Το βοτσαλάκι, η Μαγδαληνή κ.ά. καρναβαλικά
(Εφημερίδα των συντακτών 24 Φεβρ. 2017)
Οι μέρες το απαιτούν, το Καρναβάλι,
όχι πως δεν το ’χουμε ολοχρονίς εμείς, εν πάση περιπτώσει από βδομάδα αρχίζει η
μεγάλη Σαρακοστή, νηστεία και προσευχή. Ας το γλεντήσουμε τώρα, όσο γίνεται, με
κάποια αμιγώς φαιδρά, ή έστω και με τη φαιδρή όψη κάποιων κατά τα άλλα
τραγικών.
Η αρχαιοελληνίστρια: «Είμαι από επιλογή
αρχαιοελληνίστρια» δήλωσε προ καιρού η Βάνα Μπάρμπα. «Αγαπώ πάρα πολύ την
αρχαία Ελλάδα…» Η αλήθεια είναι πως δεν είναι σκέτα κωμική η δήλωση αυτή, καθώς
απηχεί όλα τα ιδεολογήματα για το αρχαίο μας κλέος –εκτός ίσως από τη συνέχεια:
«Και σίγουρα θα ήμουν εταίρα… τι άλλο; Τότε οι διανοούμενες ήταν οι εταίρες. Η
σύζυγος ήταν, ας πούμε, το δουλικό. Η γυναίκα του Περικλή, η Ασπασία, ήταν
εταίρα, χάλι μαύρο, αλλά δεν παύει να ήταν εξουσία».
Πάμε αλλού, και όχι εκεί που μας τρομάζει αρχικά μια
Συνομιλία με αγγέλους: Γιατί κάτι δεν πάει καλά,
όταν ακούει κανείς φωνές, εκτός κι αν είναι ο Καραμανλής ο εθνάρχης που άκουγε
να του μιλάει η Ιστορία, ή ο Σταύρος Θεοδωράκης, που μέσαθέ του μια φωνή του
έλεγε: «Κάνε κάτι!», και τα ’κανε αυτός Ποτάμι, θάλασσα κοινώς. Κάτι, λέω, δεν
πάει καλά, όταν ακούμε φωνές, ακόμα χειρότερα εάν βρεθούμε να μιλάμε με
αγγέλους. Αλλά μην τρομάζουμε, όπως είπα, τουλάχιστον κατέχουμε τη γλώσσα:
«Αν τυχόν κάπου συναντήσω αγγέλους
θα τους μιλήσω ελληνικά, επειδή δεν ξέρουνε γλώσσες. Μιλάνε μεταξύ τους με
μουσική.[1]
Η Ελληνική Γλώσσα ως όχημα διάδοσης της χριστιανικής διδασκαλίας και ο κίνδυνος
αποξένωσης απ’ αυτή με τη χρήση των greeklish»: ιδού το θέμα του 10ου Παγκύπριου Μαθητικού
Διαγωνισμού της Αρχιεπισκοπής –σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας και
Πολιτισμού.
Πάλι μας βάλαν τα γυαλιά από τη
θυγατέρα Κύπρο· φάε τη σκόνη τους Κώστα Ζουράρι, ή αλλιώς
Αθώο βοτσαλάκι: Ντιπ
ανόρεχτη η τελευταία συνέντευξη του υφυπουργού Παιδείας σε λαϊφστάιλ τηλεοπτική
εκπομπή, χωρίς ιδιαίτερα πυροτεχνήματα, ίσως επειδή του ήταν γνωστή η
δημοσιογράφος, ή επειδή ήταν μόνο μία κάμερα μπροστά του, πάντως παραπονεμένους
δεν μας άφησε: Μάθαμε π.χ. ότι παλιά έλεγε «τρομερό φλιτζάνι», συμπαθές αυτό,
ότι τον Θουκυδίδη «δεν τον πολυδιαβάζ[ει], γιατί τον ξέρ[ει] περίπου απέξω»,
έπαιξε και λίγο πιάνο, και θυμηθήκαμε το άλλο του εξαιρετικό: «Εγώ, όταν θέλω
να απολαύσω Μπετόβεν, δεν πάω σαν χαζός νεόπλουτος στο Μέγαρο, εγώ, όταν θέλω
να απολαύσω Μπετόβεν, παίζω Μπετόβεν
στο πιάνο»!
Ώσπου ήρθε η ερώτηση αν θα έκανε
τρίτο γάμο, και κάτι αυθεντικά ζουράρειο αμόλησε, ότι θα παντρευόταν τον φίλο
του τον τάδε, ο οποίος όμως τον βαριέται, αλλιώς:
«είναι διάφορες κουκλάρες, αλλά γι’
αυτές είμαι πολύ γέρος… Με συνοδεύει μια φήμη, καθ’ υπερβολήν βεβαίως, αλλά εν
πάση περιπτώσει… –Τι φήμη; του γυναικά;
– Όχι, παιδί μου, δεν είμαι γυναικάς· ότι οι κυρίες έχουν μια τάση να θέλουν να
με εγκλωβίσουν. –Αλλά εσείς δεν εγκλωβίζεσθε… –Εγώ είμαι ως βοτσαλάκι αθώο, το
οποίο ορισμένες κυρίες και δεσποινίδες το πατάν· το πατάν και μετά φεύγουν».
Και μάθαμε έτσι την [αυτο]εικόνα
που ’χει στοιχειώσει το μυαλό του Ζουράρι, αφού και σε παλαιότερη συνέντευξή
του, έτος 2005, δήλωνε πάλι:
«Δεν είμαι εγώ γυναικάς! Να
κατηγορείς τις κυρίες που είναι οι πιο ζουραρικές των νεορθοδόξων, των
ορθοδόξων ή των μη ορθοδόξων. Εγώ είμαι σα βοτσαλάκι φρόνιμο κι έρχονται αυτές
και ποδοπατούν το βοτσαλάκι. Τι φταίει το φρόνιμο το βοτσαλάκι γι’ αυτό;»
Συγκινητικός, δεν λέω. Γιατί άλλοτε
ή τώρα αλλού αγριευόμαστε:
Η μετανοούσα Μαγδαληνή:
Φαιδρό κι αυτό; Από μιαν άποψη, ναι, ή σίγουρα γελοίο. Να διαβάζεις πως για τη
χρεοκοπία του περιβόητου Συγκροτήματος φταίει όχι απλώς ο ΣΥΡΙΖΑ (το διαβάσαμε
κατά κόρον αυτό) αλλά η Αριστερά εν
γένει, από παλιά, και ο συνδικαλισμός! Από την εποχή δηλαδή που ο νυν
Μαγδαληνής (κατά κόσμον Ηλίας Κανέλλης) εξυμνούσε το γιαούρτωμα σαν
επαναστατική πράξη («Υπέρ γιαουρτιού», Η
εποχή 2.4.95) –βάζοντας δηλαδή κι ο ίδιος το χεράκι του στη χρεοκοπία του
νυν εργοδότη του. «Είναι μια στάσις αυτοκριτική κι αυτή. Νιώθεται» –ας με
συχωρέσει για την παράφραση ο Καβάφης.
Για αυλαία, κι άλλος ένας, τρόφιμος
αυτός της στήλης:
Άκου «πώς τον είπαμε»!
«Πώς τον λένε τον υπουργό της Παιδείας; Γαβρόγλου, αν θυμάμαι καλά»: έτσι
αρχίζει πρόσφατη επιφυλλίδα του ο κυρ Τάκης, όπως γράφει ο ίδιος για άλλους,
της Καθημερινής (17/2), χιούμορ και
ειρωνεία της δεκάρας, ότι δεν ξέρει ούτε τ’ όνομα, πόσο μάλλον το έργο του
Γαβρόγλου (όχι πως είναι και τελείως απίθανο, έτσι ημιμαθής που αποδεικνύεται
συχνά), και επιμένει: «ο κ. “πώς τον είπαμε”».
Όντως, μας κόπηκε το γέλιο από ώρα.
Καλή αποκριά ωστόσο.
[1]
Νικηφόρο Βρεττάκο αντιγράφει η Ιερά Αρχιεπισκοπή, χωρίς σχετική μνεία, όσο μπόρεσα
να δω: Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα / στους γαλάζιους
διαδρόμους / συναντήσω αγγέλους, θα τους / μιλήσω ελληνικά, επειδή / δεν ξέρουνε γλώσσες. Μιλάνε / μεταξύ τους με
μουσική («Η ελληνική γλώσσα»).