Κάγκελα και συρματοπλέγματα - Ούτε του Κώστα Καβάφη ούτε του Μίνωος Βολανάκη - Ποιος Μπερλουσκόνι τώρα…
(Εφημερίδα των συντακτών, 2 Μαρτίου 2013)
Κάγκελα και συρματοπλέγματα
Εν αρχή ην το κάγκελο, τα κάγκελα, του
Αβραμόπουλου στα πεζοδρόμια. Έγραψαν και ξανάγραψαν πόσο επικίνδυνα είναι,
άνθρωποι σκοτώθηκαν πάνω τους, σιγά που θα ’σκαγε ο Άρχων Ατσαλάκωτος. Έπειτα
στου Φιλοπάππου, με τον υπεύθυνο για την καγκελόφραξη να μιλάει για τη
«σημειολογία του κάγκελου», που υποδεικνύει ακριβώς αστυνόμευση (πάντως στου
Φιλοπάππου δεν φτούρησε τελικά η περίφραξη, χάρη στην αντίδραση των περιοίκων).
Ακολούθησε το Πεδίο του Άρεως, μια τεράστια έκταση πολύ περισσότερο τώρα
αδιάβατη, και όχι μόνο τη νύχτα, έτσι όπως τα κάγκελα είναι σίγουρη παγίδα παρά
προστασία.
Και ήρθε η
σειρά της Ακαδημίας Αθηνών. Πρώτη έγνοια, φαίνεται, του καινούριου της
προέδρου, του Σπύρου Ευαγγελάτου, η περίφραξη, να μη μολύνεται ο ναός από
ξένους και παραεμπόριο ή πρεζόνια.
Α, ξέχασα το
συρματόπλεγμα της Άννας Βαγενά, μια κατασκευή γύρω στα 2 μέτρα ύψος, με την
οποία είχε περιφράξει δύο (καλαίσθητα πάντως) παγκάκια που είχε φτιάξει
(παράνομα πάντως) μπροστά στο θέατρό της: ανατριχιαστικές συνδηλώσεις-φανντασιώσεις
στρατοπέδου, έγραφα τότε. Και αντί για το κοτετσόσυρμα, που θα πλήγωνε και της
κ. Βαγενά την αισθητική, πρότεινα ακίδες, όπως για τα περιστέρια, και μάλιστα
ηλεκτροφόρες.
Επαναφέρω την ιδέα, βελτιωμένη: Ηλεκτροφόρα
σύρματα, κύριε Ευαγγελάτε. Ένας συρμάτινος στέφανος που θα περιβάλλει την
Ακαδημία και θα επιστέφει τη σημαντική προσφορά σας στο θέατρο.
Ούτε του Κώστα Καβάφη ούτε του Μίνωος Βολανάκη
Να τα λέμε, να τα
ξαναλέμε, γιατί αύριο θα τα ξεχάσουμε, καθώς μάλιστα παραφυλάει ο οδοστρωτήρας
του νεολογιοτατισμού: λοιπόν, η Άλκηστη και Άλκηστις, π.χ. Πρωτοψάλτη, γενική
της Άλκηστης Πρωτοψάλτη· όχι της Αλκήστιδος. Η Χάρις Αλεξίου, γενική της Χάρις,
άκλιτο (όχι από «αγραμματοσύνη», παρά επειδή ακούγεται σαν το κοινό
ουσιαστικό: η χάρη - της χάρης!), ή της Χαρούλας, ωραία παράκαμψη· όχι της
Χάριτος.
Επίσης, ο Μίνως ή Μίνωας,
γενική του Μίνωα· όχι του Μίνωος. Όμως, σ’ αυτήν ειδικά την περίπτωση, μόλις
χτες, όταν δούλευε πιο ελεύθερα το γλωσσικό αίσθημα, και το αφτί άκουγε έτσι κι
αλλιώς ένα σκέτο -ο («Μίνος»), είχαμε και γενική: «του Μίνου»! Έτσι λ.χ. στην
Κρήτη, όπου είναι κοινό λόγω Κνωσού το Μίνως, έτσι το έλεγαν και δύο σπουδαίοι
το όνομά τους, έτσι τους λέγαμε όλοι: τον περίφημο μποέμ ζωγράφο Μίνω Αργυράκη
και τον εμπνευσμένο σκηνοθέτη και θεατρικό μεταφραστή Μίνω Βολανάκη: ο Μίνως,
του Μίνου, τον Μίνω. Ούτε του Μίνωα ούτε, ιδίως, του Μίνωος.
Μόλις χτεσινοί, και τους ξεχάσαμε. «Θυμήθηκα τον Μίνωα
Βολανάκη που μου ’λεγε…»
έγραφε προ καιρού ο Κραουνάκης: ε όχι, τίποτα δεν θυμήθηκε, αν δεν θυμήθηκε το
τόσο προσωπικό, το όνομά του! «Του Μίνωα Βολανάκη» έγραφε τις προάλλες ο
συνεργάτης και φίλος του και κάθε άλλο παρά λογιόπληκτος Δ. Ν. Μαρωνίτης: άρα
δαίμονας του τυπογραφείου; σκόπιμη διόρθωση; Εδώ, το πιο πιθανό. Ψάχνω ανήσυχος
στο ίντερνετ, πλήθος τα «Μίνωα» και «Μίνωος Βολανάκη»!
Λίγη μνήμη, ωρέ.
Ποιος Μπερλουσκόνι τώρα…
Να κρατηθώ, γιατρέ μου, να μη γράψω για τον
θρίαμβο του Μπερλουσκόνι. Όχι του Μπερλουσκόνι μεγιστάνα του πλούτου, μιντιάρχη
κτλ., αλλά του Μπερλουσκόνι καλτ, που είναι ή παίζει, αδιάφορο για την ώρα, τον
κλόουν κτλ. Να μη γράψω, γιατί θα γράψω αμέσως, π.χ. για τον Άδωνη, και
παραείναι εύκολο αυτό, φτηνοκολπάκι. Κι όμως, αυτό μου έρχεται αυτόματα στον
νου. Ιδίως όταν ακούω να απορούν για την επάνοδο του Μπερλουσκόνι όλοι αυτοί που
δεξιώνονται καθημερινά στα πάνελ τους τον Άδωνη και του αποδίδουν τιμές σοβαρού
πολιτικού –το λιγότερο. Και ο Άδωνης είναι ένα μόνο από τα πολλά παραδείγματα…
Για την ώρα,
γιατρέ μου, όχι, δεν θα πω δα πως χαίρομαι, μα νά, από μιαν άποψη, σαν να
παρηγοριέμαι. Με την επάνοδο του Μπερλουσκόνι, όπως και παλιά με την
πρωθυπουργία του, ή με την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη κτλ. Νά, λέω, δεν
είμαστε έθνος ανάδελφο, δεν είμαστε εμείς ο πιο χαλασμένος λαός, δεν είμαστε οι
μόνοι αμνήμονες, ή κυνικοί, αμοραλιστές πωρωμένοι, ή έστω έστω αβάσταχτα
γελοίοι.