7/2/21

Οι Γιατιτώρες, οι αρχαιοπαρμένοι κ.ά.

 (Εφημερίδα των συντακτών 6 Φεβρ. 2021)

* Οι Γιατιτώρες και οι εν αγνοία γειτόνοι. Ιδίως το βδελυρότερο, πιστεύω, είδος, οι Γιατιτώρες, ένα μόλις σκαλί διαφορά από τον θύτη, θύτες πάντως και οι ίδιοι, αφού δικαιώνουν τον αυτουργό θύτη και απαξιώνουν, στην καλύτερη περίπτωση, το θύμα, με υπαινιγμούς ή και ευθείες βολές εναντίον του. Στο ίδιο εντέλει μήκος κύματος με τον προαιώνιο χορό των αθλίων: «τα ήθελε, πήγαινε γυρεύοντας, δείτε τι φορούσε» κ.ο.κ.

Λόγου χάρη εδώ ο Ιάσων Τριανταφυλλίδης (29/1), με το χιλιομασημένο και ακλόνητο, όπως νομίζει, όπως νομίζουν όλοι, «γιατί τώρα», το φαινομενικά αθώο πλην δολιότατο, ένδειξη τάχα ενοχής του θύματος («δεν είναι και τόσο αθώο του αίματος τούτου»!), ενώ δηλώνει «ότι τάσσεται 100% με το μέρος του Κιμούλη», και λυπάται «όλους αυτούς που βγαίνουν καθυστερημένα να υπερασπιστούν τα “αθώα θύματα” του ΓΚ», όχι και τόσο «αθώοι» και αυτοί, που «μάλλον χρόνια περίμεναν την ευκαιρία για να του επιτεθούν».

Και οι ανυποψίαστοι γειτόνοι των δελτίων ειδήσεων, που ούτε άκουγαν ούτε έβλεπαν, κι είχαν λόγου χάρη ακόμα κι έναν δολοφόνο για το καλύτερο παιδί, «που δεν είχε δώσει ποτέ αφορμή», αφού μάλιστα δεν τους είχε σκοτώσει τους ίδιους!

Καλή ώρα ο Κραουνάκης, που επικαλείται πενήντα χρόνια φιλία με τον Κιμούλη, στα οποία δεν θυμάται, ούτε και θ’ άκουσε προφανώς, «ποτέ μα ποτέ περιστατικά βίας ή κακεντρέχειας [!]» με ήρωα τον φίλο του: το λες και ηθική αξία, την προστασία του φίλου σου, αντικειμενικά ωστόσο είναι καθαρή συνενοχή.

Συνενοχή στο να διαιωνίζονται τέτοιες νοοτροπίες και να καταστρέφονται ζωές.

* Αλίμονο, δεν είναι τρισβάρβαρα, όμως συχνά είναι χωλά τα ελληνικά των… Για τους γλωσσαμύντορες ο λόγος και –πάντα μαζί πάνε αυτά– αρχαιολάγνους. Γιατί αυτοί και αυτά μας ενδιαφέρουν κυρίως, και όχι ο μέσος χρήστης, ο περαστικός που τον βγάζουν στο γυαλί κ.ο.κ.

Έτσι, αναφέρθηκα την περασμένη φορά (30/1) στα «χωλά ελληνικά» της διακήρυξης του Δημήτρη Λιγνάδη, καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, για την ίδρυση της Ερευνητικής Σκηνής του και των στόχων της. Η αναφορά μου έγινε εντελώς παρεμπιπτόντως, στο περιθώριο της αναδημοσίευσης ενός κειμένου της θεατρολόγου Ακτίνας Σταθάκη, που αναδείκνυε τη μετατροπή εντέλει του Εθνικού σε κυβερνητικό παραμάγαζο, κυρίως επί των τουριστικών (όλα αυτά, πρέπει να σημειώσω, πριν από τον όποιο άλλο θόρυβο γύρω από τον κ. Λιγνάδη).

Οφείλω να τεκμηριώσω κάπως την αναφορά μου εκείνη, σταχυολογώντας από την εν λόγω Διακήρυξη.

Και πρώτα πρώτα και χωρίς πολλά πολλά, τον βασικό στόχο της Ερευνητικής Σκηνής, να μελετηθούν «τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής (και λατινικής) γραφής»: για γραμματεία πάντοτε μιλούμε κι όχι για γραφή· και ψύλλοι στ’ άχυρα: έτσι άναρθρη η λατινική γραφή μοιάζει να ταυτίζεται με την αρχαία ελληνική!

Από κει και πέρα, έχουμε «το δραματικό έργο στην καθόλου διάστασή του», «τα ωφελήματα που προσφέρει», «το αίτημα για παιδεία είναι ένα αίτημα πάντα ανοικτό προς εκπλήρωση», «το κοινό που επιθυμεί την εκπλήρωση αυτής της αδήριτης εσωτερικής ανάγκης…», «να προσέλθει στην πρόσκληση», «δράσεις με διαλεκτικές ομιλίες».

Επίσης, την «οικοδόμηση […] μιας συνέργειας μεταξύ των θεματικών δράσεων της Ερευνητικής Σκηνής και των αρχαιολογικών τόπων» και την «αεικίνητη διαδικασία της γνωστικής κατάρτισης».

Τέλος, περίπου συγκινητικό, λογοπαίγνια βγαλμένα θαρρείς από διάγγελμα, κείμενο κτλ. του ύπατου άρχοντά μας: «κενός τύπος» - «κοινός τόπος» - «καινός τόπος» (βλ. εδώ, «Μωυσέως Ποιητική» 5/12/20).

* Στα ίδια τότε χωρικά ύδατα, η σύζυγος του υπαρχηγού Σπυρίδωνος-Αδώνιδος, ιδρυτή του Τσαρλατανείου Ελληνική Αγωγή, όπου ήδη υπηρετούνται κατεξοχήν «κείμενα της αρχαίας γραφής», κοινός δηλαδή στόχος με την Ερευνητική Σκηνή του κ. Λιγνάδη.

Η σύζυγος λοιπόν, η διαλάμψασα στην τηλεόραση και ιδιαίτατα στη «Στιγμή της αλήθειας», όπου ρωτούσε τους παίκτες αν είχαν μετρήσει το πουλί τους με μεζούρα, η Ευγενία Μανωλίδου, γατούλα στη φωνή και στο νάζι, το ίδιο αδίστακτη όμως με τον Μπουμπούκο της, όπως τον έλεγε, μεταλλάχτηκε σε ιέρεια των αρχαίων, και κάθε τόσο μας χαρίζει ευφρόσυνες στιγμές.

Έχουμε ήδη γευτεί μερικές, το καλεί όμως πάλι η περίσταση, συνειρμικά με τα παραπάνω. Τη φορά αυτή, μαζί με μετάφραση:

«Χαίρετε, φίλτατοι, χαίρετε ω φίλες και φίλοι! Πώς έχετε σήμερον; Καλώς; Κρυόεσσα μεν η ημέρα, κρύο κάνει, ε; το κέαρ δε έχομεν θερμόν, η καρδιά μας όμως είναι ζεστή, πάντα, ε;»

Στον ίδιο ιδεολογικό χώρο, η Ερευνητική Σχολή θα μπορούσε να αξιοποιήσει το ήδη πλούσιο έργο της Ελληνικής Αγωγής. Μια «συνέργεια», ένας γάμος μακάρι, που θα εμπλουτίσει την «αεικίνητη διαδικασία της γνωστικής κατάρτισης». Αμήν.

buzz it!