η αυτοκτονία της Μούσας, απόπειρα 1η: ένα μπουκαλάκι χάπια
à la manière d’Hélène
Η μήνι μόλις άρτι
στης ζήσης το κατάρτι
έκανε ρέιβ πάρτι
Τρίτη μα και Τετάρτη
και τώρα η Ελέν -τραγουδάει ο Γιώργος Νταλάρας:
1204. Πρώτη Άλωση
Ήταν Απρίλης μήνας, δίσεχτου χρόνου μέρες
όταν ακάτια σαθρά, χωρίς πανιά, δίχως ιστό,
να πολεμήσουν βγήκαν των σταυροφόρων τις γαλέρες
που μπρος στα τείχη ανέμιζαν τις φράγκικες παντιέρες.
–Το πλήρωμά σου, έντρομο στη γη γονατιστό,
όταν να φεύγει από κοντά τους είδαν τον Χριστό,
τους Άγιους ικέτευσαν εκεί να μείνουν όλοι,
να δουν το τι εφόρτωναν των Βενετών οι στόλοι
από μονές και από εκκλησιές που σύλησαν στην Πόλη.
–Έπρεπε τότε, Παναγιά μου, να ρίξεις κεραυνό,
στο Βόσπορο να σηκωθεί μπόρα και τρικυμία,
και να ποντίσουν αύτανδρα των ασεβών τα πλοία,
αντί ν’ αφήσεις σκλάβους στο χέρι τους και λεία,
εμάς, που κάτω απ’ τον δικό σου ζούσαμε ουρανό.
–Έκτοτε μύρια είδαμε τέρατα και σημεία…
Έσβησε το αγλάισμα του κόσμου από τον χάρτη,
η Βασιλεύουσα έπεσε και δεύτερη φορά,
έγιναν τα παλάτια της των Τούρκων η βορά,
κι εμείς, που ανανήψαμε, δειλά και μόλις άρτι,
είπαμε να ξεχάσουμε ποιος έχει την ευθύνη
για όσα θρηνεί και θρήνησε, χρόνια η Ρωμιοσύνη.
[συνεχίζεται -ώσπου να πετύχει]
Η μήνι μόλις άρτι
στης ζήσης το κατάρτι
έκανε ρέιβ πάρτι
Τρίτη μα και Τετάρτη
και τώρα η Ελέν -τραγουδάει ο Γιώργος Νταλάρας:
1204. Πρώτη Άλωση
Ήταν Απρίλης μήνας, δίσεχτου χρόνου μέρες
όταν ακάτια σαθρά, χωρίς πανιά, δίχως ιστό,
να πολεμήσουν βγήκαν των σταυροφόρων τις γαλέρες
που μπρος στα τείχη ανέμιζαν τις φράγκικες παντιέρες.
–Το πλήρωμά σου, έντρομο στη γη γονατιστό,
όταν να φεύγει από κοντά τους είδαν τον Χριστό,
τους Άγιους ικέτευσαν εκεί να μείνουν όλοι,
να δουν το τι εφόρτωναν των Βενετών οι στόλοι
από μονές και από εκκλησιές που σύλησαν στην Πόλη.
–Έπρεπε τότε, Παναγιά μου, να ρίξεις κεραυνό,
στο Βόσπορο να σηκωθεί μπόρα και τρικυμία,
και να ποντίσουν αύτανδρα των ασεβών τα πλοία,
αντί ν’ αφήσεις σκλάβους στο χέρι τους και λεία,
εμάς, που κάτω απ’ τον δικό σου ζούσαμε ουρανό.
–Έκτοτε μύρια είδαμε τέρατα και σημεία…
Έσβησε το αγλάισμα του κόσμου από τον χάρτη,
η Βασιλεύουσα έπεσε και δεύτερη φορά,
έγιναν τα παλάτια της των Τούρκων η βορά,
κι εμείς, που ανανήψαμε, δειλά και μόλις άρτι,
είπαμε να ξεχάσουμε ποιος έχει την ευθύνη
για όσα θρηνεί και θρήνησε, χρόνια η Ρωμιοσύνη.
[συνεχίζεται -ώσπου να πετύχει]