Η διπλή αθλιότητα του Χρήστου Γιανναρά
(Εφημερίδα των συντακτών 19 Δεκ. 2020)
* «…τους τελευταίους μήνες [σ.σ. με τον κορονοϊό], η κρατική στην Ελλάδα τηλεόραση μεταδίδει την εκκλησιαστική λατρεία χωρίς λατρεύουσα εκκλησία, μόνο με μιαν άσχετη, σχεδόν κωμική φιγούρα χειρονόμου ορχηστή στην οθόνη, να παλεύει, με γκριμάτσες και νοήματα, να κάνει κατανοητά τα δρώμενα και λεγόμενα, σε κωφάλαλους.
»“Υψιστε Θεέ”, που θα ’λεγε ο Παπαδιαμάντης, έχουμε στη χώρα μας πάνω από εκατό μιτροφόρους (με αυτοκρατορικό διάδημα) επισκόπους, που μισθοδοτούνται από το κράτος και λαμπροφορούν για να “εξυπηρετούνται οι θρησκευτικές ανάγκες του λαού”! Δεν βρέθηκε ούτε ένας να διαμαρτυρηθεί ή να καγχάσει γι’ αυτή την κωμική παντομίμα, το ανθρωπάκι με τις γκριμάτσες και τα νοήματα, που θέλει να κάνει “κατανοητή” την ιλιγγιώδη ποίηση της εκκλησιαστικής λατρείας; Σκεφθείτε έναν ανάλογο χειρονόμο, που θα “ερμήνευε” στην τηλεοπτική οθόνη την τέλεση μιας αρχαίας τραγωδίας ή την απαγγελία υψηλής ποίησης…»
Ώστε «άσχετη, σχεδόν κωμική φιγούρα», «να καγχάσει», «κωμική παντομίμα», «το ανθρωπάκι με τις γκριμάτσες και τα νοήματα», οι λέξεις που ειρωνεύονται και χλευάζουν (α) την Ελληνική Νοηματική Γλώσσα, που έχει και επίσημα αναγνωριστεί σαν ισότιμη με την ελληνική γλώσσα, (β) τον επαγγελματία διερμηνέα της, (γ) μια σωστή επιτέλους πρωτοβουλία της Εκκλησίας, και (δ) προπάντων, έμμεσα αλλά βάναυσα, την κοινότητα των κωφών!
Αυτά από τον θεολόγο και παραταύτα καθηγητή φιλοσοφίας Χρήστο Γιανναρά (Καθημερινή 29/11· αν έψαξα σωστά, το άρθρο δεν υπάρχει πια στην ιστοσελίδα της εφημερίδας!). Δεν θα σταθώ στο θεολόγος, λες και πρέπει να είσαι ειδικής κατηγορίας και κατάρτισης άνθρωπος για να κατανοείς τις ανάγκες συνανθρώπων σου, ούτε στο πανεπιστημιακός δάσκαλος και το περιλάλητο ακαδημαϊκό ήθος. Αρκεί το εν γένει ύφος, το ύφος νέτα σκέτα, τουλάχιστον στη δημόσια έκφρασή του.
* Όπου έχουμε κάποιον που έκανε καριέρα σαν Προφήτης (ή μήπως ληξίαρχος;) του θανάτου της χώρας και της γλώσσας, ολοφυρόμενος πως «Finis Graeciae», τρεισήμισι δεκαετίες τώρα, μ’ ένα άρθρο που έδωσε έπειτα τον τίτλο του και σε βιβλίο, και το ’βαλε έπειτα ο καθηγητής και σ’ άλλο βιβλίο, κι έπειτα σ’ άλλο, κι άλλο… «Απέσβετο λάλον ύδωρ» έλεγε, πέθανε η Ελλάδα, πέθανε και η γλώσσα και καθετί ελληνικό, προγράφηκαν έτσι οι οικείες λέξεις από τα πύρινα κείμενά του: μόνο «Ελλαδιστάν» πλέον, «φαιδρό Ελλαδέξ», «θλιβερό ελλαδικό κρατίδιο», «θλιβερό ελληνώνυμο κρατίδιο», «ελληνώνυμο κρατίδιο του βαλκανικού Νότου», οι «Ελληνώνυμοι», το «τρισάθλιο κρατίδιο των Ελληνωνύμων».
Ειδικότερα για τον θάνατο της γλώσσας, διπλή η ταφόπλακα: η «μεταρρύθμιση Ράλλη», που έβγαλε δηλαδή απ’ τα σχολεία τα αρχαία-στο-πρωτότυπο, και η «γκαγκστερική επιβολή του μονοτονικού», που υπήρξε καταστροφή «ολεθριότερη» κι από τη Μικρασιατική. (Γι’ αυτό και ο συνγιανναράς Κώστας Ζουράρις το 2015 χαρακτήρισε τα σχολικά βιβλία του 2006 «τρίτη Μικρασιατική Καταστροφή της γλώσσας»).
* Έχει όμως κι άλλα μαργαριτάρια η περιουσία του κ. Γιανναρά:
«Οι εκκλησίες, σε κάθε γειτονιά των πόλεων και σε κάθε χωριό, είναι το τελευταίο απομεινάρι της εμπειρικής (όχι ιδεολογικής, συναισθηματικής ή φολκλορικής) ελληνικότητας. Δεν πηγαίνουμε στην εκκλησία για να “κατανοήσουμε” νοήματα, ιδεολογικές θέσεις και ηθικές προστακτικές, πηγαίνουμε για να γιορτάσουμε, να μετάσχουμε σε άλλον τρόπο ύπαρξης, και όχι απλώς συμπεριφοράς…»
Ώστε δεν πηγαίνουμε για να «κατανοήσουμε» νοήματα κτλ., άρα πάρτι της εποχής ήταν λόγου χάρη οι τόσες οικουμενικές σύνοδοι, και προφανώς η γνωστή και σήμερα γραφομανία που έδωσε τόνους μελέτες και συγγράμματα με ερμηνείες επί ερμηνειών. Όσο για τη γλώσσα των ευαγγελίων και γενικά των πάσης φύσεως ακολουθιών, δεν το συζητάμε: αυτήν την προσεγγίζουμε με το ντιενέι μας, και μόνο για να δικαιολογήσουν τον μισθό τους οι παπάδες βγάζουν και σχοινοτενή κηρύγματα αποπάνω, ακόμα και τη Μεγάλη Πέμπτη με τα δώδεκα ευαγγέλια.
Έτσι ακριβώς ο κύριος Γιανναράς, που, για τους δικούς του λογαριασμούς με την επίσημη Εκκλησία, δεν δίστασε να πατήσει πάνω σε μια κοινότητα ανθρώπων με αναπηρία, για να ψηλώσει τον μικρότατο εαυτό του.
* Μίλησα όμως στον τίτλο για «διπλή αθλιότητα»: Δύο ολόκληρες βδομάδες από το περίφημο κείμενο, δύο κυριακάτικες επιφυλλίδες, και ενώ δημοσιεύτηκαν διαμαρτυρίες των προσβεβλημένων, ατόμων, φορέων κτλ., και ο Διδάσκαλος του Γένους δεν έγραψε μισή συγνώμη, μισή έστω εξήγηση, πως έστω δεν ήταν στις προθέσεις του και άλλος ήταν ο στόχος ή το θέμα του, ή ό,τι άλλο.
Αλλά άντε να εξηγεί στο πόπολο, να συνερίζεται δηλαδή πλεμπαίους, κι ανάμεσά τους και κουφούς.
Κι είναι χειρότερη αυτή νομίζω η αθλιότητα. Που πάντως δεν μας ξάφνιασε.