Φύκια για μεταξωτές κορδέλες - Ανιστόρητες ιστορίες - Μαύρισε το μάτι μας
(Εφημερίδα των
συντακτών 16 Νοεμ. 2013)
Φύκια για
μεταξωτές κορδέλες
«Πυρίκαυστος
Ελλάδα», το κόμμα που ίδρυσε ο Κώστας Ζουράρις, γνωστός από τις υπαρξιακές
μετακινήσεις του, από τον ευρωκομμουνισμό του ΚΚΕ Εσωτερικού στον σταλινισμό
του ΚΚΕ, ώς τον πιο πούρο εθνικισμό, στον οποίο έχει αράξει μέχρι τώρα. Οπότε
και σκέφτηκε να μας προσφέρει νέο κόμμα, έπειτα από κάποιο εθνικό πάλι,
Μακεδονικό για την ακρίβεια, μέτωπο που είχε σχηματίσει τελευταία με τον Παπαθεμελή.
«Πυρίκαυστος
Ελλάδα», λοιπόν, στη γραμμή των φανταχτερών και κατά κανόνα τζούφιων ελληνικών
του ιδρυτή, που αυτοαναγορεύεται επίτιμος πρόεδρος, παραχωρώντας την προεδρία
σε κάποιον οικονομολόγο, ο οποίος, αφού έγραψε βιβλίο για τον περίφημο πατέρα
Παΐσιο, αφιέρωσε και 600 σελίδες στον βίο και το έργο του Ζουράρι, ενός «εκ των
σκυταλοδρόμων στην ομάδα, η οποία διαχρονικά ––με πρώτο τον Όμηρο–– διαμόρφωσε
και μεταφέρει την ταυτότητα του ελληνικού πολιτισμού»!
«Ευχόμαστε
καλοτάξιδο το νέο κόμμα και σύντομα στη Βουλή. Αν μη τι άλλο θα συμβάλει στην
ποιότητα των ελληνικών που χρησιμοποιούνται στο Κοινοβούλιο…» εύχεται κάποιο
ιστολόγιο. Από αυτά προφανώς που, ακόμα κι όταν αναγνωρίζουν τη γραφικότητα και
τον θεατρινισμό στην πολιτική του νέου επίτιμου και παλαιού σκυταλοδρόμου, θαμπώνονται
από τα καθρεφτάκια και τις χάντρες που πουλάει για ελληνικά:
«Μισγάγκεια
απερινόητη», γιά δες καθρεφτάκι ο τίτλος κάποιου έργου του, «καλλίπυγος
μαγωδία» άλλη γυαλιστερή χάντρα: ας ανοίξουμε πια λεξικό, π.χ. Δημητράκο, «μαγωδία»
λοιπόν είναι ένα είδος άσεμνης παντομίμας, άρα η «καλλίπυγος μαγωδία» είναι μια
«παντομίμα με ωραίους γλουτούς»! Άσε «τα θυρανοίξια που εγκαινιάζουν οι
εκάστοτε Ισχυροί», παναπεί «εγκαίνια που τα εγκαινιάζουν οι Ισχυροί» εφόσον θυρανοίξια είναι ακριβώς εγκαίνια,
εγκαίνια ναού!
Ώστε φύκια για
μεταξωτές κορδέλες, κατά την παλιά, γνωστή τακτική των εμποράκων της γλώσσας.
Ανιστόρητες
ιστορίες
Νοσταλγούμε τα
παιδικά και νεανικά μας χρόνια, και γι’ αυτό εξωραΐζουμε το παρελθόν,
ακυρώνουμε αναδρομικά την ίδια μας την ιστορία. Δύναμη αντίδρασης λοιπόν η
νοσταλγία, το ’χω γράψει και το ’χω ξαναγράψει, δεν κινδυνεύει, ελπίζω, έτσι η
στάθμευση τώρα σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο και σε πολύ συγκεκριμένες πλευρές
της.
Το 1974 τελειώνει
μια εφτάχρονη δικτατορία, συνέχεια σε μια αλυσίδα πολέμων, άλλων δικτατοριών, εμφυλίου,
συνταγματικών και πολιτειακών εκτροπών. Άνθρωποι, εντάξει, όχι πολλοί, πάντως
άνθρωποι γυρίζουν απ’ την εξορία ή βγαίνουν απ’ τη φυλακή, ξανασμίγουν δηλαδή
οικογένειες και φίλοι· άνθρωποι, εντάξει, όχι πολλοί, πάντως άνθρωποι
ξαναβρίσκουν τη δουλειά τους· και σίγουρα οι πολλοί, όλοι, αναπνέουμε έναν άλλο
αέρα. Πολιτιστικός και εκδοτικός οργασμός έπειτα από λογοκρισία και
απαγορεύσεις εφτά χρόνων (ή δεκαετιών για τα αριστερά πράγματα!), εφημερίδες,
βιβλία, μουσικές, συναυλίες, εκδηλώσεις. Άλλος αέρας και στο ραδιόφωνο (τους
ελάχιστους σταθμούς της κρατικής ραδιοφωνίας) και στην τηλεόραση (με τα δύο, κρατικά
πάλι, κανάλια της, που εκπέμπουν ελάχιστες ώρες, κι ενώ η συσκευή δεν υπάρχει
ακόμα σ’ όλα τα σπίτια!), στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση όπου μπαίνει ξαφνικά
η δημοτική στα δελτία ειδήσεων, και λίγο λίγο στον δημόσιο βίο. Κοσμογονικές
αλλαγές. Ακολουθούν εκλογές, ξεχασμένο πράγμα, άγνωστο για όσους μεγαλώσαμε
μέσα στη δικτατορία, πολιτικές συγκεντρώσεις, συζητήσεις, ατέλειωτα πηγαδάκια
στους δρόμους, κινητοποιήσεις, αναζητήσεις, ζυμώσεις. Κοσμογονικές ξαναλέω αλλαγές.
Ποιος αντιλέγει; Ή μεμψιμοιρεί; Και ως προς τι;
«Η Αθήνα [...] μετά
το 1974 έγινε μια φρικτή πόλη, όπου ακούγονταν αντάρτικα» δηλώνει σε συνέντευξή
της (LifO 6/11) η συγγραφέας Σώτη
Τριανταφύλλου, σκανδαλωδώς έξω από κάθε ιστορικό πλαίσιο.
«Πράγματι»
σχολιάζει αναγνώστης αποκάτω, «όπου κι αν καθόσουν για καφέ, από την Κυψέλη
μέχρι το Παγκράτι, τα Πατήσια και την Πλάκα, οι καφετέριες έπαιζαν αντάρτικα
στη διαπασών. Θυμάμαι τότε που έτρωγα την κερασόπιτά μου στο Ζώναρς και έπαιζε
το “Ήρωες, άπαρτα βουνά”.»
Μαύρα κοράκια με
νύχια γαμψά…
Μαύρισε
το μάτι μας
Μαύρος, Κενυάτης
και φέτος ο νικητής στον Μαραθώνιο. Κι ο δεύτερος. Κι ο τρίτος. Μαύροι στη
σειρά! Πέρσι τα ίδια. Και πρόπερσι. «Μαύρισε το μάτι μας», όπως του Αγίου
Θεσσαλονίκης, τότε που είχε κατέβει στο κέντρο της Αθήνας. Εδώ το 2010 μας
πήραν, θα μου πείτε, τον ιστορικό Μαραθώνιο των 2.500 χρόνων από τη μάχη του
Μαραθώνα, σε μια «κοσμοϊστορική μέρα, που γιόρταζε όλη η ανθρωπότητα», τη «μέρα
που διώξαμε τους Πέρσες», όπως πανηγυρολογούσαν όλα τα μίντια.
Ωρυόμαστε που
πάτησαν μαύροι και κίτρινοι το ιστορικό κέντρο της πρωτεύουσας, κι αφήνουμε να
μας παίρνουν τους Μαραθώνιους, ιστορικούς και μη.
Μήπως καλύτερα να αποκλειστούν μαύροι και
κίτρινοι και όσοι αν-Άριοι από τους μαραθώνιούς μας, κι ας τους αφήσουμε επιτέλους
τη Γερανίου, χάρισμά τους.