ΔΑΠ, Δημοτικός Άρχων Πειραιώς - Χλιδάτες βιτρίνες και μεγαλεία
(Εφημερίδα των συντακτών 28 Φεβρ. 2014)
ΔΑΠ,
Δημοτικός Άρχων Πειραιώς
Θα αποτελούσε
εξαίρεση στον οιονεί κανόνα δημαρχιακής συμπεριφοράς ο Βασίλης Μιχαλολιάκος;
Ειδικά αυτός; Τέκνο της πιο αγνής και άδολης, ακραίας Δεξιάς, αυτοχρισμένος
θύμα της τρομοκρατίας, προστάτης άγιος των εν Πειραιεί Μανιατών, όπως ο αρχηγός
του Σαμαράς των Καλαματιανών, εκλέχτηκε
δημοτικός άρχοντας, νικώντας στην ενδοδεξιά κούρσα τον τότε υπόδικο Πέτρο
Μαντούβαλο. Και μετά; Μακάριος δημαρχεύει. Κατά τον γενικότερο κανόνα, όπως είπα.
Δηλαδή, μήτε
λακκούβα έκλεισε μήτε σκουπίδι μάζεψε, από παρτέρια όμως με κυκλάμινα άλλο
τίποτα –παρόλο που τα κυκλάμινα είναι άοσμα και δεν καλύπτουν τη
σκουπιδοντενεκίλα. Η οποία κυριαρχεί λόγου χάρη στην άκρη στο Μικρολίμανο (που ντράπηκε
από καιρό να λέγεται Τουρκολίμανο), όπου στρατιά παραταγμένοι κάδοι δοξάζουν
νυχθημερόν τον δημοτικό άρχοντα –και
αυτόν τον δημοτικό άρχοντα, για να ’μαστε δίκαιοι. Και λίγο πριν μπεις στο Τουρκολίμανο,
στην ακτή Δηλαβέρη, πλάι στο Δελφινάριο, εκεί παραταγμένες είναι οι λακκούβες,
να καλωσορίζουν τον επισκέπτη οδηγό, και πάλι να δοξάζουν τον δημοτικό άρχοντα.
Ή στο Πασαλιμάνι, μήνες να χάσκουν στη μεγάλη βόλτα τα ξεσκέπαστα φρεάτια, όπου
χώνει κάνας φιλότιμος περίοικος, υποθέτω, κάποιο σανίδι ή όρθιο καφάσι, να
μπορεί να ειδοποιηθεί ο ανυποψίαστος περαστικός, όχι όμως και να ξυπνήσει ο
μακάριος άρχων. Αυτά, στα κεντρικότερα σημεία, σκεφτείτε αλλού.
Ούτε λακκούβα
λοιπόν, ούτε σκουπίδι, η χαρά όμως των τραπεζοκαθισμάτων, κι άλλων ακόμα τραπεζοκαθισμάτων-ψήφων,
πλάι στα ουκ ολίγα παλαιά, νόμιμα ή παράνομα αλλά κατ’ ανοχήν –χρυσοφόρα ανοχή,
σκέφτεται κανείς. Κι ενώ το Τουρκολίμανο, με τα «κεκτημένα» πια των εστιατορίων
του, μετατρέπεται σιγά σιγά σε κόμβο νυχτερινής διασκέδασης, με κέντρα και μπαρ
με λάιβ μουσική, που τα συναγωνίζονται έτσι κι αλλιώς οι τύποις καφετέριες, με
τέρμα ωστόσο μουσική τα βράδια, να φτάνουν τα μπάσα ώς απάνω στην Καστέλα!
Αυτά είναι όμως
τα δύσκολα, και με τα δύσκολα, παναπεί τα συμφέροντα, οι δημοτικοί άρχοντες δεν
τα βάζουν, παγίως, ποτέ και πουθενά. Δεν θα ’ταν έτσι εξαίρεση, όπως είπα, ο
άρχων Πειραιώς.
Χλιδάτες
βιτρίνες και μεγαλεία
τόση παραλία, χωρίς ξαπλώστρες, ομπρέλες, τραπεζοκαθίσματα, αμαρτία απ' τον Θεό |
Ο οποίος άρχων
Πειραιώς, ωστόσο, είπε κάποια στιγμή πως θα τα βάλει με την «παράνομη
επιχειρηματικότητα» στις παραλίες, στα Βοτσαλάκια λόγου χάρη, όπου για κάπου δεκαπέντε
χρόνια λειτουργούσε καφετέρια-τα-βράδια-μπαρ, με άδεια απλής καντίνας, η οποία
δεν έδωσε ποτέ ούτε δεκάρα ενοίκιο στον δήμο. Και έβγαλε τη σπάθα ο δήμαρχος
μαχητής, και τι έκανε; έδωσε τη δημοτική παραλία, μαζί με τη Φρεαττύδα
πανωπροίκι, σε ποιον, στον έως τότε «παρανομούντα επιχειρηματία». Ξαπλώστρες,
ομπρέλες, αιώρες, χώρος για δεξιώσεις, πάρκιν και άλλα, όνειρα για χλιδάτες
παραλίες, για Ριβιέρες –αν μη τι άλλο, προαγωγή
καταναλωτικών μοντέλων σε εποχές κρίσης. Χρύσωμα στο χάπι, ένας θερινός
κινηματογράφος, έργο για το οποίο καταρχήν δεν θα ’χε αντίρρηση κανείς, αν δεν
υπήρχε χώρος κατάλληλος αλλού, και αν δεν ήταν σίγουρο πως θα προσθέσει κι αυτός,
στην ήδη επιβαρημένη περιοχή, επιπλέον κίνηση, τροχοφόρα κτλ. Δύο μοναδικές,
πρότυπες ελεύθερες παραλίες, σπάνια όαση στα πόδια ακριβώς του πολύβουου
λεκανοπεδίου, υπόκεινται κι αυτές στη γνωστή μαθηματική πράξη: συν μπετόν,
μείον δέντρα, ίσον «αξιοποίηση», «ανάπλαση» κτλ.
Έργα βιτρίνας
λοιπόν, στην καλύτερη και πιο αθώα περίπτωση, παντεσπάνι αντί για ψωμί, όταν
εκκρεμούν τα στοιχειώδη. Κατά τα άλλα, ή παράλληλα, νά τα στρας και νά τα φλας
στα εγκαίνια του ανακαινισμένου, περίλαμπρου Δημοτικού Θεάτρου, που το ονειρεύεται
ωστόσο ο άρχων μας χειμερινό, αναβαθμισμένο Δελφινάριο –και το ’κανε ήδη,
στεγάζοντας το Τσαντίρι του Λαζόπουλου, όπως εύλογα πολυσχολιάστηκε ήδη.
Πού τα θυμήθηκα
όλα αυτά, τα λίγα απ’ όσα ζει και βλέπει ένας κάτοικος; Την ώρα που ανθούν και
θάλλουν τα προεκλογικά χαμόγελα και λόγια του «πετυχημένου δημάρχου», όπως τον
ευλόγησε και ο πρωθυπουργός, που ήρθε να βάλει ένα χεράκι στις τάχα ακομμάτιστες
δημοτικές εκλογές…
Οι οποίες
κινητοποίησαν τον έτσι κι αλλιώς υπερδραστήριο άρχοντά μας. Που, αν δεν μαζεύει
και πάλι τους παραταγμένους στη σειρά κάδους, θα μαζέψει τις ακαθαρσίες των
αδέσποτων. Πώς; με βαριά πρόστιμα, βρόντησε κι άστραψε, αγνοώντας άλλη μία φορά
και τις υποχρεώσεις του και τη σχετική νομοθεσία· βαριά πρόστιμα σε όσους
ταΐζουν στους δρόμους τα αδέσποτα, αντί να τα πάρουν, είπε, να τα ταΐσουν στο
μπαλκόνι τους!
Κοίτα, πώς μου
’ρθε στο μυαλό το βασικό επιχείρημα που επαναλαμβάνουν οι ομοϊδεάτες του
δημάρχου μεταναστοφάγοι, που λένε να πάρουμε τους ξένους στα σπίτια μας.
Αλλιώς, μπουντρούμια και στρατόπεδα. Τέτοια που στοιχειώνουν, φαίνεται, τον νου
του άρχοντά μας, αφού και για τα δεσποζόμενα ζώα, γκέτο επινόησε: ειδικό χώρο
να τα βγάζουν οι ιδιοκτήτες τους βόλτα.
Συρματοπλέγματα
αντί για μυαλά…