20/9/08

Προαγωγοί ιδεών, άρα συναυτουργοί

Τα Νέα, 20 Σεπτεμβρίου 2008

Η δημοκρατία δεν στερεί την ελευθερία λόγου ούτε καν από τους εχθρούς της ελευθερίας του λόγου. Αλλά και δεν τους κάνει τον πλασιέ των ιδεών τους


Ο κίνδυνος για τη δημοκρατία δεν είναι μόνο τα τανκς και τα Μακρονήσια. Είναι η προβολή ή η συνδρομή στην προβολή ολοκληρωτικών ιδεών. Είναι η εξοικείωση ή και συμφιλίωση με τις ιδέες αυτές, μέσα από την εξοικείωση με τα πρόσωπα-φορείς των ιδεών, όταν μάλιστα προβάλλονται σαν γραφικά, άρα φαινομενικώς ακίνδυνα.

Και τότε είναι τεράστιο το μερίδιο (συν)ενοχής εκείνων που πρόθυμα δίνουν βήμα στα πρόσωπα αυτά, εκείνων που τα προβάλλουν, που γίνονται εντέλει προαγωγοί των ολοκληρωτικών ιδεών.

Αυτό ήταν το θέμα μου την προηγούμενη φορά, με αφορμή την αίτηση αποφυλάκισης του δικτάτορα Ιωαννίδη και την απόρριψή της, ο πολιτικοϊδεολογικός αμοραλισμός, αυτός που πρώτα επιτρέπει την προώθηση των προσώπων αυτών και των ιδεών τους, αυτός που μας κάνει έπειτα ανεκτικούς και τέλος δεκτικούς απέναντι σε πρόσωπα, ιδέες, καταστάσεις.

διαβάστε τη συνέχεια...

Έτσι, σύμφωνα με μια περσινή έρευνα, μόνο ένας στους τρεις θεωρεί πως η δικτατορία της 21ης Απριλίου υπήρξε επιζήμια για τη χώρα. Ενώ οι μισοί πιστεύουν πως, πλάι στα εξ ορισμού (πάλι καλά!) αρνητικά στοιχεία μιας δικτατορίας, από το συγκεκριμένο καθεστώς υπήρξαν και οφέλη για τη χώρα. Θα είχε ενδιαφέρον να γινόταν κάθε χρόνο μια αντίστοιχη έρευνα και να μετρούσαμε την καθοδική πορεία της συλλογικής μνήμης, που υποβοηθείται από το γενικότερο αναθεωρητικό ρεύμα, και προπάντων από τον πολιτικοϊδεολογικό αμοραλισμό. Εκτός κι αν πρόκειται, ακόμα χειρότερα, για την εξάπλωση αυτού του αμοραλισμού, νέτα σκέτα. Στο μεταξύ μπορούμε να μετρούμε λ.χ. τις ώρες τηλεοπτικής εμφάνισης των εκπροσώπων του δικτατορικού καθεστώτος και κυρίως των κατιόντων συγγενών τους. Και τότε φοβούμαι ότι θα οδηγηθούμε σε αποκαρδιωτικά συμπεράσματα.

Ή μήπως υπερβάλλω, και ένας χαβαλές είναι όλα αυτά, στο μεγάλο πάρκο της χαζοχαρουμενίασης, με πορτιέρηδες π.χ. Θέμους, Λιακόπουλους και Σία; Αμ νόμισμα είναι και ο χαβαλές, που σε αντίδραση εξαργυρώνεται, αν όχι σώνει και καλά στις κάλπες, πάντως στην καθημερινή κοινωνικοπολιτική ζωή.

Θα συνεχίσω όμως με την αρχική μου αφορμή, και με τη δημοκρατία που δεν εκδικείται, λέει, αλλά συγχωρεί, ελεήμων, χριστιανική και μεγάθυμη –ή μήπως ράθυμη, όπως έγραφα, εντέλει αποχαυνωμένη; Το ’χα σκοπό έτσι κι αλλιώς να συνεχίσω, και ήρθε στο μεταξύ αρωγός ανέλπιστος η αντίδραση που ξεσηκώθηκε με τη βουλγαράκειο ρήση ότι το νόμιμο είναι και ηθικό. Έμοιαζε αυτονόητα αμοραλιστική –νά που ανταμώσαμε το θέμα μας– αυτή η ρήση, νομικίστικη απ’ τη μια, πολιτικά –τουλάχιστον ή καταρχήν– ανήθικη απ’ την άλλη, και υπήρξε πλούσια η επιχειρηματολογία που την αντιμετώπισε.

Πόσο δύσκολο είναι άραγε να δούμε από αυτήν ακριβώς την οπτική γωνία και το θέμα της αποφυλάκισης του Ιωαννίδη; Όμως όλη η συζήτηση εδώ, όταν δεν στέκεται αποκλειστικά σε ανθρωπιστικό-χριστιανικό επίπεδο, εξαντλείται στο νομικό μέρος. Ωστόσο το θέμα είναι πρωτίστως ηθικό. Κι αν από νομική πλευρά έπρεπε ή μπορούσε να αποφυλακιστεί ο Ιωαννίδης, η ηθική πλευρά μένει μια τρύπα, ένα κενό έτοιμο να μας καταπιεί. Αυτό τότε το κενό αναλαμβάνει να το καλύψει μια ιδεοληπτικού τύπου επίκληση του μεγαλείου της κραταιάς δημοκρατίας που συγχωρεί: νά, σου λέει, άνθρωποι που πέρασαν βασανιστήρια, φυλακές και εξορίες, ο Λεντάκης, ο Καρκαγιάννης, ή ο Μαγκάκης, από παλιά είχαν εκφραστεί υπέρ της αποφυλάκισης των χουντικών.

Συμπαθάτε με, αλλά, με όλο το σεβασμό για όσα έζησαν τα συγκεκριμένα πρόσωπα, θα μπορούσα να επικαλεστώ άλλα τόσα και περισσότερα θύματα της χούντας που δεν έχουν καθόλου την ίδια άποψη. Δεν είναι όμως εκεί το θέμα, ούτε θα κάνουμε έρευνα να δούμε πόσοι είναι με τη συγνώμη και πόσοι επιμένουν «εκδικητικά». Η συγνώμη από τα θύματα των βασανιστηρίων, της εξορίας και της φυλακής έχει αλλού την απολύτως κατανοητή και σεβαστή και εντέλει δραματική εξήγησή της. Είναι ένας περίπλοκος μηχανισμός «επιβίωσης», μια βαθιά, επιτακτική ανάγκη του θύματος να καταλάβει, έως και να συμφιλιωθεί, άρα και να συγχωρέσει, γιατί αλλιώς απλούστατα θα συντριβεί κάτω από τον παραλογισμό της βίας, μπορεί κυριολεκτικά να τρελαθεί. Εδώ έχει άλλωστε τις ρίζες του και το γνωστό «σύνδρομο της Στοκχόλμης», μια συναισθηματική σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στο θύμα και τον θύτη, σε διαφορετικές βέβαια συνθήκες, ένας βαθύτερος ψυχολογικός σύνδεσμος, που φτάνει ώς την ταύτιση.

Έτσι, πέρα από προσωπική στάση και προσωπικές απόψεις, δεν μπορεί να επικεντρώνεται η συζήτηση σε θέματα συγνώμης, εν προκειμένω από τη δημοκρατία. Οπότε επιστρέφουμε στο νομικό. Εδώ είναι το μόνο σημείο όπου έχει αντίκρισμα και ισχύ το αξίωμα ότι η δημοκρατία δεν μετέρχεται τις μεθόδους των αντιπάλων της, ούτε καν απέναντι σ’ αυτούς: η δημοκρατία δηλαδή παραμένει πάντοτε μέσα στα όρια της νομιμότητας, ακόμα και απέναντι σε όσους κατέλυσαν κάθε έννοια νομιμότητας.

Με το νόμο είμαστε λοιπόν, με το δικαιικό σύστημα της συντεταγμένης πολιτείας, πιστοί γενικότερα και στις άλλες αρχές μας. Είμαστε λ.χ. κατά της θανατικής ποινής; είμαστε τότε υποχρεωμένοι να δεχτούμε τη μετατροπή της θανατικής ποινής των πραξικοπηματιών σε ισόβια δεσμά. Υπάρχει νόμος που επιτάσσει σε ορισμένες περιπτώσεις την αποφυλάκισή τους; Οφείλουμε να τον δεχτούμε, ακόμα και αν το νόμιμο δεν είναι πάντοτε ηθικό. Όμως το να επωφεληθούν γενικότερα από ευεργετικές διατάξεις ή περιθώρια ανοχής του νόμου, δεν μπορεί διόλου να είναι μέλημα και καημός δικός μας.

Αντίθετα: αν υπάρχει νόμος, διάταξη, άρθρο, παράγραφος, ανθυποπαράγραφος, κενό του νόμου, για να μην πω και παραθυράκι που να κάνει σύννομη τη διατήρηση της φυλάκισης του κάθε Ιωαννίδη, ποτέ να μην αποφυλακιστεί. Γιατί είναι, ξαναλέω, ηθικό το θέμα, και παρέλκουν, όπως θα έλεγαν εδώ οι νομικοί, οι διάφοροι ανθρωπιστικοί κτλ. λόγοι. Ούτε μπορεί να παραμερίζεται η ουσία από την ένσταση για τα δύο ή και εικοσιδύο μέτρα και σταθμά που μπορεί να εφαρμόζονται σε άλλες περιπτώσεις.

Σκέφτομαι αίφνης μια ανάλογη υπόθεση της επικαιρότητας, όπου εικονογραφείται ευκολότερα, χωρίς καθαυτό ιδεολογικές φορτίσεις, το θέμα μας: την υπόθεση της Θάνου με τον αποκλεισμό της από την Ολυμπιάδα του Πεκίνου –διαφορετικά μεγέθη, εννοείται, ίδια ωστόσο άρνηση ενοχής και ίδια προκλητική στάση. Και στην υπόθεση αυτή παρακολουθήσαμε τον πληθωρικό υπερασπιστικό λόγο που βασίστηκε επίσης στα διαφορετικά μέτρα και σταθμά, αποσιωπώντας πλήρως εδώ το θέμα της ενοχής. Και πια από την ανοχή απέναντι στην παραβατικότητα εύκολα βλέπουμε σε πόσο μικρή, απειροελάχιστη απόσταση βρίσκεται, άμεσα συγγενής, η λατρεία της παραβατικότητας, κοινώς το: είμαστε με τον μάγκα (καθότι μάγκες, εννοείται, εμείς οι ίδιοι), ένα θέμα που ειδικά στην περίπτωση της Θάνου και του Κεντέρη μάς έδειξε ξεκάθαρα το πρόσωπό του, το τόσο γνώριμό μας δυστυχώς από την καθημερινή κοινωνική ζωή και συμπεριφορά μας. Το θέμα όμως είναι τεράστιο: καμιά άλλη φορά.

Ούτε φίμωση, αλλά ούτε και διάλογος

Για την ώρα ας γυρίσουμε, για να τελειώσουμε, στο σημείο αιχμής αυτών των δύο επιφυλλίδων, που είναι κυρίως οι προαγωγοί και συνεπώς συναυτουργοί. Και θα ξαναγράψω: ποια τάχα έννοια ποιας τάχα δημοκρατίας επιβάλλει την καθημερινή εμφάνιση και επί παντός τοποθέτηση του Ψωμιάδη, του Καρατζαφέρη, του Άδωνη Γεωργιάδη και λοιπών, από πρωινάδικα και λάιφστάιλ εκπομπές έως κατά τεκμήριο ή και όντως σοβαρές εκπομπές;

Ποτέ κανείς δεν απαγόρεψε σ’ όλους αυτούς να λένε και να γράφουν ό,τι θέλουν, και να το προβάλλουν π.χ. από τα ουκ ολίγα παρακάναλα –και όχι μόνο. Άλλο αυτό και άλλο να τους ανοίγουμε την πόρτα, και να καθόμαστε να τρώμε και να πίνουμε μαζί τους. Και ξέρουμε καλά ότι δεν είναι θέμα εκπροσώπησης, π.χ. των κοινοβουλευτικών δυνάμεων: πρώτον, γιατί όλοι αυτοί, και φυσικά οι πιο σαματατζήδες, είχαν εξασφαλισμένη, μόνιμη θέση πολύ πριν μπούνε στη Βουλή (γεγονός εξάλλου που αποτέλεσε σημαντική βοήθεια ακριβώς για την είσοδό τους στη Βουλή)· και δεύτερον, γιατί αν τάχα ήταν θέμα εκπροσώπησης, θα έπρεπε απλούστατα να εκπροσωπούνται κάθε φορά όλες οι δυνάμεις κατά το κοινοβουλευτικό ποσοστό τους!

Όμως, η δημοκρατία οφείλει να προστατέψει τον εαυτό της, τις ιδέες της. Και αν ακριβώς οι ιδέες της τής επιβάλλουν να παρέχει ελευθερία του λόγου ακόμα και στους εχθρούς της και εχθρούς της ελευθερίας του λόγου, αυτό δεν σημαίνει και πως κάνει διάλογο μαζί τους –ακόμα χειρότερα, πως τους αφήνει να μονολογούν. Δεν τους νομιμοποιεί σαν συνομιλητές της.


* * *


Προσθήκη, τώρα, με την ανάρτηση εδώ:

Δυσκολεύτηκα πολύ να βρω εικονογράφηση για το κείμενο αυτό, δε μου ’ρχόταν τίποτα, έλειπε σε άδεια και ο «στρατηγός» Γιάννης Μητσάκος που στήνει τη σελίδα και κατεβάζει πάντα λαμπρές ιδέες, αλλά και τι εικονογράφηση σηκώνει ένα τέτοιο θέμα… Να βάλω φωτογραφία του Ιωαννίδη, ούτε λόγος· δεν ήταν άλλωστε αυτός ο ίδιος το θέμα, ζήτησα φωτογραφία από τηλεπαράθυρα με τα διάφορα λουλούδια του ΛΑΟΣ π.χ., τίποτα, μήπως από την εκπομπή του Πρετεντέρη λ.χ. –κι αφού αυτός ήταν βεβαίως το θέμα– με φιλοξενούμενο τον Καρατζαφέρη, ούτε. Όλο Ψωμιάδη μού προτείνανε, από τα διάφορα σόου του, ή διάφορες αστείες του Καρατζαφέρη… Μα αυτό ακριβώς επισημαίνω, έλεγα, πώς με τον ένα ή τον άλλον τρόπο βρέθηκαν να γεμίζουν όλα τα κανάλια π.χ., την καθημερινή μας ζωή. Εν πάση περιπτώσει, λύση, και τελευταία μάλιστα στιγμή, δε βρισκόταν, συμβιβάστηκα με φωτό του Καρατζαφέρη, και προσπάθησα να τα μπαλώσω με μια τρίπλα τάχα στη λεζάντα: «Και καλά, αυτοί» έγραψα, «μια με γραφικότητες, μια με τσαμπουκαλέματα, το παιχνίδι τους παίζουν, το παιχνίδι της δημοσιότητας, που πίσω του όμως κρύβεται το παιχνίδι της πολιτικής και της διακίνησης ιδεών. Το θέμα είναι πώς βρεθήκαμε εμείς μέσα στο παιχνίδι τους, να παίζουμε μαζί –νά, ακόμα κι αυτή η σελίδα, που δεν τα κατάφερε να βρει καλύτερη εικονογράφηση!» Τι τα θες, φτωχομπινεδιές…

Όμως, αν ήταν ποτέ δυνατόν, ιδανική εικονογράφηση για το κείμενό μου, που πάει μαζί με το προηγούμενο, είναι ένα κείμενο! Δυστυχώς, δε γίνεται κάτι τέτοιο, κι ωστόσο τίποτα δεν εικονογραφεί καλύτερα τον πολιτικοϊδεολογικό αμοραλισμό για τον οποίο γράφω –χμ, πολιτικοϊδεολογικός αμοραλισμός; μεγάλη κουβέντα, όταν τρικυμία εν κρανίω έχουμε απλώς, αποτέλεσμα όμως της πολιτικοϊδεολογικής αλλοτρίωσης: ναι, αυτός είναι μάλλον ο όρος. Το κείμενο το βρήκα στο περιβόητο press.gr, και το παραθέτω ολόκληρο εδώ, όσο κι αν το νιώθω κάπως σαν ιό που θα μου μολύνει εδωμέσα τα πάντα, που να πάρει!

Ιδού:

Επίδειξη πυγμής από την… Δημοκρατία μας! Την πυγμή που διαθέτει η Δημοκρατία μας, θα την ζήλευαν πολλά… Ευρωπαϊκά κράτη. Τι κι αν είμαστε… ψοφίμια στην εξωτερική πολιτική. Στην εσωτερική, δεν μας φθάνει κανένας.

Ο λόγος για την στάση της πολιτείας και ο τρόπος αντιμετώπισης ενός μελλοθάνατου πρώην δικτατορίσκου, που ακούει στο όνομα Δημήτρης Ιωαννίδης. Τρεις φορές κατέθεσε αίτηση αποφυλάκισης ο άλλοτε πανίσχυρος και νυν "…ύποπτος τέλεσης νέων κακουργημάτων…" αμετανόητος δικτάτορας Δημήτρης Ιωαννίδης. Ο εν λόγω θνητός έχει ήδη υποβάλλει άλλες τρεις αιτήσεις αποφυλάκισης, οι οποίες είχαν την ίδια απορριπτική τύχη. Νοσηλεύεται ήδη κρατούμενος στο Γενικό νοσοκομείο Νίκαιας με πολλαπλά προβλήματα υγείας, καρδιακή και αναπνευστική ανεπάρκεια, αφού έχει ήδη υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση αφαίρεσης καρκινώματος από το κεφάλι προ 7μήνου. Διανύει το 86ο έτος της ηλικίας του εκ των οποίων τα 34 από αυτά στη φυλακή.

Κι όμως κατά την πολιτεία δεν είναι αρκετά για να τον… σωφρονίσουν. Η άποψη της πολιτείας είναι ότι θα σωφρονισθεί μέσα στην… κάσα. Αυτή την αντίληψη διαθέτει η Ελληνική… δικαιοσύνη μας.

Δεν υπεραμύνομαι και ούτε υποστηρίζω τους καταληψίες της εξουσίας διά της βίας σε καμία περίπτωση, αλλά με πιάνει κρίση με το απάνθρωπο και δήθεν κουλτουριάρικο και ψευδεπίγραφο… δημοκρατικό πρόσωπο της πολιτείας. Τι φοβάστε ρε από ένα κατάλοιπο που σέρνεται στα 4;

Πόσους βιαστές, φονιάδες, προαγωγούς, προστάτες, μαστροπούς, παιδεραστές και εμπόρους ναρκωτικών αποφυλακίσατε κύριοι δημοκράτες;

Ε!!! βέβαια, εδώ πέφτουν χοντρές "εγγυήσεις" (ιδίως από τους τελευταίους), για να ξέρουμε και τι λέμε. Και να ξέρετε κάτι. Εγώ όπου ακούω "εγγύηση" το συνδυάζω με τη "μίζα". [...]

Προκαταβολικά ντροπή σας για την ενδεχόμενη άρνηση αποφυλάκισης.
Και να σκεφθείτε ότι κάποιοι… εθνοπατέρες και κάποιες… εθνομητέρες δεν είχαν γεννηθεί πριν 34 χρόνια.

Τουτέστιν, ούτε τη… φάτσα του γνωρίζουν.

Αιδώς!!! Τίποτε άλλο.



«Δικτατορίσκος» λοιπόν, ποιος, ο Ιωαννίδης. «Που ακούει στο όνομα», ποιος, ο πιο ανατριχιαστικά επώνυμος. Αλλά τι πάω να σχολιάσω… Μήπως άρχισε η μόλυνση που έλεγα;

Θυμήθηκα όμως κάτι αντίστοιχο: Πάει κάνας χρόνος, στην παρουσίαση του καινούριου βιβλίου ενός μεγάλου σε ηλικία ποιητή, που γνώρισε Μακρόνησο και Άι-Στράτη, ένας από τους παρουσιαστές, νεαρός συγγραφέας, όχι αγέννητος πάντως στα χρόνια της απριλιανής δικτατορίας, είπε πως η δικτατορία αυτή ήταν «της πλάκας». (Μόνο ο Μαρωνίτης σηκώθηκε και βγήκε από την αίθουσα –το λιγότερο που μπορούσε να κάνει, γιατί ο τιμώμενος ποιητής ήταν φίλος του.)

Ωρέ μήπως εμείς είμαστε πια της πλάκας, και δεν το πήραμε ακόμα είδηση;

buzz it!