12/6/10

Δεκέμβρης 2008 – Μαρφίν 2010

Τα Νέα, 12 Ιουνίου 2010 [η επιφυλλίδα αυτή βασίζεται ώς έναν μεγάλο βαθμό
στην εισήγηση στο Πάντειο]






Και στην τραγωδία της Μαρφίν απουσίασε η πολιτικοϊδεολογική προσέγγιση του φαινομένου της βίας


Τι κοινό έχουμε στις ταραχές που ξέσπασαν τον Δεκέμβρη του 2008, έπειτα από τη δολοφονία του 15χρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου, και στις πρόσφατες μολότοφ στο υποκατάστημα της Μαρφίν, όπου χάθηκαν τρεις ζωές;

Προφανώς την ανεξέλεγκτη βία, που μόνο από συμπτωματικούς λόγους δεν έδωσε νεκρούς τον προπέρσινο Δεκέμβρη, με τις εκτεταμένες καταστροφές στο κέντρο της Αθήνας, ή που από συμπτωματικούς πάλι λόγους έδωσε φέτος τρεις νεκρούς, και όχι περισσότερους (ή και κανέναν, εννοείται), με τα πολύ περιορισμένα επεισόδια αλλά με τον μοιραίο εμπρησμό μιας τράπεζας.

διαβάστε τη συνέχεια...

Κοινό στοιχείο λοιπόν η βία. Και, το κρισιμότερο τώρα, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίσαμε και αντιμετωπίζουμε εμείς αυτήν τη βία:

Είμαστε ήδη αρκετά εξοικειωμένοι με τη βία στα γήπεδα, παλιοί μας γνώριμοι και οι χούλιγκαν, εύκολα ξεμπερδεύουμε με μερικά κοσμητικά επίθετα: «ανεγκέφαλοι» κτλ., και με την επίρριψη των ευθυνών στις διοικήσεις των ΠΑΕ που θωπεύουν τους θερμόαιμους οργανωμένους και εκτρέφουν, μαζί με μια μερίδα του αθλητικού κυρίως τύπου, τον οπαδισμό.

Όμως, το ίδιο αυτό βολικό σχήμα θελήσαμε να το μεταφέρουμε και στην ερμηνεία της πολιτικής βίας, ή πάντως της βίας σε πολιτικές εκδηλώσεις και με –δηλωμένα τουλάχιστον– πολιτικά κίνητρα και προθέσεις: «χουλιγκανοαριστεριστές» έγιναν τώρα οι βιαιοπραγούντες διαδηλωτές, βάλαμε την ταμπέλα και ησυχάσαμε, όταν δεν επιδοθήκαμε στην προσφιλή μας προβοκατορολογία, μικροθυγατέρα της προσφιλέστερής μας και περί παντός συνωμοσιολογίας.

Έστω, «χουλιγκανοαριστεριστές» λοιπόν, ή «στόκοι» και «καθάρματα», σύμφωνα με κορυφαίο δημοσιογράφο, και οπωσδήποτε «εγκληματίες», όπως δεν θα διαφωνούσε, φαντάζομαι, κανένας. Το θέμα είναι ότι λείπει η ερμηνεία του φαινομένου της βίας, που μόνο αυτή θα μπορούσε να βοηθήσει στην αντιμετώπιση του φαινομένου της βίας· λείπει η προσέγγιση του φαινομένου με όρους αυστηρά πολιτικούς και ιδεολογικούς –και αφήνω για το τέλος τη σκέψη ότι αυτή η απουσία πολιτικοϊδεολογικής αντιπαράθεσης, όταν αντικαθίσταται ή υπεραναπληρώνεται από ηθικό στιγματισμό, μπορεί να συμβάλλει από μιαν άποψη στην αναπαραγωγή, στην ανακύκλωση της βίας: Μοιάζει παρακινδυνευμένη, για την ώρα, η σκέψη αυτή· ας μείνουμε λοιπόν στην περιγραφή, στην καταγραφή των δεδομένων μας.

Με αφορμή την ηθική απαξίωση («στόκοι που μισούν τις τράπεζες», «καθάρματα» κτλ.) που υποκατέστησε και αυτήν τη φορά τον πολιτικό λόγο την επομένη της τραγωδίας στη Μαρφίν, αξίζει να ανατρέξουμε στον ηθοπλαστικό λόγο για τον Δεκέμβρη, ο οποίος, σαν λόγος εξουσίας, που εκπορεύεται από διακεκριμένα κέντρα εξουσίας, όσο κι αν εμφανίζεται μη πολιτικός, σίγουρα ασκεί πολιτική, έχει πολιτική στόχευση και πολιτικές προθέσεις.

Σημαντική λεπτομέρεια: το ηθικό λιντσάρισμα στο οποίο επιδίδονται εφημερίδες και τηλεεισαγγελείς και το οποίο τείνει να αποτελέσει κανόνα απέναντι σε πολιτικά, οσοδήποτε καταδικαστέα, πάντως πολιτικά φαινόμενα, ή ακριβέστερα πολιτικής αφετηρίας φαινόμενα, αποκτά ιδιαίτερη σημασία αν σκεφτεί κανείς τις μάχες που έχουν δοθεί για να ξεφύγουμε από τη βαρβαρότητα των πρωτοσέλιδων με τα τεμαχισμένα πτώματα, από τους χαρακτηρισμούς «ανθρωπόμορφο κτήνος», «τέρας», «αιμοσταγής δολοφόνος», και ενώ
από την άλλη φτάσαμε στη φετιχιστική χρήση τού «φερόμενος ως δράστης» κτλ.

Σταχυολογώ λοιπόν, και αποκλειστικά από προοδευτικά έως αριστερά έντυπα και γραφίδες:

αμφισβητίες του γλυκού νερού· ανερμάτιστη νεολαία· απολίτιστοι· απόστολοι του μηδενισμού, του φθόνου και της μνησικακίας· αρλούμπες· επαναστάτες τού φραπέ· «επαναστατική» εκσπερμάτωση· επικολυρικό παραλήρημα· καθάρματα· καθυστερημένοι· καλομαθημένοι χαβαλέδες· κουρσάρικα φερσίματα· μαγαρίζω· μηδενιστικός χουλιγκανικός λόγος· νταλκάς περισπούδαστος / προοδευτικός· ξεκαπίστρωτοι νεαροί· ορδή· ουγκ· παθολογικά άτομα· σαχλαμάρα· μεταχουντικά σεκλέτια· στόκοι· Ταλιμπάν· υποκοσμικό γλωσσικό ιδίωμα κ.ά.

Οπωσδήποτε υπάρχουν διάφορα, διακριτά επίπεδα, διαβαθμίσεις, αλλά ο κοινός άξονας, αυτό που διατρέχει όλες αυτές τις λέξεις είναι ένας πολύ ειδικός στιγματισμός, μια απαξίωση συχνά ηθικής τάξεως.

Κατά κανόνα έχουμε μια αφ’ υψηλού, από καθέδρας διάγνωση, με αξιώσεις ψυχογραφήματος: τα «παθολογικά» άτομα που «θέλουν να ξεσπάσουν το οιδιπόδειό τους στην κοινωνία», οι «ενοχικοί μεσήλικοι» με το «επικολυρικό παραλήρημα του προοδευτικού νταλκά τους», «ο κυρίαρχος δημόσιος λόγος των πνευματικών ανθρώπων [που] είναι [...] ένας σοβαροφανής και περισπούδαστος νταλκάς ανθρώπων που αισθάνονται σε γενικές γραμμές καταπιεσμένοι και σε ακόμη γενικότερες εξεγερμένοι…»

Και μια ψυχοκοινωνιολογίζουσα ειρωνεία, χλεύη, και πάντα απαξίωση: «επαναστάτες του φραπέ», «καλομαθημένοι χαβαλέδες» –και με κοινωνικό στιγματισμό δηλαδή, με έμμεση αναφορά στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα απ’ τα οποία, υποτίθεται, προέρχονταν οι ταραξίες: δηλαδή τα βόρεια προάστια, όπως ειπώθηκε ρητά άλλες φορές, «κατηγορία» που ανατρέπει, υποτίθεται, αυτομάτως το χαρακτηρισμό της «εξέγερσης»: προσέξτε, λέει, η λογική αυτή, έχουμε να κάνουμε με «αστόπαιδα», που «βάζουν φωτιά στους σκουπιδοτενεκέδες της υπερκατανάλωσης έχοντας στην κωλότσεπή τους τρεις καταναλωτικές κάρτες». Το μήνυμα κραυγάζει: τι σχέση έχουν τα μαμόθρεφτα με εξεγέρσεις· μόνο της γης οι κολασμένοι εξεγείρονται, και κολασμένοι της γης είναι μόνο οι εργάτες, αγρότες κτλ., οι προλετάριοι του περασμένου αιώνα –και της περασμένης πολιτικής σκέψης και εργαλειοποίησης, θα πρόσθετα εγώ.

Με αποκορύφωμα χαρακτηρισμούς όπως «οι ουγκ», οι «αρλούμπες», οι «στόκοι» κ.ά., έναν ευθέως απαξιωτικό λόγο, που καμία σχέση δεν έχει με πολιτική ορολογία, που αυτόματα, και βίαια, θα πρόσθετα, απολιτικοποιεί, θέλει να απολιτικοποιήσει τα φαινόμενα και τα υποκείμενα στα οποία αναφέρεται.

Θα συνεχίσω.

buzz it!