8/12/24

Άννα Φραγκουδάκη, "Της γλώσσας τα καμώματα"

 (Τα Νέα 8-9 Νοεμβρίου 2003)

Ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, θαρραλέο, πειστικό, επιστημονικά τεκμηριωμένο, και με χιούμορ. Έπρεπε να γίνουν βιβλίο τα γλωσσικά άρθρα του Γιάννη Χάρη, καθώς αποχτούν όλα μαζί πλήρη επιστημονική συνοχή και αναδεικνύεται η ισχυρή ιδεολογική του συνέπεια.

Είναι δύσκολο να προσδιορίσει κανείς το βιβλίο του Γιάννη Η. Χάρη. Είναι οδηγός για τη χρήση της γλώσσας και συγχρόνως δεν είναι. Αφορά τα γλωσσικά λάθη, και όμως δεν είναι συνηθισμένος οδηγός για το πώς να γράφουμε σωστά. Έχει την ιδιαιτερότητα ότι, αντίθετα με τους συνήθεις οδηγούς, επισημαίνει, διορθώνει και συχνά σατιρίζει τα λάθη που κάνουν οι γραμματισμένοι και οι… πολύ γραμματισμένοι, εκείνοι που κατακρίνουν τα λάθη όλων των άλλων, οι «λαθολόγοι», όπως τους ονομάζει ο συγγραφέας.

Το βιβλίο παράλληλα περιέχει ένα σημαντικό επίπεδο ανάγνωσης του γλωσσικού φαινομένου που αφορά τις στάσεις απέναντι στη γλώσσα, τις αξιολογήσεις της γλώσσας, τα γιγάντια μεταγλωσσικά λάθη διάφορων επωνύμων που καταγγέλλουν άκριτα και αντιεπιστημονικά την ελληνική γλώσσα ότι πάσχει από αλλοίωση, είναι φτωχή και παρακμασμένη και άλλα, που καταγγέλλουν τους ομιλητές της, ιδίως τους νέους, για αγλωσσία ή αφασία και άλλες γλωσσικές ασθένειες, που «ψεύδονται» λέγοντας ότι καταργήθηκε η διδασκαλία των αρχαίων για να ερμηνεύσουν τη δήθεν γλωσσική καταστροφή και να προβλέψουν το θάνατο της γλώσσας και της ελληνικότητας.

Το χιούμορ

Αναιρεί τους μύθους πειστικά, με επιχειρήματα, αλλά και πετυχημένα, με χιούμορ. Π.χ. την άποψη των καθαρολόγων για τα αρχαία ελληνικά, που χωρίς τη γνώση τους κανένας δεν μπορεί να μιλάει «σωστά» τη σημερινή ελληνική γλώσσα, την αμφισβητεί με επιστημονικά επιχειρήματα. Αντίθετα τη νοσταλγική μυθολογία ανθρώπων κάποιας ηλικίας που πιστεύουν ότι ξέρουν καλύτερα ελληνικά από τους σημερινούς νέους, την αντιμετωπίζει αλλιώς, με χιούμορ. Γράφει: «Ρωτήστε και δύσκολα θα βρείτε κάποιον που να μη σας διαβεβαιώσει ότι αυτός πάντως έμαθε αρχαία ελληνικά, και φυσικά καθαρεύουσα [...]. Από τις επαίσχυντες εξαιρέσεις θα είναι η δική μου, που ούτε τον Παπαδιαμάντη δεν κατάφερα ποτέ να διαβάσω χωρίς γλωσσάρι…» Αναιρεί τους μύθους με έξυπνα παραδείγματα, π.χ. το μύθο για τη δήθεν λεξιπενία ή αφασία των νέων, την αντιμετωπίζει μεταξύ άλλων με… ομοιοπαθητικό χιούμορ και διαλέγει για τεκμηρίωση το λόγο φαντάρων που έσωσαν τη ζωή πολλών ανθρώπων σ’ ένα ναυάγιο και ύστερα αφηγήθηκαν τα γεγονότα. Ο λόγος αυτών των νέων που δεν ήταν «διανοούμενοι» είναι πηγαίος, ωραίος και συγκινητικός. «Πού τη βρήκαν ξαφνικά τη γλώσσα οι “άγλωσσοι” αυτοί, και τα ’παν έτσι», ρωτάει ο συγγραφέας.

Επισημαίνει πλήθος αλλοιώσεις της γλώσσας που κάνουν δημοσιογράφοι καταστρέφοντας το νόημα, π.χ. «παιδάκι μετέφερε ασθενοφόρο» και αντίστοιχα «γυναικόπαιδα χτύπησαν τα ΜΑΤ», και σχολιάζει ο Γ.Χ., «μωρέ μπράβο τα γυναικόπαιδα!»

Το πιο απολαυστικό, για μένα τουλάχιστον, είναι τα πολλά γλωσσικά λάθη που σχολιάζει και δείχνει ότι είναι προϊόντα της «καθαρολογικής τάσης», λάθη στα οποία οδηγεί η «νεογλωσσαμυντορική κίνηση» που λέει όσο παλιότερη μοιάζει η λέξη τόσο σωστότερη για να έχουμε γλώσσα πλουσιότερη. Είναι σπαρταριστά τα παραδείγματα από τα «καμώματα της καθαρεύουσας» που συλλέγει, τις «ξεχαρβαλωμένες» φράσεις, προϊόντα της «λογιοπληξίας», δηλαδή της προσπάθειας διάφορων γραμματισμένων να γράφουν σαν «αρχαιότεροι των αρχαίων», να πολλαπλασιάζουν τις γενικές και να «καθαρίζουν» τις λέξεις. Εντοπίζει άκριτη καταφυγή σε ολοένα και συχνότερη χρήση της γενικής που στολίζει τις φράσεις, φτιάχνοντας τερατάκια («της Σαπφούς», «της Ερατούς», «των κουλτούρων», «των φιγούρων») με πολύ χειρότερα τα συντακτικά λάθη στα οποία οδηγεί αυτή η άχρηστη και καταχρηστική «επιστροφή της γηραιάς κυρίας», της γενικής.

Τα παραδείγματα

Σατιρίζει τα αποτελέσματα τής προς το «λογιότερον» επιλογής όσων όλο και συχνότερα γράφουν «αυτό αφορά στο τάδε» αντί «αφορά το τάδε». Δεν είναι μόνο ξιπασιά, είναι και λάθος, γιατί δυστυχώς, λέει ο συγγραφέας, η συνέπεια με τη λογιοσύνη αυτού του είδους απαιτεί, εάν γράφεις «το θέμα αφορά στην πολιτική» αντί «την πολιτική», να γράφεις επίσης «το θέμα αφορά σε μένα», άρα και «το θέμα μου αφορά» ή «δεν σου αφορά» αυτό το θέμα!

Το απολαυστικό είναι ότι με βάση τη γλωσσολογική αρχή για τη βαθιά γνώση της γλώσσας που έχει ο φυσικός ομιλητής, και με εκείνο τον ψυχαρικό σεβασμό στην αυθόρμητη γλώσσα του φυσικού ομιλητή, αναδιατυπώνει τις καθαρολογιοσύνες σε καθημερινή γλώσσα, με αποτέλεσμα να φτιάχνει σπαρταριστές αναλογίες των λαθών που επισημαίνει, όπως π.χ. «το παιδί μας έφαγε το μισό του φαγητού του», ή φάγαμε «ένα πιάτο πατατών», ή «γιά ρώτα πού το λεωφορείο αυτό πάει». Και ακούγοντας στην τηλεόραση να επαναλαμβάνονται οι ειδήσεις για κάποια πλημμύρα διαπιστώνει, «όλο υπερχείλιζε το ποτάμι», και παραπονιέται, «ούτε μία φορά δεν ξεχείλισε…» Είναι πολύ περισσότερα τα παραδείγματα λαθών και σάτιρας απ’ όσα μπορεί να χωρέσει μια βιβλιοκριτική παρουσίαση, θα πρέπει οι αναγνώστες να διαβάσουν το βιβλίο, απ’ όπου πολύ μικρό μόνο μέρος του περιεχομένου παρουσιάζεται.

Μερικές φορές τα παραδείγματα σε κάνουν να αναρωτιέσαι αν υπερβάλλει. Έτσι νόμιζα για εκείνο το παράδειγμα που ξανάρχεται εναντίον των νεογλωσσαμυντόρων που καθαρίζουν, λέει, μέχρι και τον Καβάφη και τον Εγγονόπουλο, στους πασίγνωστους στίχους «σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος» (Απολείπειν…) και «είσαι ωραίος σαν Έλληνας» (Μπολιβάρ) και διορθώνουν «ως έτοιμος από καιρό» και «είσαι ωραίος ως Έλληνας». Μου φάνηκε υπερβολή, ώσπου κάποια στιγμή γράφει (σ. 498) ότι το αξιοθρήνητο «ως έτοιμος από καιρό» το είπε «μεγαλόσχημος πολιτικός» και το κατέγραψαν οι εφημερίδες, ενώ το ανεκδιήγητο «ωραίος ως Έλληνας» το έγραψαν σοβαρές εφημερίδες και το είπε και η τηλεόραση.

Το πισωγύρισμα είναι ιδεολογία

Το σημαντικότερο μήνυμα του βιβλίου το συνοψίζει το τελευταίο κείμενο, που είναι ένα είδος απάντησης στο γιατί συλλέγει τόσα χρόνια τα λάθη των γραμματισμένων και γιατί συνεχίζει τη μάχη ενάντια στο νεοκαθαρισμό, ένα είδος απάντησης στο τι σημασία έχει αν θα γράφουμε «η άνοιξις» ή «η άνοιξη» και «διαμορφούται» αντί «διαμορφώνεται». Το πισωγύρισμα, γράφει ο Γιάννης Χάρης, είναι ιδεολογία. Οι τύποι (άνοιξις κτλ.) είναι «σήματα ιδεολογικά», και «ένα από τα πολλά που εκφράζουν, το βασικότερο εδώ και κρισιμότερο, είναι η αμφισβήτηση της γλωσσικής εξέλιξης, η αμφισβήτηση εντέλει της γλώσσας, της ιστορίας της, η αμφισβήτηση της δυναμικής της, η υποτίμηση λοιπόν, η απαξίωση της γλώσσας της σημερινής».

Άννα Φραγκουδάκη

Κοινωνιολόγος της εκπαίδευσης,

Ομότιμη καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών

buzz it!