10/12/16

Τσίρκο υποκρισίας –ή προλήψεων και δεισιδαιμονίας;

(Εφημερίδα των συντακτών 10 Δεκ. 2016)


Αιγύπτιες μοιρολογίστρες, σε τάφο στη Θηβαϊκή νεκρόπολη


Πέθανε ο Κάστρο τούτες τις μέρες· θρήνος στην Αβάνα, ξέφρενα πανηγύρια χαράς στο Μαϊάμι, από τους αυτοεξόριστους Κουβανούς. Απολύτως φυσική η μία αντίδραση, απολύτως φυσική και η άλλη –όσο βεβαίως και η αμηχανία, μπροστά σ’ έναν χαρισματικό ηγέτη, που ωστόσο η πολιτεία του από ένα σημείο και πέρα προκαλεί έντονες αντιπαραθέσεις.

Ανάλογες αντιδράσεις υπήρξαν, ώς ένα βαθμό, και στη χώρα μας, ανάλογα χρωματίστηκε ο δημόσιος λόγος, φερειπείν στα μίντια, και ιδίως τα κοινωνικά, όπου αποτυπώθηκαν όλες οι τάσεις, εκτός από μία, παλιά μας γνώριμη μάλιστα: αναφέρομαι στη χριστιανίζουσα και ηθικολογική, που εν προκειμένω θα επιτιμούσε σκανδαλισμένη τους πανηγυριστές, γιατί δεν στάθηκαν σιωπηλοί μπροστά σ’ έναν νεκρό, ακόμα και εχθρό τους.

Μπορεί να φταίει η απόσταση, σκέφτηκα, η απόσταση με την έννοια της έλλειψης αμεσότητας: πού ο Κάστρο δηλαδή, πέρα στην Κούβα, πού ο τελείως διπλανός μας, της προσωπικής μας ιστορίας, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος λόγου χάρη, διόλου αμφιλεγόμενος αυτός, κι ωστόσο, όταν πέθανε, βοή μεγάλη σηκωνότανε να πνίξει όποια μεμονωμένη φωνή αποτολμούσε να εκφράσει αισθήματα χαράς για τον θάνατό του: γιατί αναφέρομαι αποκλειστικά στον αναμεταξύ μας σκανδαλισμό, τον σκανδαλισμό ανθρώπων με αναντίλεκτα αντιδικτατορικό φρόνημα.

Αυτή την υποκριτική εντέλει στάση σκεφτόμουν τελευταία με την περιπέτεια της υγείας του υιού Πλεύρη, μια στάση που κυρίως επιζητεί να καμουφλάρει τον τρόμο του θανάτου, να ξορκίσει τον ίδιο τον θάνατο, και ντύνεται γι’ αυτό με κάτι σαν ανωτερότητα, ηθικό μεγαλείο, μια χριστιανικού τύπου συγνώμη απέναντι στον αντίπαλο κι εχθρό. Άκουγα επί ώρα την παραγωγό μιας ραδιοφωνικής εκπομπής να μένει εμβρόντητη και να αγανακτεί που κάποιοι, φαίνεται, χαίρονταν με την προοπτική θανάτου του πρώην βουλευτή· και αναρωτήθηκα τι είναι πιο ακραίο και από μιαν άποψη αφύσικο, να ευχηθεί κάποιος τον θάνατο ενός άλλου ή να εξεγείρεται κάποιος άλλος γι’ αυτό, ακόμα και όταν η «ευχή» αφορά αναγνωρισμένα κοινό εχθρό, εν προκειμένω έναν σκληροπυρηνικό ακροδεξιό, που μεταξύ άλλων έχει προτείνει απερίφραστα κουμπούρι για την αντιμετώπιση των μεταναστών. «Αν είναι ποτέ δυνατόν, χάθηκε πια τόσο η ανθρωπιά μας» έλεγε και ξανάλεγε η παραγωγός, «πώς νοείται να μιλάει κανείς έτσι για νέο άνθρωπο και πρώην βουλευτή [;]» –όπου η «ιδιότητα» του νέου ανθρώπου μαρτυρεί ακριβώς, κατά τη γνώμη μου, τον δεισιδαίμονα τρόμο του θανάτου.

Και αν δηλαδή δεν ήταν νέος, όπως ο υιός Πλεύρης, αλλά ηλικιωμένος, όπως λόγου χάρη ο πατήρ; που τον θυμάμαι πριν από μερικά χρόνια, σε τηλεοπτικό κανάλι («κανονικό», όχι παρακάναλο), με αφορμή την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974, να λέει, και το μάτι του να γυαλίζει, πως θα μας ξαναδέσουνε μια μέρα, αλλά αυτήν τη φορά θα μας δέσουν σωστά; Μπα, πάλι θα επαναστατούσε η παραγωγός, λόγω εν γένει ανθρωπισμού, υποθέτω, και ανώτερου πολιτισμού. Αλλά, με δοκίμασε σκληρά ο πειρασμός: θα αντιδρούσε το ίδιο, ακόμα κι αν ήταν να πεθάνει η γυναίκα που της έκλεψε τον άντρα; Σεξιστικό ακούγεται ίσως αυτό, και ευχαρίστως να μαστιγωθώ, αλλά δεν το αποσύρω, για να απεμπλακούμε προς στιγμήν από δημόσια και πολιτικά πρόσωπα, και να αναρωτηθούμε, πόσο παράλογο αλήθεια είναι να έχει κανείς ανθρώπινα αισθήματα, που σημαίνει δηλαδή όχι μόνο να αγαπάει αλλήλους και να στρέφει και την άλλη παρειά και τα λοιπά, αλλά και να εναντιώνεται, να αποστρέφεται, έως να μισεί. Και τότε και να πολεμάει όσο μπορεί τον αντίπαλο, τον εχθρό, προστατεύοντας καταρχήν τον εαυτό του και τους δικούς του.

Αλλιώς, σε τι κοινωνία αγγέλων καμωνόμαστε πως ζούμε, πάνω από αδυναμίες και  πάθη· και, για να γυρίσω στην πολιτική, πάνω από απόψεις και ιδέες, όπως φοβούμαι πως συμβαίνει εδώ, πάνω ή μάλλον έξω από αγώνες κοινωνικούς και πολιτικούς, με τα πάθη τους, πάλι εννοείται.

«Σκατά στον λάκκο του Ντερτιλή» διαβάζει κανείς ακόμα σ’ έναν τοίχο του Α΄ Νεκροταφείου, από μια κατάρα γνωστή στη λαϊκή παράδοση, κοντά τέσσερα χρόνια απ’ τον θάνατο του πραξικοπηματία και εν ψυχρώ δολοφόνου στο Πολυτεχνείο. Και θυμάμαι ότι, αντίθετα από τον Παπαδόπουλο, με τον Ντερτιλή, όπως και με τον Ιωαννίδη, δεν ακούστηκαν σκανδαλισμένες φωνές που να εγκαλούν όσους χάρηκαν με τον θάνατό τους.

Οπότε, τι; Υπάρχει βαθμολογική κλίμακα σκληρότητας ή ηλικίας, που ανάλογα επιτρέπει ή όχι ανθρώπινα, λυτρωτικά αισθήματα για τον θάνατο ή σκέτα το κακό του εχθρού; Οπότε, νεαρός και νόστιμος ο υιός Πλεύρης, κρίμα το παλικάρι. Άρα θα πούμε κρίμα και για το σεξ σύμπολ, λέει, Κασιδιάρη; Αλλά για τον Λαγό, τον Γερμενή; Ή, πάμε αλλού, για τον Πειραιώς, για τον Αμβρόσιο; Και συνεχίστε τον κατάλογο όσο θέλετε. Ή όπως θέλετε, και αντίστροφα δηλαδή, μπαίνοντας τώρα στη θέση των δικών μας εχθρών απέναντι στον θάνατο τον δικό μας κ.ο.κ. Αλήθεια θα βαρυπενθήσουνε εκείνοι; θα μαυροντυθούμε εμείς;

Με τα μαύρα ξέφτια των ιδεών μας, φοβούμαι, που τα βαφτίζουμε ανώτερο πολιτισμό και ηθική –ενώ είναι, θα τολμήσω να πω, βαθιά μη ηθική.

buzz it!