Nisafi pia! - Ο θάνατος του κρασιού
(Εφημερίδα των συντακτών 24 Οκτ. 2015)
Nisafi pia!
Έχω γράψει
επανειλημμένα πως η ελληνική γλώσσα δεν κινδυνεύει από τα γκρίκλις ούτε από
ξενικές και ξενόγραπτες λέξεις, ακόμα και στην ακραία εκδοχή των περιοδικών λαϊφστάιλ
με την αγγλοκρατούμενη γλώσσα τους. Όμως, μιλώντας για τη γλώσσα,
μιλάμε για την κοινωνία, για μας τους ίδιους δηλαδή, κατά τη σοφή ρήση του
πρόωρα χαμένου Τάσου Χριστίδη.
Δεν είναι ο κίνδυνος
λοιπόν, είναι απλούστατα η επικοινωνία, τουλάχιστον όσον αφορά τις αμετάφραστες ξένες λέξεις στον λόγο μας, είναι εντέλει η απόσταση που
δημιουργούμε, ή πάντως δημιουργείται εξ αντικειμένου, ανάμεσα σ’ εμάς και τους
άλλους, καλύτερα: ο αποκλεισμός των άλλων απ’ τον λόγο μας· είναι, σε ακραία
περίπτωση, ένας γλωσσικός αυτισμός, διόλου διαφορετικός ουσιαστικά από τον
γλωσσικό αυτισμό των λογιοτάτων, με την πλήμμη
και το πώποτε, το φθέγμα, τα κενάκαινα και τα ερειδόμενά
τους.
Έτσι κι αλλιώς, οι
ξενόγραπτες π.χ. λέξεις μοιάζει συχνά να αποτελούν μιαν άλλη μορφή γλωσσικού
καθαρισμού, καθώς ξεχωρίζουμε και σημαδεύουμε με τη γραφή την ξένη λέξη, για να
μείνει καθαρή και αμόλυντη η Μία και Μόνη.
Έτσι, «δολοφονία με kalashnikov»
διαβάζω λ.χ. στα Νέα, «τα τέσσερα
πιστόλια και το kalashnikov» στην Καθημερινή
(και γιατί όχι τότε το καλάσνικοφ στα ρωσικά;), για «mini καύσωνα» στην Αυγή, για «φρέσκο σολομό, σβησμένο με vodka»
στην Athens Voice, για accessoire
αλλού, και πάει λέγοντας.
Τα πράγματα είναι πιο
σύνθετα, αλλά και πιο εύγλωττα, με την άλλη, παμπάλαιη τάση, την κλασική
ξενομανία, που εκφράζεται ιδίως με τη χρήση αμετάφραστων ξένων λέξεων, κάτι που
θα έλεγα πως συνιστά, από μιαν άποψη, πράξη αντικοινωνική, και αναδεικνύει αυτό
που χαρακτήρισα γλωσσικό αυτισμό.
Σταχυολογώ ενδεικτικά
από το Αθηνόραμα, επειδή απλούστατα το
παρακολουθώ τακτικά, και κυρίως επειδή είναι περιοδικό που από τη φύση του
απευθύνεται στο ευρύτερο δυνατόν κοινό:
– «αντάλλαξαν contacts
με την αμυδρή προοπτική μιας συνεργασίας… / να βιώσω τα vibes της πόλης… / το
στούντιο δεν ήταν available / τη γενικότερη μουσική attitude της Monika…», όλα
στο ίδιο άρθρο·
– «όσο εντυπωσιακό κι
αν ήταν το stage… / οι δύο οθόνες στις άκρες του stage…», και «θα περίμενα το stage
να είναι διαφορετικό…»·
– ο τάδε καλλιτέχνης,
«αλληλεπιδρώντας με το crowd»·
– «μοντερνισμός γιαπωνέζικου
στιλ, με office like “δερμάτινες” καρέκλες»·
– «πάντα εστιάζουν
(κάνουν focus δηλαδή) στο πραγματικό πρόβλημα», όπου εδώ πια τα αγγλικά μάς
μεταφράζουν τα ελληνικά!
Στο ίδιο περιοδικό,
διόλου τυχαία, κατά την άποψή μου, τα «ράφια [είναι] φορτωμένα φιάλες», κι όχι ταπεινά
μπουκάλια· ενώ σε κάποια συνέντευξη ξένου σκηνοθέτη τα natural wines
μεταφράζονται «φυσικοί οίνοι», «ο διάσημος σκηνοθέτης [...] δοκίμασε ελληνικούς
φυσικούς οίνους», και δώσ’ του «οίνοι» και «οινικός κόσμος»… Και εκεί που ο ξένος
σκηνοθέτης χαρακτηρίζει υπέροχα τους
αγρότες καλλιεργητές «καλλιτέχνες της γης», ο Έλλην δημοσιογράφος «διορθώνει»: local heroes!
Φτάσαμε όμως στο κρασί-οίνος, προσωπικό μου καημό, ας
σταθώ λίγο παραπάνω.
Ο
θάνατος του κρασιού
Μελοδραματικός σίγουρα
ο τίτλος μου, αφού πάντα υπήρχαν ενεργές λέξεις με συνθετικό τον οίνο: οινογνωσία, οινοπαραγωγός,
ακόμα και το λαϊκότατο, παραδοσιακό οινομαγειρείο.
Όμως, αν προσέξετε, όλο και πιο συχνά εσχάτως ο οίνος εκτοπίζει το κρασί,
καταλαμβάνοντας μία από τις πρώτες θέσεις στη λογιοτατίζουσα τάση των ημερών,
αυτήν που εκτόπισε το κατεβαίνω για
χάρη τού κατέρχομαι: «κατέρχεται /
κατήλθε / θα κατέλθει στις εκλογές» διαβάζαμε παντού τελευταία, ενώ χτες ακόμα
λέγαμε όλοι «κατεβαίνει / κατέβηκε / θα κατέβει…»· το παίρνω για χάρη τού λαμβάνω:
«λάβετε τα όπλα!», «λαμβάνει άδεια», «η δημοτικότητά του λαμβάνει διαστάσεις
μανίας» κ.ά.
Πριν από μερικά
χρόνια, όταν ακόμα η Ελληνοφρένεια στεγαζόταν στον Σκάι, ακολουθούσε κάθε μέρα
μια εκπομπή με τίτλο «Οίνος ο αγαπητός»: τιναζόμουν κάθε φορά να κλείσω το
ραδιόφωνο, να μην ακούσω τον φαιδρό, άσχετα από τον «οίνο» του, τίτλο.
«Η κληρονομιά του
οίνου της Νεμέας» ήταν προ καιρού ο τίτλος μιας βιβλιοκρισίας στην Καθημερινή.
Διατρέχω το κείμενο: «Θέματα σχετικά με το αμπέλι και το κρασί…», «Ιστορία του
ελληνικού κρασιού…», αλλά «Ένα πεδίο που παράγει αδιάλειπτα ονομαστό οίνο», «Από
τις περιοχές των πιο φημισμένων για τους οίνους τους περιοχών της Ευρώπης», «Χαρακτήρες
κάθε αυθεντικού οίνου», «Οι ελληνικοί οίνοι», «Η παγκοσμιοποίηση στο χώρο του
οίνου».
Συμπέρασμα: μόνο στην
αρχή, και επειδή αναφέρεται η «στήλη του κρασιού» που κατείχε παλαιότερα η
συγγραφέας του κρινόμενου βιβλίου στην Καθημερινή,
υπάρχει δύο όλες κι όλες φορές η λ. κρασί
–παντού αλλού: οίνος!
«Γεύσεις και οίνος»
είναι και μια εκπομπή στη Μακεδονία TV· στις πληροφορίες, στην οθόνη,
διαβάζουμε: «Ο Χ, γνωστός δημοσιογράφος οίνου στη Θεσσαλονίκη και wine blogger,
[...] μαθαίνει τα μυστικά της παραγωγής του καλού κρασιού…»
Οίνος, κρασί και wine blogger, γλωσσική σχιζοφρένεια, ντυμένη τάχα τον πλουραλισμό
και την πολυτυπία. Που γίνεται, όλο και πιο μεθοδικά, μονοτυπία, λογιόστροφη
βεβαίως.