Το προβοκατόρικο πρωτοσέλιδο - Γιατρός κανείς;
(Εφημερίδα των συντακτών 28 Σεπτ. 2013)
Το προβοκατόρικο πρωτοσέλιδο
Από τα κορυφαία πλυντήρια της ακροδεξιάς γενικά,
Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων της Χρυσής Αυγής ειδικότερα, καριερίστας ρατσιστής,
εθνοπατριώτης και (νότα ιλαρότητας!) πρόμαχος της θρησκείας, την ίδια ώρα που
διαλάμπει σαν αποθεωτής του ξέκωλου…, από τα λιγότερα που μπορεί να πει κανείς
για τον Θέμο Αναστασιάδη. Από αυτή την άποψη, ό,τι και να κρεμάσει πρωτοσέλιδα
στην εφημερίδα του, βεβήλωση αποτελεί. Αλλά η φωτογραφία ανθρώπου που
ψυχορραγεί χτυπημένος από χρυσαυγίτικο μαχαίρι και με τίτλο «Δεν ξεχνώ τον
φασισμό» είναι επιπλέον χοντρή ειρωνεία, χλεύη, προβοκάτσια. Ότι επιπλέον δεν
ήθελε η οικογένεια του νεκρού τη δημοσίευση της φωτογραφίας συνιστά νόμο, και η
απαγόρευση είναι έτσι διπλή. Τελεία και παύλα.
Ωστόσο
υπήρξε γενικότερη κατακραυγή, υπάρχει γενικότερα κατακραυγή, την εποχή της
πολιτικής ευπρέπειας και των προσωπικών δεδομένων, για τη δημοσίευση
φωτογραφιών από τραυματίες, ετοιμοθάνατους, νεκρούς. Δύσκολο, ιδιαίτερα λεπτό
θέμα.
Αρχές της δεκαετίας του ’80 ––θα γίνω προσωπικός,
με το συμπάθιο–– πηγαίνω δεύτερη ή τρίτη φορά Πάσχα στην Πάτμο· άθρησκος αλλά
λάτρης του τυπικού και της βυζαντινής μουσικής, παρακολουθώ συνεπαρμένος τις
ακολουθίες της Μεγαλοβδομάδας. Όμως, τη φορά αυτή, στην υποβλητική εκκλησία του
μοναστηριού του Θεολόγου, τρίποδα, κάμερες, καλώδια, προβολείς, μέλη του
κινηματογραφικού συνεργείου που πηγαινοέρχονται, μπαίνουν μπροστά σου κτλ. Πάει
η μαγεία, ακυρώνεται η όποια συγκίνηση. Έχω εκμανεί· όταν γυρίσω στην Αθήνα,
σκέφτομαι, θα γράψω, θα κάνω, θα δείξω… Τίποτα δεν έκανα. Από αδράνεια και
αίσθηση ματαιότητας, κι όχι πως είχα συνειδητοποιήσει ακόμα την αντίφαση να
είμαι, απ’ την άλλη, μανιώδης καταναλωτής αναμεταδόσεων ακολουθιών, σχετικών
ντοκιμαντέρ κτλ., καρπών δηλαδή της «ανίερης» εργασίας που μου είχε καταστρέψει
εκείνη τη Μεγαλοβδομάδα.
Έπειτα σκέφτομαι, κοινές εμπειρίες τώρα, πόσο μας
έχει σημαδέψει η φωτογραφία του Τσε, που κείτεται νεκρός, ίδιος ο Χριστός του
Μαντένια, με το στήθος γυμνό αλλά και ––επιπλέον φρίκη–– τα μάτια ανοιχτά. Όπως
αργότερα, απαράλλαχτα, με γυμνό στήθος και τα μάτια ανοιχτά, ο Χρήστος
Τσουτσουβής. Ή το κοριτσάκι από το Βιετνάμ που τρέχει γυμνό να ξεφύγει απ’ τις
φλόγες των ναπάλμ, μοναδική προσωποποίηση της απόγνωσης. Μεγάλες τραγικές
στιγμές και εικόνες της Ιστορίας, που διαμορφώνουν και την προσωπική μας
ιστορία.
Τώρα, αυτή η συγκλονιστική Πιετά, με τον σπαραγμό
στο πρόσωπο της ανακαθισμένης κοπέλας που κρατάει τον γερμένο απάνω της
ετοιμοθάνατο Παύλο Φύσσα, επείγει να αποσυνδεθεί από τον βούρκο του Αναστασιάδη
και να μας δοθεί. Καθαρή, όπως είναι από μόνη της. Ιστορία πια και ιστορία μας
––περιουσία μας.
Γιατρός κανείς;
«Η δήθεν μεροκαματιάρα προοδευτική σαλτιμπάγκος με
φανατισμένη αντιπαλότητα προς την Εκκλησία ρίχνει τα αποξέσματα των εντέρων της
και του συφιλιδικού μυαλού της»!
Ο
Νίκος Νικολόπουλος, τέως της ΝΔ, ιδρυτής τώρα Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος,
χτίζει το αρχηγικό πια προφίλ του, και σε ερώτηση προς τον υπουργό Παιδείας για
τη Ρεπούση «ρίχνει τα αποξέσματα των εντέρων του και του συφιλιδικού μυαλού
του».
Παλιά έκανε ερώτηση γιατί στην τάδε στρατιωτική
μονάδα δεν «ετελέσθη ακολουθία» (!) για το κόψιμο της πρωτοχρονιάτικης πίτας
από τον στρατιωτικό ιερέα, τώρα αγωνιά για τα αρχαία. (Που αυτόν πάντως διόλου
δεν τον βοήθησαν, κατά το στερεότυπο, στα νέα ελληνικά του, όπως προκύπτει από
το κείμενό του ––αλλά εδώ, θα πείτε, κοτζάμ Μπαμπινιώτης, πάλι με θέμα τα
αρχαία, είπε το θηριώδες: «συνομιλητές φληναφημάτων»!)
Άλλο είναι όμως το θέμα εδώ. Κι αυτό μόνο κάποιος
ειδικός μπορεί να το φωτίσει. Τι λογής προβολές, αναπληρώσεις, ή τι επιτέλους
μπορεί να οδηγεί π.χ. έναν ιεράρχη να πρωκτολογεί, έναν κομματικό υπεύθυνο
πολιτισμού, γόνο σημαντικών συγγραφέων, ίσως γι’ αυτό, να βωμολοχεί, έναν
εθνοπατέρα με ψιλή, τσιριχτή φωνή, ίσως γι’ αυτό, να μιλάει μαγκίτικα και να
τσαμπουκαλεύεται, και άλλους και άλλους…
Για τον Νικολόπουλο όμως μπορεί κι η επιστήμη να σηκώσει
ψηλά τα χέρια.