31/10/21

«Πώς διυλίζουμε στα μυαλά μας έναν μύθο»

 (Εφημερίδα των συντακτών 30 Οκτ. 2021)

* «Έρμη Μελίνα, δε σ’ έκαναν από μπρούντζο…» είχα γράψει στο ιστολόγιό μου κάτω από φωτογραφία της μαρμάρινης Μελίνας στην αρχή της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, τότε που έκλεψαν από το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων πέντε μπρούντζινες προτομές συγγραφέων, έτσι όπως έκλεβαν κάθε λογής σιδερικό, ώς τα καντήλια απ’ τους τάφους στα νεκροταφεία.

Τώρα, στην άλλη άκρη της Αρεοπαγίτου, σύμπτωση, ο χρυσός ανδριάντας της δήθεν Κάλλας (που μπροστά του η προτομή της Μελίνας μοιάζει Μικελάντζελο!), μπρούντζινος αυτός, έτοιμος να αποκτήσει αξία εντέλει μεγαλύτερη απ’ την υποτιθέμενη καλλιτεχνική.

Κι είναι και η αψίδα από σκουπιδοντενεκέδες στην πλατεία Αλεξάνδρας στον Πειραιά, για τη «Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου», που αυτήν όμως άρχισαν να την ξηλώνουν παίζοντας τα πιτσιρίκια: «το γλυπτό συνδιαμορφώνεται από όσους το χαίρονται [...]. Αποκτάει μια καινούρια ζωή. Αλλάζει. Παίρνει άλλο σχήμα. Δεν είναι άσχημα!» δήλωνε ένας ιστορικός τέχνης, όταν παρουσίασε δεύτερη φορά το ίδιο έργο στα έντυπα του Μεγάλου Αυθέντη και Δωρητή Μαρινάκη. Οι ελπίδες μας λοιπόν στα πιτσιρίκια κι όσους άλλους το χαρούν και του προσδώσουν «άλλο σχήμα», άλλη, «καινούρια ζωή».

Ασεβείς, βλάσφημες σκέψεις θα πούνε άλλοι. Τι λένε όμως για την ασέβεια κάποιων καλλιτεχνών απέναντι στα παριστώμενα πρόσωπα ή στις τραγικές ιστορικές καταστάσεις, που μάλλον τα γελοιοποιούν παρά τα τιμούν;

* Κάποτε πρέπει να ασχοληθούμε σοβαρά και όχι ευκαιριακά με τον δημόσιο χώρο και την ευκαιριακή διαμόρφωσή του από στοχευμένες βεβαίως δωρεές ή μεγαλομανείς ιδέες δημοτικών αρχόντων. Μακάρι η κακοποίηση της Κάλλας να είναι μια αρχή. Από τη μεριά μου, μεταφέρω όσα σκόρπια έγραψα αλλού, στο φέισμπουκ (εδώ με μικροαλλαγές), για το άγαλμα που πιο πολύ βασάνισε τους υποστηρικτές του από ό,τι τους επικριτές του.

«Το περίεργο είναι πως η Αφροδίτη Λίτη δεν είναι κάποια τυχαία γλύπτρια» έγραψα όταν πρωτάρχισε η συζήτηση. «Το ακόμα πιο περίεργο είναι πως έζησε πλάι σ’ έναν από τους σπουδαιότερους γλύπτες μας, τον Γιώργο Λάππα, που μας άφησε πριν από 5 χρόνια. Εντυπωσιακό, λοιπόν, πώς έφτασε σ’ αυτό το άψυχο κατασκεύασμα, όπου συγχέεται η ακαμψία με τη μεγαλοπρέπεια… Παράλληλα, το πρόσωπο ανήκει σε εμφανώς υπέργηρη γυναίκα, που μακάρι να είχε φτάσει σε τέτοια ηλικία η Κάλλας, εννοώ να μας έδινε για χρόνια ακόμα, έστω την αύρα της αν όχι τη φωνή της…

»Το χειρότερο, τα χέρια, σε πόζα: “τι λες, κυρά γειτόνισσα”, έτοιμη για καβγά... Όμως η Κάλλας, σε μερικές από τις γνωστότερες φωτογραφίες της, αγκαλιάζεται με τα χέρια της, αγκαλιάζει τα μπράτσα ή τους ώμους της, σαν να συγκρατεί την εσάρπα της, σε μια κίνηση βαθύτατης εσωτερικότητας, ίσως και εγκαρτέρησης, και μαζί αισθησιασμού.»

Αναμενόμενο ίσως, η γλύπτρια τα χρέωσε όλα στα δαιμονοποιημένα κοινωνικά μέσα, και δήλωσε ορθά κοφτά πως τίποτα δεν την αγγίζει στο παραμικρό: Ξέρει, είπε, τι θέλει και πού βαδίζει, δέχτηκε και άπειρα συγχαρητήρια –ποιος ασχολείται δηλαδή με την πλέμπα! Την οποία πλέμπα ανέλαβαν να κατειρωνευτούν και να τη μαστιγώσουν οι πάντα εκτός και υπεράνω, όπως έγραφα στην προηγούμενη επιφυλλίδα.

* Πολλά θα μπορούσαν να είναι κωμικά, όπως κωμική είναι από μιαν άποψη η αυταρέσκεια και η αλαζονεία. Φυσικά της γλύπτριας, αλλά ακόμα περισσότερο των δευτερότριτων εμπλεκομένων.

Του φαντασμένου δήμαρχού μας, αίφνης, που του επισημαίνει ο δημοσιογράφος:

«Στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, σ’ έναν τέτοιο δρόμο που περνάνε ένα εκατομμύριο άνθρωποι την ημέρα, και το καλοκαίρι ίσως και περισσότεροι, θέλει ένα έργο που να θυμίζει λίγο τη Μαρία Κάλλας, αυτό είναι που ξενίζει».

Κι αυτός: «Ξέρετε, το καταλαβαίνω αυτό το οποίο λέτε, εγώ δεν έχω δει κανένα [!] άγαλμα το οποίο να θυμίζει πραγματικά έναν άνθρωπο… αλλά έχει πιο πολύ να κάνει με το πώς εμείς βιώνουμε και μετουσιώνουμε και διυλίζουμε στα μυαλά μας έναν μύθο».

Και η πρόεδρος του Συλλόγου Μαρία Κάλλας, που με το όνομα της Κάλλας γεμίζει τα ταμεία του συλλόγου και κερδίζει, καλή ώρα, πολλά 15λεπτα δημοσιότητας. Τη ρωτάνε:

«Εσείς είστε ικανοποιημένη από τον συγκεκριμένο ανδριάντα;»

Κι αυτή: «Είμαι πάρα πολύ ικανοποιημένη, διότι δύο πράγματα θελήσαμε: αυτό το άγαλμα να αποδίδει τη μεγαλειότητα και την ελληνικότητα της Κάλλας, διότι, αν πάρετε τα 5 διαφορετικά γλυπτά που έχουν γίνει απ’ τον Ελευθέριο Βενιζέλο κανένα δεν αποδίδει ακριβώς τη μορφή του [σ.σ. ούτε αυτό μπροστά στη Βουλή π.χ.; ή πλάι στο Μέγαρο;]. Αν δείτε το άγαλμα της πριγκίπισσας Νταϊάνας με τα παιδιά, δε θα το αναγνωρίζετε. Ο Έλληνας έχει την κακή συνήθεια όχι να κρίνει και να κατακρίνει, αλλά και να κοροϊδεύει. Το άγαλμα που έγινε της Νταϊάνας με τα παιδιά δεν δείχνει καθόλου την Νταϊάνα, είναι ένα σύμβολο της πριγκίπισσας. Εδώ πέρα όμως είναι πολύ πιο συγκεκριμένο: τα χέρια αυτά δείχνουν την αυτοπεποίθηση, το ρούχο αυτό και το ύψος δείχνει τη μεγαλοπρέπειά της, το κεφάλι έτσι όπως είναι στημένο δείχνει πώς ατενίζει το θείο».

* Είναι γνωστό στους πάντες, πλην του δημάρχου και της προέδρου, ότι σε πολλά ρεύματα στη σύγχρονη τέχνη ο καλλιτέχνης αποτυπώνει τα δικά του αισθήματα απέναντι στο πρόσωπο το οποίο ζωγραφίζει ή σκαλίζει σε άγαλμα· όμως στη ρεαλιστική προσέγγιση, όπως στα εν λόγω αγάλματα, αποδίδει όσο πιο πιστά γίνεται το πρόσωπο.

Αδαημοσύνη; ή μάλλον εμπαιγμός;

buzz it!