Το στάιλινγκ σαν πολιτική κριτική - Ο Ρουβίκωνας στον Ρουβίκωνα - Άλλος για τον ποταμό;
(Εφημερίδα των συντακτών 24 Μαρτ. 2017)
Το στάιλινγκ σαν πολιτική
κριτική
«Παπούτσια δετά τύπου
brogues (ενδεχομένως Church’s, αν και δεν είμαι σίγουρος), παντελόνι σιγκαρέτ
(δηλαδή, κολάν για άνδρες και LBGT), δερμάτινο στενό σακάκι, γυαλί ηλίου
καθρεφτιζέ πορτοκαλί…»
Κάποια οικοδέσποινα ή
γλάστρα πρωινομεσημεριανάδικου, που γεμίζουν την ώρα τους με το τι φόρεσε ο
άλφα και η βήτα στην τάδε κοσμική εμφάνισή τους;
Και ποιον να αφορά η
περιγραφή; Τον Λάκη Γαβαλά; τον Τρύφωνα Σαμαρά; ή άλλο, βήτα κατηγορίας όνομα,
γκέι μάλλον, όπως υποβάλλει η αναφορά σε LGBT (εντάξει:
τυπογραφική αβλεψία το LBGT);
Όχι· κάποιον βουλευτή του
ΣΥΡΙΖΑ, που (δίνω ολόκληρο τώρα το απόσπασμα)
«Το όνομά του δεν έχει
σημασία, αλλά την όψη του πρέπει να την περιγράψω, διότι ήταν η ενσάρκωση της “ανάπτυξης”:
Παπούτσια δετά τύπου brogues (ενδεχομένως Church’s, αν και δεν είμαι σίγουρος),
παντελόνι σιγκαρέτ (δηλαδή, κολάν για άνδρες και LBGT), δερμάτινο στενό σακάκι,
γυαλί ηλίου καθρεφτιζέ πορτοκαλί. Με άλλα λόγια, ένας συνήθης κακοχυμένος
πενηντάρης μεταμφιεσμένος σε κακοχυμένο τριαντάρη. Για λύπηση ο μουσακάς...»
Και τελικά ποιος περιγράφει;
Στην έγκριτη Καθημερινή η πρώην
Πανδώρα του Βήματος και τώρα
Φαληρεύς, ο Στέφανος Κασιμάτης: Όντως, για λύπηση ο μουσακάς!
Που διαπρέπει σε
ενδυματολογικές και γενικότερες ανθρωπολογικές παρατηρήσεις: όταν γράφει για το
σακίδιο του Τσακαλώτου, ο οποίος το χρειάζεται κυρίως «για να ενισχύει την όψη
του λέτσου, που οφείλει να προβάλει ο καλός αριστερός για τον εαυτό του...»· ή
για την «ιδιότυπη σχέση που διατηρεί ο Ζίζεκ
με το σαμπουάν και τα άλλα είδη ατομικής καθαριότητας...» κ.ά.
Ξανά: για λύπηση –κι ούτε καν μουσακάς.
Ο Ρουβίκωνας
στον Ρουβίκωνα
«Το δηλώνουμε εταστικά»: δηλαδή; Αν
λάβουμε υπόψη μας ότι το λόγιο
και σπάνιο (κατά
Μπαμπινιώτη!) επίθετο εταστικός
σημαίνει διερευνητικός, παρατηρητικός κτλ., τίποτα!
Απλώς ζουραρισμός, επί το
λαϊκότερον ζουραριδιά, από το όνομα του επιφανέστερου εκπροσώπου της σχολής:
μια λόγια ή λογιόμορφη λέξη που δεν σημαίνει τίποτα, ιδίως στη συγκεκριμένη
θέση. Κοινώς, άλλη μια από τις αυτοκτονικές απόπειρες όσων πιστεύουν ότι η μία
και ενιαία γλώσσα δεν έχει διακριτές, διαφορετικές φάσεις, άρα και σύνταξη και
λεξιλόγιο, άρα όρια, κι έτσι
θεωρούν ότι μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα στα αχανή εδάφη της γλώσσας. Κι
έτσι όπως απομακρύνονται από το φυσικό γλωσσικό τους περιβάλλον, πέφτουν
μοιραία σε ναρκοπέδια (κανόνας που επαληθεύεται με μαθηματική ακρίβεια στον
λόγο όλων, σχεδόν ανεξαιρέτως, των λογιόπληκτων), ή αναλόγως πνίγονται: καλή
ώρα στον ποταμό Ρουβίκωνα· και για την ακρίβεια: ο Ρουβίκωνας στον Ρουβίκωνα.
Γιατί το αλίευμα είναι από την
τελευταία προκήρυξη του Ρουβίκωνα, έπειτα από την επίθεση στα γραφεία της
αλυσίδας Mikel. Δεν
είχα ξαναδιαβάσει, ομολογώ, κείμενο της οργάνωσης αυτής, κι έτσι ξαφνιάστηκα, καθώς
είχα μείνει πολύ πίσω, στον περίφημο «ξύλινο» λόγο των αριστερίστικων κ.ά.
ομάδων, της μεταπολίτευσης λόγου χάρη.
Τώρα, ανθούν τα στερεοτυπικά πλέον
της λογιόπληκτης εποχής: εισήλθε
στο νοσοκομείο, αντί: μπήκε· τα
κέρδη ανήλθαν στα τόσα εκατομμύρια, αντί: έφτασαν…· μαζί όμως με
άλλα, περιδιαγραμμάτου ή και περίπου ελληνικά:
μετέρχεται σε καθημερινή βάση του κινδύνου τροχαίου, αντί:
κινδυνεύει κάθε μέρα… (αφήνω την κοινότατη, όμως καθαρά λογιόστροφη λάθος
σύνταξη τού ρ. μετέρχομαι με
γενική)· ο κίνδυνος επαυξάνεται
λόγω της αγχογόνου συνθήκης που επιβάλλει η παράδοση των πλείστων παραγγελιών
στην ώρα τους· στο συγκεκριμένο παιχνίδι των πεσσών μεταξύ κεφαλαίου και
εργαζομένων οι κανόνες a priori έχουν απολεσθεί…· η εν λόγω αλυσίδα
καταστημάτων βρίθει καταγγελιών και μαρτυριών εργαζομένων· συντηρούν την εικόνα
των οιονεί απίστων για τον εαυτό τους, κ.ά., όλα του Ρουβίκωνα,
εννοείται.
Οιονεί ελληνικά.
Άλλος για τον ποταμό;
Ο Θεόδωρος Πάγκαλος, απροπό. Που
πνίγηκε κι αυτός στα νερά του Ρουβίκωνα, όταν σε ραδιοφωνική εκπομπή, με αφορμή
κάποια άλλη επιχείρηση της ομώνυμης οργάνωσης, είπε εμβριθώς –χωρίς κανένας να
τον διορθώσει, έτσι πειστικός που ακούγεται πάντα ο στόμφος, είτε στα
εγκυκλοπαιδικά, όπως εδώ, είτε στα ζουράρικα ελληνικά, όπως τα παραπάνω. Είπε
λοιπόν ο Πάγκαλος:
«Τώρα τον Ρουβίκωνα διήλθε, όπως ξέρετε,
ο Καίσαρ και είπε το περίφημο βέντι,
βίντι, βίνσι». Μόνο που ο Καίσαρας, όταν διάβηκε τον Ρουβίκωνα, είπε το άλλο
περίφημο, ότι ο
κύβος ερρίφθη! Σε άλλη περίπτωση, αναγγέλλοντας στη Σύγκλητο κάποια νίκη του, είπε
το veni, vidi, vici (ήλθον, είδον, ενίκησα), και όχι: «vedi,
vidi, vinci», όπως τα είπε ο κάποτε συνδαιτυμόνας μας στο φαγοπότι.
Παρωνυχίδα όμως, μπροστά στους τόμους τους
οποίους γεμίζουνε τα μύρια όσα του Παγκάλου.