Το «Χρηστικό Λεξικό» της Ακαδημίας που τόλμησε (β΄)
(Εφημερίδα των συντακτών, 2 Απρ. 2016, εδώ με μικροπροσθήκες και
σημειώσεις)
[2] Ενώ έχει με μία λέξη όσα έχουν ήδη μακρά και σχεδόν αδιατάρακτη πορεία, όπως εξαιτίας, εξαρχής, εξίσου, επιπλέον κτλ.
[3] Θεωρώ πως το καταρχάς και το καταρχήν θα έπρεπε να αναπτύσσονται σαν αυτόνομα λήμματα, και όχι μέσα στο λ. αρχή.
[4] Από πολύ παλιά το καταπώς γραφόταν με μία λέξη: έτσι το έχει ήδη το Μεγάλο του Δημητράκου (1950), ο Γεραλής (1965), που ακολουθεί ρητά τη Μεγάλη Γραμματική του Τριανταφυλλίδη, ο Βοσταντζόγλου στο Ορθογραφικό του (1967· ενώ με δύο στο Αντιλεξικό του, 1962) και ο Κριαράς (1995). Με μία, καταπώς, το έχει και το ΛΕΜΠ (αλλά, χωρίς καμία σύνδεση, συσχετισμό ή παραπομπή, και με δύο, στο λ. κατά, με παράδειγμα, τη μία φορά: καταπώς τα λες, έχεις δίκιο, και την άλλη: κατά πώς λες, δεν πρέπει να ανησυχούμε!), ενώ όλως παραδόξως το ΛΙΤΡ, σε αντίθεση με τη δική του παράδοση, το έχει με δύο λέξεις, και όχι σαν αυτόνομο λήμμα, αλλά ενταγμένο στο λ. κατά. Θεωρώ όμως εντελώς απίθανο, με όσα σημείωσα ήδη, να ακολουθούν το ΛΙΤΡ οι (πάρα) πολλοί που το γράφουν τελευταία με δύο λέξεις, εξωθώντας έτσι το ΛΕΧ να θεωρήσει και αυτή την περίπτωση αμφιλεγόμενη, ή ότι δεν έχει πάντως κριθεί.
[5] Για τα νεότερα ή λιγότερο οικεία απροσάρμοστα, όπως μπλουτούθ, ντεμαράζ, χάρντμπορντ, ρινγκτόουν, χαντς φρι, ντιούτι φρι, σόφτγουερ, χάρντγουερ (στα τρία τελευταία έχει προφανώς διαφύγει η προέλευση, όπως μπαίνει σε όλα τα άλλα, με την ξενική γραφή τους) κτλ., ίσως ήταν σκόπιμο να υπάρχει στο τέλος ένας κατάλογος που να τα δίνει στη γλώσσα τους, με παραπομπή στο κυρίως σώμα του λεξικού, π.χ. Bluetooth, βλ. μπλουτούθ κ.ο.κ., στο πρότυπο ακριβώς του πολύ χρήσιμου καταλόγου με «Λατινικές φράσεις και ξένα ακρωνύμια», όπου βρίσκουμε λόγου χάρη λήμμα: a priori, βλ. απριόρι κ.ά.
Τρία μεγάλα
λεξικά μέσα σε 16 χρόνια είναι σίγουρα πλούσια σοδειά: 1998, το Λεξικό
Μπαμπινιώτη (ΛΕ.ΜΠ.) και έπειτα του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη (Λ.Ι.ΤΡ.), και
2014 της Ακαδημίας Αθηνών, με υπεύθυνο τον Χριστόφορο Χαραλαμπάκη (ΛΕ.Χ.).
Ο κύκλος δεν
είχε αρχίσει ομαλά. Το πολλά υποσχόμενο ΛΕΜΠ, με τα ειδικά σχόλια μέσα σε
πλαίσιο, τους πίνακες με κλιτικά παραδείγματα κτλ., περιείχε εντυπωσιακά σε
όγκο λάθη, πάσης φύσεως, που άρχισαν να επισημαίνονται σε αλλεπάλληλα
δημοσιεύματα, από ειδικούς επιστήμονες έως το σατιρικό Ποντίκι.
Από τα κεντρικά
σημεία της κριτικής ήταν ο υπερβολικά ρυθμιστικός χαρακτήρας του (αλλά και
ιδεολογικά χρωματισμένος, με εθνοπατριωτικά έως φυλετικά παραδείγματα και θρησκευτικές
εμμονές) και η (αντιεπιστημονική, ειδικότερα αντιγλωσσολογική) επανεισαγωγή
ορθογραφήσεων που χάνονταν στους αιώνες, όπως αγώρι, ρωδάκινο, τσηρώτο, τιττυβίζω, ή που δεν είχαν καν υπάρξει, όπως αίολος (αντί για έωλος)
κ.ά. Με τα χρόνια, από έκδοση σε έκδοση, ώς την 4η του 2012 και με αρκετές
ανατυπώσεις ενδιαμέσως, συν τα διάφορα επιμέρους λεξικά (Ορθογραφικό, Για το σχολείο
και το γραφείο κ.ά.), σίγουρα πολλά λάθη διορθώθηκαν, άλλα πάντα ελπίζει
κανείς πως κάποτε θα διορθωθούν, όπως η χρονιά της Γαλλικής Επανάστασης, που
ακόμα εμφανίζεται να έγινε το 1769 (λ. Βαστίλλη),
τα ομώνυμα, που συγχέονται με τα
συνώνυμα (!), και άλλα, που δεν είναι της ώρας να σημειωθούν εδώ,[1]
ενώ η φιλόδοξη ορθογραφική «επανάσταση» επιχειρεί σιγά σιγά να συμβιώσει με την
επίσημη, σχολική ορθογραφία –ώσπου κάποιο από τα λεξικά έφτασε να διαφημίζεται,
στο εξώφυλλο κιόλας, πως είναι «σύμφωνο με τη σχολική ορθογραφία».
Φιάσκο
επιστημονικό, από μιαν άποψη, καθώς μάλιστα, παρά την τεράστια εμπορική επιτυχία
του λεξικού αλλά και την υπερπροβολή του αναντίλεκτα επικοινωνιακού
λεξικογράφου, ελάχιστα έμειναν σε χρήση, όπως το πόσω μάλλον ή ο παραπανήσιος
–ούτε ρωδάκινα ούτε τσηρώτα και τιττυβίσματα. Η σύγχυση ωστόσο παραμένει, αν δεν επιτείνεται
κιόλας, με νέες παλινωδίες (τυπικά νόμιμες αναθεωρήσεις): η λ. νινί φερειπείν, που δινόταν αρχικά: νηνί, αποκαταστάθηκε στην κοινόχρηστη
μορφή της: νινί, ενώ αντίθετα ο
αρχικά κουτός σε κάποια φάση έγινε κουττός, το ένα λεξικό έχει μαντήλι, το άλλο μαντίλι κ.ο.κ.
Την ίδια χρονιά
ακολούθησε το έγκυρο ΛΙΤΡ, που όμως σαν να χάθηκε μέσα στον επικοινωνιακό σάλο
που είχε προκληθεί με το ΛΕΜΠ, και το περισσότερο που μπόρεσε ίσως να κάνει ήταν
να βοηθήσει ακριβώς το ΛΕΜΠ να διορθώσει πολλές από τις ετυμολογήσεις του.
Παράλληλα, αυτό που αποτελεί εχέγγυο της ποιότητας του ΛΙΤΡ, το όνομα του
κορυφαίου γλωσσολόγου Μανόλη Τριανταφυλλίδη και του φερώνυμου Ινστιτούτου, εμφανίζεται
σαν ένα είδος «στίγματος», από ανθρώπους που προφανέστατα δεν έχουν ανοίξει την
εντυπωσιακά ευρύχωρη, και όχι μόνο για την εποχή της, Γραμματική Τριανταφυλλίδη,
και μιλούν για «μαλλιαρισμό» ή «κατασκευασμένη δημοτική». Έμεινε έτσι στο
περιθώριο ένα αξιόπιστο, αυτήν τη φορά, εργαλείο, που επιπλέον δεν κατάφερε να
ανανεωθεί, έπειτα από την πρώτη έκδοσή του.
Από την άποψη αυτή έχει ιδιαίτερη
σημασία η έκδοση του ΛΕΧ, που με το κύρος της Ακαδημίας, ενός κατά παράδοση
συντηρητικού θεσμού, έρχεται καταρχήν να θεραπεύσει την ορθογραφική αταξία που
προκλήθηκε με το ΛΕΜΠ. Ακόμα σημαντικότερο είναι ότι το ΛΕΧ, στους αντίποδες
του άκρως ρυθμιστικού ΛΕΜΠ, προχωρεί και εκεί που δεν τόλμησε λ.χ. το ΛΙΤΡ, και
ενσωματώνει, όπως έγραφα και την περασμένη φορά, πολλά κοινόχρηστα «λάθη»,
δίνοντας διπλή ορθογραφία (και προκρίνοντας προφανώς την πρώτη): ακριτομυθία & ακριτομύθια, εφήβαιο & εφηβαίο, δικλείδα & δικλίδα, καθίκι & καθοίκι, συγγνώμη & συγνώμη. Ανάλογα, διπλή
γραφή δίνει και για αμφιλεγόμενες περιπτώσεις, ή άλλες, που δεν έχουν
οριστικοποιηθεί στη χρήση: ενόψει &
εν όψει, εξάλλου & (σπάν.) εξ
άλλου,[2]
επιτόπου & (λόγ.) επί τόπου, κατεξοχήν & κατ’ εξοχήν, καταρχάς (λόγ.) & (λογιότ.) κατ’ αρχάς, καταρχήν & (λόγ.) κατ' αρχήν,[3] κτίριο & κτήριο, παραπανίσιος & παραπανήσιος, χειρούργος & (επίσ.) χειρουργός
κτλ.
Αυτή και μόνο η αρχή συνιστά μείζονα
αρετή του ΛΕΧ, όσο κι αν μπορεί κανείς να μη συμμερίζεται ορισμένες ιεραρχήσεις,
όπως: καινούργιος & καινούριος, μελαμψός & μελαψός (ΛΕΜΠ μελαμψός, ΛΙΤΡ μελαψός & μελαμψός), εν
τέλει & εντέλει (που χρειάζεται πάντως ξεχωριστό λήμμα, κι όχι
ενσωμάτωση στο λ. τέλος), α λα & αλά [αλά γαλλικά κ.ο.κ.] (ΛΙΤΡ
αλά, ενώ το ΛΕΜΠ έχει δύο ξεχωριστά
λήμματα, με το ίδιο ερμήνευμα: αλά,
και αποκάτω: α λα, επειδή το ένα
είναι απ’ το ιταλικό alla και το άλλο
απ’ το γαλλικό à la!), ενώ στο καταπώς & κατά πως η γραφή με δύο
λέξεις μοιάζει υποχώρηση στην καθαριστική τάση της εποχής, που φτάνει να
χωρίζει λέξεις που ήταν πάντοτε μία, όπως το διό και το εξαπίνης, ακόμα
και το κατεπείγον («κατ’ επείγον»!) ή
το κατόπιν («κατ’ όπιν»!).[4]
Σ’ αυτό πάντα το πλαίσιο, και μ’
όλη μου την προσωπική αλλεργία, βρίσκω χρήσιμη την ιδέα να σημειώνεται σε παρένθεση
η γραφή σε πολυτονικό, με την ένσταση ότι, αφού πρόκειται για λεξικό της
νεοελληνικής, θα έπρεπε να ακολουθείται το πολυτονικό που γραφόταν ήδη από
Τριανταφυλλίδη ώς πρόσφατα, με οξεία δηλαδή ο μύθος, η γλώσσα, το κύμα κτλ., και όχι με περισπωμένη.
Ξεμάκρυνα όμως με τα σχολαστικά,
απ’ τη σκοπιά ενός επαγγελματία χρήστη απλώς, σχολαστικά που τελειωμό δεν έχουν.
Ας μείνω στον χαιρετισμό ενός λεξικού
που είναι εκ των πραγμάτων το πιο ενημερωμένο, διαθέτει, όπως ξανάγραφα, το πλουσιότερο
λημματολόγιο (75.000 λήμματα· ΛΕΜΠ 65.000· ΛΙΤΡ 50.000), και εμφανίζεται απροσδόκητα
τολμηρό και στη λημματολόγηση, π.χ. με τους νεολογισμούς που καταγράφει,[5]
και ιδιαίτερα στην ενσωμάτωση κοινόχρηστων τύπων και αποκλίσεων, κατά τα
διδάγματα της πιο σύγχρονης επιστήμης. Ένα λεξικό απ’ το οποίο ελπίζουμε πολλά.
[1]
«Ένα λεξικό που χρειάστηκε δύο εκδόσεις για να ανακαλύψει την κίσσα και
τον ευμεγέθη ενώ είχε λήμματα υπεκκαίω και σαμπόδρομος, ή
έδινε, όπως είπαμε, για υποκοριστικά τού Κυριάκου την Κούλα και την Κίτσα,
δύσκολα πείθει πως μπορεί να βελτιωθεί ουσιαστικά» έγραφα πριν από δέκα περίπου
χρόνια (Τα Νέα 17.2.2007)· έπειτα από
άλλα τόσα, μ’ όλες τις βελτιώσεις απ’ τη μια, αλλά και τις παλινωδίες απ’ την
άλλη (βλ. αμέσως παρακάτω), παραμένει κανείς τουλάχιστον επιφυλακτικός.
[2] Ενώ έχει με μία λέξη όσα έχουν ήδη μακρά και σχεδόν αδιατάρακτη πορεία, όπως εξαιτίας, εξαρχής, εξίσου, επιπλέον κτλ.
[3] Θεωρώ πως το καταρχάς και το καταρχήν θα έπρεπε να αναπτύσσονται σαν αυτόνομα λήμματα, και όχι μέσα στο λ. αρχή.
[4] Από πολύ παλιά το καταπώς γραφόταν με μία λέξη: έτσι το έχει ήδη το Μεγάλο του Δημητράκου (1950), ο Γεραλής (1965), που ακολουθεί ρητά τη Μεγάλη Γραμματική του Τριανταφυλλίδη, ο Βοσταντζόγλου στο Ορθογραφικό του (1967· ενώ με δύο στο Αντιλεξικό του, 1962) και ο Κριαράς (1995). Με μία, καταπώς, το έχει και το ΛΕΜΠ (αλλά, χωρίς καμία σύνδεση, συσχετισμό ή παραπομπή, και με δύο, στο λ. κατά, με παράδειγμα, τη μία φορά: καταπώς τα λες, έχεις δίκιο, και την άλλη: κατά πώς λες, δεν πρέπει να ανησυχούμε!), ενώ όλως παραδόξως το ΛΙΤΡ, σε αντίθεση με τη δική του παράδοση, το έχει με δύο λέξεις, και όχι σαν αυτόνομο λήμμα, αλλά ενταγμένο στο λ. κατά. Θεωρώ όμως εντελώς απίθανο, με όσα σημείωσα ήδη, να ακολουθούν το ΛΙΤΡ οι (πάρα) πολλοί που το γράφουν τελευταία με δύο λέξεις, εξωθώντας έτσι το ΛΕΧ να θεωρήσει και αυτή την περίπτωση αμφιλεγόμενη, ή ότι δεν έχει πάντως κριθεί.
[5] Για τα νεότερα ή λιγότερο οικεία απροσάρμοστα, όπως μπλουτούθ, ντεμαράζ, χάρντμπορντ, ρινγκτόουν, χαντς φρι, ντιούτι φρι, σόφτγουερ, χάρντγουερ (στα τρία τελευταία έχει προφανώς διαφύγει η προέλευση, όπως μπαίνει σε όλα τα άλλα, με την ξενική γραφή τους) κτλ., ίσως ήταν σκόπιμο να υπάρχει στο τέλος ένας κατάλογος που να τα δίνει στη γλώσσα τους, με παραπομπή στο κυρίως σώμα του λεξικού, π.χ. Bluetooth, βλ. μπλουτούθ κ.ο.κ., στο πρότυπο ακριβώς του πολύ χρήσιμου καταλόγου με «Λατινικές φράσεις και ξένα ακρωνύμια», όπου βρίσκουμε λόγου χάρη λήμμα: a priori, βλ. απριόρι κ.ά.