Εμείς αγαπάμε… [1]
Εμείς αγαπάμε…
Κέλλυ Σακάκου
«Η Μοιραράκη πρέπει να ’ναι 52 χρονών αλλά το φαίνεσθαί της την κάνει πολύ μικρότερη» είπε η Κέλλυ -–και ποιος είπε ότι πέθαναν τα απαρέμφατα;
διαβάστε τη συνέχεια...
Στην ίδια συζήτηση περί ηλικίας, στο μόνιμο πόστο της στο πρωινάδικο του Άλτερ, αντέδρασε στα σχόλια νεοτέρων: «Διολισθαίνουμε σε διάφορες ρατσιστικές εκφάνσεις…» τους μάλωσε.
Άλλη φορά εφιλοσόφησε: «Οι φέτες [στο αντρικό κορμί] είναι πολύ ενδιαφέρουσες. Περισσότερο από τις φέτες του καλοριφέρ»!
γουί λαβ Κέλλυ Σακάκου
και Ιωάννη Τσέγκο
που του τηλεφώνησε, λέει, από το κινητό του ο Απόστολος Διαμαντήςμας (Έψιλον της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας 12.4.09) από το Μέγαρο, καθώς περίμενε να αρχίσει την ομιλία του ο Γιάλομ («εφόσον περιμένουμε, να προετοιμαστούμε και θεωρητικώς» γράφει, και σιγά μη σταθούμε τώρα στο πώς προετοιμάζεται ένας δημοσιογράφος!)
και τον «προετοίμασε» ο Ιωάννης Τσέγκος, λέγοντάς του πως ο Γιάλομ «είναι πολύ καλός, διαβασμένος άνθρωπος και καλός συγγραφέας. […] Και πολύ καλά μεταφρασμένος στην Ελλάδα, από την Άγρα, σε αρτιμελή ελληνικά, με τόνους και πνεύματα»
σπαραχτικό, όταν η ιδεολογική αναπηρία αναζητεί την αρτιμέλεια, έστω στα γλωσσικά
γουί λαβ Ιωάννη Τσέγκο [που για πρόσφατα καμώματά του έγραψε –φυσικά– ο Σαραντάκος]
και Απόστολο Διαμαντήμας
που τι να πρωτολάβ, με τακτική και επί παντός αρθρογραφία…
στο ίδιο τεύχος πάντως με τον αρτιμελώς μεταφρασμένο Γιάλομ («Όλοι για τον ψυχίατρο» είναι ο χαρακτηριστικός του κοσμικογράφου μας τίτλος) παίρνει συνέντευξη από τον Γιάννη Χουβαρδά· αντιγράφω ασχολίαστη μία ερώτηση:
«Και γιατί τόση ψυχανάλυση από τους ανθρώπους της πόλης; Δεν βλέπω κανέναν στο χωριό να τρέχει σε ψυχαναλυτή»!
κι από τα τελευταία του, στο On Off της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας 1.3.09:
«Και βλέπει τον Σάκη να κουνιέται και από πάνω του να έρχεται, κρεμασμένη με σκοινιά από τον ουρανό, μια ξανθιά ύπαρξη! Σαν την Αλεξάντροβα του Παλαιόκωστα στο έρπορτ Κορυδαλλός! Αυτήν τη χαζομάρα με τα ιπτάμενα ανθρωπάκια την έκανε πρώτος ο Βιμ Βέντερς, νομίζω· μετά την πήρε ο Παπαϊωάννου στην Ολυμπιάδα και από τότε δεν νοείται βραδιά τελετής χωρίς να πετάει από πάνω σου κάποιος. Και μετά λέμε πού το σκέφτηκε ο δραπέτης; Εδώ το σκέφτηκε ο Φωκάς Ευαγγελινός!»
Στο μπλέντερ λοιπόν, αδιακρίτως, Σάκης Ρουβάς, Βιμ Βέντερς, Παπαϊωάννου, Ευαγγελινός κτλ. Αλλά, επιπλέον, ή κυρίως, πώς; Με ποιους όρους μπορεί να «δικαιωθεί» η τακτική αυτή; Πώς θα μπει δηλαδή στο μπλέντερ τώρα και ο Βιμ Βέντερς; Με τη λεξούλα που περνάει φευγαλέα τάχα, σαν αυτονόητη, απλή -–μα αποτελεσματική: «χαζομάρα». «Αυτήν τη χαζομάρα με τα ιπτάμενα ανθρωπάκια την έκανε πρώτος ο Βιμ Βέντερς, νομίζω»!
Η αναφορά είναι στα Φτερά του έρωτα, μία από τις σημαντικότερες ταινίες του Βέντερς. Που έστω ότι του Διαμαντήμας δεν του άρεσε. Έστω ότι τη θεωρεί ενδεχομένως αποτυχία. Όμως μια αποτυχία, έστω, λέω, του Βέντερς, και κραυγαλέα ακόμα, δεν χαρακτηρίζεται «χαζομάρα». Ο χαρακτηρισμός «χαζομάρα» φεύγει από το χώρο της αισθητικής, κατεβαίνει στο επίπεδο του λάιφστάιλ, και με συνοπτικές διαδικασίες κρίνει και αποφαίνεται. Και ούτε καν: αμολάει απλώς μια ροχάλα. Μπα, ούτε αυτό: ένα ξινισμένο «πιφ» άκρας υποτίμησης βγάζει με μια ανάσα, και αποστρέφει παρευθύς το βλέμμα. Μη λερωθεί. Απ’ τη βαριά κουλτούρα, όπως καταγγέλλει λογοδοτώντας στον μικροαστό, με μια σκέτη κίνηση, ένα λεξίδιο τόσο δα: πιφ, ένα σκέτο κλείσιμο ματιού: «κουλτούρα και δε συμμαζεύεται, Βιμ Βέντερς, χαζομάρες»!
Όμως
γουί λαβ Διαμαντήμας-διαμάντιμας. Και παραλάβ