Ευχομάνιακς, ή Η χαμένη εσπέρα
(Εφημερίδα των Συντακτών 7 Μαρτίου
2015)
«Δηλαδή, τώρα θα πρέπει να τους διδάσκουμε και το “Να ’σαι καλά”;» εξανέστη μια παλιά φίλη και συνάδελφος σε κάτι κολεγιακά προγράμματα για Αμερικανούς φοιτητές, όταν τους μαθαίναμε τα ευχαριστώ-παρακαλώ / (δεν κάνει) τίποτα κτλ. Προς στιγμήν ξαφνιάστηκα· αλλά ναι, έπρεπε· ήταν ένα καινούριο στοιχείο της γλώσσας, πλάι στους άλλους χαιρετισμούς και ευχές που διδάσκαμε ώς τότε. Πάνε κάπου 20 χρόνια, ό,τι είχε αρχίσει να εξαπλώνεται αυτό το «να ’σαι καλά» σαν απάντηση στο «ευχαριστώ». Έξαλλη η φίλη, εμένα μάλλον μου άρεσε, όσο το παρατηρούσα σκεφτικός, αλλά και με κάποια αμηχανία, ομολογώ, καθώς μετέφερε κάτι από γονεϊκή ευχή, ή, ακόμα πιο πολύ, τη σχεδόν ευχαριστήρια (!) ευχή του παππού και της γιαγιάς, ή του γέροντα και της γερόντισσας στον δρόμο, στο χωριό κτλ.
"καλός φαντάρος", φεύγοντας για τη θητεία, ή "καλό βόλι", παλιά, φεύγοντας για τον πόλεμο, "καλός πολίτης", γυρνώντας |
«Δηλαδή, τώρα θα πρέπει να τους διδάσκουμε και το “Να ’σαι καλά”;» εξανέστη μια παλιά φίλη και συνάδελφος σε κάτι κολεγιακά προγράμματα για Αμερικανούς φοιτητές, όταν τους μαθαίναμε τα ευχαριστώ-παρακαλώ / (δεν κάνει) τίποτα κτλ. Προς στιγμήν ξαφνιάστηκα· αλλά ναι, έπρεπε· ήταν ένα καινούριο στοιχείο της γλώσσας, πλάι στους άλλους χαιρετισμούς και ευχές που διδάσκαμε ώς τότε. Πάνε κάπου 20 χρόνια, ό,τι είχε αρχίσει να εξαπλώνεται αυτό το «να ’σαι καλά» σαν απάντηση στο «ευχαριστώ». Έξαλλη η φίλη, εμένα μάλλον μου άρεσε, όσο το παρατηρούσα σκεφτικός, αλλά και με κάποια αμηχανία, ομολογώ, καθώς μετέφερε κάτι από γονεϊκή ευχή, ή, ακόμα πιο πολύ, τη σχεδόν ευχαριστήρια (!) ευχή του παππού και της γιαγιάς, ή του γέροντα και της γερόντισσας στον δρόμο, στο χωριό κτλ.
Τελικά, είχε βρεθεί (εκ
μεταφοράς, έστω) μια απάντηση στο «ευχαριστώ», που επιτέλους σήμαινε κάτι, ήταν
μάλιστα ευχή, αντί για το αδιαφανές πλέον για την περίσταση, στα όρια του
ακατάληπτου: «παρακαλώ».
Έτσι κι αλλιώς, έχουμε μια
μανία με τους χαιρετισμούς και τις ευχές. Πέρα από τα στοιχειώδη: «καλημέρα», «χαίρετε»,
«καλησπέρα», ή αποχαιρετώντας: «καληνύχτα», αλλά και «καλό μεσημέρι», «καλό
απόγεμα», «καλό βράδυ», εσχάτως αποκτήσαμε λόγου χάρη το «καλή συνέχεια», όταν
δεν ξέρουμε τι θα κάνει φεύγοντας ο άλλος, ώστε να εξειδικεύσουμε: «καλή
δουλειά», «καλή βάρδια», «καλή ξεκούραση», «καλή προπόνηση» κτλ. Έπειτα, έχουμε
τα «καλό μήνα», «καλή βδομάδα», «καλό σαββατοκύριακο» (είχαμε άραγε «καλή
Κυριακή»;), που έγινε κάποια στιγμή, με την πενθήμερη για πολλούς εργασία, ο σιδηρόδρομος:
«καλό παρασκευοσαββατοκύριακο», ώσπου έβαλαν το σωτήριο χέρι τους οι νέοι:
«καλό π/σ/κ» (προφέρεται: πουσουκού), με συχνότερο το «καλό σ/κ» (: σουκού), κι
έπειτα τα βολέψαμε με το «καλό τριήμερο / τετραήμερο» κτλ. Άλλες πάλι,
ειδικότερες ευχές, π.χ. σε γάμο: «να ζήσετε», «καλούς απογόνους», στους
νεόνυμφους· «να σας ζήσουν», «να τους χαίρεστε», στους γονείς· «πάντα άξιος»,
στους κουμπάρους· «και στα δικά σας», στις κοπέλες, συνήθως, που μοιράζουν τις
μπουμπουνιέρες, εκεί που οι ξένοι κατά κανόνα έχουν ένα γενικό «συγχαρητήρια».
Κι ακόμα, «καλή λευτεριά» στις έγκυες, «με γεια» το καινούριο κούρεμα ή ρούχο,
«καλορίζικο» το αυτοκίνητο αλλά και το νεογέννητο κτλ.
Είπα ξένους και σκέφτομαι
το «Χριστός ανέστη», που το μεταφράζουμε για αστείο σε άλλες γλώσσες και διασκεδάζουμε
με την εικόνα του ξένου που μένει εμβρόντητος μπροστά στην «είδηση», η οποία
απροπό ήρθε έπειτα από την «καλή σαρακοστή», αλλά και την «καλή ψυχή»· στα
προσωπικά, όμως, θυμάμαι το ξάφνιασμα, σχεδόν απογοήτευση, που οι Γάλλοι φίλοι
μου δεν ανταποκρίθηκαν στο ολόθερμο «καλώς ήρθατε» (bienvenus) που τους απεύθυνα, μ’ ένα γαλλικό «καλώς σε βρήκαμε»,
που όμως δεν υπάρχει, και μου ’παν ένα πρόσχαρο μα απλό: «τι κάνεις;», το ίδιο
που μου είπαν κι όταν πήγα στη χώρα τους, και τότε περίμενα ν’ ακούσω εγώ ένα
«καλώς ήρθες». Άσε τους Άγγλους, που το δικό τους «καλώς ήρθες», το welcome, το έχουν πιο πολύ σαν απάντηση
στο «ευχαριστώ»! Μυστήριες γλώσσες…
Είμαστε ευχομανείς, πάει
τελείωσε, και δεν το λέω για κακό ή γκρινιάζοντας: πιο πολύ γούστο το κάνω,
δείγμα επικοινωνίας το βρίσκω, αφού ξεφεύγει κανείς από τους δυο-τρεις τυποποιημένους
χαιρετισμούς, και όλο ψάχνει και επινοεί, όπως το εντυπωσιακό εντέλει «καλή συνέχεια»
που σημείωσα ήδη. Ή το «καλή κοινωνία», που μου ’φερε έναν κόμπο στον λαιμό,
όταν το πρωτάκουσα, πάνε χρόνια, σ’ ένα τυροπιτάδικο της Ομόνοιας, από ένα
πρεζόνι σ’ ένα άλλο, που είχε αποφυλακιστεί την ίδια εκείνη μέρα και
περιφερόταν σαν χαμένο, πρώτες πρωινές ώρες πια, μ’ ένα σακ βουαγιάζ στο χέρι.
Και είναι βέβαια και τα
κλασικά, με τον παγιωμένο, «νόμιμο» πλεονασμό, σαν για να επιτείνει την ευχή: «καλή
όρεξη» και «καλή επιτυχία», που αυξάνονται και πληθύνονται: «καλή υπομονή για το έργο που σε περιμένει» άκουσα τελευταία,
ενώ συχνό είναι ήδη το «καλή ακρόαση», μπαίνοντας σε μια αίθουσα συναυλιών, και
σειρά παίρνει το «καλή θέαση», στο θέατρο ή στον κινηματογράφο –όλα δικά μας,
αν δεν κάνω λάθος, ΠΟΠ, Προϊόντα με Ονομασία Προέλευσης. Με μερικά ωστόσο
εισαγωγής, όπως αυτό το ανατριχιαστικό, θα πω τώρα, «απολαύστε» (enjoy it), την
ώρα που σε σερβίρουν σε ψιλοσικάτο μαγαζί, ή ελληνικότερα: «καλή απόλαυση», ευχή
που διεγείρει τα πιο άγρια, δολοφονικά ένστικτά μου, την ώρα που κρατάω έστω
πιρούνι!
Το ίδιο, αφού
το γύρισα σε γκρίνια τώρα, με το νεογέννητο κι όμως πολυπερπατημένο «καλησπέρα»,
που λέμε, λέει, μετά τις 12 το μεσημέρι, που σημαίνει ότι από τις 12 το
μεσημέρι στη νέα Ελλάδα αρχίζει κι είναι βράδυ!
Καληνύχτα τότε,
ώς την επόμενη φορά, που θα συνεχίσουμε, δίχως δάκρυα πάντως, με το πώς χάθηκε
η λέξη «εσπέρα».