Γιάννης Βελούδης in town
Καινούριος Βελούδης από τη Θεσσαλονίκη, από το Ίδρυμα Νεοελληνικών Σπουδών (Μανόλη Τριανταφυλλίδη), με τίτλο Από τη σημασιολογία της ελληνικής γλώσσας: Όψεις της 'επιστημικής τροπικότητας'
Εδώ αναδημοσιεύεται ένα σύντομο κεφάλαιο (σ. 371-72):
Επιστημική αντίδραση
Θα μπορούσε να είναι γλωσσολογικό ανέκδοτο-γρίφος: Τι κοινό έχει ο γνωστός σύνδεσμος ενώ με την “ανεξέλεγκτη” είσοδο μεταναστών στη χώρα μας, ή με την “αθρόα εισροή” δάνειων λέξεων στη γλώσσα μας, ή, για να περάσουμε και σ’ ένα μη ερεθιστικό πεδίο, με την αλγεβρική πρόσθεση δύο αριθμητικών μεγεθών;
διαβάστε τη συνέχεια...
Ας δοκιμάσουμε την απάντηση από τη θέση που πιστεύουμε ότι ελέγχουμε ίσως καλύτερα –-τα εγχειρίδια της γραμματικής άλλωστε είναι πάντα εκεί. Το ενώ, θα λέγαμε από την πρώτη στιγμή, αναλαμβάνει τυπικά δύο ρόλους: (i) τη δήλωση του ταυτόχρονου (: απόλυτη ή μερική χρονική «συνύπαρξη» δύο καταστάσεων πραγμάτων) και (ii) τη δήλωση της αντίθεσης-εναντίωσης. Για αυτή τη δεύτερη -–και σκοτεινότερη μάλλον-– πλευρά του θα μπορούσαμε να ζητήσουμε βοήθεια από μια κοινή χρήση τής εξίσου γνωστής έκφρασης μέσα σε, που σχεδόν το μεταφράζει (: ἐν + δοτική): Και μέσα σε (όλο) αυτό το ζόρι, να πρέπει εγώ να χαμογελώ, λες και δε συνέβαινε τίποτε…, Και μέσα στον ορυμαγδό της μετακόμισης, να μου ζητάει ο καλός σου να βρω το συγκεκριμένο χοντρό φλιτζάνι για τον απογευματινό του καφέ!, Μέσα σε όλα αυτά, που λες, νά σου κι ο Πέτρος με την καινούργια κατάκτηση κτλ. –-‘μέσα σε’, ενώ η εν λόγω κατάσταση πραγμάτων (: χαμογελώ, βρίσκω το συγκεκριμένο φλιτζάνι, δέχομαι την επίσκεψη του Πέτρου, κτλ.) έπρεπε ακριβώς να παραμείνει ‘έξω από’.*
Και τι ενδιαφέρον μπορεί να έχει αυτή ειδικά η γλωσσική επιλογή για την έκφραση της αντίθεσης-εναντίωσης; Υπαινίσσεται την απροσδόκητη είσοδο μιας κατάστασης πραγμάτων σ’ ένα «οργανωμένο σύνολο» άλλων καταστάσεων πραγμάτων (: [όλο] αυτό το ζόρι, ορυμαγδός της μετακόμισης [και ό,τι αυτό συνολικά σημαίνει], όλα αυτά, κτλ.) που δεν της αναλογεί. Ή αλλιώς: την τριβή της ένταξης σε μια ολότητα. Κι ακόμη γενικότερα: το πρόβλημα της συνύπαρξης με ένα «οργανωμένο» ‘άλλο’.**
Αυτός ο υπαινιγμός, βάζει αμέσως στο χέρι μας το κλειδί για την απάντηση στο ανέκδοτο-γρίφο της αρχικής παραγράφου. Η –-και λαθραία-– διέλευση των συνόρων μιας χώρας δεν σημαίνει μόνο αμοιβαία οικονομικά οφέλη· μπορεί να έχει και απρόσμενες πτυχές, στο βαθμό που οι μετανάστες/μετανάστριες επιμένουν να διατηρούν τα δικά τους -–πολιτισμικά, κτλ.-– γνωρίσματα. Η είσοδος ενός δανείου στη γλώσσα μας μπορεί να σημαίνει και μόνιμη τριβή, όσο η προσκεκλημένη έκφραση αρνείται να αποχωριστεί μορφικές ιδιαιτερότητες ξένες προς τα δομικά χαρακτηριστικά του συστήματος υποδοχής –-τυπικό παράδειγμα το ασανσέρ (: τελικό -ρ του ενικού, ακλισία). Και τέλος, η αλγεβρική συνάντηση του ‘1’ με το αριθμητικό μέγεθος ‘10’ μπορεί να σημαίνει και μείωση του τελευταίου, παρά την -–κατά τα άλλα-– υπόσχεση της «πρόσθεσης», αν συμβαίνει το πρώτο να έχει διαφορετικό, αρνητικό, πρόσημο: 10+(~1) = 9.
Αυτή η απροσδόκητη-εξέλιξη-αναφορικά-με-ένα-σύνολο θα μας απασχολήσει στη συνέχεια, και με την έννοια της αλγεβρικής πρόσθεσης ακόμη, καθώς θα εξετάζουμε την ανάπτυξη των αντιθετικών-εναντιωματικών της ελληνικής από εκφράσεις που μας ανάγουν απώτερα στις βασικές γνωσιακές κατηγορίες του ΤΟΠΟΥ (εκτός, χωρίς), του ΧΡΟΝΟΥ (ενώ), του ΠΟΣΟΥ (ωστόσο, αλλά), του ΤΡΟΠΟΥ (πάντως, μολαταύτα, μολονότι). Το εναντιωματικό ενώ ήταν λοιπόν μόνο η αφορμή· και το ανέκδοτο-γρίφος μας προοριζόταν απλώς να παραπέμψει, με τον μάλλον αδέξιο τρόπο του, στη “βάση δεδομένων” -–τις εμπειρίες και κανονικότητες–- που θα επικαλεστούμε.
* Για τη σχέση αυτού του -–γνωσιακού-– βάθους με την κατάφαση (: ‘μέσα’) και την άρνηση (: ‘έξω’), βλ. Βελούδης, Η άρνηση, εκδ. Πατάκη, 2005. Να μην περάσει απαρατήρητη η εγγραφή τού β΄ προσώπου (: λες, νά σου, ο καλός σου, που λες) στα παραδείγματά μας. Ο ομιλητής μοιάζει να ζητά να ενισχύσει το στοιχείο της έκπληξης/αντίδρασης με το να κάνει ενεργότερη κοινωνό τής συνομιλιακής «στιγμής» την ακροάτρια –-αν όχι με το να της αναθέτει και το ρόλο του (: που λες): προεξοφλεί τη συγκατάθεσή της για τη δική του αρνητική στάση απέναντι στα καθέκαστα, παραπέμποντάς μας σε μια ενδιαφέρουσα εκδοχή ‘διυποκειμενικoποίησης’ (intersubjectification). [...]
** Για “έκπληξη που αφορά τη χρονική σύμπτωση ή τις σχέσεις ανάμεσα στο γεγονός [event] και το πλαίσιο υποδοχής του [ground]” κάνει λόγο και η E. C. Traugott (“Subjectification in Grammaticalization”, στο D. Stein & S. Wright, επιμ., Subjectivity and Subjectivization, Cambridge University Press, 1995, σ. 41), αναλύοντας το while της αγγλικής.
* * *
Ο τόμος Από τη σημασιολογία της ελληνικής γλώσσας απαρτίζεται από νεότερα και παλιότερα κείμενα του Γιάννη Βελούδη* με κοινό τους στόχο πτυχές της ανθρώπινης υποκειμενικότητας.
Η συλλογή έχει αφετηρία τη διαστολή της υποκειμενικότητας στο τυπικότερο γλωσσολογικό της πεδίο, την επιστημική [: επίσταμαι] τροπικότητα· και σημείο τερματισμού, μια πρώτη απόπειρα για την «οπτικοποίηση» τυπικών εκδοχών της. Το ενδιαφέρον ωστόσο βρίσκεται, ως όφειλε, στην πορεία καθαυτή και στους ενδιάμεσους, κάποτε και απρόοπτους, προορισμούς μιας ολοένα και πιο οριακής αναζήτησης της υποκειμενικότητας: στην υποτακτική και την άρνηση· στο λεγόμενο «παράδοξο» για να· στη γραμματική κατηγορία ‘παρακείμενος’· στην αντωνυμία που και τη γνωστή μας από το σχολικό συντακτικό γενική κτητική· στα αντιθετικά-εναντιωματικά συνδετικά, από το πάντως και το μολονότι μέχρι το αλλά και το όμως· και τέλος, σε μια τολμηρή σκέψη περί μετωνυμικής συνάρτησης του μέλλοντα της γλώσσας με το μέλλον της κοινότητας στο ποίημα του καβάφη “Περιμένοντας τους βαρβάρους”.
Καθ’ οδόν δίνονται απαντήσεις σε επιμέρους ερωτήματα-γρίφους της ελληνικής σημασιολογίας: Γιατί λ.χ. έχει επιλεγεί το να για την έκφραση της υποτακτικής; Σε τι διαφέρουν οι εκφορές μη φύγεις / να μη φύγεις; Τι συνδέει το κανένας με το κάποιος; Πώς εξηγείται η χρήση Είναι πολύ έξυπνος για αν τον γελάσεις; Ποια είναι η σχέση της αρχαίας γενικής απολύτου με τον σημερινό παρακείμενο; Είναι συμπτωματικό ότι επιστρατεύθηκε το «βοηθητικό» έχω για τον αναλυτικό σχηματισμό αυτής της ρηματικής κατηγορίας; Γιατί τα ίσως και όμως, παρά την κοινή τους σημασιακή εκκίνηση, ‘εξίσου’, ‘ομοίως’, κατέληξαν να δηλώνουν ενδεχόμενο και αντίθεση, αντίστοιχα;
[από το δελτίο τύπου]
* Οι διαδικτυακοί φίλοι των γλωσσολογικών θα τον έχουν εντοπίσει στο ιστολόγιο των ανορθόγραφων, όπου παρατίθεται ένας ιδιαίτερα ενδιαφέρων «διάλογος» με τον Γ. Μπαμπινιώτη.