Ο ανθέλλην Θεός της Ελλάδας και η μοβόρα Παναγιά
(Εφημερίδα των
συντακτών 20 Μαΐου 2017)
«Είχε άγιο», «Βοήθησε ο Θεός», «Ο Θεός είναι μεγάλος», «Η
Παναγία την έσωσε» είπαν οι οικείοι της 26χρονης Βασιλικής Πλεξίδα που βγήκε ζωντανή
από τη συντριβή του στρατιωτικού ελικοπτέρου πριν από ένα μήνα, ενώ για «θαύμα»
μίλησε, κάνοντας τον σταυρό του, ο αστυνομικός που τη βρήκε.[1]
Μας είναι απολύτως οικείες οι εκφράσεις αυτές,
στερεοτυπικές θα μπορούσαμε να τις πούμε, που δεν εκφράζουν σώνει και καλά
θρησκευτικότητα και πίστη, ίδια με τις καθημερινές επιφωνηματικές εκφράσεις,
από χείλη πιστών και απίστων: «Αχ, Θεέ μου!», «Κύριε ελέησον!», «Έλα Χριστέ και
Παναγιά!» κτλ.
Εμείς ωστόσο θα σταθούμε στις περιπτώσεις όπου τα
παραλίγο θύματα και οι δικοί τους εκφράζουν την πίστη και την ευγνωμοσύνη τους
στο θείο. Απολύτως κατανοητή η αντίδραση, που όμως ακούγεται απάνθρωπη, ιδίως
για τους οικείους όσων δεν επέζησαν στο ίδιο δυστύχημα.
Ώστε οι νεκροί του συγκεκριμένου δυστυχήματος, οι τέσσερις
στρατιωτικοί, από 28 ώς 55 ετών, με οικογένειες κι αυτοί, με μανάδες, γυναίκες
και παιδιά κτλ., αυτοί δεν είχαν άγιο; τόσο αμαρτωλοί και άξιοι τιμωρίας, αυτοί
και οι μανάδες, οι γυναίκες και τα παιδιά τους; Δεν τους βόηθησε αυτούς ο Θεός;
Και γιατί; Δεν ήταν γι’ αυτούς μεγάλος ο Θεός; Ή, θα μπορούσε να συνεχίσει τώρα
κανείς, ήταν μεγάλος για το ένα πέμπτο, μόλις κατά 20%, και εξ αντικειμένου
μικρός για το 80%, κ.ο.κ.; Αμ η Παναγία, έσωσε τη μία, και άρα πήρε τη ζωή
άλλων τεσσάρων;
Ασεβείς σκέψεις, σκανδαλιστικές –μπροστά όμως σε μια
σκανδαλιστική πραγματικότητα, αλλά και σκανδαλιστική λογική, απάνθρωπη, ξαναλέω, για τα τέσσερα τώρα θύματα και τους
δικούς τους, ασεβής στη βαθύτερη
ουσία της, απ’ την πλευρά μάλιστα των πιστών, όταν αποδίδει συγκεκριμένες
στρατηγικές στο θείο, και το πιστώνει ή ανάλογα του χρεώνει επιτυχίες και
αποτυχίες στα ανθρώπινα.
Ας θυμηθούμε «τον Θεό της Ελλάδας», που ακούμε αμετροεπώς,
ιδίως σε κάποια αθλητική επιτυχία, που τον ακούγαμε κάθε τόσο από αρχιερατικά
χείλη, από τον Χριστόδουλο, αντιχριστιανικά τώρα –αιρετικά, θα έλεγε κάποιος
άλλος! Ή εντέλει ανοήτως, αν είναι να μην υπερβάλλουμε και παίρνουμε στα σοβαρά
επιπόλαιες ρήσεις. Γιατί αν τάχα Θεός της Ελλάδας, π.χ. στο Γιούρο του 2004, τι
στο καλό Θεός είναι όλες τις άλλες; Θεός τότε ποιας άλλης κάθε φορά χώρας, συχνά
ούτε καν χριστιανικής;
Έχουμε όμως επιτυχίες στο μπάσκετ, με το Ευρωπαϊκό, που
έξι φορές το έχει κατακτήσει ο Παναθηναϊκός και τρείς ο Ολυμπιακός: εννιά φορές
δηλαδή ο Θεός των Ελλήνων Χριστιανών Ορθοδόξων απέναντι σε πολύ περισσότερους
άλλους Θεούς, άσχημα όμως δεν είναι. Γράφω μεσοβδόμαδα, και την ώρα που θα
διαβάζονται αυτές οι γραμμές, ημέρα Σάββατο, θα είναι γνωστό αν την Παρασκευή,
στον πρώτο ημιτελικό του φάιναλ φορ στην Κωνσταντινούπολη, ο Θεός των Ελλήνων Χ.Ο.
οδήγησε τον Ολυμπιακό σε νίκη, κατατροπώνοντας την ΤΣΣΚΑ και τον Θεό, οπ!, των
ομόδοξων Ρώσων, των επίσης δηλαδή Χριστιανών Ορθοδόξων! Και αν συνέβη το
παράδοξο πλην ευκταίο, θα περιμένουμε στον τελικό της Κυριακής να δούμε τον
αγώνα του δικού μας Θεού απέναντι στον χριστιανό μεν, όμως ρωμαιοκαθολικό Θεό
των Ισπανών της Ρεάλ, ή απέναντι στον Αλλάχ της τουρκικής Φενέρμπαχτσε: ντέρμπι
τώρα σωστό, σύγκρουση θρησκειών και πολιτισμών –θα μεσιτέψει τώρα, είμαι
σίγουρος, η Σώτη, που γνωρίζει πιένες τις μέρες αυτές!
Ανάγκη όμως να βάλει το χέρι της και η Παναγία, κι εδώ η
μεσιτεία θα έρθει από τον χώρο του ποδοσφαίρου, π.χ. από τον γνωστό προπονητή Άγγελο
Αναστασιάδη, που πήγαινε υποχρεωτικό εκκλησιασμό τους παίκτες της ομάδας του και
διατράνωνε την πίστη του με αποφάνσεις όπως: «Μείναμε όρθιοι λόγω της
Παναγίας», «Την ομάδα την έχω αφήσει στην Παναγιά», «Η Παναγιά θέλει να μας
έχει στην τσίτα»· ή, όταν ο ΠΑΟΚ έχασε εντός έδρας από τον Παναθηναϊκό: «Φάγαμε
δύο γκολ με λάθη δικά μας, γιατί [παύση, σκέψη, και:] έτσι ήθελε η Παναγιά!»
Ή πάλι, πίσω στο μπάσκετ, στον τελικό Ολυμπιακού-ΤΣΣΚΑ
του 2012, πάλι στην Κωνσταντινούπολη, τη «Νέα Ρώμη», όπως επέμενε να τη λέει ο
παρουσιαστής, ο οποίος, μετά την απροσδόκητη νίκη του Ολυμπιακού, ρωτούσε και
ξαναρωτούσε επίμονα κάποιον αθλητικό παράγοντα, αν ήταν θέλημα Θεού, ώσπου να
του απαντήσει εκείνος «ναι», και το έλεγε και το ξανάλεγε μετά, πως ήταν θέλημα
Θεού, και έπειτα σε άλλον σχολιαστή, ξανά: «Ρώτησα πριν τον Χ αν ήταν θέλημα
Θεού»!
Σεβαστή οπωσδήποτε η πίστη κάθε ανθρώπου, όμως η έκφρασή
της κάποιες φορές, αν παραβλέψουμε το ότι αντιφάσκει προς εαυτήν, κυρίως ακυρώνει
την ευθύνη του για το κακό, το ίδιο όπως και τον μόχθο του για το καλό. Και σε
περιπτώσεις σαν κι αυτή που υπήρξε αφορμή μας, δυστυχήματα με νεκρούς, αποτελεί
εντέλει ύβρη, ασέβεια απέναντι στη μνήμη των νεκρών και σπίλωσή τους.