Ένα μνημόσυνο και δύο ανέκδοτα
(Εφημερίδα των συντακτών 3 Ιουλ. 2021)
* Δώρα Κουλμανδά-Καλλιπολίτη. Σύντομος και καθυστερημένος αποχαιρετισμός στη Δώρα Κουλμανδά, τη Δώρα με το εγκάρδιο αλλά μαζί και ελαφρά συγκρατημένο χαμόγελο (βασανισμένο μου φαινόταν τότε) και το σπιρτόζο και διεισδυτικό βλέμμα, που σε μετρούσε και σε ζύγιζε, μάλλον ενστικτωδώς παρά από πρόθεση, από άμυνα, από σθεναρή αντίσταση –κι ας ήταν δεύτερη φύση της τότε.
Γιατί το «τότε» ήταν αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας, έναν μόλις χρόνο από την αποφυλάκισή της (με τη γενική αμνηστία του ’73), όταν η μικροκαμωμένη Δώρα κουβαλούσε ήδη ολόκληρη περιουσία αγώνων και διώξεων –αγώνων που δεν τους εγκατέλειψε άλλωστε ποτέ, πάντα από τις γραμμές της ανανεωτικής Αριστεράς.
Για λίγο μόνο βρεθήκαμε κοντά με τη Δώρα, σε μέρες πάλι, αν και αλλιώς, σημαδιακές, Αύγουστο του 1974, όταν αποφασίστηκε να συσταθεί στην ΕΡΤ, τότε ΕΙΡ, τμήμα διορθωτών-ανασυντακτών, με έργο τη μεταγραφή του δελτίου ειδήσεων από την καθαρεύουσα στη δημοτική –απόφαση ιστορική, όπως και να το κάνουμε.
Πρώτη η φίλη Ρηνιώ Μίσσιου με τη στενή της φίλη τη Δώρα, που τότε τη γνώρισα εγώ, τρίτος της παρέας, και ακολούθησαν, αν δεν γελιέμαι στη σειρά, ο Βασίλης Αγγελικόπουλος, ο Λαοκράτης Βάσης, ο Πέτρος Ευθυμίου, η Τζένη Μαστοράκη, τότε ήρθε προϊστάμενος του τμήματος ο σοφός Νάσος Δετζώρτζης, και τελευταία η Πόπη Βουτσινά, η «μικρή Αντιγόνη» κατά τον Μαρωνίτη, που έφυγε πρώτη πρώτη βιαστικά απ’ τη ζωή.
«Ήρθαν τα κουμμούνια να μας μάθουν γράμματα», μουρμούριζαν διάφοροι έτσι ώστε να τ’ ακούμε κιόλας, στους διαδρόμους άλλος μισάνοιγε με τρόπο το σακάκι του για να φανεί το όπλο, αλλά και γενικότερα ήταν λυσσαλέα η αντίδραση (κανονικό σαμποτάζ κάποιες φορές) από ξεβολεμένους δημοσιογράφους, που ένιωθαν μειωμένοι επειδή κάποιοι νεοφερμένοι τολμούσαν να τους διορθώσουν. Δύσκολη εποχή, δύσκολες οι συνθήκες, δεν έλειψαν στιγμή οι συγκρούσεις. Αυτά όμως και μας έδεναν σφιχτά εμάς και χτίσαμε γερές φιλίες.
Με τις πρώτες εκλογές, με την πρώτη κυβερνητική παρέμβαση που καθαίρεσε τη φωτισμένη (και ήδη επιτυχημένη) διοίκηση Δημήτρη Χορν και Παύλου Μπακογιάννη, διορίζοντας στη θέση τους τον Άγγελο Βλάχο, παραιτήθηκαν διάφοροι προϊστάμενοι τμημάτων, μαζί και ο δικός μας, και μαζί του πολλοί από μας. Έμειναν κάποιοι ευτυχώς, ανάμεσά τους και η Δώρα, να προασπίσουν το έργο της ομάδας απέναντι στον οδοστρωτήρα της αδαημοσύνης, τη νέα προϊσταμένη που διόρισε ο Α. Βλάχος, τη γνωστή σήμερα σαν Εκπρόσωπο Τάφου και Παρα-Μενδώνη Άννα Παναγιωταρέα. Που σε σχετική ερώτηση γνωμάτευσε πως «λέμε “τους καθηγητάς”, όταν είναι του πανεπιστημίου, και “τους καθηγητές”, όταν είναι του γυμνασίου»!
Αυτά, σαν τα ανέκδοτα που λέμε από κάποια στιγμή και έπειτα σε κηδείες και σε μνημόσυνα, κι ας μην καλύπτουν πόνο και κενό… Στο καλό, Δώρα.
* Κι άλλο ένα ανέκδοτο, σε στιγμές ιλαρές τώρα: Δημήτρης Δημητριάδης ξανά μανά. Και, ναι, να τους βοηθάμε τους τοξικοεξαρτημένους της δημοσιότητας, να τους προβάλλουμε –μπορεί να γαληνέψουν λίγο, να ησυχάσουμε κι εμείς.
Δωρεάν διαφήμιση λοιπόν στον συγγραφέα γκουρού, που ξέρει πολύ καλά πως, ακόμα και η αρνητική κριτική, πάλι διαφήμιση είναι. Και γράφει, γράφει ακατάσχετα τα τελευταία χρόνια, κείμενα ψυχαναλυτικού κυρίως ενδιαφέροντος, όχι για τον θεμιτότατο, βεβαίως, αντισυριζαϊσμό τους, ούτε για τον καθαρά φασίζοντα χαρακτήρα τους, αλλά για μια δομική, θα έλεγα, συστατική υστερία, όπου ο σεληνιαζόμενος προφητάναξ βγάζει άναρθρες σχεδόν κραυγές, «πάτους» μάς λέει, «βδελύγματα» κ.ά., στα όρια του κωμικού εντέλει.
Είδαν κι απόειδαν ακόμα και οι αντισυριζαϊκές εφημερίδες και τα έντυπα που τον φιλοξενούσαν, του έκλεισαν προφανώς την πόρτα, και βρήκε στοργική αγκαλιά στην iefimerida –στοίχημα όσο θέλετε πως σύντομα θα τον δούμε σε πρωτοσέλιδο μπαλκόνι στο Μακελειό.
Έπειτα από τους πάτους και τα βδελύγματα, είπε να σοβαρέψει τώρα και να συντρίψει τον ΣΥΡΙΖΑ, αποδομώντας την άγλωσση γλώσσα του. Ο τίτλος του δημοσιεύματος: «Ο συγγραφέας Δημήτρης Δημητριάδης απορεί με τους διανοούμενους που υπομένουν το “συνονθύλευμα άγνοιας και αμάθειας” του ΣΥΡΙΖΑ» (iefimerida 15/6).
Δεν πρόκειται να σχολιάσω –αρκεί η διαφήμιση. Αντιγράφω απλώς τρεις φράσεις, που δίνουν όμως το στίγμα της «κριτικής» του Δ.Δ.:
«πρόκειται για ανθρώπους σε τέτοιο σημείο ελλιπείς σε ποιότητα και καλλιέργεια…»·
«την δόλια φθορά των λέξεων από την κατά κράτος κακομεταχείρισή τους εκ μέρους των στελεχών τού ΣΥΡΙΖΑ»·
«δεν αναφέρω τις λέξεις και τίς φράσεις που χρησιμοποιούν όχι μόνο γιατί είναι πασίγνωστες αλλά κυρίως για να μην σπιλωθεί με την παράθεσή τους το κείμενό μου» –και τώρα σκέφτομαι πως ίσως σπιλώνω εγώ με τη σειρά μου τον αποχαιρετισμό στη Δώρα…
Και λέω πως νά ένας τρόπος προσέγγισης των γραπτών του Δ.Δ., γιατί για τις απόψεις του ούτε λόγος. Θα μπορούσε δηλαδή να ασχοληθεί κανείς με τη δική του γλώσσα, όχι στα λογοτεχνικά του έργα αλλά στα άλλα γραψίματά του, ίσως, μάλλον ιδίως, στις μεταφράσεις του, που αντιμετωπίζονται ακόμα σαν ιερές αγελάδες.
Όρεξη να υπάρχει.
Και συγνώμη Δώρα.