17/1/16

Δημοσιογραφία και κοινή λογική

(Εφημερίδα των συντακτών 16 Ιαν. 2016)


Δεν ήθελα να βρομίσω παραπάνω το κείμενό μου για τον Στέφανο Στεφάνου και την απρέπεια του Γλέζου (9/1) και περιορίστηκα σ’ ένα υστερόγραφο, λέγοντας πως αυτοσχολιάζονται τα όσα ποταπά κυκλοφορούσαν ήδη στο διαδίκτυο, και ειδικά στο σάιτ και στο φέισμπουκ της εφημερίδας, κατά του Νίκου Κιάου, που πρώτος είχε επισημάνει εδώ την απρέπεια του Γλέζου.

Έγραφα λοιπόν για τον θάνατο του Στέφανου Στεφάνου, τις τιμές που του απέδωσε ο πολιτικός χώρος στον οποίο ανήκε, ο ΣΥΡΙΖΑ, και την απρέπεια του Γλέζου να επιτεθεί, με επικήδειο-ποίημά του, στον χώρο ακριβώς στον οποίο ανήκε ο νεκρός, στον ίδιο τον νεκρό από μιαν άποψη. Και ήδη οργίαζαν ροπαλοφόροι στο διαδίκτυο, ερήμην του νεκρού και της ταυτότητάς του, ερήμην της χειρονομίας του Γλέζου –που είπε δηλαδή ό,τι θα είχε ίσως νόημα σε κηδεία ορκισμένων αντιπάλων του ΣΥΡΙΖΑ, στελεχών λόγου χάρη, ή μάλλον ιδίως, της ΛΑΕ.

Φτιάχτηκε έτσι ένα εντυπωσιακά απλουστευτικό σχήμα: ο αγωνιστής και άρα εξ ορισμού μη υβριστής Γλέζος από τη μια, κι από την άλλη ο άρα υβριστής του Γλέζου Νίκος Κιάος, που διανοήθηκε επιπλέον να χαρακτηρίσει «ηγέτη», άκουσον άκουσον, τον Τσίπρα, ο οποίος χαιρέτησε θερμά τον Γλέζο, παρά την επίθεση που είχε δεχτεί.

«Έστειλε στην κηδεία σου στεφάνια η εξουσία ν’ απαλύνει την ντροπή της…», είπε ο Γλέζος, που δεν είχε φανταστεί, όταν έγραφε το ποίημά του, πως δεν θα έστελνε απλώς στεφάνια, μα θα εκπροσωπούνταν, πολλαπλώς και σε ανώτατο επίπεδο, η εξουσία, αυτή, ξαναλέω, την οποία στήριζε ο νεκρός. Και την οποία εξουσία, εντέλει, αν δεν πήγαινε στην κηδεία, θα την κατακεραύνωνε, ο ίδιος ο Γλέζος και ο χορός του ίντερνετ μετά, πως κρύφτηκε απ’ την ντροπή της, όμως εκείνη πήγε, κι ωστόσο δέχτηκε και πάλι (ή γι’ αυτό!) του κόσμου τις κατάρες και τους κεραυνούς!

«Αυριανιστής» λοιπόν, «πουλημένος», «αυλοκόλακας», ποίσος και δείξος ο Κιάος, που ούτε αυτόν, λέω εγώ, τον ήξεραν οι ροπαλοφόροι, «αυριανιστική» κι η εφημερίδα, «πουλημένη κυβερνητική», «ημιεπίσημο κομματικό όργανο του ΣΥΡΙΖΑ» κτλ.

Στάση εδώ, να δείξω πως όχι μόνο τον Στεφάνου και τον Κιάο αλλά ούτε την εφημερίδα δεν ήξεραν καν οι χουλιγκάνοι, δεν ήξεραν δηλαδή, δεν είχαν παρατηρήσει, ότι πέρα απ’ τα 3/4, αν δεν λέω πολλά κιόλας, του πολιτικού τμήματος, που πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ, στην υπόλοιπη εφημερίδα: ελεύθερο, καλλιτεχνικό, αθλητικό, τελευταία σελίδα-βιτρίνα, και κυρίως αρθρογράφους, η αναλογία αντιστρέφεται, συχνά με τον πανηγυρικότερο, εννοώ κραυγαλέο, τρόπο.  Άλλη, μεγάλη ιστορία όμως αυτή, η καταστατική πολυφωνία που κάποτε γίνεται ηχηρή κακοφωνία, ή που, το βασικότερο, προσμετράει στις φωνές και κάποιες, όχι λίγες, άναρθρες κραυγές, σε επίπεδο στοιχειώδους ήθους εννοώ και ακόμα στοιχειωδέστερης δημοσιογραφικής δεοντολογίας, ανεξάρτητα δηλαδή από τις όποιες πολιτικοϊδεολογικές πεποιθήσεις.

Κάποια στιγμή η εφημερίδα διαχώρισε τη θέση της, σημειώνοντας ότι τα ενυπόγραφα άρθρα, όπως τώρα του Νίκου Κιάου, εκφράζουν τον συντάκτη και όχι κατ’ ανάγκην και την ίδια. Κι έμεινε μόνος ο συντάκτης, απέναντι στη μανία του «πλήθους». Η οποία παροξύνθηκε από το άρθρο άλλου συνεργάτη, του Γ. Σταματόπουλου (7/1), που σε μια μίνι πραγματεία «Περί ύβρεως και υβριστών» καταλήγει πως δεν μπορεί, πάλι εξ ορισμού, να είναι ο Γλέζος όλα αυτά τα φοβερά και τρομερά, όπερ έδει δείξαι. Άρα ο υβριστής εντέλει είναι ο Κιάος, γι’ αυτό, φύγε, Κιάο, κρατάω μαχαίρι, έγραφε σε υστερόγραφο· κατά λέξη: «Αγαπητέ, Νίκο, θα σε παρακαλούσα να μην ανταλλάξουμε λόγια όταν ανταμωθούμε στα Εξάρχεια»! – Το αίμα αυτού εφ’ ημάς…, αλάλαξε το «πλήθος»: «φτύσιμο» όταν τον δούμε στα Εξάρχεια κ.ά.

Για την ώρα, τυχερός ο Κιάος, το λιντσάρισμά του υπήρξε μόνο ηθικό. Συνεχίζεται ωστόσο:

Πέρασε κοντά μία βδομάδα, και ιδού, στην ίδια ακριβώς γραμμή, και η τελευταία σελίδα (Δημ. Νανούρης, 11/1). Πάλι ερήμην του νεκρού και της ταυτότητάς του, πάλι εν γένει, εξ ορισμού και μεταφυσικώ τω τρόπω εκτός ανθρώπινης βολής ο Γλέζος, μένουν, ξανά εξ ορισμού, «αυτόκλητοι αυλοκόλακες» οι άλλοι, που «αναλαμβάνουν αυτοβούλως και εργολαβικώς [sic] την υπεράσπιση του ηγέτη», του Τσίπρα, ενώ δεν ήταν, δεν έπρεπε, δεν νοείται να είναι αυτό το θέμα!

Επανέρχομαι έτσι. Το θέμα δεν είναι η υπεράσπιση του Στέφανου, που τόσο βάρβαρα, ανιστόρητα προπάντων, τον χρησιμοποίησαν και τον χρησιμοποιούν για δικούς τους μικροπολιτικούς σκοπούς άνθρωποι που δεν ήξεραν καν το όνομά του, γράφοντας μάλιστα πως είχε «την ατυχία να του λάχουν διάσημοι πλην ασήμαντοι μαθητές», όπως λ.χ. καταλήγει ο αρθρογράφος της τελευταίας σελίδας. Και δεν είναι βεβαίως η υπεράσπιση του Νίκου Κιάου, που κι αυτός συμπτωματικά και μόνο έπεσε στην αρένα του αντιτσιπρισμού.

Ψιλά γράμματα κατάντησε να είναι όλα αυτά. Εδώ ξεμείναμε από λογική. Ποιο ήθος…

buzz it!