29/11/20

Από τρωκτικά και κατσαρίδες, άλλο τίποτα

(Εφημερίδα των συντακτών 28 Νοεμ. 2020)

  


* Τα τρωκτικά και οι κατσαρίδες που εξέμεσε, που έβγαλε δηλαδή από μέσα της, η κ. Αλεξία Έβερτ προς τους κομμουνιστές και, είμαι σίγουρος, τους εν γένει αριστερούς, επισκίασαν τη βαθυνούστατη ρήση της δημοσιογράφου των Νέων Πέπης Ραγκούση, που κάτω απ’ την ανάρτησή της έβγαλε τ’ άντερά της η κ. Έβερτ.

Έγραφε λοιπόν η κ. Ραγκούση στο φέισμπουκ, πάνω από φωτογραφία της διαδήλωσης του ΠΑΜΕ: «Τριάντα χρόνια εκτός πραγματικότητας, τώρα και εκτός κοινωνίας»!

Και θυμήθηκα ανάλογο σχόλιο του άνευ χαρακτηρισμών Γιάννη Πρετεντέρη, ο οποίος δυσφορούσε με διάφορες εκδηλώσεις (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ κ.ά.) τον Αύγουστο στον Γράμμο: «Πολύς Γράμμος έπεσε καλοκαιριάτικα» ξίνιζε (Νέα 27/8), όταν μάλιστα στον Γράμμο «νίκησε όλη η Ελλάδα πλην κομμουνιστών». Και εξηγούσε:

«Καταλαβαίνω γιατί οι νικητές τιμούν την επιτυχία τους. Για ποιον λόγο όμως οι ηττημένοι μαζοχίζονται να δοξάζουν μια ήττα που τους εξαφάνισε για εξήντα χρόνια από τον πολιτικό χάρτη;»

Τριάντα, κατά την κ. Ραγκούση, εξήντα, κατά τον κ. Πρετεντέρη, ας τα βρούνε, οι συνάδελφοι και προπάντων Νικητές, Συν-νικητές.

Εγώ όμως, που πίστευα ο αφελής ότι, εξήντα τόσα χρόνια τώρα, αν και νικημένος, τρομοκρατούσα ιδεολογικά, μείωνα δηλαδή, ευτέλιζα, καταπτοούσα (νικούσα εντέλει), τους περήφανους Νικητές; Εξού και με ξορκίζαν λυσσαλέα ολημερίς άλλοι, στρατιά ξανά, Συν-νικητές, Αδώνηδες και Βορίδηδες και Μπογδαναίοι και Μητσοτακαίοι, αναθεματίζοντας την «ιδεολογική τρομοκρατία της Αριστεράς»;

Ας αποφασίσουν επιτέλους.

 

* Ο καλύτερος φίλος του Άδωνη. Ο κορονοϊός. Που τον περιορίζει σε ζωντανή σύνδεση απ’ το σπίτι ή απ’ το γραφείο του. Γλιτώνει έτσι τη χειροδικία από παρακαθήμενους στο πάνελ, τους οποίους καταξεφτιλίζει, με τα λόγια και με τον τρόπο του ιδίως, γαβγίζοντας πια κανονικά, Παπαδόπουλος σωστός. Και πάντα απτόητος και αχαλίνωτος, ασυμμάζευτος.

Ναι, ώς τώρα τσίριζε: το ’βρισκε στιλ, θεαματικό, που του αύξανε τα νούμερα και προπάντων δεν άφηνε τον άλλον να μιλήσει. Τώρα γαβγίζει. Και αλήθεια, όσο παλιά κι αν ψάξω, δεν μπορώ να φέρω στον νου μου άλλον πολιτικό ή δημόσιο πρόσωπο που να ασκούσε ή να ασκεί τέτοια λεκτική βία.

Τελευταίο κρούσμα, ώς τη στιγμή που γράφω, το εκρηκτικό σόου με τους πανηγυρισμούς για τους 12 φορές λιγότερους νεκρούς που έχουμε σε σχέση με το Βέλγιο. Όχι, ούτε ο κυνισμός, ούτε ο αμοραλισμός, ούτε η αμετροέπεια, η ιταμότητα, ο καιροσκοπισμός, ο τυχοδιωκτισμός, ούτε τα καθαρά ψεύδη, ούτε οι θρασύτατες κωλοτούμπες, ούτε η γελοιότητα, ούτε… ούτε… ούτε… έχει νόημα να μας απασχολούν.  Αυτός είναι, έτσι θέλει να είναι. Και έτσι τον θέλουν κι άλλοι να είναι.

Όμως η βία, η συνεχής λεκτική βία, αυτή ναι, αυτή οφείλει να μας απασχολήσει πλέον σοβαρά. Η βία προς τον συνομιλητή του, συνάδελφό του πολιτικό, και ακόμα χειρότερα: δημοσιογράφο –καθότι ανώτερος στην κοινωνική ιεραρχία ο ίδιος. Βία λέω απροσμέτρητη προς τον συνομιλητή του, αλλά μαζί και προς το κοινό! Εσάς, εμένα, τον καθένα μας!

Και αναρωτιέμαι, αν απαντούσε κάποιος στη βία του με τη δική του βία, ποιος θα έφταιγε, ποιος θα τον είχε τάχα στοχοποιήσει, κατά το τρισανόητο σχήμα, αν όχι μόνος του, ο ίδιος; Δεν θα ’ταν αυτοάμυνα; ειλικρινά ρωτάω, ειλικρινέστατα.

 

* Γλωσσαμύντωρ και η «Εποχή»; Ένα εξαιρετικό άρθρο από τη γνωστή νομικό και ακτιβίστρια για τα ανθρώπινα δικαιώματα Κλειώ Παπαπαντολέων πρόβαλλε η Εποχή της 15/11 στην πρώτη της σελίδα, ανάμεσα σε άλλα θέματα. Ο τίτλος, προσοχή, στην πρώτη σελίδα είναι: «Η θέαση της προσφυγιάς ως επικίνδυνου σπορ», και αποκάτω: «της Κλειούς Παπαπαντολέων».

Και καλά το Παπαπαντολέων, που το θέλει άκλιτο και η ίδια, όπως το ομοιοκατάληκτο επίθετό της η Λίνα Πανταλέων, ή ο Μάνος Κοντολέων, γενική: «του Κοντολέων».

Αλλά το αρχαιόπληκτο «Κλειούς», ενώ η ίδια γράφει πάντοτε «Κλειώς», όπως απάντησε σε σχετική ερώτηση; Έμπνευση λοιπόν της εφημερίδας. Που επίσης στην πρώτη σελίδα μετέτρεψε το «σαν» σε «ως»: «σαν επικίνδυνου σπορ» διαβάζουμε στον επίσημο ιστότοπο της εφημερίδας και όπου αλλού αναπαράγεται το άρθρο (left.gr π.χ.).

«Έμπνευση» είπα, ουσιαστικά ανεπίτρεπτη επέμβαση. Να αλλάζεις δηλαδή τη γλώσσα του άλλου, το ίδιο του το όνομα, για να το φέρεις στα μέτρα της δικής σου αρχαιοπληξίας ή της όποιας λογιοτατίστικης μόδας.

Γιατί μετράει μερικές δεκαετίες πια αυτή η μόδα, η αναστύλωση της γενικής σε -ούς, όταν εμείς οι ίδιοι, αμέσως πριν, προφέραμε την εξομαλισμένη (από τον 4ο-5ο αιώνα μ.Χ., μας διαβεβαιώνει ο Γ. Ν. Χατζιδάκις) γενική σε -ώς: της Κλειώς, της Θεανώς, και φυσικά της Γωγώς και της Ζωζώς. Που ευπρεπίστηκαν κι αυτά σαν «Γωγούς» και «Ζωζούς»!

Σίγουρα δεν ξεχνάμε πως η γλώσσα αλλάζει κατά τα γούστα της, για την ακρίβεια: κατά τα γούστα της γλωσσικής κοινότητας. Και πως ο λόγος για τη γλώσσα, όπως επέμενε ο σοφός Τάσος Χριστίδης, είναι λόγος για την κοινωνία.

Τη βλέπουμε όμως τότε την αβάσταχτη κάποιες φορές γελοιότητά μας στον καθρέφτη της γλώσσας;

 

 

buzz it!