το κόψουμε, και μάλιστα άτσαλα, μαδώντας το; Ένα έργο τέχνης μας καλεί να το κλέψουμε, καταστρέφοντάς το κιόλας;
Γιατί η τέχνη είναι συχνά προκλητική. Κάθε καινοτομία σε κάθε τέχνη, κάθε προχωρημένο για την εποχή του έργο, από τα τελευταία κουαρτέτα του Μπετόβεν ώς την ατονική μουσική ολόκληρη, συνιστά πρόκληση. Η σύγχρονη ζωγραφική, για να μείνουμε στα χωράφια του κ. Τσόκλη, είναι εξ ορισμού αλλά και συχνά εμπρόθετα προκλητική. Ο ίδιος ο κ. Τσόκλης είναι κατεξοχήν προκλητικός, στην τέχνη του και τις κατά καιρούς δηλώσεις του.
Και όσο για τα έργα του, προφανώς θα μπορεί να πάει κανείς κι από έρωτα να τα σηκώσει, τραυματίζοντας τον γκαλερίστα ή τον ίδιο το ζωγράφο, στο εργαστήρι του, και προπάντων καταστρέφοντάς τα, πάνω στην παραφορά της αρπαγής.
Όμως για τις δηλώσεις του, τι είδους βία τότε νομιμοποιείται;
Θα συνεχίσω.