Η ελληνικότητα του Καμεροῦν και το κοκούνινγκ
«Υπάρχει λόγος να βάλουμε περισπωμένη στο Καμερούν; Πήρα ένα φυλλάδιο της εδώ μητρόπολης και το είχε με περισπωμένη. Σόρρυ που σε βάζω στο μπελά κι ευχαριστώ.»
Αυτά μου έγραψε με ιμέιλ νεαρός φίλος, κάτω από τον τίτλο «το δοκοῦν και το Καμεροῦν». Απόρησα με την απορία του, αφού ο τίτλος του έδινε μόνος του την απάντηση.
Ιδού: δοκοῦν, με περισπωμένη, αφού συνηρημένο: δοκέω-δοκῶ· ώστε φως φανάρι: καμεροῦν, με περισπωμένη, αφού συνηρημένο: καμερέω-καμερῶ.
Και το καμερέω-καμερῶ βγαίνει προφανώς από το κάμερα, όχι το μηχάνημα, αλλά την κάμερα= κάμαρα. Όπου καμερῶ σημαίνει, προφανώς, μένω, ζω στην κάμερα, την κάμαρα, κλεισμένος στο σπίτι, δεν βγαίνω έξω δηλαδή= ιδού το επίσης γνωστό κοκούνινγκ (cocooning) –-εννοιογλωσσικό αντιδάνειο, επίσης προφανώς.
Το θέμα είναι ότι οι γλωσσολόγοι, ανθρωπολόγοι κ.ά. μελετητές που τεκμηριώνουν την ελληνικότητα π.χ. της Νήσου του Πάσχα αποκρύπτουν την ελληνικότητα του Καμεροῦν, φοβούμενοι ότι θα θεωρηθούν Έλληνες οι μαύροι κάτοικοι της μαύρης ηπείρου.
Όμως το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό. Κι ας είν’ και μαύρο.